ΥΠΟΙΚ: Αποδείξεις και στους πλασιέ από 1/1

Στην έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης υποχρεούνται από την 1-1-2011 οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των λιανικών πωλήσεων μέσω αντιπροσώπων, με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης (dealers).

ΥΠΟΙΚ: Αποδείξεις και στους πλασιέ από 1/1
Στην έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης υποχρεούνται από την 1-1-2011 οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των λιανικών πωλήσεων των προϊόντων τους (λ.χ. μαγειρικά ή οικιακά σκεύη κ.λπ.), μέσω αντιπροσώπων, με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης (dealers).

Σε σχετική εγκύκλιό του το υπουργείο Οικονομικών αναφέρει ότι λόγω της εφαρμογής του μέτρου της άμεσης σύνδεσης του αφορολόγητου ορίου, στη Φορολογία Εισοδήματος, με τις δαπάνες που πραγματοποιούν οι φορολογούμενοι, για λόγους ισονομίας αλλά και προσαρμογής της ακολουθούμενης πρακτικής στο ισχύον φορολογικό πλαίσιο, καθίσταται αναγκαία η έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης (Α.Λ.Π.) στους τελικούς αγοραστές – καταναλωτές των προϊόντων, που πωλούνται με το σύστημα λιανικών πωλήσεων μέσω αντιπροσώπων (dealers), με κατ’ οίκον επιδείξεις, καθώς και της εμφάνισης των αμοιβών των αντιπροσώπων, ως προμήθειας, από τη διαμεσολάβησή τους στην προώθηση των υπόψη πωλήσεων, όπως πράγματι στην ουσία συμβαίνει.

Αναλυτικότερα η εγκύκλιος αναφέρει:

-Για τις εταιρίες, που δραστηριοποιούνται στο χώρο των λιανικών πωλήσεων των προϊόντων τους (λ.χ. μαγειρικά ή οικιακά σκεύη κ.λπ.), μέσω αντιπροσώπων, με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης(dealers), από τη Διοίκηση είχε παρασχεθεί η δυνατότητα (Δ/γή 1039700/389/0015/24.6.1992), αντί της έκδοσης φορολογικών στοιχείων από ένα έκαστο πωλητή (dealer) σε κάθε πελάτη, να εκδίδει η εταιρία, της οποίας αποτελούν αντικείμενο εμπορίας τα εν λόγω είδη, θεωρημένες διπλότυπες εκκαθαρίσεις σε κάθε πωλητή (dealer), για τις εβδομαδιαίες πωλήσεις που πραγματοποίησε. Στο περιεχόμενο των, κατά τα ανωτέρω, εκδιδόμενων εκκαθαρίσεων αναγράφονται, εκτός των άλλων δεδομένων που ορίζει ο Κ.Β.Σ., το είδος, η ποσότητα και η αξία των πωληθέντων αγαθών, καθώς και η προμήθεια του πωλητή (dealer ), όταν αυτός δεν έχει την ιδιότητα του επιτηδευματία από άλλη αιτία. Σε περίπτωση που ο πωλητής έχει την ιδιότητα του επιτηδευματία, για τη δικαιούμενη προμήθεια του εκδίδει προς την εταιρία τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών (Τ.Π.Υ.) ή εκκαθάριση.

Οι κατά τα ανωτέρω εκδιδόμενες εκκαθαρίσεις, για την πωλήτρια εταιρία αποτελούν φορολογικό στοιχείο εσόδου για τις πραγματοποιούμενες πωλήσεις και ταυτόχρονα φορολογικό στοιχείο δαπανών, για τις προμήθειες των αντιπροσώπων που αναγράφονται σ’ αυτές.

-Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα ισχύοντα στις συναλλαγές που προαναφέρονται, οι αντιπρόσωποι – πωλητές (dealers), εφόσον δεν έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία από άλλη αιτία, δεν θεωρούνται επιτηδευματίες για τις προμήθειες που λαμβάνουν από τις λιανικές πωλήσεις που πραγματοποιούν με το σύστημα που περιγράφεται, ανεξαρτήτως ποσού ετησίως και ως εκ τούτου δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων του Κ.Β.Σ., κατ’ ακολουθία δεν υποχρεούνται να εκδίδουν Α.Λ.Π. προς τους πελάτες - καταναλωτές, πράγμα που έχει σαν συνέπεια ο αγοραστής - ιδιώτης να μην έχει στην κατοχή του φορολογικό παραστατικό, για τις αγορές που πραγματοποίησε.

Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin-Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης και πώλησης λιανικώς στους καταναλωτές, δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις εμπορίας διαφόρων ειδών, εκτός από μαγειρικά ή οικιακά σκεύη, όπως επιχειρήσεις εμπορίας καλλυντικών κ.λπ.. Κοινός παρανομαστής είναι η μεσολάβηση, στην προώθηση πωλήσεων, προσώπων περιστασιακά απασχολούμενων ή μη, τα οποία λαμβάνουν στην πραγματικότητα προμήθεια από τη μεσολάβηση αυτή και κατά βάση δεν λειτουργούν ως αγοραστές – τελικοί καταναλωτές ή μεταπωλητές των προϊόντων αυτών.

-Ενόψει όσων προαναφέρονται και της εφαρμογής του μέτρου της άμεσης σύνδεσης του αφορολόγητου ορίου, στη Φορολογία Εισοδήματος, με τις δαπάνες που πραγματοποιούν οι φορολογούμενοι, για λόγους ισονομίας αλλά και προσαρμογής της ακολουθούμενης πρακτικής στο ισχύον φορολογικό πλαίσιο, καθίσταται αναγκαία η έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης (Α.Λ.Π.) στους τελικούς αγοραστές – καταναλωτές των προϊόντων, που πωλούνται με το προαναφερόμενο σύστημα λιανικών πωλήσεων μέσω αντιπροσώπων (dealers), με κατ’ οίκον επιδείξεις, καθώς και της εμφάνισης των αμοιβών των αντιπροσώπων, ως προμήθειας, από τη διαμεσολάβησή τους στην προώθηση των υπόψη πωλήσεων, όπως πράγματι στην ουσία συμβαίνει.

-Με βάση τα παραπάνω και εκτιμώντας τις ιδιαίτερες συνθήκες άσκησης της υπόψη δραστηριότητας (λιανικές πωλήσεις με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης), όπως το μεγάλο αριθμό των ετήσιων συναλλαγών, το πλήθος των περιστασιακά απασχολούμενων με αυτές αντιπροσώπων - πωλητών (dealers), καθώς και την ιδιαιτερότητα των συγκεκριμένων συναλλαγών, παρέχουμε τη δυνατότητα από 1.1.2011 και εξής, για τις συναλλαγές που αφορούν λιανικές πωλήσεις με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης, μέσω προσώπων που μεσολαβούν στην προώθηση των πωλήσεων σε ιδιώτες – καταναλωτές, να εκδίδονται τα φορολογικά στοιχεία ως εξής:

-Για τις πραγματοποιούμενες λιανικές πωλήσεις, με τον τρόπο που περιγράφεται ανωτέρω, οι εταιρίες διάθεσης των προϊόντων θα εκδίδουν δελτία αποστολής – αποδείξεις λιανικής πώλησης (συνενωμένο στοιχείο), στο όνομα κάθε πελάτη - καταναλωτή, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 11 (παρ.1) και 13 (παρ.1) του Κ.Β.Σ., όπου μπορεί να αναφέρεται (προαιρετικά) και το όνομα του αντιπροσώπου – πωλητή.

