Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πώς διασφαλίζονται οι κάτοχοι ασφαλιστικών προϊόντων

Οι Κοινοτικές Οδηγίες που έρχονται να διασφαλίσουν τα συμφέροντα των πελατών των ασφαλιστικών εταιρειών. Τι αλλάζει και τι πρέπει να προσέξουν οι Έλληνες επαγγελματίες της αγοράς. Η Μυρτώ Χαμπάκη μιλά στο Euro2day.gr.

Πώς διασφαλίζονται οι κάτοχοι ασφαλιστικών προϊόντων

Για το νέο περιβάλλον που δημιουργείται στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά μέσα από το μπαράζ των τελευταίων Κοινοτικών Οδηγιών, μιλά στο Euro2day.gr η Μυρτώ Χαμπάκη, Group international Projects and Solvency II στην ARAG SE.

Διαθέτοντας πολυετή εμπειρία στον κλάδο και έχοντας ήδη συγγράψει δύο σχετικά βιβλία (ένα παλαιότερο για το Solvency II και ένα πρόσφατο για την IDD), η κα Χαμπάκη αναφέρεται στο πώς διασφαλίζονται τα συμφέροντα των πελατών των ασφαλιστικών εταιρειών και το ποια πράγματα πρέπει να προσέξουν οι Έλληνες επαγγελματίες της αγοράς, προκειμένου να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.

Το μόνο βέβαιο είναι πως έχει ήδη δημιουργηθεί ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε να μην επαναληφθούν τα όσα έπληξαν τον ευρύτερο χρηματοοικονομικό κλάδο κατά την προηγούμενη δεκαετία.

Κυρία Χαμπάκη, από την πολυετή σας εμπειρία στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ιδιαίτερα στην ασφαλιστική αγορά, ποιος εκτιμάτε ότι είναι ο λόγος που επιβάλλονται όλες αυτές οι νομοθετικές ρυθμίσεις στoν κλάδο; (IDD, SOLVENCY ΙΙ, GDPR)

Οι νομοθετικές ρυθμίσεις που αναφέρεστε, μπορούν να χαρακτηριστούν ως οι πιο «γνωστές», λόγω της μεγάλης έκτασης που έχουν πάρει στον κλαδικό και τον οικονομικό τύπο. Εξετάζοντας όμως το πλαίσιο Κανονιστικής Συμμόρφωσης μιας σύγχρονης ασφαλιστικής εταιρίας σήμερα, πέραν των προαναφερόμενων ρυθμίσεων υπάρχουν και άλλες όπως για παράδειγμα, αυτές που σχετίζονται µε την πρόληψη της νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, την προστασία του καταναλωτή, την εφαρμογή του IFRS 17, τη νομική διαμεσολάβηση κ.λπ. Συνεπώς, οι νομοθετικές ρυθμίσεις είναι πολύ περισσότερες και πολλές φορές ιδιαίτερα πολύπλοκες στην εφαρμογή, δημιουργώντας υψηλό κίνδυνο συμμόρφωσης (Compliance/Legal Risk).

Ας πάμε όμως στο «γιατί» έχουμε αυτή τη νομοθετική έκρηξη των τελευταίων χρόνων. Η απάντηση στο ερώτημα μας πάει πίσω στο 2008, στην παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση που θεωρήθηκε αποτέλεσμα της μειωμένης τότε νομοθετικής ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε διάφορα λειτουργικά σημεία του. Οι αιτίες και συνέπειες του 2008 είναι δυστυχώς γνωστές σε όλους μας.

Οι πρωτοπόροι στην παραγωγή χρηματοοικονομικών προϊόντων, οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, αμέσως μετά την τότε παγκόσμια οικονομική λαίλαπα, προχώρησαν άμεσα στην αυστηρή ρύθμιση των αγορών χρηματοοικονομικών προϊόντων, για να προλάβουν ένα νέο «2008». Έτσι, με την πάροδο των ετών, αρχίσαμε να μιλάμε για έννοιες όπως η σύγκρουση συμφερόντων, η διακυβέρνηση, η λογοδοσία, η διαχείριση κινδύνων, η φερεγγυότητα και τώρα, η προστασία του καταναλωτή και η χρηματοοικονομική εκπαίδευσή του.
Αν εξετάσουμε ειδικά την Ε.Ε., που μας αφορά άμεσα, θα διαπιστώσουμε ότι, μεταξύ άλλων, προχώρησε στην τροποποίηση της νομοθεσίας για τη φερεγγυότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων, προέβλεψε με νόμο ποιος πληρώνει τελικά ένα bail in ενός πιστωτικού ιδρύματος, ρύθμισε αυστηρότερα τις χρηματιστηριακές συναλλαγές, προέβλεψε για τη διαχείριση κινδύνων στη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιριών και τώρα έρχεται να ρυθμίσει και τα κανάλια διανομής -τον εναπομείναντα κρίκο στην αλυσίδα προστασίας του καταναλωτή. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις αφορούν οριζόντια όλο τον χρηματοπιστωτικό τομέα, προσπαθώντας να προλάβουν κρίσεις και να προστατεύσουν τον τελικό καταναλωτή των προϊόντων μας από οποιοδήποτε ενδεχόμενο μπορεί να καταστεί επιζήμιο γι' αυτόν.

