Stratfor: Το δύσκολο και επικίνδυνο νέο τοπίο σε Ασία-Ειρηνικό

Οι χώρες της περιοχής επιδιώκουν περίπλοκα δίκτυα πολιτικών, οικονομικών και αμυντικών δεσμών. Η στρατηγική της «πολυευθυγράμμισης», ο στρατηγικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας και τα ρίσκα.

Stratfor: Το δύσκολο και επικίνδυνο νέο τοπίο σε Ασία-Ειρηνικό
  • του Rodger Baker

Νέες σχέσεις δημιουργούνται και παλιές ανανεώνονται στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού καθώς οι χώρες της περιοχής προσαρμόζονται στις αυξανόμενες ανησυχίες για την ασφάλεια, στην αβεβαιότητα αναφορικά με τις σινοαμερικανικές σχέσεις και πολιτικές, και στην επιστροφή ενός πολυπολικού παγκόσμιου συστήματος.

Μετά την ορκωμοσία του προέδρου των Φιλιππίνων, Φερντιναντι Μάρκος Τζούνιορ τον Ιούνιο του 2022, η Μανίλα γρήγορα ενίσχυσε εκ νέου την συνεργασία της με τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας και ξεκίνησε συζητήσεις που τελικά οδήγησαν στην επέκταση του αποτυπώματος των αμερικανικών δυνάμεων στο αρχιπέλαγος των Φιλιππίνων.

Οι Φιλιππίνες, όμως, σύμμαχος βάσει συνθήκης με τις ΗΠΑ και από καιρό βασικός παράγοντας της αμερικανικής αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην Ασία, δεν επικεντρώνουν τους δεσμούς ασφαλείας της αποκλειστικά στην Ουάσινγκτον. Αντ’ αυτού, η Μανίλα διευρύνει επίσης τις σχέσεις της στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας με τις γειτονικές χώρες Ινδονησία και το Βιετνάμ, με περιφερειακές δυνάμεις (συμπεριλαμβανομένων της Αυστραλίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας) και με ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία.

Οι προσπάθειες της Μανίλα να εξασφαλίσει ένα πολυεθνικό δίκτυο δεσμών ασφάλειας αντανακλά ένα μοτίβο που γίνεται όλο και πιο σύνηθες στην περιοχή. Αντί να αναγκαστούν να επιλέξουν μεταξύ του Αμερικανικού ή του Κινεζικού «στρατοπέδου», ή να προσπαθήσουν να παραμείνουν ανεξάρτητες και μη ευθυγραμμισμένες, πολλές χώρες επιδιώκουν τη δημιουργία σχέσεων ασφάλειας, οικονομίας και πολιτικής που ενδεχομένως να ταιριάζουν καλύτερα με αυτό που ονομάζεται «πολυευθυγρράμιση». Σε μια στρατηγική πολυευθυγράμμισης, οι χώρες επιδιώκουν να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερους εταίρους για να προστατευθούν από την ευάλωτη θέση στην οποία θα βρίσκονταν αν είχαν «όλα τα αυγά σε ένα καλάθι».

Η διαφορά

Σε αντίθεση με το ΝΑΤΟ στον Βόρειο Ατλαντικό, η περιοχή του Ινδοειρηνικού δεν έχει ένα ενιαίο περιφερειακό πλαίσιο ασφάλειας. Απόπειρες του παρελθόντος, όπως ο Οργανισμός Συμφώνου της Νοτιοανατολικής Ασίας (SEATO) του 1954-1977 απέτυχαν, ενώ άλλα περιφερειακά πλαίσια επικεντρώνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Τετραμερούς (Quadrilateral Security Dialogue-Quad) μεταξύ της Αυστραλίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ, και της νεότερης AUKUS μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ.

Κατά το μεγαλύτερο μέρος της μεταψυχροπολεμικής περιόδου, οι ΗΠΑ βρίσκονταν σταθερά στο επίκεντρο οποιασδήποτε περιφερειακής αρχιτεκτονικής ασφάλειας, είτε μέσω της ισχυρής παρουσίας της στη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία, την εκ περιτροπής παρουσία της στις Φιλιππίνες, ή τους ιστορικούς δεσμούς της με τη Σιγκαπούρη και την Αυστραλία.

