Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΙΟΒΕ: Πυλώνας ανάπτυξης η φαρμακοβιομηχανία

Τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας παρουσιάζει μελέτη του ΙΟΒΕ. Ποια τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του κλάδου. Αποσπασματική η πολιτική στα γενόσημα. Τι πολιτικές προτείνει.

ΙΟΒΕ: Πυλώνας ανάπτυξης η φαρμακοβιομηχανία
Τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας παρουσιάζει μελέτη του ΙΟΒΕ, που σημειώνει ότι διαθέτει χαρακτηριστικά δυναμικού κλάδου για την ελληνική οικονομία και θα μπορούσε να συνεισφέρει στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η έκθεση, ένας από τους τομείς της οικονομίας στους οποίους εντοπίζονται στρατηγικά πλεονεκτήματα είτε με την έννοια των ώριμων δυνατοτήτων είτε με τη έννοια της ευνοϊκής συγκυρίας και των εν δυνάμει αναπτυξιακών προοπτικών, είναι αυτός της φαρμακευτικής βιομηχανίας και συγκεκριμένα ο κλάδος της παραγωγής φαρμακευτικών και χημικών προϊόντων για ιατρικούς σκοπούς.

Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί η άμεση συνάρτηση του συγκεκριμένου κλάδου με την εφαρμοζόμενη φαρμακευτική αλλά και ασφαλιστική πολιτική, δεδομένης της ιδιαίτερης φύσης του φαρμάκου ως αγαθού με ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Ειδικότερα σε ότι αφορά στην τρέχουσα συγκυρία, είναι προφανές ότι ο κλάδος του φαρμάκου συνδέεται στενά με τη διαδικασία της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς οι δαπάνες υγείας έχουν επισημανθεί ως ένα πεδίο σημαντικών εξοικονομήσεων ή/και περικοπών.

Ο απτός χαρακτήρας των φαρμακευτικών προϊόντων, το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο της
αγοράς με διατάξεις που καθορίζουν αναλυτικά την παραγωγή, την αδειοδότηση, τη τιμολόγηση, τη διάθεση και την αποζημίωση των φαρμακευτικών προϊόντων καθώς και το
γεγονός της σχετικής ευχέρειας στην αποτύπωση της φαρμακευτικής δαπάνης –σε
αντίθεση με τις υπόλοιπες δαπάνες υγείας- έχουν οδηγήσει σε αυξημένες πιέσεις στο
συγκεκριμένο κλάδο, μέσω αυστηρών και χρονοδιαγεγραμμένων στόχων περιστολής της
φαρμακευτικής δαπάνης.

Συνοπτικά, η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά: 

- Η συμβολή του κλάδου στην εγχώρια μεταποιητική δραστηριότητα ακολούθησε αυξητική πορεία την προηγούμενη δεκαετία φτάνοντας το 2010 το 10% της συνολικής
μεταποιητικής παραγωγής.
Το ποσοστό αυτό είναι το 3ο υψηλότερο στην Ε.Ε. έπειτα
από το αντίστοιχο της Σλοβενίας και της Δανίας.

- Σε σχέση με τους υπόλοιπους κλάδους της εγχώριας Μεταποίησης, ο κλάδος
παραγωγής φαρμάκου την περίοδο 2000-2010 παρουσίασε την υψηλότερη μέση
ετήσια αύξηση
ως προς την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία. Η αύξηση αυτή είναι η
μεγαλύτερη μεταξύ των αντίστοιχων κλάδων στις χώρες-μέλη της Ε.Ε. στη συγκεκριμένη
χρονική περίοδο. 

- Την περίοδο 2000-2011 η παραγωγή του κλάδου σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση
μεταξύ των υπόλοιπων κλάδων της εγχώριας Μεταποίησης. Η αύξηση αυτή είναι
επίσης η μεγαλύτερη μεταξύ των αντίστοιχων κλάδων των χωρών της Ε.Ε. για την
περίοδο 2000-2011. 

- Οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων κατέχουν το 4ο μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο των εξαγωγών της ελληνικής Μεταποίησης, ενώ ο κλάδος εμφανίζει γενικά υψηλή ανταγωνιστικότητα. 

- Η συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ της χώρας εκτιμάται στα €2,8 δισ. Με βάση τους
εκτιμώμενους πολλαπλασιαστές υπολογίζεται ότι για κάθε €1.000 που δαπανώνται για
την αγορά φαρμάκων που παράγονται στην Ελλάδα, το ΑΕΠ της χώρας ενισχύεται κατά
€3.420.

- Εμπόριο, Διαχείριση ακίνητης περιουσίας, Μεταποίηση και Τράπεζες επωφελούνται σε
σημαντικό βαθμό από την ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας, καθώς
παρέχουν εισροές σημαντικού ύψους για την παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων. 

- Η άμεση απασχόληση στον κλάδο εκτιμάται σε 10,8 χιλιάδες θέσεις εργασίας. Ωστόσο,
εμμέσως υποστηρίζονται περίπου 13,4 χιλ. θέσεις σε κλάδους που συμμετέχουν με
εισροές την παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων, ενώ άλλες περίπου 29 χιλ. θέσεις
εργασίας προκύπτουν ως αποτέλεσμα της καταναλωτικής δαπάνης από τους
καταβαλλόμενους μισθούς. Έτσι, η συνολική επίδραση στην απασχόληση από τη
δραστηριότητα του κλάδου εκτιμάται σε 53,1 χιλ. θέσεις εργασίας.


Αποσπασματική η πολιτική στα γεννόσημα

Η πολιτική γενοσήμων στην Ελλάδα, όπως και το σύνολο της φαρμακευτικής πολιτικής, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αποσπασματική, με έμφαση στην επίλυση άμεσων και
πιεστικών θεσμικών ή – πρωτίστως – δημοσιοοικονομικών εκκρεμοτήτων στην κατεύθυνση της μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης.

Μέχρι σήμερα η προσπάθεια αυτή συντελείται κυρίως μέσου του ελέγχου των τιμών. Εντούτοις, η τρέχουσα πολιτική γενοσήμων όπως αυτή προκύπτει από το πλαίσιο των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας χαρακτηρίζεται από τη σωρευτική και συχνά αναποτελεσματική εισαγωγή του συνόλου των μέτρων και πρακτικών της πολιτικής γενοσήμων που εφαρμόζονται επιλεκτικά σε άλλες χώρες, σε μια προσπάθεια μεγιστοποίησης του αποτελέσματος της προσπάθειας περιστολής της φαρμακευτικής δαπάνης.

Υπό το πρίσμα αυτό, μέτρα ο έλεγχος των τιμών των γενοσήμων, εφόσον δεν συνοδεύεται από ανάλογα εργαλεία εξορθολογισμού και τυποποίησης /ομογενοποίησης / κατεύθυνσης της συνταγογραφικής συμπεριφοράς μέσω συνταγογραφικών πρωτοκόλλων και οδηγιών συνταγογράφησης, μπορούν μεν βραχυπρόθεσμα να συνεπάγονται κάποια περιστολή της φαρμακευτικής δαπάνης, τελικά όμως μπορούν να επιφέρουν τα αντίθετα αποτελέσματα: άμβλυνση του ανταγωνισμού των τιμών, υψηλότερα εμπόδια εισόδου νέου προϊόντος (γενοσήμου) και άρα δημιουργία ολιγοπωλίου, ακόμα και αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης εφόσον γίνει μετατόπιση της συνταγογράφησης σε ακριβότερες θεραπείες.

Επομένως τελικά ενδεχομένως να δημιουργούνται μη βιώσιμες συνθήκες για την επιβίωση και την ανάπτυξη μιας υγιούς αγοράς γενοσήμων.

Τα γενόσημα φάρμακα στην Ελλάδα τιμολογούνται ως ποσοστό της τιμής του πρωτοτύπου αναφοράς, ήτοι στο 40% της τιμής του πρωτοτύπου, όταν βρισκόταν σε καθεστώς προστασίας της πατέντας. Επιπλέον, προβλέπεται η εφαρμογή δυναμικής τιμολόγησης σύμφωνα με την οποία η τιμή των νέων γενοσήμων βαίνει μειούμενη ανάλογα με τον αριθμό των γενοσήμων που ήδη κυκλοφορούν στην ίδια θεραπευτική κατηγορία.

Θα πρέπει εντούτοις να σημειωθεί το γεγονός του πολύ χαμηλού σημείου εκκίνησης της
τιμολόγησης των γενοσήμων, δεδομένου ότι τα πρωτότυπα φάρμακα (οι τιμές των οποίων
εν πολλοίς καθορίζουν αυτές των γενοσήμων) τιμολογούνται με το μέσο όρο των τριών
χαμηλότερων τιμών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Ακόμα, η επιβολή ενός συστήματος δύο
υποχρεωτικών επιστροφών (rebate), μειώνει περαιτέρω τις πραγματικές τιμές των
φαρμακευτικών προϊόντων σε ποσοστό που κυμαίνεται από -9% έως και -17%, ενώ
παράλληλα ο στόχος της δαπάνης διασφαλίζεται μέσω ενός συστήματος αυτόματων επιστροφών (clawback) από τους προμηθευτές προς τα Ταμεία στην περίπτωση υπέρβασης των τιθέμενων στόχων.


Οι προτεινόμενες πολιτικές

Το ΙΟΒΕ προτείνει τις ακόλουθες πολιτικές προτεραιότητες, οι οποίες και αναλύονται περαιτέρω στη μελέτη:

Πολιτική προτεραιότητα 1: Λειτουργική αναβάθμιση του ΕΟΦ.
Πολιτική προτεραιότητα 2: Επίσημη, διαφανής καταγραφή της φαρμακευτικής δαπάνης.
Πολιτική προτεραιότητα 3: Διευθέτηση των υφιστάμενων χρεών των νοσοκομείων και του ΕΟΠΥΥ.
Πολιτική προτεραιότητα 4: Ενίσχυση της έρευνας με στόχο τη συστηματική προαγωγή της καινοτομίας.
Πολιτική προτεραιότητα 5: Ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, μέσω της διευκόλυνσης των σχετικών διαδικασιών.
Πολιτική προτεραιότητα 6: Προώθηση των κλινικών ερευνών μέσω της απλοποίησης του θεσμικού πλαισίου, ώστε η χώρα να προσελκύσει δραστηριότητες όπως η ανάπτυξη νέων μορίων, ο επανασχεδιασμός φαρμάκων αξιοποιώντας τη σχετική τεχνογνωσία.
Πολιτική προτεραιότητα 7: Ενίσχυση δράσεων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης ως εργαλείο εξορθολογισμού του όγκου και διασφάλιση ποιότητας παρεχόμενων υπηρεσιών και διασύνδεση με διαγνωστικά και θεραπευτικά πρωτόκολλα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο