Η στρατηγική πίσω από το deal της ΔΕΠΑ με τους Ισραηλινούς

Η ενίσχυση του ενεργειακού συστήματος, ο ανταγωνισμός και η καθετοποίηση της ΔΕΠΑ. Το γεωπολιτικό στίγμα και το ισραηλινό σχέδιο για «πράσινο» ενεργειακό hub στη Λάρισα, με υδρογόνο και μπαταρίες. Η κάλυψη των αναγκών των data centers της περιοχής.

Η στρατηγική πίσω από το deal της ΔΕΠΑ με τους Ισραηλινούς

Κίνηση με πολλές προεκτάσεις, που όχι μόνο στρώνει το έδαφος για ένα πιο ανθεκτικό ενεργειακό σύστημα και περισσότερο ανταγωνισμό στην αγορά ενέργειας μέσω της προσπάθειας της ΔΕΠΑ να γίνει ένας καθετοποιημένος όμιλος, αλλά συνδέεται και με τον ανερχόμενο κλάδο των data centers, συνεπάγεται το deal των 600 εκατ. ευρώ της ελληνικής εταιρείας με τους Ισραηλινούς.

Στο αμιγώς επιχειρηματικό κόμματι, η επιδίωξη για τη νέα mega μονάδα των 792 MW είναι να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο 2028 και να μετατρέψει τη ΔΕΠΑ Εμπορίας, που θα έχει τον ρόλο του energy manager, σε ένα σύγχρονο καθετοποιημένο utility με παρουσία σε όλους τους κρίκους της ενεργειακής αλυσίδας.

Εναν όμιλο δηλαδή με συμβόλαια χονδρικής, όπως σήμερα στο φυσικό αέριο, που θα καλύπτουν τις ανάγκες της νέας μονάδας, η οποία με τη σειρά της θα εξυπηρετεί με ανταγωνιστικό ρεύμα τις ανάγκες της «Φυσικό Αέριο», της θυγατρικής της στο retail, ενισχύοντας και εκεί τον ανταγωνισμό.

Εχοντας μεταβιβαστεί εδώ και λίγους μήνες στο Υπερταμείο, μετά την αποχώρηση της Hellenic Energy, η ΔΕΠΑ, επενδύοντας στις ΑΠΕ και σε μια δεύτερη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής (συμμετέχει από κοινού με τη ΔΕΗ σε εκείνη της Αλεξανδρούπολης) επιχειρεί να γίνει ένας σύγχρονος integrated παίκτης. Ενα σχήμα με ισχυρό ρόλο από την παραγωγή μέχρι τη διανομή και με τεχνολογίες από το φυσικό αέριο μέχρι τα φωτοβολταϊκά και τις μπαταρίες.

Στο δε βάθος του δρόμου είναι η εκ νέου αναζήτηση από το Υπερταμείο ενός στρατηγικού επενδυτή, αφού πρώτα, όμως, η εταιρεία θα έχει αποκτήσει ένα πιο ελκυστικό story, ικανό να προσελκύσει ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον.

Στο γεωπολιτικό σκέλος, ασφαλώς η συμμαχία με τους Ισραηλινούς αποτελεί μια σημαντική πτυχή του deal, όπως δείχνει και η δήλωση «για δημιουργία και αποδοτική συνεργασία μεταξύ επενδυτών των δύο χωρών» από τον Ισραηλινό υπ. Ενέργειας Ελι Κοέν, με τον οποίο ο Ελληνας ΥΠΕΝ Σταύρος Παπασταύρου βρίσκεται σε συχνή επικοινωνία. Και όπως έχει γίνει γνωστό, πρόκειται να επισκεφτεί σύντομα το Ισραήλ, πιθανώς μέσα στον Ιούνιο.

Σχέδιο για ενεργειακό hub στη Λάρισα

Στην πράξη, ωστόσο, η ισραηλινή πλευρά φαίνεται ότι προωθεί στη Λάρισα όχι απλά ένα σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, που σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΠΑ Κωσταντίνο Ξιφαρά (φωτ.) θα διαθέτει την υψηλότερη θερμική απόδοση (62,6%) για μονάδα CCGT στην Ελλάδα, αλλά κάτι ευρύτερο. Ενα σχέδιο για «πράσινο» ενεργειακό hub στην περιοχή της Θεσσαλίας.

«Το έργο της Λάρισας αποτελεί την πρώτη φάση ενός ευρύτερου σχεδιασμού, με ενσωμάτωση καινοτόμων ισραηλινών τεχνολογιών, όπως αποθήκευση υδρογόνου, παραγωγή πράσινης μεθανόλης και μπαταρίες ιόντων λιθίου. Η συμμετοχή ισχυρών ελληνικών και διεθνών εταίρων ενισχύει την εμπιστοσύνη και την προοπτική της επένδυσης», αναφέρει στη δήλωσή του ο Ισραηλινός επιχειρηματίας Nissan Caspi και Διαχειριστής Εταίρος της Clavenia, που έχει έδρα την Κύπρο και συμμετέχει στο ελληνοϊσραηλινό σχήμα με 38,5%.