Ενώ η Αυστραλία διατήρησε επιλεγμένες συμφωνίες συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας με αρκετά κράτη των νησιών του Ειρηνικού, πολλοί δεσμοί ασφάλειας στη Νοτιοανατολική Ασία ή μεταξύ της Βορειοανατολικής Ασίας και της Ωκεανίας δημιουργήθηκαν μέσω των ΗΠΑ. Οι αμυντικές σχέσεις της Νότιας Κορέας με την Ιαπωνία, για παράδειγμα, υπάρχουν σε ένα τριμερές πλαίσιο (όταν υπάρχουν), με τις ΗΠΑ ως κεντρικό σημείο. Επιπλέον, τα εγχειρήματα της Αυστραλίας βόρεια του ινδονησιακού αρχιπελάγους συχνά γινόταν σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Ακόμα και μεγάλο μέρος της περιφερειακής εμπλοκής της Ινδίας υπόκειται στο πλαίσιο της Τετραμερούς.

Αυτή η δυναμική αλλάζει την τελευταία δεκαετία, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, εν μέσω της αυξανόμενης κινεζικής ισχύος και διεκδικητικότητας.

Για παράδειγμα, χώρες όπως η Ινδονησία, που στο παρελθόν τους αρκούσε να παραμένουν σχετικά ουδέτερες και να μην ασχολούνται ιδιαίτερα με το προβληματικό περιβάλλον ασφάλειας στη Νότια Σινική Θάλασσα, βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν νέες προκλήσεις καθώς η Κίνα κανονικοποίησε τις διεκδικήσεις της σε περιοχές εντός –και ορισμένες φορές πέραν- της λεγόμενης «γραμμής με τις εννέα παύλες» (σ.τ.μ.: πρόκειται για μια οριοθέτηση με «εννέα παύλες» -ή 11 κατά την Ταϊβάν- η οποία υπάρχει στους κινεζικούς χάρτες από τη δεκαετία του 1940 και συνοδεύει τις διεκδικήσεις της Κίνας και της Ταϊβάν στη Νότια Σινική Θάλασσα. Η αμφισβητούμενη περιοχή περιλαμβάνει τα νησιά Παρασέλ, τα νησιά Σπράτλυ, το νησί Πράτας και τις όχθες Βερέκερ, Μάκλσφιλντ και τα αβαθή ύδατα Σκάρμπορο).

Η Αυστραλία, η Νότια Κορέα, ακόμα και η Νέα Ζηλανδία η οποία είχε προσπαθήσει να διατηρήσει στενούς οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα και να μην ανακατεύεται σε περιφερειακές διαμάχες σε θέματα ασφάλειας ή σε θέματα που αφορούν στην κυριαρχία της Ταϊβάν, άρχισαν να ξανασκέφτονται την ικανότητά τους να παραμείνουν προστατευμένες από τις περιφερειακές προκλήσεις ασφάλειας και άρχισαν να αναδιαμορφώνουν τις αμυντικές τους θέσεις και πολιτικές.

Και η Ιαπωνία, που αργά αλλά σταθερά αυξάνει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και τη δυναμικότητά της και επεκτείνεται σε περιοχές επιχειρήσεων, έχει αυξήσει την πιο ενεργή περιφερειακή της εμπλοκή, επεκτείνοντας τον ορισμό των επιτρεπτών εξαγωγών όπλων και κάνοντας διαπραγματεύσεις για συμφωνίες κοινής εκπαίδευσης και επιχειρήσεων σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας.

Η «άνοδος» της Κίνας είναι μια μερική εξήγηση για την επέκταση των περιφερειακών αμυντικών δεσμών, υπάρχει όμως επίσης ανησυχία αναφορικά με το δυνητικό πολιτικό κόστος της στενότερης αμυντικής ενσωμάτωσης με τις ΗΠΑ και την αμφισβητούμενη αξιοπιστία της Ουάσινγκτον ως πρωταρχικού εταίρου.

Πολλές χώρες της περιφέρειας επιδίωξαν να κρατήσουν χωριστά τις διμερείς στρατιωτικές τους σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες από τις ευρύτερες παγκόσμιες στρατιωτικές ενέργειες των ΗΠΑ. Η Νότια Κορέα, για παράδειγμα, δεν επιτρέπει σε αμερικανικές δυνάμεις που έχουν βάση στο έδαφός της να αναπτύσσονται σε άλλες διεθνείς περιπτώσεις, και το 2004, εν μέσω διαμάχης με τη Σεούλ για τον περιορισμό αυτόν, οι ΗΠΑ μείωσαν τις δυνάμεις τους στη Νότια Κορέα για να τις κατευθύνουν στο Ιράκ.

