Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κρίσιμη για τις ενεργειακές επενδύσεις η απόφαση ΡΑΕ για το WACC του ΑΔΜΗΕ

Ενόσω η ΡΑΕ καθυστερούσε τη σχετική απόφαση, το περιβάλλον άλλαξε σημαντικά προς το χειρότερο. Τώρα, τυχόν απόφαση για Weighted Average Cost of Capital κάτω του 7,5%, λένε παράγοντες της αγοράς ηλεκτρισμού, θα έχει σοβαρές ευρύτερες συνέπειες.

Κρίσιμη για τις ενεργειακές επενδύσεις η απόφαση ΡΑΕ για το WACC του ΑΔΜΗΕ

H καθυστερημένη εδώ και μήνες απόφαση της ΡΑΕ για το WACC (Weighted Average Cost of Capital) που θα έχει ο ΑΔΜΗΕ, την περίοδο 2022-2025, κρατά όχι μόνο τον διαχειριστή αλλά και πολλούς παράγοντες της ενεργειακής αγοράς σε αναμμένα κάρβουνα.

Και όχι άδικα, μια και δύναται να επηρεάσει δυσμενώς όχι μόνο την κερδοφορία του ΑΔΜΗΕ (αφού είναι ο θεμέλιος λίθος για τον προσδιορισμό της) αλλά και επενδυτικά σχέδια «διασύνδεσης» που προγραμματίζει ο διαχειριστής, στα οποία στηρίζονται κρίσιμοι σχεδιασμοί και επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, με επίκεντρο μάλιστα την περίφημη «πράσινη μετάβαση» από τα ορυκτά καύσιμα σε καθαρές μορφές ενέργειας, χωρίς ρύπους.

Ο ΑΔΜΗΕ είχε εισηγηθεί WACC 7,52% από τον Οκτώβριο του 2021, με βάση τις τότε ισχύουσες μακροοικονομικές προβλέψεις. Η καθυστέρηση έκδοσης της απόφασης, η οποία αναμενόταν τον Δεκέμβριο του 2021, συνεχίζεται, με σοβαρούς πλέον κινδύνους για την οικονομική του βιωσιμότητα και συνεπώς, για την υλοποίηση κρίσιμων ενεργειακών έργων που είναι ενταγμένα στο επενδυτικό του πρόγραμμα έως το 2030.

Ως εδώ τα πράγματα είναι λίγο-πολύ γνωστά.

Το θέμα έχει όμως και ευρύτερη διάσταση. Πρόκειται για την πρώτη απόφαση προσδιορισμού WACC, η οποία θα εκδοθεί στο νέο περιβάλλον υψηλών επιτοκίων και πληθωριστικών πιέσεων και άρα θα αποτελέσει πρόκριμα για τα WACC σε μια σειρά από άλλους Διαχειριστές, αλλά και σε κρίσιμα έργα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων για την ενεργειακή μετάβαση.

Την περίοδο 2018-2021, το αντίστοιχο μέγεθος ανερχόταν κατά μέσο όρο στο 7,3%, ενώ παρόμοιο WACC απολάμβαναν και οι υπόλοιποι διαχειριστές, σε μια περίοδο χαμηλών επιτοκίων και μηδενικού πληθωρισμού. Σήμερα, όπως επισημαίνουν γνώστες των χρηματοοικονομικών δεδομένων στην αγορά, το 7,52% είναι το ελάχιστο ύψος WACC που θα μπορούσε να δοθεί, καθώς σύμφωνα με τις νέες μακροοικονομικές συνθήκες, υπολογίζεται στην πραγματικότητα σε επίπεδα άνω του 8%.

Και αυτό, διότι οι βασικοί παράμετροι για τον προσδιορισμό του έχουν διπλασιαστεί σε ύψος τους τελευταίους μήνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου που ξεπέρασε το 1,5% τον Μάιο του 2022 από 0,5% το 2021.

Ανάλογες είναι οι προβλέψεις και για το κόστος των δανειακών κεφαλαίων. Προ ημερών, η FED αύξησε περαιτέρω τα επιτόκια κατά 0,75%, με στόχο την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ενώ η ΕΚΤ αναμένεται να ακολουθήσει, προκειμένου να διατηρηθεί σταθερή η ισοτιμία Ευρώ-Δολαρίου. Οι συνεχείς αυξήσεις στο Euribor οδηγούν σε σημαντική αύξηση το κόστος του υφιστάμενου δανεισμού με κυμαινόμενο επιτόκιο, αλλά και το κόστος των νέων δανείων που είναι αναγκαία για την υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος του ΑΔΜΗΕ ύψους 5 δισ. ευρώ έως το 2030.

