ΕΒΕΑ:Τα μεγάλα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα

Οι συνεχείς αλλαγές, η έλλειψη ενός σταθερού εργασιακού και ασφαλιστικού καθεστώτος, αλλά και η υψηλή φορολογία αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην επιχειρηματικότητα, σύμφωνα με έρευνα του ΕΒΕΑ. Ο παράγοντας ψυχολογία.

ΕΒΕΑ:Τα μεγάλα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα
Οι συνεχείς αλλαγές και η έλλειψη ενός σταθερού φορολογικού, εργασιακού και ασφαλιστικού καθεστώτος, σε συνδυασμό με τους υψηλούς σχετικούς συντελεστές, αποτελεί το υπ΄ αριθμόν ένα πρόβλημα που εμποδίζει την επιχειρηματικότητα, σύμφωνα με ποσοτική έρευνα που πραγματοποίησε το ΚΕΜΕ – ΕΒΕΑ μέσω της ιστοσελίδας του Επιμελητηρίου www.acci.gr.

Στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε το διάστημα από 3 έως τις 24 Οκτωβρίου 2011, σε ένα σύνολο 1.104 συμμετεχόντων, τέθηκαν 16 συγκεκριμένα προβλήματα που εμποδίζουν την επιχειρηματικότητα και ζητήθηκε η αξιολόγηση της βαρύτητάς τους από τους συμμετέχοντες.

Κατά την αξιολόγηση των συμμετεχόντων, τα πλέον σημαντικά προβλήματα που εμποδίζουν την επιχειρηματικότητα είναι:

• Οι συνεχείς αλλαγές και η έλλειψη σταθερότητας στο φορολογικό, εργασιακό και ασφαλιστικό καθεστώς, όπου το 80% των συμμετεχόντων εκτιμά ως πρόβλημα ύψιστης βαρύτητας.
• Η ψυχολογία της αγοράς, όπου το 78% θεωρεί επίσης ύψιστης βαρύτητας πρόβλημα
• Το ύψος των φορολογικών συντελεστών και των άλλων τελών που διαμορφώνουν το κόστος λειτουργίας μιας επιχείρησης, όπου το 62% θεωρεί επίσης πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα.
• Η γραφειοκρατία στις συναλλαγές με το Δημόσιο, που το 57% θεωρεί πρόβλημα μείζονος σημασίας, καθώς και
• Η αδυναμία πάταξης του παραεμπορίου και της παραοικονομίας, όπου επίσης το 57% θεωρεί πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα για την επιχειρηματικότητα.

Σημειώνεται ακόμη ότι:
• Το ύψος του μισθολογικού κόστους χαρακτηρίζεται μετρίως σημαντικό πρόβλημα από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων.
• Το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών χαρακτηρίζεται πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα (σε ποσοστό 41%).
• Το ύψος του ενοικίου χαρακτηρίζεται λίγο (24%) έως μετρίως (26%) σημαντικό.
• Η δυσκολία πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα για χρηματοδότηση χαρακτηρίζεται πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα (49%).
• Η δυσκολία πρόσβασης στα τοπικά, εθνικά και κοινοτικά προγράμματα χαρακτηρίζεται πολύ (25%) έως και πάρα πολύ σημαντικό (37%) πρόβλημα.
• Η αδυναμία πάταξης της φοροδιαφυγής χαρακτηρίζεται πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα (55%).
• Οι διαδηλώσεις και οι πορείες χαρακτηρίζονται λίγο (24%) έως μετρίως (25%) πρόβλημα.
• Η μείωση της αγοραστικής δύναμης εργαζομένων και συνταξιούχων εξαιτίας της μείωσης μισθών και συντάξεων χαρακτηρίζεται πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα (51%).
• Η διαφθορά στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και Δημοσίου χαρακτηρίζεται έως πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα (52%).
• Ο μεγάλος Δημόσιος τομέας χαρακτηρίζεται ως πολύ (18%) και πάρα πολύ σημαντικό (45%) πρόβλημα.
• Η καθυστέρηση στις αποκρατικοποιήσεις και στο άνοιγμα των επαγγελμάτων χαρακτηρίζεται ως μετρίως (33%) και πολύ (17%) πρόβλημα.

Σχολιάζοντας την έρευνα, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, δήλωσε: «Ο επιχειρηματικός κόσμος, όπως προκύπτει και από την έρευνα του ΚΕΜΕ–ΕΒΕΑ, επιζητά ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον, ώστε να μπορεί να προγραμματίζει χωρίς ανατροπές τη δραστηριότητά του σε βάθος χρόνου. Είναι προφανές παράλληλα, ότι χρειάζεται μείωση των φορολογικών συντελεστών, αλλά και να μπει τέλος σε όλες εκείνες τις πολιτικές λιτότητας που καταρρακώνουν την ψυχολογία της αγοράς». 