Περίπου την ίδια περίοδο, η Σεούλ και η Ουάσινγκτον είχαν εμπλακεί σε ευρύτερες συνομιλίες αναφορικά με μια ακόμα μεγαλύτερη μελλοντική μείωση των αμερικανικών δυνάμεων στη Νότια Κορέα, ένα σχέδιο που οι αξιωματούχοι ξεκίνησαν, αλλά τελικά περιέκοψαν το 2008 εν μέσω αβεβαιότητας αναφορικά με την υγεία του τότε ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ιλ και την ορκωμοσία του τότε προέδρου της Νότιας Κορέας Λι Μιουνγκ-μπακ, που ήταν λιγότερο πρόθυμος να κατευνάσει τον Βορρά.

Η Νότια Κορέα μπορεί να είναι μια μοναδική περίπτωση, δεδομένου του μεγάλου αριθμού των αμερικανικών δυνάμεων που είναι σταθμευμένες εκεί και της συνεχιζόμενης σύγκρουσης με τον γείτονά της στα βόρεια, αλλά οι Φιλιππίνες συχνά λειτουργούν ως μάθημα για την υπερβολική εξάρτηση από τις ΗΠΑ και την υποαπόδοσή τους.

Υπό τον πρώην πρόεδρο των Φιλιππίνων Ροντρίγκο Ντουτέρτε, η Μανίλα καθυστέρησε και απείλησε πολλές αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, παρά το ότι η προηγούμενη κυβέρνηση των Φιλιππίνων είχε φέρει και κερδίσει την υπόθεση κατά της Κίνας για την κατάληψη και ανάπτυξη νησίδων στη Νότια Σινική Θάλασσα.

Βασικό επιχείρημα του Ντουτέρτε ήταν πως υπήρχε υψηλό πολιτικό και οικονομικό κόστος στην στήριξη της στρατιωτικής συμμαχίας των ΗΠΑ (ιδιαίτερα επειδή έβλαπτε τις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα), αλλά το όφελος στον τομέα της ασφάλειας για της Φιλιππίνες ήταν μικρό, καθώς οι ΗΠΑ είχαν κάνει ελάχιστα για να σταματήσουν την Κίνα από το να καταλάβει και να ενισχύει βασικές θέσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα στους υφάλους και τις νησίδες που διεκδικούσαν οι Φιλιππίνες. Για τον Ντουτέρτε, το μάθημα ήταν πως η υποστήριξη των ΗΠΑ κόστιζε οικονομικές ευκαιρίες με την Κίνα, ενώ η Μανίλα έχανε βασικά εδάφη που ήταν ζωτικής σημασίας για την αλιεία και την εθνική της άμυνα.

Με πολλούς τρόπους, η επιχειρηματολογία του Ντουτέρτε, αν και πιο ανοικτή και ισχυρή, είναι η επικρατούσα άποψη στην περιοχή, ακόμα και σε χώρες με επίσημες συμμαχίες βάσει συνθηκών με τις ΗΠΑ. Η Ιαπωνία, για παράδειγμα, έχει επανειλημμένως ζητήσει διαβεβαιώσεις από την Ουάσινγκτον πως τα διαφιλονικούμενα νησιά Σενκάκου/Ντιάογιου βρίσκονται στο πλαίσιο της αμυντικής συμφωνίας ΗΠΑ-Ιαπωνίας. Ωστόσο, η Ουάσινγκτον διστάζει να δώσει συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις, καθώς επισήμως δεν παίρνει το μέρος κανενός στις περισσότερες περιφερειακές εδαφικές διαφωνίες και διατηρεί ένα στοιχείο στρατηγικής αμφισημίας αναφορικά με το ποιες «κόκκινες γραμμές» μπορεί να πυροδοτήσουν μια παρέμβαση των ΗΠΑ.

Επιπλέον, η Νότια Κορέα ήγειρε ανησυχίες το 2010 όταν η Βόρεια Κορέα βύθισε την κορβέτα Cheoan, ενώ η Ουάσινγκτον φάνηκε να αρνείται να στείλει αεροπλανοφόρο στην Κίτρινη Θάλασσα σε μια κοινή επίδειξη δύναμης αναφορικά με της ανησυχίες για την απάντηση της Κίνας. Οι ΗΠΑ τελικά έστειλαν το USS George Washington στην Κίτρινη Θάλασσα αργότερα μέσα στη χρονιά εκείνη, μόνο όμως αφότου η Πιονγκγιάνγκ είχε βομβαρδίσει ένα απομακρυσμένο νησί της Νότιας Κορέας.