Σε αυτό το επιβαρυμένο πιστωτικό περιβάλλον, τα «φθηνότερα» δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων αναμένεται, μαζί με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, να προσεγγίσουν το 3-3,5%, ενώ δάνεια από εμπορικές τράπεζες σταθερού επιτοκίου εκτιμάται ότι θα υπερβούν το 4,5%, δηλαδή περίπου διπλάσιο κόστος σε σχέση με το 2021.

Κατά συνέπεια, η απόδοση ενός WACC που να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες μακροοικονομικές συνθήκες θα δώσει στους επενδυτές και στην αγορά το σήμα πως οι αποφάσεις λαμβάνονται με διαφάνεια στη βάση γνωστών κανόνων, ακολουθώντας βέλτιστες πρακτικές.

Αντίστροφα, οποιαδήποτε απόφαση δεν λαμβάνει υπόψη τεχνοκρατικά κριτήρια, αλλά λαμβάνεται με γνώμονα την επικοινωνιακή διαχείριση της επικαιρότητας, είναι πολύ πιθανό όχι μόνο να μην επιφέρει κάποιο ουσιώδες αποτέλεσμα για τους καταναλωτές, αλλά να προκαλέσει μη αναστρέψιμη ζημία, απομακρύνοντας απαραίτητες επενδύσεις για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και την αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ.

Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, στην περίπτωση του ΑΔΜΗΕ, απόφαση για WACC περίπου μία ποσοστιαία μονάδα κάτω από την αρχική του εισήγηση στο 7,52%, θα επέφερε μείωση χρέωσης στον οικιακό καταναλωτή που υπολογίζεται σε μόλις 1,7 ευρώ για το 2022 και σε 2,99 ευρώ το 2025. Πραγματική «σταγόνα στον ωκεανό» των επιβαρύνσεων που, δυστυχώς, υφίστανται οι καταναλωτές.

Από την άλλη πλευρά όμως, θα οδηγούσε σε απώλεια κερδών του -εισηγμένου στο ΧΑ- ΑΔΜΗΕ της τάξης των 100 εκατ. ευρώ σε βάθος τετραετίας, ποσό πολύ σημαντικό, δεδομένου ότι το 2021 η κερδοφορία του διαχειριστή ανήλθε στα 67 εκατ. ευρώ.

Ακόμα χειρότερα, το 50% των εσόδων του ΑΔΜΗΕ επανεπενδύεται στο Σύστημα Μεταφοράς της ενέργειας. Η έλλειψη αυτών των κεφαλαίων, αναφέρουν έγκυρες πηγές, καθιστούν πρακτικά αδύνατη την υλοποίηση των νησιωτικών διασυνδέσεων στους χρόνους που έχουν τεθεί, ενώ οι καταναλωτές θα συνεχίσουν να πληρώνουν επιβαρύνσεις ΥΚΩ πολλαπλάσιες από την αύξηση του εσόδου του Διαχειριστή και η χώρα θα επιβαρύνεται με εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

Παράλληλα, εκτιμάται ότι το ελληνικό δημόσιο θα χάσει περίπου 43 εκατ. ευρώ από μέρισμα και φόρο, καθώς το κράτος λαμβάνει το 51% του μερίσματος του ΑΔΜΗΕ, που αποτελεί το 50% των καθαρών κερδών του, έσοδο που μπορεί να το χρησιμοποιήσει όπου θεωρεί αναγκαίο.

Προφανώς οι αποφάσεις που αναμένονται για την αποζημίωση κρίσιμων επενδύσεων, ίσως στον πλέον στρατηγικό τομέα της οικονομίας (ιδίως μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας), θα πρέπει να ληφθούν με βάση το συμφέρον της χώρας, ικανοποιώντας τις τρέχουσες συνθήκες στον ενεργειακό αλλά και στον χρηματοοικονομικό/επενδυτικό τομέα.

Σε άλλη περίπτωση, θα αποτελέσουν σημαντικό πλήγμα για την υλοποίηση κρίσιμων επενδύσεων που αφορούν άμεσα την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, αλλά και την όσο το δυνατόν ταχύτερη ενεργειακή απεξάρτησή της.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v