Τι σας ώθησε να γράψετε ένα βιβλίο για την οδηγία IDD;

Το βιβλίο για την Οδηγία IDD ήταν μια συνειδητή απόφαση και ήρθε να συμπληρώσει το πρώτο μου βιβλίο για την Οδηγία Solvency II. Και τα δύο βιβλία είναι αποτέλεσμα της επαγγελματικής μου πορείας, που έχει ως επίκεντρο τη συμμόρφωση των εταιριών του κλάδου στο νέο κανονιστικό περιβάλλον. Μέσω της επαγγελματικής μου ενασχόλησης, είχα την ευκαιρία να εμβαθύνω και να παρακολουθήσω από κοντά την εξέλιξη των πλαισίων αυτών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και να συμμετάσχω στην πρακτική εφαρμογή τους. Παράλληλα, ακριβώς επειδή έχω ασχοληθεί εκτενώς με την εκπαίδευση στελεχών και δικτύων σε θέματα Solvency II, ΙDD και Διαχείρισης Κινδύνων, προσπαθώ να συμπυκνώσω όλη αυτή τη γνώση σε ένα εύκολα κατανοητό εκπαιδευτικό εγχειρίδιο, το οποίο μπορεί ο κάθε επαγγελματίας να συμβουλευτεί όταν το χρειάζεται.

Η νομοθεσία είναι πλέον γεμάτη με δύσκολους, τεχνικούς και όχι νομικούς όρους, που κρύβουν πίσω τους μια μεγάλη γκάμα επιστημών όπως αυτή των οικονομικών, της αναλογιστικής, της διαχείρισης κινδύνων, της λογιστικής, της πληροφορικής, της ασφαλιστικής κ.λπ. Οπότε, τα νομοθετικά κείμενα χρειάζονται επεξήγηση από επαγγελματίες που είναι γνώστες των ειδικών αυτών αντικειμένων, προκειμένου να είναι πιο κατανοητά και πιο πλήρη κατά την εφαρμογή. Η γνώση είναι δύναμη για τον κάθε σύγχρονο επαγγελματία, γιατί μόνο μέσω αυτής μπορεί να αποδεχτεί και να ενσωματώσει στην καθημερινότητά του τις σύγχρονες κανονιστικές απαιτήσεις.

Υπάρχει σχέση μεταξύ IDD και Solvency II;

Σαφώς και υπάρχει. Πιστεύω πως η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Solvency II ρύθμισε τη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιριών, εισάγοντας ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων. Εμμέσως όμως επηρέασε και τα κανάλια διανομής αφού επέφερε αλλαγές στα προϊόντα και έθεσε υψηλές απαιτήσεις ποιότητας για τις συνεργασίες των ασφαλιστικών εταιριών με τα δίκτυα, μέσα στο πλαίσιο μείωσης του πιστωτικού κινδύνου. Η Οδηγία IDD απευθύνεται στους «διανομείς» ασφαλιστικών προϊόντων. Σε αυτό τον ευρύ ορισμό του διανομέα συμπεριλαμβάνονται ασφαλιστικές εταιρίες, δίκτυα αλλά και διαμεσολαβητές που ασκούν τη διαμεσολάβηση ως δευτερεύουσα δραστηριότητα. Άρα εμπλέκει τις εταιρίες ως «παραγωγούς» ασφαλιστικών προϊόντων και τα δίκτυα ως «διανομείς» των προϊόντων αυτών. Οι δύο οδηγίες μαζί προσφέρουν ολοκληρωμένη προστασία στον καταναλωτή, ρυθμίζοντας τα πάντα σε όλο τον κύκλο του προϊόντος, από τη στιγμή της σύλληψής του μέχρι τη στιγμή της εκπλήρωσης της ασφαλιστικής σύμβασης αλλά και σε όλο το πλαίσιο υγιούς λειτουργίας μιας ασφαλιστικής εταιρίας.

Τα τελευταία χρόνια συνεχώς ακούμε στον κλάδο την έκφραση «Ο καταναλωτής στο επίκεντρο». Τελικά όλες οι νομοθετικές ρυθμίσεις γίνονται με επίκεντρο την προστασία του καταναλωτή;

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA), εκμεταλλευόμενη το άρθρο 9 του Ιδρυτικού Κανονισμού της, έξι χρόνια τώρα συνέλεγε, ανέλυε και παρουσίαζε την εξέλιξη των καταναλωτικών τάσεων στον ασφαλιστικό κλάδο σε ετήσια βάση. Ως «καταναλωτική τάση» ορίζεται ως «η εξέλιξη στην καταναλωτική συμπεριφορά στην αγορά ασφαλιστικών προϊόντων, αλλά παράλληλα και η εξέλιξη της σχέσης των καταναλωτών με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις». Γιατί θα πρέπει να μας απασχολούν αυτές οι τάσεις; Γιατί αφενός περιγράφουν τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπο του κλάδου στην κοινωνία και αφετέρου επηρεάζουν την εξέλιξη του ρυθμιστικού πλαισίου του κλάδου.

Όσοι μελέτησαν και τις προηγούμενες αναφορές της EIOPA θα είχαν διαπιστώσει ότι οι καταναλωτές ανέφεραν πολλές περιπτώσεις «σύγκρουσης συμφερόντων», όπου τους χορηγήθηκαν προϊόντα που είτε δεν ταίριαζαν με το οικονομικό τους προφίλ, είτε δεν τους προσέφεραν την απόδοση που επιθυμούσαν, γιατί αυτά τα προϊόντα είχαν υψηλότερη προμήθεια για τον διανομέα. Πολλές φορές οι διανομείς κατηγορήθηκαν για κακή αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων του πελάτη, ανεπαρκή προσυμβατική ενημέρωση και πρόταση αγοράς για προϊόντα που δεν συμβάδιζαν με τις ανάγκες του.

Αυτές και άλλες παρόμοιες καταναλωτικές τάσεις οδήγησαν τους επόπτες στο να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα και να προχωρήσουν στην αναδιατύπωση του ρυθμιστικού πλαισίου για τον «Κίνδυνο Επαφής με τον Πελάτη», δηλαδή στην Οδηγία IDD. Την αντιμετώπιση των παραπόνων των καταναλωτών και τη «διόρθωση» των προβλημάτων που ανέκυψαν επί σειρά ετών από αυτές τις αναφορές των καταναλωτικών τάσεων στην Ευρώπη τις συναντούμε στα άρθρα της Οδηγίας που αφορούν στην προσυμβατική ενημέρωση, στη σύγκρουση συμφερόντων, στην εκπαίδευση των διαμεσολαβητών, αλλά ιδιαιτέρως εκτενώς στα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, όπου εκεί οι απαιτήσεις ενδυναμώνονται κι επεκτείνονται. Συνεπώς ο καταναλωτής είναι όντως στο επίκεντρο γιατί η άποψη του επηρεάζει το ρυθμιστικό πλαίσιο του κλάδου.

Εν κατακλείδι, οι επαγγελματίες του ασφαλιστικού κλάδου πού πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα κατά την εφαρμογή της οδηγίας IDD;

Το κείμενο της IDD σηματοδοτεί σημαντικές αλλαγές για τους επαγγελματίες του κλάδου, αφού:

* Θέτει αυστηρούς κανόνες για την προστασία των καταναλωτών

* Επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων

* Επιδιώκει την αναβάθμιση του επαγγέλματος της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης καθορίζοντας υψηλά επαγγελματικά πρότυπα για τους επαγγελματίες του κλάδου.

Συνεπώς, αυτά που θα απασχολήσουν τους επαγγελματίες του κλάδου συνοψίζονται, μεταξύ άλλων:

* Στην εγγραφή τους στο σχετικό μητρώο

* Στις αναγκαίες επαγγελματικές οργανωτικές απαιτήσεις που πρέπει να τηρούνται

* Στις απαιτούμενες αρχές δεοντολογίας

* Στην παροχή πληροφοριών σε τρίτους

* Στην αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων

* Στις υποχρεώσεις όταν παρέχονται συμβουλές προς τον πελάτη

* Στα τυποποιημένα έντυπα που πρέπει να δίδονται για τους κλάδου ζημιών και για τα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση

* Στις ανάγκες πιστοποίησης και εκπαίδευσης

Το συμπέρασμα που διαμορφώνεται από όσα συζητήσαμε, είναι ότι η ποιότητα της επαφής του διανομέα με τον πελάτη είναι άκρως σημαντική, γιατί το αποτέλεσμα της επαφής αυτής επηρεάζει θετικά ή αρνητικά τις καταναλωτικές τάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν τη διαμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου, το οποίο με τη σειρά του επηρεάζει τη λειτουργία και τη βιωσιμότητα του κλάδου τόσο σε επίπεδο εταιριών όσο και σε επίπεδο καναλιών διανομής.

• Το βιβλίο “IDD, Ένας πρακτικός οδηγός για τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων” κυκλοφορεί από την Insurance Innovation. Διατίθεται από το www.insuranceinnovation.gr/publications

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v