Γιατί οι τουριστικοί παράγοντες ανησυχούν τώρα για το... 2026

Τα ζητήματα που ταλανίζουν τον κλάδο βρέθηκαν στο επίκεντρο της παρουσίασης μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ για τον κλάδο. Πώς τοποθετήθηκαν οι εκπρόσωποι του για δασμούς, υπερτουρισμό και ελλείψεις προσωπικού.

Γιατί οι τουριστικοί παράγοντες ανησυχούν τώρα για το... 2026

Οι νέου τύπου προκλήσεις στις οποίες καλείται να ανταπεξέλθει ο ελληνικός τουρισμός, έπειτα από την ισχυρή ανάκαμψη που κατέγραψε μετά την πανδημία του κορωνοϊού, αναδείχθηκαν στο πλαίσιο της παρουσίασης της τελευταίας μελέτης του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) για τη συμβολή του κλάδου στην ελληνική οικονομία, με την εμπορική πολιτική που ακολουθεί ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ να εκτιμάται ότι θα κρίνει εν πολλοίς την πορεία του κλάδου τα επόμενα χρόνια.

«Ο τουρισμός έχει πάει πολύ καλά μετά την πανδημία, η Ελλάδα βγήκε ενισχυμένη από αυτή την κρίση. Ταυτόχρονα τα πράγματα στον διεθνή χάρτη αλλάζουν, οι προκλήσεις είναι τελείως διαφορετικές από αυτές που αντιμετωπίσαμε με επιτυχία κυβέρνηση και ιδιωτικός τομέας πριν από μερικά χρόνια.

Ήδη μπαίνουμε σε μία περίοδο με βάση τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τους δασμούς και τους οικονομικούς πολέμους που δημιουργεί νέα δεδομένα, τα οποία από το 2026 και μετά πρέπει τα αντιμετωπίσουμε με μια εφαρμοσμένη στρατηγική. Η λέξη ανθεκτικότητα αποκτά ιδιαίτερη σημασία και ιδιαίτερη βαρύτητα», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, Γιάννης Παράσχης (φωτ).

Την παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα που έχει εγείρει η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ ανέδειξε από την πλευρά του ως τον βασικό παράγοντα που θα επηρεάσει την πορεία του ελληνικού τουρισμού φέτος ο Άρης Ίκκος, επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ.

«Η πολιτική της Αμερικής για τους δασμούς έχει διάφορες προεκτάσεις. Σε ό,τι αφορά την αμερικανική αγορά, διάφοροι δείκτες καταναλωτικής εμπιστοσύνης ή φόβου δείχνουν ραγδαία επιδείνωση τους τελευταίους μήνες.

Επίσης σε ό,τι αφορά την αμερικανική αγορά λόγω της υποτίμησης του δολαρίου ανεβαίνει το κόστος των ταξιδιών στο εξωτερικό. Βέβαια αυτή η υποτίμηση σε συνδυασμό με τη μείωση της τιμής του πετρελαίου μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των τιμών των αεροπορικών εισιτηρίων και να λειτουργήσει θετικά», είπε.

Επεσήμανε, δε, ότι μέχρι στιγμής οι ευρωπαϊκές αγορές κινούνται θετικά, τονίζοντας πως παράλληλα καταγράφεται πτώση στα ταξίδια από την Ευρώπη προς την Αμερική. «Όλοι αυτοί οι ταξιδιώτες κάπου θα κατευθυνθούν, ωστόσο δεν ξέρουμε πόσοι θα έρθουν στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα. Είναι μια παράμετρος, όμως, που θα παίξει ρόλο. Για φέτος μας χαρακτηρίζει η συγκρατημένη αισιοδοξία», προσέθεσε.

Σε σχέση με την πορεία που εκτιμάται ότι θα διαγράψει ο ελληνικός τουρισμός φέτος, ο Ηλίας Κικίλιας, γενικός διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ επεσήμανε: «Οι προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις είναι αυξημένες κατά 5% για το διάστημα Απριλίου - Οκτωβρίου σε σχέση με πέρυσι.

Οι αεροπορικές αφίξεις το α’ τρίμηνο είναι αυξημένες 9%. Δεν έχουμε κάτι ιδιαίτερα ανησυχητικό, βέβαια ζούμε σε εποχή μεγάλης αβεβαιότητα. Η προσωπική εκτίμηση είναι ότι η αβεβαιότητα που προκύπτει σε σχέση με την εμπορική πολιτική της κυβέρνησης των ΗΠΑ σιγά σιγά θα μειώνεται, αλλά η Ευρώπη έχει πολύ μεγάλα προβλήματα ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ».

Οι δυσκολίες

Στις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει ο τουρισμός επικεντρώθηκε και ο γενικός γραμματέας του ΣΕΤΕ και πρόεδρος του ΙΝΣΕΤΕ, Γιώργος Βερνίκος, διερωτώμενος γιατί υπάρχει «η αίσθηση της μη ικανοποίησης».

«Μετά τον κορωνοϊό ο ελληνικός τουρισμός έδειξε τη δυναμική του, έδειξε ότι αποτελεί το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας. Ο τουρισμός δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Δείχνει πόσο ισχυρό είναι για τη χώρα μας αυτό το προϊόν που αποτελεί και το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημά μας.

Γιατί έχουμε αυτήν την αίσθηση μη ικανοποίησης; Αυτό οφείλεται σε μία σειρά από παράγοντες. Ένας παράγοντας είναι ότι τα πράγματα “τρέχουν” πάρα πολύ γρήγορα και τα νούμερα στην πραγματικότητα δεν καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες.

Ακόμη και η αύξηση στα έσοδα δεν καλύπτει τα λειτουργικά κόστη των επιχειρήσεων. Θα έλεγα ότι οι μισές λειτουργούν στο κόκκινο και δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν. Αισθάνονται έναν “στραγγαλισμό”», τόνισε.

«Συνοψίζω τις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει ο τουρισμός σε 4 άξονες: στις δημογραφικές εξελίξεις, στο μεταναστευτικό, στις εργασιακές σχέσεις και στο στεγαστικό. Είναι θέματα που δύσκολα αντιμετωπίζονται και απαιτούν μια συγκροτημένη αντιμετώπιση.

Ο τουρισμός παρότι συνεισφέρει πολύ σημαντικά δεν έχει την αντίστοιχη βοήθεια. Την είχε τον καιρό του κορωνοϊού και μετά είναι σαν να τον αφήσαμε μόνο του να τρέχει χωρίς να μπορούμε να παρέμβουμε στο πώς λειτουργεί η τοπική αυτοδιοίκηση, η κεντρική διοίκηση, πόσο γρήγορα λαμβάνονται αποφάσεις και πόσο γρήγορα μπορούν να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα», προσέθεσε.

Η κριτική και ο… αυτόματος πιλότος

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Γ. Βερνίκος στην αμφισβήτηση που έχει δεχτεί ο κλάδος μετά την πανδημία του κορωνοϊού. «Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι μόλις ανέκαμψε ο τουρισμός μετά τον κορωνοϊό άρχισε η αμφισβήτηση. Αυτό ενδεχομένως οφείλεται στη νοοτροπία του Έλληνα “να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα”.

Υπάρχει αυξανόμενη αμφισβήτηση και για τη σημασία του τουρισμού. Έχετε ακούσει διάφορες θεωρίες για τα παραγωγικά μοντέλα και τις μονοκαλλιέργειες. Από τα νούμερα φαίνεται ότι το μεγαλύτερο ποσοστό εσόδων προέρχεται από νησιά που χωρίς τουρισμό θα είχαν ερημώσει και δεν θα υπήρχαν κάτοικοι. Ο τουρισμός δεν είναι ανταγωνιστικός, αλλά υποστηρικτικός σε όλες τις επιμέρους δραστηριότητες», τόνισε.

