Ο Λευκός Οίκος ξέρει πως ο Παγκόσμιος Νότος έχει δίκιο

Οι πλούσιες χώρες υιοθετούν στρατηγικές για να ενισχύσουν τη βιομηχανία τους, ενώ συνεχίζουν να επιβάλλουν παρωχημένες πολιτικές στο εξωτερικό. Το λάθος της Ευρώπης και ο ρόλος της Κίνας.

Ο Λευκός Οίκος ξέρει πως ο Παγκόσμιος Νότος έχει δίκιο
  • της Rana Foroohar

Η οικονομική πολιτική σε πολλές χώρες έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή υποστήριξης και επιδοτήσεων. Αλλά οι παγκόσμιες χρηματαγορές έχουν ακόμα έδαφος να καλύψουν.

Σκεφτείτε κάποιους από τους πρωτοσέλιδους τίτλους των προηγούμενων ημερών. Στις συνόδους ΔΝΤ/Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσινγκτον, τα λεγόμενα ιδρύματα Bretton Woods πολιορκήθηκαν, καθώς οι ηγέτες του Παγκόσμιου Νότου αποδοκίμασαν την υποκρισία από τους πιστωτές των εύπορων χωρών που απαιτούν λιτότητα από τους δανειολήπτες ενώ οι ίδιοι έχουν τεράστια δικά τους χρέη.

Στις Βρυξέλλες, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι παρέθεσε ομιλία υπερασπιζόμενος την πανευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική. Στην άλλη ακτή του Ατλαντικού, η κυβέρνηση Μπάιντεν τριπλασίασε τους δασμούς στην Κίνα και δέχθηκε το αίτημα των εργατικών συνδικάτων για ελαφρύνσεις στη ναυπηγική βιομηχανία ώστε να αντιμετωπιστεί η κρατική στήριξη που παρέχει η Κίνα στη δική της βιομηχανία.

Την ίδια ώρα, ωστόσο, οι διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες συνεχίζονται κανονικά. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ήταν επικεφαλής μιας ομάδας  ηγετικών στελεχών της γερμανικής βιομηχανίας που επισκέφθηκαν το Πεκίνο με στόχο να δημιουργήσουν κοινοπραξίες στην Κίνα. Και η υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Τζίνα Ρεϊμόντο βοήθησε τη Microsoft, έναν επίδοξο Αμερικάνο «εθνικό πρωταθλητή», να υπογράψει μια επένδυση τεχνητής νοημοσύνης ύψους 1,5 δισ. δολαρίων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Ο καλύτερος τρόπος για να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ αυτών των πρωτοσέλιδων τίτλων είναι να κατανοήσουμε πως ενώ η δημοσιονομική πολιτική των πλούσιων χωρών αλλάζει για να στηρίξει την μακροπρόθεσμη διαδικασία της επαναβιομηχανοποίησης και της κλιματικής μετάβασης στο εσωτερικό, οι παγκόσμιες χρηματαγορές εξακολουθούν να είναι επικεντρωμένες στη μεγιστοποίηση των βραχυπρόθεσμων κερδών του ιδιωτικού τομέα. Η «μάχη» μεταξύ των δυο θα συνεχίσει μέχρι να προκύψει μια νέα ισορροπία.

Στην Ευρώπη, η δημοσιονομική πολιτική  συγκρούεται με τις χρηματοοικονομικές επιλογές. «Επιδιώξαμε μια συνειδητή στρατηγική που είχε στόχο να προσπαθήσουμε να μειώσουμε τα μισθολογικά κόστη ο ένας έναντι του άλλου» είπε ο Ντράγκι αναφερόμενος στην στρατηγική που ακολούθησε η Ευρώπη μετά το 2008 για «σφίξιμο του ζωναριού» αντί των επενδύσεων.

«Η καθαρή επίπτωση», συνέχισε, «ήταν απλώς να αποδυναμώσουμε την δική μας εγχώρια ζήτηση και να υπονομεύσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο». Τώρα η ΕΕ προσπαθεί απεγνωσμένα να γεφυρώσει το χάσμα με μια νέα ένωση κεφαλαιαγορών.

Εν τω μεταξύ, ο Λευκός Οίκος επιμένει στην ιδέα πως το ελεύθερο εμπόριο απλά δεν δικαιολογεί το κόστος των αρνητικών εξωτερικών παραγόντων όπως η κλιματική αλλαγή. Την περασμένη εβδομάδα, ο Τζον Ποντέστα, ανώτερος σύμβουλος του προέδρου Τζο Μπάιντεν για θέματα καθαρής ενέργειας, είπε σε μια ομιλία του: «Όταν λάβετε σοβαρά υπ’ όψιν τις εκπομπές που ενσωματώνονται στα εμπορεύσιμα αγαθά (…) τις εκπομπές από τη διαδικασία παραγωγής που δημιουργεί τα εμπορεύματα και τα βιομηχανοποιημένα προϊόντα που αγοράζουμε και πουλάμε στην παγκόσμια αγορά (…) τότε τα εμπορεύσιμα αγαθά αντιπροσωπεύουν περίπου το 25% των παγκόσμιων εκπομπών».