Σημειώνεται, όσον αφορά τα παραπάνω εκδιδόμενα συνενωμένα στοιχεία (Δ.Α. –Α.Λ.Π.) ότι, μπορεί να παρατηρείται εύλογη ολιγοήμερη χρονική απόκλιση μεταξύ της αναγραφόμενης ημερομηνίας έκδοσης του στοιχείου και της ημερομηνίας παράδοσης αυτού στον πελάτη – καταναλωτή, λόγω του τρόπου διάθεσης των υπόψη προϊόντων (συνήθως αποστέλλονται στον αντιπρόσωπο, ο οποίος στη συνέχεια τα διανέμει στους πελάτες, σε εύλογο χρονικό διάστημα μίας έως δύο ημερών), γεγονός που δεν καθιστά, κατ’ αρχήν, ανεπίκαιρο το εκδοθέν φορολογικό στοιχείο, δεδομένου ότι αυτό ως συνοδευτικό των αγαθών, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ.5 (τρία τελευταία εδάφια) του Κ.Β.Σ., μπορεί να συνοδεύει τα αγαθά μέχρι την παράδοσή τους στον τελικό παραλήπτη - καταναλωτή.

-Οι εταιρίες που διαθέτουν λιανικώς τα προϊόντα τους μέσω αντιπροσώπων, με το σύστημα της κατ’ οίκον επίδειξης (dealers), για τις καταβαλλόμενες προς τους αντιπροσώπους προμήθειες, υποχρεούνται στην έκδοση αποδείξεων δαπανών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 15 του Κώδικα αυτού, με την προϋπόθεση ότι οι υπόψη αντιπρόσωποι (φυσικά πρόσωπα – περιστασιακά απασχολούμενοι) δεν έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία από άλλη αιτία και επιπρόσθετα, εφόσον το σύνολο των ετησίων ακαθαρίστων αμοιβών τους από δικαιούμενες προμήθειες δεν υπερβαίνει, κατ’ ανώτατο όριο, το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ ετησίως.

-Μετά τον ανωτέρω περιορισμό καταργείται η ευχέρεια έκδοσης εκκαθαρίσεων προς τους αντιπροσώπους (dealers), ανεξαρτήτως ύψους αμοιβών, που είχε παρασχεθεί με την Διαταγή 1039700/389/24.6.1992.

-Αυτονόητο είναι ότι, σε περίπτωση που ο αντιπρόσωπος – πωλητής έχει την ιδιότητα του επιτηδευματία από άλλη αιτία ή επειδή υπερβαίνει το όριο που τίθεται με την παρούσα για το ύψος των ετήσιων αμοιβών του, για τις δικαιούμενες προμήθειες υποχρεούται στην έκδοση Τιμολογίου Παροχής Υπηρεσιών (Τ.Π.Υ.), προς την εταιρία διάθεσης των προϊόντων.

-Τέλος, για τις καταβαλλόμενες προμήθειες προς τους αντιπροσώπους – πωλητές, που δεν έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία και έχουν εκδοθεί αποδείξεις δαπανών, η εταιρία που διαθέτει τα προϊόντα της με τον τρόπο που προαναφέρεται, υποχρεούται στην υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων «προμηθευτών», με τον κωδικό «1» για τον αντισυμβαλλόμενο (μη υπόχρεος σε υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων).


Διευκρινιστική εγκύκλιος για αποδείξεις στις λαϊκές αγορές

Δεν θα επιβάλλονται στους αγρότες παραγωγούς που πωλούν τα προϊόντα παραγωγής τους σε λαϊκές αγορές, πρόστιμα του Κ.Β.Σ. για τη μη έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης αγαθών μέχρι την αγορά και χρήση φορητής ταμειακής μηχανής και πάντως μέχρι τις 31/12/2010, εφόσον για το υπόψη χρονικό διάστημα καταχωρηθούν στο βιβλίο εσόδων – εξόδων, με τις λοιπές πράξεις του μήνα Δεκεμβρίου και μέχρι την 15/1/2011, έσοδα τα οποία θα προκύψουν με την προσαύξηση της κανονικής αξίας που αναγράφεται στο ειδικό στοιχείο παράδοσης αγροτικών προϊόντων (Α.Υ.Ο. ΠΟΛ1144/22.10.2010) με το μικτό κέρδος, με τη χρήση συντελεστή 25%. Εξαιρετικά για τις περιπτώσεις αυτές γίνεται δεκτό το ειδικό στοιχείο να εκδοθεί συνολικά για όσες παραδόσεις δεν έχει ήδη εκδοθεί, όπως υπήρχε υποχρέωση, μέχρι τις 31/12/2010.