Η Σεούλ αντιμετώπισε επίσης σημαντικές οικονομικές πιέσεις από την Κίνα το 2017, όταν επέτρεψε την ανάπτυξη αμερικανικής συστοιχίας THAAD στη χερσόνησο, αλλά δεν έλαβε κάποια συγκεκριμένη οικονομική ή εμπορική παραχώρηση από τις ΗΠΑ για να μετριάσει την επίπτωση των μέτρων της Κίνας. Και κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, η Νότια Κορέα αντιμετώπισε σημαντικές πολιτικές δυσκολίες στην ανανέωση συμφωνιών για τις βάσεις, καθώς η Ουάσινγκτον ζητούσε σημαντική αύξηση των πληρωμών της Νότιας Κορέας και αμφισβητούσε τον αριθμό των Αμερικάνων στρατιωτών που είχαν αναπτυχθεί στην Κορεατική Χερσόνησο.

Απήχηση 

Τα παραδείγματα της Νότιας Κορέας και των Φιλιππίνων, που και οι δυο είναι βασικοί σύμμαχοι σε αμερικανικές συνθήκες, έχουν απήχηση σε άλλες  χώρες στην περιοχή που δεν είναι απαραίτητα τόσο ενσωματωμένες στην αμερικανική αμυντική αρχιτεκτονική.

Η Ινδονησία και η Νέα Ζηλανδία, για παράδειγμα, έχουν αμφισβητήσει το κατά πόσον η στενότερη πρόσδεσή τους στους αμερικανικούς διακανονισμούς για την ασφάλεια προσφέρουν κάποιο πραγματικό όφελος, ενώ βάζει σε κίνδυνο κερδοφόρους εμπορικούς δεσμούς με την Κίνα. Αυτό δεν έχει σταματήσει όλες τις στρατιωτικές συνεργασίες, ιδιαίτερα στον ναυτιλιακό χώρο, ούτε έχει αποτρέψει την αύξηση του συντονισμού με τις ΗΠΑ σε θέματα πολιτικού τομέα και επιβολής του νόμου για την στόχευση της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας στην περιοχή. Αλλά καμία χώρα δεν επιδιώκει έναν οργανισμό όμοιο με το ΝΑΤΟ και πολλές συνεχίζουν να διαφοροποιούν την αμυντική συνεργασία, διατηρώντας ακόμα και δεσμούς με την Κίνα και τη Ρωσία καθώς συνεργάζονται με τις ΗΠΑ και τους εταίρους και συμμάχους τους.

Πολυπολικό σύστημα

Με πολλούς τρόπους αυτό δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη. Όπως έχουμε τονίσει αρκετές φορές την τελευταία δεκαετία, ο κόσμος επιστρέφει σε ένα πιο παραδοσιακό πολυπολικό σύστημα αντί της ανώμαλης διπολικής δομής του Ψυχρού Πολέμου. Ένα πολυπολικό σύστημα είναι πιο περίπλοκο και λιγότερο προβλέψιμο, αλλά επίσης προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες για τις μεσαίες και μικρότερες δυνάμεις να ελιχθούν μεταξύ των μεγαλύτερων δυνάμεων.

Με τη δημιουργία πολυπολικών συμφωνιών σε θέματα ασφάλειας, οι χώρες μπορούν να αποφύγουν το ενδεχόμενο να συρθούν στις συρράξεις άλλων χωρών σε μακρινά θέατρα επιχειρήσεων, να μειώσουν τις ευπάθειες έναντι των σοκ στις προμήθειες από μία και μοναδική πηγή και, αν είναι έξυπνες, να περιορίσουν την οικονομική και πολιτική επίπτωση από τρίτες χώρες που συχνά συνοδεύουν τις επίσημες πολύπλευρες συμμαχίες.

Στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, όπου ποτέ δεν υπήρξε μια ισχυρή οντότητα αντίστοιχη του ΝΑΤΟ, είναι πιο εύκολο να υπάρξουν πολύπλευρές συμμαχίες στον τομέα της ασφάλειας, καθώς δεν υπάρχει κάποια ισχυρή έλξη από έναν κεντρικό οργανισμό.

Εκτός από τον ελιγμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η προσπάθεια για τη δημιουργία πιο σύνθετων δικτύων ρυθμίσεων ασφαλείας εξυπηρετεί επίσης την εστίαση της προσοχής στις τοπικές προτεραιότητες και όχι στις προτεραιότητες ενός μεμονωμένου μεγαλύτερου εταίρου.

Για πολλά κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας, για παράδειγμα, η προστασία της πρόσβασής τους σε θαλάσσιους πόρους (ιδίως ψάρια, καλαμάρια και καβούρια) αποτελεί κρίσιμο μέλημα που τα φέρνει αντιμέτωπα με μεγάλους και επιθετικούς κινεζικούς αλιευτικούς στόλους. Ταυτόχρονα, έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον να τα βάλουν με την ίδια την Κίνα, είτε στρατιωτικά, είτε οικονομικά. Η επικέντρωση της συνεργασίας με τις ΗΠΑ, τους Ευρωπαίους ή άλλες εξωτερικές δυνάμεις σε θέματα αλιείας χωρίς να ενταχθούν σε πιο διεκδικητικές περιφερειακές περιπολίες κοντά ή μέσω των Στενών της Ταϊβάν μπορεί να προστατεύσει αυτά τα έθνη της Νοτιοανατολικής Ασίας από το να παρασυρθούν σε μη βιώσιμες θέσεις στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων, ενώ παράλληλα εξυπηρετεί τα τοπικά τους συμφέροντα.

Αυτές οι σχέσεις ασφάλειας δεν είναι αποκλειστικά με εξωτερικές δυνάμεις. Για παράδειγμα, οι διμερείς και ολιγομερείς αμυντικές σχέσεις μεταξύ μελών του ASEAN έχουν επεκταθεί σε εύρος και πεδίο εφαρμογής τα τελευταία χρόνια, και η ASEAN μάλιστα πραγματοποίησε την πρώτη της κοινή ναυτική άσκηση, την ASEAn Solidarity Exercise, το 2023, κάνοντας ένα νέο άνοιγμα στην συνεργασία σε θέματα ασφάλειας εντός της ASEAN.

Τα κράτη των Νησιών του Ειρηνικού, ανησυχώντας για την επίπτωση της κλιματικής αλλαγής και του περιορισμένου ελέγχου επί των τεράστιων θαλάσσιων πηγών τους, επίσης επεκτείνουν προς πολλές κατευθύνεις τις σχέσεις ασφαλείας τους, με ορισμένα μάλιστα να εξετάζουν τη δημιουργία δικών τους εθνικών ενόπλων δυνάμεων. Πολλά κράτη των Νησιών του Ειρηνικού επικεντρώνονται όχι μόνο στην επέκταση της γκάμας των εταίρων τους σε θέματα ασφάλειας, αλλά επίσης και τις οικονομικές και πολιτικές τους σχέσεις.

Ο εξοπλισμός

Οι χώρες δεν επιδιώκουν μόνο να διαφοροποιήσουν τους εταίρους τους, αλλά επίσης να διαφοροποιήσουν τους προμηθευτές στρατιωτικού εξοπλισμού. Οι δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία και η επικέντρωση της Μόσχας στην ενίσχυση της θέσης της στην Ουκρανία, για παράδειγμα, έχουν επηρεάσει σημαντικά τη συντήρηση και επαναπρομήθεια των χωρών της νοτιοανατολικής και νότιας Ασίας που ήταν μεγάλοι αγοραστές ρωσικού εξοπλισμού.

Οι αμερικανικοί και βρετανικοί περιορισμοί στη χρήση ορισμένων όπλων στις διεθνείς αντιτρομοκρατικές και αντιεπαναστατικές συγκρούσεις επίσης περιορίζουν τις επιλογές προμήθειας, και η αβεβαιότητα αναφορικά με το μέλλον των δυτικών προτεραιοτήτων και τα ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων μπορεί να βάλουν σε κίνδυνο τις μελλοντικές προμήθειες.

Ως αποτέλεσμα, αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένων επίσημων συμμάχων των ΗΠΑ, επεκτείνουν τις εγχώριες αμυντικές τους βιομηχανίες και συντονίζονται τοπικά ή υπερτοπικά για να οικοδομήσουν τις δικές τους τοπικές οικονομίες και τις τεχνολογικές τους ικανότητες, να διαμορφώσουν πόρους ώστε να καλύπτουν τις ιδιαίτερες ανάγκες τους, και να μειώσουν το κόστος και την ευπάθεια, με την πάροδο του χρόνου, σε εξωτερικούς προμηθευτές.  Η κοινή ανάπτυξη του μαχητικού αεροσκάφους KF-21 από τη Νότια Κορέα και την Ινδονησία είναι ένα μόνο από τα παραδείγματα ενδοπεριφερειακής συνεργασίας.  

Η Κίνα

Αυτό το εξελισσόμενο πλέγμα περιφερειακής ασφάλειας είναι ίσως το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει η Κίνα, καθώς αυτή η στρατηγική συνεχίζει να μειώνει την πιθανότητα μιας ισχυρής πολυμερούς περιφερειακής συμμαχίας ασφαλείας με επίκεντρο τις ΗΠΑ (ένα ασιατικό ΝΑΤΟ), αφήνοντας στο Πεκίνο περισσότερο χώρο για ελιγμούς.

Ο αντίλογος της Κίνας στη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ σε περιφερειακό επίπεδο ήταν μια προσπάθεια να οικοδομήσει δίκτυα με επίκεντρο την Κίνα μέσω περιφερειακών και διεθνών οικονομικών πρωτοβουλιών, συμπεριλαμβανομένης της Πρωτοβουλίας Ζώνη και Δρόμος, της Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων Υποδομών και του φόρουμ των BRICS.

Η Ουάσινγκτον επιδίωξε αρχικά άμεσες αντιδράσεις και προσπάθησε να αναγκάσει τις χώρες να επιλέξουν μεταξύ της ίδιας και της Κίνας, αλλά οι ΗΠΑ αισθάνονται όλο και πιο άνετα με το να παραμένουν εκτός του κέντρου των ενδοπεριφερειακών και ακόμη και των εξωπεριφερειακών δικτύων ασφαλείας. Αυτές οι σχέσεις, αν και είναι πιο δύσκολο να ελεγχθούν, εξακολουθούν να ενισχύουν τις περιφερειακές στρατιωτικές δυνατότητες και ικανότητες και απαιτούν ελάχιστο κόστος (οικονομικό ή πολιτικό) από τις ΗΠΑ. Πολλοί βασικοί σύμμαχοι και εταίροι των ΗΠΑ στην περιοχή μπορούν να διαδραματίσουν πιο ενεργό ρόλο στην ευρύτερη περιφερειακή ασφάλεια, με την Ιαπωνία να πρωτοστατεί, και ακόμη και εν μέσω του μεταβαλλόμενου περιφερειακού περιβάλλοντος ασφαλείας, οι ΗΠΑ μπορούν να συνεργαστούν στενά και να επεκτείνουν τη θέση τους σε βασικά συμμαχικά κράτη, με τις Φιλιππίνες να βρίσκονται στο επίκεντρο.

Καθώς η περιοχή συνεχίζει να προσαρμόζεται σε ένα πολυπολικό κόσμο, η πολυευθυγράμμιση πιθανότατα θα συνεχίσει να επεκτείνεται, όχι μόνο στον χώρο του στρατού και της ασφάλειας, αλλά και στις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις. Αυτό θα περιπλέξει κατά καιρούς την κατάσταση για την Ουάσινγκτον (και το Πεκίνο), καθώς οι δυνατότητες των περιφερειακών χωρών να παραμείνουν ζωτικής σημασίας και για τις δυο δυνάμεις, μπορεί να μειώσει το αμερικανικό και το κινεζικό πλεονέκτημα, και η μειωμένη αποκλειστική εξάρτηση από οποιαδήποτε από τις δυο αυτές δυνάμεις απελευθερώνει τις χώρες τις περιοχές ώστε να επεκτείνουν περαιτέρω τις επιλογές πολιτικής τους.

Ωστόσο, η πολυεθυγράμμιση αποτελεί επίσης με πολλούς τρόπους ένα λιγότερο σταθερό περιβάλλον, καθώς τόσο η Ουάσινγκτον όσο και το Πεκίνο μπορεί κατά καιρούς να δοκιμάσουν τα όρια αυτής της στρατηγικής και την προθυμία τους να παρέμβουν.

Όσο για τις ΗΠΑ όσο και για την Κίνα, η επίδειξη της επιθετικότητας και της αναξιοπιστίας του άλλου θα είναι σημαντικό στοιχείο της διαμόρφωσης περιφερειακών αντιλήψεων και σχέσεων. Αυτό θα δοκιμάσει την ανθεκτικότητα των χωρών της περιοχής και θα ρισκάρει να μετατρέψει ορισμένα μέρη σε όλο και πιο έντονες περιοχές ανταγωνισμού δι’ αντιπροσώπων, αυξάνοντας την περιφερειακή αστάθεια σε πολιτικό, οικονομικό επίπεδο και επίπεδο ασφάλειας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v