Με βάση αυτόν τον υπολογισμό, το ίδιο το ελεύθερο εμπόριο είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής  άνθρακα μετά την Κίνα. Αυτό οφείλεται στο ότι το σημερινό παγκόσμιο εμπορικό και χρηματοοικονομικό πλαίσιο εξακολουθεί να δίνει κίνητρο για ό,τι είναι φθηνότερο για τις εταιρείες και πιο κερδοφόρο για τους μετόχους, όχι για ό,τι είναι καλύτερο για τον πλανήτη.

Όπως σημείωσε ο Ποντέστα, οι ΗΠΑ ήταν κάποτε ο μεγαλύτερος παραγωγός αλουμινίου του κόσμου. Τώρα το ήμισυ του αλουμινίου του κόσμου προέρχεται από την Κίνα, αλλά με 60% περισσότερες εκπομπές. Πράγματι, οι εκπομπές που ελπίζει να μειώσει μέχρι το 2030 η Πράξη για τη «Μείωση του Πληθωρισμού» ισοδυναμούν μόνο με αυτό που οι ΗΠΑ εισήγαγαν σε βιομηχανικά προϊόντα με βαρύ φορτίο άνθρακα το 2019.

Σε μια προσπάθεια να τετραγωνίσει αυτόν τον κύκλο, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε μια νέα task force για το κλίμα και το εμπόριο που θα βασιστεί στην ιδέα της εμπορικής αντιπροσώπου Κάθριν Τάι για ένα «μετα-αποικιακό» εμπορικό σύστημα που τιμολογεί το φορτίο άνθρακα και τα εργασιακά πρότυπα. Ένα τέτοιο σύστημα μπορεί, για παράδειγμα, να προσφέρει μεταφορά τεχνολογίας σε αναπτυσσόμενες χώρες με αντάλλαγμα βασικά εμπορεύματα.

Αλλά για να υπάρξει μια πραγματική στροφή προς ένα καλύτερο σύστημα, θα πρέπει να αλλάξουν και τα παγκόσμια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Σε ένα πάνελ της Oxfam στην Ουάσινγκτον την περασμένη εβδομάδα, η Αντριάνα Αμπντενούρ, ειδική οικονομική σύμβουλος του προέδρου της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, έφερε στην επιφάνεια την «αναντιστοιχία» μεταξύ των «πλούσιων χωρών και περιοχών που τώρα υιοθετούν ανοιχτά και υπερασπίζονται τη βιομηχανική πολιτική», ενώ «εξακολουθούν να πιέζουν τους διεθνείς χρηματοοικονομικούς θεσμούς να επιβάλλουν μια παρωχημένη συνταγή του "Washington Consensus"».

Ο Λευκός Οίκος ξέρει πως ο Παγκόσμιος Νότος έχει κάποιο δίκιο. Την περασμένη εβδομάδα, ο αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ για θέματα διεθνών οικονομικών, Νταλίπ Σινγκ ζήτησε περισσότερη χρήση της Αρχής Εγγύησης Κρατικών Δανείων της Αμερικής για τη μείωση των επιτοκίων των αναπτυσσόμενων χωρών.

Παρουσίασε όμως και διάφορες άλλες ιδέες με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων στις ΗΠΑ, οι οποίες έμοιαζαν βγαλμένες από τις σελίδες εγχειριδίου βιομηχανικής στρατηγικής μιας αναπτυσσόμενης χώρας. Αυτές περιελάμβαναν ένα «στρατηγικό ταμείο ανθεκτικότητας» για τη διασφάλιση αλυσίδων εφοδιασμού καθαρής ενέργειας, ακόμη και ένα αμερικανικό κρατικό ταμείο πλούτου για μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε στρατηγικές τεχνολογίες.

Όλα αυτά μας λένε πως βρισκόμαστε σε ένα σημαντικό σημείο καμπής και πως καμία χώρα δεν έχει όλες τις απαντήσεις. Πολλοί ενδιαφερόμενοι, όμως, θέλουν να παραμείνουν προσκολλημένοι στο παρελθόν, παρ’ ότι αλλάζει το μέλλον. Θαυμάζω, για παράδειγμα, την εθελοτυφλία των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών που υπέγραψαν κοινή διακήρυξη για να συνεργαστούν με την Κίνα για τα οχήματα, παρ’ ότι η Ευρώπη είναι πιθανό να θέσει περιορισμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα στην Ευρώπη. Ομοίως, ανησυχώ πως η προσπάθεια της Αμερικής να αντιμετωπίσει την κινεζική Τεχνητή Νοημοσύνη θα οδηγήσει μια χούφτα αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς να έχουν ακόμα περισσότερη δύναμη στην αγορά απ’ όσο έχουν ήδη.

Η στροφή προς ένα νέο οικονομικό παράδειγμα έχει ξεκινήσει. Μένει να φανεί το πού θα καταλήξει.

© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v