Η ανακοίνωση της αποδέσμευσης του οινοποιείου Ρούβαλη (Οινοφόρος) από την Ελληνικά Κελλάρια και η είσοδος σε αυτό της οικογένειας Ανδριοσόπουλου, σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής για το εμβληματικό οινοποιείο της Αιγιάλειας που μετρά ήδη 35 χρόνια στην αγορά.
Με αφορμή αυτή τη μετοχική αλλαγή -σ.σ. η κυρία Θεοδώρα Ρούβαλη και ο Αντόνιο Ruiz Pañego συνεχίζουν να έχουν το 50% των μετοχών της ΟΙΝΟΦΟΡΟΥ- το Euro2day.gr μίλησε με την εκ των βασικών μετόχων της εταιρείας για το παρόν και το μέλλον όχι μόνο της επιχείρησής της αλλά και του ελληνικού αμπελώνα και της αγοράς εν γένει.
Η στρατηγική που σκιαγραφεί στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Euro2day.gr για το μέλλον του οινοποιείου είναι σαφής: ενίσχυση της αναγνωρισιμότητας, ενδυνάμωση των εξαγωγών και η ανάδειξη της αμπελουργικής Αιγιάλειας.
Μιλά, επίσης, για την κλιματική κρίση για το πώς το Οινοποιείο αντιμετωπίζει αυτή την πρόκληση. Αναγνωρίζει ότι η ελληνική αγορά πιέζεται από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και τις εισαγωγές φθηνών κρασιών, ενώ μιλά και για το όψιμο ενδιαφέρον επενδυτικών κεφαλαίων, μη σχετιζόμενα με τον οινοποιητικό τομέα, για τον κλάδο.
Κυρία Ρούβαλη, η ανακοίνωση για την αποδέσμευση του οινοποιείου σας από την ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΛΛΑΡΙΑ και η είσοδος σε αυτό της οικογένειας Ανδριοσόπουλου, δείχνουν τη μετάβαση σε μια νέα εποχή. Ποια είναι η στρατηγική της επόμενης ημέρας και ποια θεωρείτε ότι είναι τα κύρια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά σας;
Πράγματι, μπαίνουμε σε μια νέα εποχή για το οινοποιείο το οποίο φέτος γιορτάζει τα 35 χρόνια από την ίδρυσή του. Οι βάσεις μας είναι γερές∙ η Αιγιάλεια είναι μια χαρισματική ζώνη και από τις πλέον ανερχόμενες στην Ελλάδα, το οινοποιείο είναι καλά εξοπλισμένο και βαρυτικό (χτισμένο σε 6 επίπεδα πάνω στον βράχο) ώστε να χρησιμοποιείται για την παραγωγή η φυσική ροή της βαρύτητας, οι νέοι αμπελώνες μας είναι βιολογικοί στα 1.000 μ. υψόμετρο και αναπτύσσονται συνεχώς, η οινοποιητική εμπειρία του Αντόνιο Ruiz και η δική μου από σημαντικές αμπελουργικές ζώνες του κόσμου (Χιλή, Νέα Ζηλανδία, Βουργουνδία, Μπορντό, Αλσατία) σε συνδυασμό με τη σημαντική εμπειρία δεκαετιών του Άγγελου μάς οδηγεί αβίαστα στη δημιουργία νέων αυθεντικών προϊόντων υψηλού γευστικού ενδιαφέροντος.
Τώρα, με την αλλαγή της μετοχικής σύνθεσης και τον κ. Βαγενά στην εμπορική στρατηγική, προστίθεται επιπλέον σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό. Η νέα ομάδα που δημιουργείται είναι πολύπλευρη και αποτελείται από ανθρώπους παγκόσμιας εμβέλειας που ο καθένας έχει διακριθεί στον τομέα του. Προσηλωμένοι στην ποιότητα από το αμπέλι και το κρασί μέχρι το μάρκετινγκ και την εμπορία, στόχος μας είναι η αύξηση της αξίας και η αναγνωρισιμότητα των προϊόντων καθώς και η ανάδειξη της αμπελουργικής Αιγιάλειας.
Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει παγκοσμίως την αγροτική παραγωγή και η οινοποιία δεν αποτελεί εξαίρεση. Ποιες είναι οι κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ελληνικός αμπελώνας και πώς προσαρμόζετε τις παραγωγικές σας διαδικασίες για να διασφαλίσετε τη βιωσιμότητα των αμπελώνων σας;
Οι βασικές προκλήσεις είναι η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας και η διαχείριση των υδάτινων πόρων. Στο οινοποιείο Ρούβαλη από την αρχή της κλιματικής κρίσης έχουμε επιλέξει συνειδητά την ορεινή αμπελουργία, αξιοποιούμε αμπελώνες που φτάνουν μέχρι και τα 1.100 μ. υψόμετρο όπου οι θερμοκρασίες είναι σημαντικά πιο χαμηλές (κάθε 100 μ. υψομέτρου η θερμοκρασία μειώνεται 0,7C). Επίσης, οι γηγενείς ποικιλίες που έχουμε επιλέξει (Ροδίτης, Μαυροδάφνη, Κυδωνίτσα, Ασύρτικο) είναι όψιμες και χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ωριμάσουν, κάτι που τις κάνει ανθεκτικότερες στις υψηλές θερμοκρασίες και στην κλιματική αλλαγή. Όσον αφορά στη λειψυδρία, που βέβαια καθίσταται επικίνδυνη και λόγω των συνεχών υψηλών θερμοκρασιών, δημιουργήσαμε μεγάλες λιμνοδεξαμενές μέσα στα ορεινά αμπέλια και συγκεντρώνουμε τα νερά των βροχών και των ρεμάτων κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Χρόνο με τον χρόνο εμβαθύνουμε τις γνώσεις μας πάνω σε αυτά τα θέματα ανυπομονώντας για όλα τα σύγχρονα δεδομένα από έρευνες διαχείρισης της αμπέλου.

Η Θεοδώρα Ρούβαλη και ο Αντόνιο Ruiz Pañego
Στην ελληνική αγορά, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και οι εισαγωγές κρασιών από χώρες όπως η Χιλή και η Αργεντινή φαίνεται να κερδίζουν έδαφος στους καταναλωτές. Ποιες είναι οι βασικές αιτίες της τάσης;
Βασική αιτία είναι η μείωση του εισοδήματος και ίσως μια παγκόσμια τάση του σύγχρονου καταναλωτή να δοκιμάζει κρασιά από όλο τον κόσμο. Όμως το ελληνικό κρασί είναι ανταγωνιστικό και οι αυτόχθονες ποικιλίες, μέσω της ιστορικής επιλογής, είναι απόλυτα εναρμονισμένες με την ελληνική κουζίνα και το γευστικό μας προφίλ. Ο Έλληνας αγαπάει την εντοπιότητα και όταν καταλάβει ότι το «χύμα» κρασί δεν ταυτίζεται με αυτή, αντιθέτως είναι άγνωστης προέλευσης, νομίζω θα λειτουργήσει θετικά για το ελληνικό εμφιαλωμένο κρασί.
Όσον αφορά τις εξαγωγές, πώς αξιολογείτε την πορεία του ελληνικού αμπελώνα στις διεθνείς αγορές; Ποιες αγορές θεωρείτε πιο ελκυστικές για την περαιτέρω διείσδυση των ελληνικών κρασιών και ποιες στρατηγικές ακολουθείτε;
Τα βήματα που έχει κάνει το Ελληνικό Κρασί στο εξωτερικό είναι σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα των πολλών μικροκλιμάτων και σημαντικών αυτόχθονων ποικιλιών και έτσι θέτοντας ποιοτικούς στόχους μπορεί να διεκδικήσει μια θέση στον παγκόσμιο χάρτη. Οι αγορές που απευθυνόμαστε είναι οι πιο εξοικειωμένες με την οινική κουλτούρα (Καναδάς, Αγγλία, Ηνωμένες Πολιτείες,) και στο «niche» κομμάτι τους, δηλαδή σ’ ένα μικρό ποσοστό του συνόλου το οποίο, όμως, είναι ικανό να απορροφήσει τις ποσότητες της Ελλάδας (μικρή παραγωγή) και με καλή αξία (εστιασμένη προσέγγιση). Στρατηγικός μας στόχος είναι η αύξηση των εξαγωγών και για αυτό συμμετέχουμε σταθερά, ως οινοποιείο αλλά και σε συλλογικό επίπεδο, σε επιδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα προώθησης κρασιού σε τρίτες χώρες.
Παρατηρούμε ότι ξένα κεφάλαια, συχνά μη σχετιζόμενα άμεσα με τον οινοποιητικό τομέα, εισέρχονται στο χώρο. Πού αποδίδεται αυτό το επενδυτικό ενδιαφέρον; Υπάρχουν αντίστοιχες τάσεις και σε άλλες οινοπαραγωγικές χώρες διεθνώς;
Γενικά, παρόλο που ο κλάδος του κρασιού δεν παρουσιάζει υψηλές κερδοφορίες, συχνά εισέρχονται κεφάλαια μη σχετιζόμενα άμεσα με τον οινοποιητικό τομέα. Αυτό το επενδυτικό ενδιαφέρον μπορεί να οφείλεται σε τακτικές διασποράς κεφαλαίου σε διαφορετικούς κλάδους, στην αξία της γης και των τοπίων, σε συναισθηματικό δέσιμο με την παραγωγή και τον τόπο, στην ιστορία και την ηθική γύρω από το προϊόν «κρασί», τον τρόπο ζωής και σε λιγότερες περιπτώσεις -όταν πρόκειται για μεγάλες εκτάσεις όπως στις χώρες του «Νέου Κόσμου»- στην κερδοφορία. Ναι, υπάρχουν αντίστοιχες τάσεις και σε άλλες οινοπαραγωγικές χώρες, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα διασημοτήτων, ηθοποιών ή αθλητών, που έχουν επενδύσει στον οινοποιητικό κλάδο.