Η καταχώρηση του εσόδου με τον ως άνω περιγραφόμενο τρόπο, για το διάστημα μέχρι την εγκατάσταση της ταμειακής μηχανής, μπορεί να γίνει συγκεντρωτικά με ένα ποσό, ανεξάρτητα από το χρονικό διάστημα που καλύπτει.

Όπως διευκρινίζει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών, οι αγρότες παραγωγοί που πωλούν τα προϊόντα παραγωγής τους στις λαϊκές αγορές, δύνανται μέχρι και την 15η Ιανουαρίου 2011, χωρίς την επιβολή των κυρώσεων, που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 3 περ. δ’ του ν. 1809/1988, να υποβάλλουν τη δήλωση της φορολογικής ταμειακής μηχανής (φ.τ.μ.) που αποκτήθηκε μέχρι και την 31/12/2010, καθώς επίσης και να θεωρήσουν το βιβλιάριο συντήρησης και επισκευών (Β.Σ.Ε.) αυτής. Για αγορά μετά τις 31/12/2010 η δήλωση της φ.τ.μ. γίνεται στην προβλεπόμενη προθεσμία των δεκαπέντε ημερών.

Στην περίπτωση που η φορολογική ταμειακή μηχανή αγοράστηκε πριν από την 1/10/2010, το σχετικό φορολογικό στοιχείο αγοράς καταχωρείται το αργότερο με τις λοιπές πράξεις του Δεκεμβρίου στη στήλη των εξόδων του βιβλίου εσόδων - εξόδων μέχρι 15/1/2011 και κατά συνέπεια δεν υποβάλλεται δήλωση αποθεμάτων για την εν λόγω αγορά (έντυπο 012 Φ.Π.Α.). Το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α., που επιβάρυνε την αγορά της φορολογικής ταμειακής μηχανής, ασκείται στην φορολογική περίοδο εντός της οποίας το σχετικό φορολογικό στοιχείο καταχωρείται, σύμφωνα με τα ανωτέρω, με την προϋπόθεση ότι αυτό δεν έχει ήδη ασκηθεί, κατά τον χρόνο έκδοσης του στοιχείου της αγοράς της φορολογικής ταμειακής μηχανής.

Το βιβλίο εσόδων – εξόδων μπορεί να ενημερωθεί με τις πράξεις των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2010 μέχρι την 15η του μήνα Ιανουαρίου του 2011 και μέχρι αυτή την ημερομηνία μπορεί να υποβληθεί και η σχετική δήλωση μεταβολής στο τμήμα Μητρώου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.

Στην ίδια εγκύκλιο αφού αναλύεται η …έννοια της λαϊκής αγοράς (είναι οποιαδήποτε οργανωμένη αγορά που λειτουργεί με τα χαρακτηριστικά της λαϊκής (κινητή ή μόνιμη), ήτοι προσδιορισμένος χώρος ανάπτυξης της δραστηριότητας λιανικού εμπορίου από ομάδα - σύνολο πωλητών αγροτικών προϊόντων, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη άδειας από το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνισμού ή άλλης Αρχής), δίνονται διευκρινίσεις για την άσκηση της δραστηριότητας στις λαϊκές αγορές και τι γίνεται στην περίπτωση διακοπής της δραστηριότητας εντός του Οκτωβρίου του 2010.

Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. που πωλούσαν εποχιακά προϊόντα στις λαϊκές αγορές και η δραστηριότητά τους αυτή έπαψε αποδεδειγμένα να ασκείται μέσα στο μήνα Οκτώβριο του 2010, λόγω της εποχικότητας των προϊόντων τους, υπάγονται, εξ αντικειμένου, στην υποχρέωση τήρησης βιβλίων, προμήθειας φ.τ.μ. κ.λπ, από την ημερομηνία επανέναρξης της υπόψη δραστηριότητας εντός του 2011, λαμβανομένων υπόψη και των οριζομένων στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1145/2010.

Για το χρονικό διάστημα 1/10 – 31/10/2010 δεν επιβάλλονται πρόστιμα του Κ.Β.Σ. και του ν.1809/1988 (για μη τήρηση βιβλίων, μη απόκτηση φ.τ.μ. κ.λπ από τους υπόψη αγρότες), ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές και εφόσον οι υποθέσεις αυτές εκκρεμούν στις Δ.Ο.Υ., δηλαδή, είτε δεν έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβολής προστίμου, είτε έχουν εκδοθεί οι σχετικές Α.Ε.Π. αλλά π.χ. δεν έχει γίνει κοινοποίησή τους, εκκρεμεί αίτημα συμβιβασμού, προσφυγή κ.λ.π.

-Έκδοση τιμολογίων από παραγωγούς πωλητές αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές.
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος, που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές, είναι κατά κύριο λόγο λιανοπωλητές. Ωστόσο ορισμένες πωλήσεις προϊόντων τους, μπορεί να πραγματοποιούνται και σε επιτηδευματίες (π.χ. εκμεταλλευτές εστιατορίων, κυλικείων κ.λπ.), οι οποίοι στα πλαίσια της άσκησης του επαγγέλματός τους, προμηθεύονται αγροτικά προϊόντα από «πάγκους» στις λαϊκές αγορές. Για τις περιπτώσεις αυτές, δεδομένου ότι πρόκειται για χονδρικές πωλήσεις, εκδίδονται από τους αγρότες προς τους αγοραστές – επιτηδευματίες ή τα πρόσωπα της παρ. 3 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ), θεωρημένα Τιμολόγια – Δελτία Αποστολής (Τ - Δ.Α).

-Υποχρέωση υποβολής συγκεντρωτικών καταστάσεων μόνο για τα εκδιδόμενα δελτία αποστολής – τιμολόγια, από παραγωγούς στις λαϊκές αγορές.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., οι αγρότες που δεν έχουν ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., υποχρεούνται να υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις (σ.κ.), μόνο για τα τιμολόγια που εκδίδουν ύστερα από έγκριση του αρμόδιου Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., την οποία μπορούν να ζητήσουν βάσει των διατάξεων του άρθρου 36 (παρ. 2ζ΄) του Κώδικα αυτού.

Οι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων με δραστηριότητα στις λαϊκές αγορές, κατ’ αρχήν διατηρούν την ιδιότητα του αγρότη (ένταξη στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α.) και τους επιστρέφεται κατ’ αποκοπή ο Φ.Π.Α..

Οι παραπάνω για τη δραστηριότητα μέσω λαϊκών αγορών, εντάσσονται μεν στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., πλην όμως αποτελούν μία ιδιαίτερη κατηγορία και για το λόγο αυτό, για την άσκηση της δραστηριότητάς τους στις λαϊκές αγορές, χρησιμοποιείται ιδιαίτερος Κωδικός στο σύστημα ΤΑΧΙS (Κωδ. 126).

Ενόψει των ανωτέρω, για το θέμα της υποβολής των συγκεντρωτικών καταστάσεων, οι αγρότες αυτοί (που δραστηριοποιούνται στις λαϊκές αγορές), αντιμετωπίζονται όπως και με το υφιστάμενο μέχρι σήμερα καθεστώς, ήτοι υποχρεούνται να υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις «πελατών» μόνο για τα τιμολόγια – δελτία αποστολής (Τ-Δ.Α.) που οι ίδιοι εκδίδουν, ενώ δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις «προμηθευτών».

Εξυπακούεται ότι οι προμηθευτές των αγροτών, στις περιπτώσεις που προαναφέρονται, υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις «πελατών» με χρήση του Κωδ. «1» (αντισυμβαλλόμενος μη υπόχρεος).