--- Τα στοιχεία της έρευνας και η πλήρης ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας από το ΚΕΜΕ – ΕΒΕΑ

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΠΟ ΕΝΕΡΓΕΣ ΚΑΙ ΔΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Πολύ μεγάλη επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα των επιχειρήσεων επιφέρει το ύψος των φορολογικών συντελεστών και λοιπών τελών που διαμορφώνουν το κόστος λειτουργίας τους, όπως χαρακτηρίστηκε από το 82% των ερωτηθέντων στις δύο κατηγορίες απαντήσεων με την μεγαλύτερη επιβάρυνση συνολικά.

Συγκεκριμένα, το 18% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζουν τις εν λόγω επιβαρύνσεις ως «πολύ σημαντικές» ενώ το 62% τις χαρακτηρίζει ως «πάρα πολύ σημαντικές». Για τις υπόλοιπες τρείς κατηγορίες απαντήσεων το ποσοστό κυμαίνεται από 5% έως 8% όπου, το 8% θεωρεί τις επιβαρύνσεις αυτές ως «ελάχιστα σημαντικές», το 5% ως «λίγο σημαντικές» και το 7% ως «μετρίως σημαντικές».

Σε ότι αφορά τις απαντήσεις των ερωτηθέντων για το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, είναι χαρακτηριστική η προοδευτική αύξηση του ποσοστού των απαντήσεων όσο πιο βαρύς είναι ο χαρακτηρισμός του προβλήματος. Ως «ελάχιστα σημαντική» επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα χαρακτηρίζεται μόλις από το 6% των ερωτηθέντων, «λίγο σημαντική» από το 8%, «μετρίως σημαντική» από το 17%, «πολύ σημαντική» από το 28% και «πάρα πολύ σημαντική» από το 41% των ερωτηθέντων.

Πέραν του ύψους των φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών, σημαντική βαρύτητα στην λειτουργία υπαρχόντων αλλά και δυνητικών επιχειρήσεων κατέχει και η σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιούνται.

Οι συνεχείς αλλαγές και έλλειψη σταθερότητας στο φορολογικό, εργασιακό και ασφαλιστικό καθεστώς χαρακτηρίζονται από την σχεδόν μονομερή αναγνώριση του προβλήματος αυτού ως «πάρα πολύ σημαντικού», σε ποσοστό 80%.

Τα ποσοστά που συγκέντρωσαν οι υπόλοιπες τέσσερις κατηγορίες απαντήσεων ήταν κατά πολύ μικρότερα από αυτό, κυμαινόμενα στο 9% για την κατηγορία «πολύ σημαντικό» πρόβλημα, 3% για την κατηγορία «μετρίως σημαντικό» και 1% και 7% για τις κατηγορίες «λίγο σημαντικό» και «ελάχιστα σημαντικό» πρόβλημα.

Τόσο οι φορολογικοί συντελεστές όσο και οι ασφαλιστικές εισφορές έχουν πολύ σημαντική επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα των επιχειρήσεων μειώνοντας το περιθώριο κέρδους και υποθάλποντας την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, παρόλο που, σε συνάρτηση με την σταθερότητα στο οικονομικό-κοινωνικό καθεστώς, αποτελούν τους τρείς βασικούς πυλώνες προσέλκυσης ημεδαπών και αλλοδαπών επενδύσεων.

Ο παλμός της ήδη δραστηριοποιούμενης επιχειρηματικότητας σθεναρά τονίζει την προβληματική λειτουργία του μοντέλου αυτού, το οποίο αποδυναμώνει τους παλμούς της δυνητικής επιχειρηματικότητας.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΣΤΑΘΕΡΑ ΕΞΟΔΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Το ύψος του μισθολογικού κόστους χαρακτηρίζεται ως «μετρίως σημαντικό» πρόβλημα από το πλήθος των ερωτηθέντων –συνολικά 43%-, ενώ το 13% και το 20% αυτών θεωρούν ότι το μισθολογικό κόστος έχει «ελάχιστα σημαντική» και «λίγο σημαντική» επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα, αντίστοιχα.

Στον αντίποδα, μόλις το 13% χαρακτηρίζει το μισθολογικό κόστος ως «πολύ σημαντική» επιβάρυνση και το 11% ως «πάρα πολύ» σημαντική επιβάρυνση.

Η αξιολόγηση του ύψους των ενοικίων ως επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα των επιχειρήσεων, χαρακτηρίζεται από την ομοιόμορφη κατανομή των απαντήσεων σε όλο το εύρος των επιλογών.

Τα δυο άκρα, οι χαρακτηρισμοί δηλαδή ως «ελάχιστα σημαντικό» και «πάρα πολύ σημαντικό» πρόβλημα, συγκέντρωσαν ποσοστά που κυμάνθηκαν από 11% έως 19% αντίστοιχα. Ελαφρώς μεγαλύτερη αύξηση στο 24% και 20% αντίστοιχα σημειώθηκε στις επιλογές «λίγο σημαντικό» και «πολύ σημαντικό» πρόβλημα ενώ, το πλήθος των απαντήσεων χαρακτήρισαν το εν λόγω πρόβλημα ως «μετρίως σημαντικό» με ελάχιστη διαφορά από τις δυο προηγούμενες απαντήσεις και ποσοστό 26%.

Συνεπώς, δυο από τα άμεσα και πάγια μηνιαία έξοδα των επιχειρήσεων, το μισθολογικό κόστος και το ύψος ενοικίων, χαρακτηρίστηκαν ως προβλήματα με μέτρια επιβάρυνση στα συνολικά έξοδα. Από την παρατήρηση αυτή διαφαίνεται ότι οι παράγοντες που επιβαρύνουν κατά πολύ μεγάλο ποσοστό την συνολική επιχειρηματική δραστηριότητα επικεντρώνονται σε προβλήματα εκτός των δυο προαναφερθέντων.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ

Υπό την μορφή τοπικών, εθνικών και κοινοτικών προγραμμάτων, παρουσιάζεται μια ακόμα εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις, υποκαθιστώντας ή συμπληρώνοντας την παροχή δανείων από τις τράπεζες με κεφάλαια που προέρχονται από τον κύκλο εργασιών της αγοράς, η οποία βιώνει σημαντική έλλειψη ρευστότητας.

Συνεπώς, η δυσκολία πρόσβασης σε τέτοιου είδους προγράμματα αναγνωρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» πρόβλημα από την πληθώρα των συμμετεχόντων (37%), ενώ τα δυο αμέσως μεγαλύτερα ποσοστά, στο 25% και 22%, συγκέντρωσαν όσοι χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «πολύ σημαντικό» και «μετρίως σημαντικό» αντίστοιχα.

Οι δυο κατηγορίες απαντήσεων οι οποίες προσδίδουν την μικρότερη βαρύτητα στο εν λόγω πρόβλημα, συγκέντρωσαν το ποσοστό του 8% κατά μέσο όρο (9% και 7% για τις κατηγορίες «λίγο σημαντικό» και «ελάχιστα σημαντικό» πρόβλημα), τονίζοντας την σημαντικότητα της παροχής κεφαλαίων που πηγάζουν από τέτοιου είδους προγράμματα αλλά και την διευκόλυνση πρόσβασης σε αυτά.

Η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, ναι μεν είναι ένα ζήτημα το οποίο διακυβεύει σημαντικά την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων από την μια, από την άλλη όμως, είναι ένα ζήτημα για το οποίο έχει γίνει λόγος αρκετές φορές στο παρελθόν, οι συνέπειες του οποίου είναι γνωστές, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο, σε όλους.

Το πρόβλημα αυτό εντείνεται ακόμα περισσότερο όσο δυσκολεύει και η πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, στην αναζήτηση για εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Πρόβλημα το οποίο αναγνωρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» από το 49% των ερωτηθέντων και ως «πολύ σημαντικό» από το 22%, ενώ με σημαντική διαφορά ακολουθεί το 14% που αναγνώρισε το πρόβλημα ως «μετρίως σημαντικό» και με 7% και 8% οι συμμετέχοντες που χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «λίγο σημαντικό» και «ελάχιστα σημαντικό» αντίστοιχα.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΗΓΑΖΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

Σε πρόσφατες χρονικές περιόδους γίνεται συχνά λόγος για την απλούστευση των συναλλαγών των επιχειρήσεων με τον δημόσιο τομέα, αποσκοπώντας στην υπερπήδηση των εμποδίων που πηγάζουν από την εκτεταμένη γραφειοκρατία αλλά και στην ταχύτερη εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων.

Η γραφειοκρατία όμως, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» πρόβλημα από το 57% των ερωτηθέντων και ως «πολύ σημαντικό» από το 20%, γεγονός το οποίο τονίζει την επίσπευση των διαδικασιών επίλυσης του.

Σημαντικά χαμηλότερα είναι τα ποσοστά που συγκέντρωσαν οι υπόλοιπες τρείς κατηγορίες απαντήσεων, με εκείνα να διαμορφώνονται στο 12% για την κατηγορία «μετρίως σημαντικό» πρόβλημα, στο 4% για την κατηγορία «λίγο σημαντικό» πρόβλημα και στο 7% για την κατηγορία «ελάχιστα σημαντικό» πρόβλημα.

Εξίσου σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις συνεπάγονται του προβλήματος της διαφθοράς στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 90% των ερωτηθέντων προσέδωσαν πολύ μεγάλη βαρύτητα στο εν λόγω πρόβλημα, με το 52% να το χαρακτηρίζει ως «πάρα πολύ σημαντικό», το 18% ως «πολύ σημαντικό» και ένα ακόμα 19% των ερωτηθέντων να το χαρακτηρίζει ως «μετρίως σημαντικό». Επιπλέον, 7% των συμμετεχόντων χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «λίγο σημαντικό» και το υπόλοιπο 4% αυτών ως «ελάχιστα σημαντικό».

Ο υδροκεφαλισμός του δημοσίου τομέα, εκτός των επιπτώσεων που επιφέρει στα δημόσια οικονομικά και στην αποτελεσματική διαχείριση του, δημιουργεί και αρκετά εμπόδια στην ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων.

Πρόβλημα το οποίο χαρακτηρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» από την πληθώρα των ερωτηθέντων, 45%, ενώ το 18% και το 17% αυτών χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «πολύ σημαντικό» και «μετρίως σημαντικό» αντίστοιχα. Το σύνολο των απαντήσεων, έρχεται να συμπληρώσει το 11% όσων αναγνώρισαν το πρόβλημα ως «λίγο σημαντικό» αλλά και το υπόλοιπο 9% εκείνων που θεωρούν το πρόβλημα «ελάχιστα σημαντικό».

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΗΓΑΖΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ

Η φοροδιαφυγή ήταν ανέκαθεν ένα σημαντικό δημοσιονομικό πρόβλημα με οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις, η αδυναμία πάταξης του οποίου χαρακτηρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» πρόβλημα από το 55% των ερωτηθέντων.

Το ποσοστό του 14% αναγνώρισε το πρόβλημα ως «πολύ σημαντικό» και το 17% ως «μετρίως σημαντικό», ενώ το 4% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι το πρόβλημα είναι «λίγο σημαντικό» και το 10% εκείνων θεωρεί ότι είναι «ελάχιστα σημαντικό».

Εξίσου σημαντικό είναι και το πρόβλημα που δημιουργείται από την παράνομη εμπορία προϊόντων, ένα πρόβλημα τόσο διαδεδομένο που έχει δημιουργήσει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις δισεκατομμυρίων ευρώ τόσο στα δημόσια οικονομικά όσο και στον κύκλο εργασιών του νόμιμου εμπορίου.

Και όσο καθυστερείται η αποτελεσματική και οριστική του αντιμετώπιση, τόσο εντείνεται το πρόβλημα και οι συνέπειες του. Γεγονός που αναγνωρίζεται από το 57% των ερωτηθέντων οι οποίοι χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «πάρα πολύ σημαντικό» και από το 18% εκείνων που το χαρακτήρισαν ως «πολύ σημαντικό».

Στις αμέσως επόμενες θέσεις της κατάταξης ανάλογα με την βαρύτητα που προσέδωσαν στο πρόβλημα, βρίσκεται το 11% εκείνων που υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα είναι «μετρίως σημαντικό» και το 5% εκείνων που υποστηρίζουν ότι είναι «ελάχιστα σημαντικό», ενώ το ποσοστό όσων χαρακτήρισαν το εν λόγω πρόβλημα ως «λίγο σημαντικό» ανήλθε στο 9%.

Κατανεμημένη σε όλο το εύρος των απαντήσεων παρουσιάζεται η βαρύτητα που προσδίδουν οι συμμετέχοντες στα προβλήματα που πηγάζουν από την καθυστέρηση των αποκρατικοποιήσεων και του ανοίγματος των επαγγελμάτων.