Από την πλευρά του ο Ηλ. Κικίλιας μίλησε για εφησυχασμό σε ό,τι αφορά τη συμβολή του τουρισμού, ενώ αναφέρθηκε και στην απουσία του κλάδου από το σχέδιο νόμου για τον Νέο Αναπτυξιακό.

«Ο τουρισμός συνεχίζει να αποτελεί έναν στρατηγικό τομέα όχι μόνο για την ανάπτυξη, αλλά και για την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας. Αυτή η στρατηγική σημασία ενδεχομένως να μην αναγνωρίζεται σε ορισμένα κείμενα, όπως για παράδειγμα στα προοίμια του αναπτυξιακού νόμου.

Η στρατηγική σημασία του τουρισμού δεν είναι τυχαία. Τα αποτελέσματα συνηγορούν στη σταθερότητα και τη συνέχεια του τομέα, στην τεκμηριωμένη συνεισφορά του στην οικονομία, στο αναπτυξιακό αποτύπωμα σε βάθος και στην ανθεκτικότητά του.

Το πιο ανησυχητικό σε επίπεδο πολιτικής είναι ένας εφησυχασμός που βλέπουμε αρκετές φορές, πως ό,τι κι αν γίνει ο τουρισμός, ο ιδιωτικός τομέας θα συνεχίσει να επενδύει παρά τις επιβαρύνσεις με τους φόρους, παρά τη γραφειοκρατία, παρά την έλλειψη χωροταξικού, παρά τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού».

Στην κριτική που ασκείται στον κλάδο για τη συμφόρηση που καταγράφεται σε κάποιους προορισμούς και για τα φαινόμενα υπερτουρισμού αναφέρθηκε ο Γ. Παράσχης, λέγοντας πως «η Ελλάδα δεν έχει τέτοια ζητήματα αλλά όπου αυτά μπορούν να αποτελέσουν μελλοντική απειλή, είναι καλό να τα αντιμετωπίσουμε έγκαιρα».

Ερωτηθείς για τις ελλείψεις που καταγράφονται στον τουρισμό, ο Άρης Ίκκος επεσήμανε πως αυτή η πραγματικότητα αφορά ευρύτερα τους τομείς της ελληνικής οικονομίας μετά την πανδημία.

«Σε σχέση με τον τουρισμό δεν έχουμε κάποια εκτίμηση για τις ελλείψεις φέτος. Ωστόσο, θα συνεχιστούν και από τη στιγμή που το εργατικό δυναμικό είναι βασική συνιστώσα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, θα είναι μεγάλο το πρόβλημα», είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας πως η γραφειοκρατική διαδικασία στο θέμα των μετακλήσεων αποτελεί «τρομακτικό εμπόδιο» για την κάλυψη των θέσεων απασχόλησης τουλάχιστον σε ειδικότητες χαμηλών δεξιοτήτων.

Η συμβολή του τουρισμού

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ με θέμα «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2024», η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία της χώρας το 2024 εκτιμάται σε 30,2 δισ. ευρώ, μέγεθος που αντιστοιχεί με το 12,7% του ΑΕΠ, όταν για το 2023 ήταν 28,8 δισ. ευρώ και 12,8% του ΑΕΠ.

Συνυπολογίζοντας και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία της χώρας το 2024 εκτιμάται μεταξύ 66,5 και 80,1 δισ. ευρώ, μεγέθη που αντιστοιχούν μεταξύ 28,0% έως 33,7% του ΑΕΠ. Τα αντίστοιχα μεγέθη για το 2023 ήταν μεταξύ 63,3 δισ. και 76,2 δισ. ευρώ, ποσά που αντιστοιχούν με το 28,1% έως 33,9% του ΑΕΠ.

Το ποσοστό του εισοδήματος της τουριστικής δραστηριότητας που προήλθε από το εξωτερικό ανήλθε σε 84,4% (έναντι 83,7% το 2023), με τον κλάδο να παραμένει και το 2024 μια κατ’ εξοχήν εξαγωγική δραστηριότητα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v