Οι υπόλοιποι μέτοχοι στη «Λάρισα Θερμοηλεκτρική», όπως ονομάζεται η εταιρεία που θα κατασκευάσει τη μονάδα, είναι η ΔΕΠΑ με 35%, η Volton με 10% και η Eusif Larissa με 16,5%, που αποτελεί μέλος του ελληνικού ενεργειακού fund Sirec Energy, η οποία επενδύει σε έργα ενεργειακής εξοικονόμησης, ΑΠΕ και στην κυκλική οικονομία.

Εξαγωγικός προσανατολισμός και data centers

Σύμφωνα μάλιστα με την ενημέρωση της ισραηλινής πλευράς, η Clavenia ελέγχεται από την εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης ΑroundTown με έδρα στο Λουξεμβούργο, που δραστηριοποιείται στο real estate και «βλέπει τη συμμετοχή της στο έργο ως άμεση συνέργεια και μέρος της στρατηγικής της για τα data centers».

Συνοψίζοντας, η μεγάλη μονάδα των 792 MW, πέραν της ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού, έχει και σαφή εξαγωγικό προσανατολισμό. Στοχεύει μεταξύ άλλων στην κάλυψη των τεράστιων ενεργειακών αναγκών των data centers που δρομολογούνται στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης.

«Κουμπώνει» σαν επένδυση με τον σχεδιασμό αναβάθμισης των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας με γειτονικές και εν προκειμένω με την πρόσφατη συμφωνία ΑΔΜΗΕ - TERNA για τριπλασιασμό της μεταφορικής χωρητικότητας στο καλώδιο Ελλάδας - Ιταλίας από τα 500 στα 1.500 MW.

Το όραμά του, πάντως, για τη δημιουργία ενός «πράσινου» ενεργειακού κόμβου στη Λάρισα είχε περιγράψει και προ διετίας ο Ισραηλινός επιχειρηματίας, μιλώντας στο Athens Energy Summit. Τότε είχε εξηγήσει ότι «η μoνάδα έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτρέπει σε δεύτερο χρόνο την 100% χρήση υδρογόνου. Έτσι θα μετατρέψουμε σταδιακά ένα σταθμό από φυσικό αέριο σε υδρογόνο, με αύξηση της ισχύος στα 1.000 MW».

Σημειωτέον ότι η «Λάρισα Θερμοηλεκτρική» συστάθηκε το 202, με μέτοχο την Clavenia Limited.

Το capacity market

Η συγκεκριμένη επένδυση θα είναι η τέταρτη σύγχρονη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Ερχεται να προστεθεί σε αυτές των Metlen στον Αγ. Νικόλαο Βοιωτίας, Motor Oil - ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στην Κομοτηνή και ΔEΗ-ΔΕΠΑ-ομίλου Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη.

Κεντρικό ερώτημα που απασχολεί εδώ και χρόνια όλους τους καθετοποιημένους παίκτες είναι πόσες από τις επενδύσεις αυτές θα είναι βιώσιμες σε ένα μέλλον όπου, λόγω της κυριαρχίας των ΑΠΕ, οι μονάδες φυσικού αερίου θα είναι κυρίως αιχμιακές. Δεν θα δουλεύουν δηλαδή ως μονάδες βάσης (κάτι που συμβαίνει πολλές φορές και σήμερα) παρά θα χρησιμεύουν για την εξισορρόπηση του συστήματος, άρα θα καλύπτουν μόνο τις αιχμές, μπαίνοντας στο σύστημα πολύ λιγότερες ώρες.

Στα τέλη της δεκαετίας, η παραγωγή ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο υπολογίζεται ότι θα έχει μειωθεί στις 10 TWh τον χρόνο (από 17 TWh σήμερα), όπως αναγνωρίζει και το κείμενο του ΕΣΕΚ, που εστάλη πέρυσι για έγκριση στην Κομισιόν, καθώς οι ΑΠΕ θα καλύπτουν κοντά στο 90% των αναγκών της χώρας.

Αυτό σημαίνει ότι η λειτουργία των μονάδων φυσικού αερίου θα είναι 1.280 ώρες τον χρόνο, από περίπου 3.200 ώρες στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το θέμα έχει λυθεί με τη δημιουργία αγορών διαθέσιμης ισχύος (capacity markets), όπου οι ηλεκτροπαραγωγοί, μέσω διαγωνισμών, προσφέρουν τη διαθέσιμη ισχύ που χρειάζεται το σύστημα και κλειδώνουν ετήσια συμβόλαια.

Τέτοιες αγορές λειτουργούν ήδη σε Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Πολωνία, Ιταλία, Ιρλανδία, Βέλγιο, ενώ ετοιμάζονται να τις μιμηθούν και άλλες.

Το πόση διαθέσιμη ισχύς χρειάζεται το κάθε ηλεκτρικό σύστημα το καθορίζει ο Διαχειριστής με βάση τις ανάγκες του, μέσα από ετήσιους διαγωνισμούς. Στην Ελλάδα, τέτοια αγορά ακόμη δεν υπάρχει, ωστόσο όπως λένε παράγοντες του χώρου, οι εξελίξεις διεθνώς συνηγορούν στην ανάγκη να αποκτήσουμε, με τη συζήτηση να έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια, χωρίς να έχει ακόμη καταλήξει.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο