Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πιο λάθος… πεθαίνεις

Η πολιτική «μαζί στα εύκολα και χώρια στα δύσκολα», ευλόγως, είναι μυωπική. Το πλαίσιο κανόνων που διέπουν τη λειτουργία της ευρωζώνης έχει ήδη αγγίξει τα όριά του και η εμμονή στη διατήρησή του, απλά, θα επιταχύνει το τέλος.

Πιο λάθος… πεθαίνεις

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Οι αυστηρές συστάσεις που απηύθυνε χθες ο πρόεδρος του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας (Ifo) Clemens Fuest προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), να τερματίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης τον Μάρτιο του 2017 εάν ο πληθωρισμός (ΔΤΚ) ανέλθει στην ευρωζώνη στο ίδιο επίπεδο με εκείνο στο οποίο διαμορφώθηκε στη Γερμανία τον Δεκέμβριο (1,7%), αντικατοπτρίζουν με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τον ολισθηρό δρόμο που ακολουθεί η νομισματική ένωση.

Την ίδια ώρα που η ανάπτυξη στην ευρωζώνη μετά βίας διαμορφώθηκε σε 0,3% το τρίτο τρίμηνο του 2016 (ή 1,7% σε ετήσια βάση), τα κυριότερα κράτη-μέλη της εμφανίζονται να βαδίζουν σε τεντωμένο σχοινί, εξαιτίας είτε διαρθρωτικών προβλημάτων τους (Γαλλία), είτε της λειτουργίας του τραπεζικού τους τομέα (Ιταλία) και ο ευρωπαϊκός Νότος πασχίζει να σταθεροποιηθεί, η πλέον σημαντική «δεξαμενή σκέψης» της Γερμανίας προτείνει τερματισμό της πολιτικής αυξημένης ρευστότητας που ακολουθεί η ΕΚΤ εδώ και σχεδόν δύο χρόνια, με στόχο τη διασφάλιση της ανάπτυξης.

Μολονότι το πρόγραμμα αυτό μέχρι στιγμής δεν αφορά στην Ελλάδα και πιθανότατα -όπως βασίμως εικάζεται- δεν πρόκειται να την αφορά έως το τέλος του, η ύπαρξή του προσέφερε μια μακρά περίοδο ιδιαίτερα φθηνού χρήματος προς τον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα και -στον βαθμό που μετακυλίστηκε στην οικονομία- υποβοήθησε την επιχειρηματικότητα στην ευρωζώνη.

Ως αποτέλεσμα και του προγράμματος αυτού, αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη προς το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα αλλά και προς τα ομόλογα των κρατών-μελών της ευρωζώνης, γεγονός που αντικατοπτρίστηκε στο ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο που διαμορφώνονται οι αποδόσεις τους, με χαρακτηριστικότερο το γερμανικό δεκαετές Μπουντ (0,26%).

Οι ανησυχίες του Ifo, προφανώς, εδράζονται στις πάγιες γερμανικές φοβίες σχετικά με το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού, απότοκο της τραυματικής εμπειρίας που είχε βιώσει η συγκεκριμένη χώρα κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Αν και -ως εκ του καταστατικού της- σκοπός της ΕΚΤ είναι η σταθερότητα των τιμών και η διατήρηση των ρυθμών πληθωρισμού σε επίπεδα κατώτερα, «αλλά πλησίον του 2% μεσοπρόθεσμα», οι παρόντες ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας στην ευρωζώνη όσο και του πληθωρισμού έχουν οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη διατήρηση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης τουλάχιστον έως τον Μάρτιο του 2017, οπότε θα εξεταστεί η περαιτέρω πορεία του.

Η σπουδή που επιδεικνύει το Ifo, προεξοφλώντας τόσο την πορεία της οικονομίας στην ευρωζώνη όσο και το επίπεδο των τιμών, αντικατοπτρίζει όχι μόνον αυτές τις φοβίες αλλά και το αμιγώς εθνικό πρίσμα διαμέσου του οποίου το κυριότερο «think tank» της χώρας αυτής αντιμετωπίζει την ύπαρξη της Γερμανίας στην ευρωζώνη.

Δίχως να παραγνωρίζεται ούτε προς στιγμήν η ανάγκη προώθησης σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε σειρά κρατών-μελών της ευρωζώνης, η ύπαρξη «χαλαρής» νομισματικής πολιτικής εκ μέρους της ΕΚΤ κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στην αναχαίτιση και αποκλιμάκωση της κρίσης που διήλθε η ευρωζώνη από το 2008 έως σήμερα.

Διαμέσου της νομισματικής πολιτικής -και μόνον-, τα προβλήματα της ευρωζώνης ευλόγως δεν μπορούν να θεραπευτούν. Απαιτούνται βαθιές τομές για την ανάκτηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας του κάθε κράτους-μέλους και αυτές σαφώς είναι ευθύνη του καθενός εξ αυτών. 

Όμως, εκεί ακριβώς εντοπίζεται και το πραγματικό πρόβλημα της ζώνης του ευρώ.

Στο γεγονός, δηλαδή ότι χαρακτηρίζεται από την απουσία μίας πραγματικά ενιαίας δημοσιονομικής πολιτικής, μίας κεντρικής τράπεζας σε ρόλο ύστατου δανειστή και -έως πρόσφατα- ενιαίας τραπεζικής εποπτείας.

Αποτελεί, δε, σχήμα οξύμωρο αλλά και συνάμα ενδεικτικό του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει η Γερμανία -διαμέσου του εκφραστή του κυρίαρχου τρόπου σκέψης της, Ινστιτούτου Ifo- την πορεία κρατών όπως η Ιταλία.

«Το επίπεδο ζωής στην Ιταλία παραμένει ίδιο από το 2000. Αν αυτό δεν αλλάξει, οι Ιταλοί θα πουν ότι δεν επιθυμούν να παραμείνουν στην ευρωζώνη», δήλωσε -επίσης πρόσφατα- ο φίλτατος κ. Fuest, σύμφωνα με τον οποίο ένα σχέδιο διάσωσης της ιταλικής οικονομίας δύσκολα θα περνούσε από την Μπούντεσταγκ καθώς θα υπέβαλλε τους Γερμανούς φορολογούμενους σε κινδύνους, το μέγεθος των οποίων «δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να ελέγξουμε».

Εάν, όμως, έχουν όντως έτσι τα πράγματα στην ευρωζώνη, τότε μήπως είναι καιρός να δούμε ξανά την όλη εξίσωση από την αρχή; Στα «καλά» μαζί και στα «δύσκολα» μόνοι και εντέλει πού θα οδηγήσει -προοπτικά- την ΕΕ η πολιτική αυτή;

Ούτως ή άλλως είναι σαφές ότι «ο γιαλός δεν είναι στραβός…».

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v