Το πλήθος των ερωτηθέντων χαρακτήρισε το πρόβλημα ως «μετρίως σημαντικό» σε ποσοστό 33%, ενώ οι υπόλοιπες κατηγορίες συγκέντρωσαν ποσοστά από 13% έως 20%. Ειδικότερα, το ποσοστό όσων χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «ελάχιστα σημαντικό» ανήλθε στο 17%, ως «λίγο σημαντικό» στο 13%, ως «πολύ σημαντικό» στο 17% και ως «πάρα πολύ σημαντικό» στο υπόλοιπο 20%. Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι, το μέγεθος των ποσοστών αυτών είναι αρκετά σημαντικό, καθώς και ότι οι μεταξύ τους μεταβολές ήταν μικρές οι οποίες δεν ξεπέρασαν το 7%.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Ίσως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο επιχειρηματικός κόσμος τις πιο πρόσφατες περιόδους, αλλά με βεβαιότητα ο παράγοντας στον οποίο κατά κύριο λόγο οφείλεται η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, είναι η μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.

Ένα πρόβλημα το οποίο αναγνωρίζεται ως «πάρα πολύ σημαντικό» από το 51% των ερωτηθέντων και ως «πολύ σημαντικό» από το 22%, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στις δυο αυτές κατηγορίες συγκεντρώνεται το 73% των απαντήσεων, προσδίδοντας κατά συνέπεια, σημαντική βαρύτητα στο πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας.

Οι υπόλοιπες τρείς κατηγορίες απαντήσεων, αθροιστικά συγκέντρωσαν το υπόλοιπο 27% των ερωτηθέντων, όπου, το 14% θεωρεί το πρόβλημα «μετρίως σημαντικό», το 5% «λίγο σημαντικό» και το 8% «ελάχιστα σημαντικό».

Ως τελικοί αποδέκτες των αυστηρών οικονομικών πολιτικών που εφαρμόζονται στις πρόσφατες περιόδους, οι οποίες ελαχιστοποιούν το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και εντείνουν την αβεβαιότητα για μελλοντικές περιόδους, αλλά και των γενικότερων επιπτώσεων ενός διαταραγμένου οικονομικό-κοινωνικού κλίματος, οι πολίτες ελλείπονται της καταναλωτικής τους διάθεσης και διατηρούν, ως επί το πλείστον, αρνητική ψυχολογία απέναντι στις αγορές.

Στην συντριπτική τους πλειοψηφία, οι ερωτηθέντες επιχειρηματίες χαρακτήρισαν το πρόβλημα αυτό ως «πάρα πολύ σημαντικό» σε ποσοστό που ανήλθε στο 78%, ενώ το αμέσως μεγαλύτερο ποσοστό του 11% χαρακτήρισε το πρόβλημα ως «πολύ σημαντικό».

Οι υπόλοιπες τρείς κατηγορίες απαντήσεων οι οποίες προσδίδουν μικρότερη βαρύτητα στο πρόβλημα, συγκέντρωσαν ποσοστά που κυμάνθηκαν στο 5% κατά μέσο όρο. Πιο συγκεκριμένα, το πλήθος των ερωτηθέντων που αναγνώρισε το πρόβλημα ως «μετρίως σημαντικό» ανήλθε στο 1%, το πλήθος εκείνων που αναγνώρισαν το πρόβλημα ως «λίγο σημαντικό» ανήλθε στο 3% και στο 7% ανήλθε το ποσοστό εκείνων που χαρακτήρισαν το πρόβλημα ως «ελάχιστα σημαντικό».

Οι διαδηλώσεις και οι πορείες ως πρόβλημα στην ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων ιδιαίτερα στο κέντρο την Αθήνας, έχουν διαπιστωθεί αρκετές φορές και σε παλαιότερες χρονικές περιόδους.

Η υιοθέτηση δυσμενέστερων δημοσιονομικών μέτρων εξυγίανσης της Ελληνικής οικονομίας, αναπόφευκτα έχει οδηγήσει στην κλιμάκωση τέτοιων φαινομένων, τα οποία όμως, ως προβλήματα στην ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων χαρακτηρίζονται από τον διχασμό των απόψεων των συμμετεχόντων.

Πιο συγκεκριμένα, το 16% των ερωτηθέντων θεωρεί το πρόβλημα ως «ελάχιστα σημαντικό», το 24% το θεωρεί ως «λίγο σημαντικό», το 25% ως «μετρίως σημαντικό», το 14% ως «πολύ σημαντικό» και το 21% ως «πάρα πολύ σημαντικό».

* Τα αποτελέσματα της έρευνας για την επιχειρηματικότητα δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη: "Συνοδευτικό Υλικό".

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v