-Δυνατότητα κτήσης, δεύτερης, εφεδρικής κ.λ.π. Φορολογικής Ταμειακής Μηχανής
Από τις διατάξεις του ν. 1809/1988 δεν απαγορεύεται η απόκτηση και δεύτερης, εφεδρικής κ.λ.π. φορολογικής ταμειακής μηχανής, με την προϋπόθεση, όπως είναι αυτονόητο ότι, αυτή δηλώνεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και ακολουθείται η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου αυτού διαδικασία.

-Δεν απαιτείται η έκδοση μηδενικού «Ζ».

Εφόσον σε συγκεκριμένες ημερομηνίες οι αγρότες, δεν πραγματοποιούν πωλήσεις των προϊόντων τους στις λαϊκές αγορές, δεν απαιτείται η έκδοση μηδενικού «Ζ» από τη Φορολογική Ταμειακή Μηχανή, τις ημέρες αυτές.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του Κ.Β.Σ., παρέχεται η δυνατότητα καταχώρισης των ημερήσιων δελτίων «Ζ» με μία μηνιαία συγκεντρωτική εγγραφή, με βάση δελτίο μηνιαίας αναφοράς, που εκτυπώνεται από τη φ.τ.μ., με τις προϋποθέσεις που τίθενται με τις διατάξεις αυτές.

-Δαπάνες για αγορές έως 50 ευρώ.

Για πραγματοποιούμενες δαπάνες αξίας έως 50 ευρώ, που όμως δεν αφορούν εμπορεύσιμα είδη αλλά αναλώσιμα (π.χ. φωτοτυπίες, γραφική ύλη κ.λ.π.), σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.16γ΄του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ., αρκεί η λαμβανόμενη Α.Λ.Π. από Φορολογική Ταμειακή Μηχανή, χωρίς να απαιτείται η λήψη τιμολογίων.

Εξυπακούεται ότι στις περιπτώσεις αυτές, οι Α.Λ.Π. αποτελούν νόμιμο παραστατικό – δικαιολογητικό της δαπάνης για τις εγγραφές στα βιβλία.

-Δυνατότητα τήρησης του Βιβλιαρίου Συντήρησης και Επισκευών της Φορολογικής Ταμειακής Μηχανής στις λαϊκές αγορές.

Ως γνωστόν το βιβλιάριο συντήρησης και επισκευών της Φορολογικής Ταμειακής Μηχανής, ακολουθεί τη Φορολογική Ταμειακή Μηχανή και επιδεικνύεται σε κάθε φορολογικό έλεγχο.

Ωστόσο, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών άσκησης της υπόψη δραστηριότητας, μπορεί να μην βρίσκεται στο χώρο της λαϊκής αγοράς, χωρίς αυτό να θεωρείται παράβαση, με την προϋπόθεση ότι το Βιβλιάριο Συντήρησης και Επισκευών δύναται να επιδειχθεί, εφόσον ζητηθεί,στην προθεσμία που τυχόν τεθεί από την Ελεγκτική Φορολογική Αρχή.

-Πλήθος θεωρούμενων χειρόγραφων Αποδείξεων Λιανικής Πώλησης, για αντιμετώπιση τυχόν βλάβης της Φορολογικής Ταμειακής Μηχανής

Οι Προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ., με κριτήριο το πλήθος των συναλλαγών, όπως προκύπτει από το μέσο όρο της ημερήσιας κίνησης του «Ζ» της Φορολογικής Ταμειακής Μηχανής, θα θεωρούν το ανάλογο πλήθος χειρόγραφων στελεχών Αποδείξεις Λιανικής Πώλησης, ώστε να είναι δυνατή η πραγματοποίηση των σχετικών λιανικών πωλήσεων, κατ’ αρχήν, μέχρι το προβλεπόμενο από τις διατάξεις της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1135/2005 χρονικό διάστημα αποκατάστασης της βλάβης (κατ’ ανώτατο όριο ένα διήμερο), και εφόσον συνεχίζει η βλάβη, μέχρι το χρόνο αποκατάστασης αυτής.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v
Απόρρητο