ΣΑΤΕ: Καταγγελία για το παράβολο 50.000€

Φαινόμενα διοικητικής αλαζονείας και αυθαιρεσίας, καταγγέλλει ο ΣΑΤΕ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετά τη θέσπιση παραβόλου 50.000,00 € προκειμένου να συζητηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων πριν την σύναψη δημοσίων συμβάσεων.

ΣΑΤΕ: Καταγγελία για το παράβολο 50.000€
Στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Τεχνικών Εταιρειών (ΣΑΤΕ) ζητώντας την κατάργηση του παραβόλου 50.000 ευρώ, το οποίο θεσπίστηκε πρόσφατα προκειμένου να γίνει δεκτή και να συζητηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, πριν από τη σύναψη σύμβασης ανάθεσης δημόσιων έργων. 

Ο Σύνδεσμος τονίζει ότι το υπερβολικό παράβολο παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο, αλλά και κάθε έννοια προστασίας από παράνομες ενέργειες των υπηρεσιών, χωρίς να επιταχύνει την εκτέλεση των έργων, όπως ισχυρίστηκε ο νομοθέτης. Στο κείμενο της καταγγελίας προς την ΕΕ, αναφέρεται ότι ήδη, μετά τη θέσπιση του παραβόλου, εμφανίστηκαν φαινόμενα διοικητικής αλαζονείας και αυθαιρεσίας κατά τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιων έργων.

Να σημειωθεί ότι στις αρχές Μαρτίου, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά τη διάρκεια Πρότυπης Δίκης, υπό την προεδρία του προέδρου του ΣτΕ Κωνσταντίνου Μενουδάκου, τέθηκε (εκτός από την αντίθεση στο ενωσιακό δίκαιο) και θέμα αντισυνταγματικότητας της διάταξης καθώς και αντίθεσής της προς την Ευρωπαϊκή Συνθήκη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για τα οποία αναμένεται η απόφαση.

Όπως επισημαίνει ο ΣΑΤΕ στην καταγγελία του προς την ΕΕ, με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 5ης Δεκεμβρίου 2012, καθώς και το Ν. 4111/25-1-2013, προβλέφθηκε παράβολο σε “ποσοστό 1% της προϋπολογισθείσας αξίας (του έργου) ...το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί τις 50.000 ευρώ” προκειμένου να γίνει δεκτή και να συζητηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, πριν από την υπογραφή σύβασης ανάθεσης δημόσιου έργου. Με δεδομένο ότι η νομοθετική πρόβλεψη αφορά δημόσια έργα που εμπίπτουν στις Κοινοτικές Οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, το ύψος των οποίων είναι από 5 εκατομμύρια ευρώ και άνω, γίνεται κατανοητό ότι το παράβολο προσδιορίζεται σε 50.000 ευρώ σε κάθε περίπτωση.

Κατά το νομοθέτη, προστίθεται στην καταγγελία προς την ΕΕ, η επίμαχη διάταξη θεσπίστηκε για να αποτραπεί η κατάθεση στα δικαστήριο παρελκυστικών αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, οι οποίες καθυστερούν τις διαγωνιστικές διαδικασίες και προκαλούν προβλήματα στην απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ !

Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται, οι καθυστερήσεις σημειώνονται κατά το στάδιο του ελέγχου και αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, ειδικά σε έργα που ανατίθενται με το σύστημα “μελέτη - κατασκευή”, που διαρκούν πολλούς μήνες, ακόμη και χρόνια, καθυστερήσεις που θα εξακολουθήσουν να υφίστανται και να αποτελούν την κύρια τροχοπέδη για την ταχεία ολοκλήρωση των διαγωνισμών και την απορρόφηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, όσο οι αιτίες που τις προκαλούν δεν αντιμετωπίζονται (γραφειοκρατία, υποστελέχωση υπηρεσιών κ.α.).

Αντίθετα, με το υπέρογκο παράβολο, επιχειρείται να καταργηθεί το δικαίωμα της δικαστικής συνδρομής όταν πράξεις ή παραλείψεις υπηρεσιών θίγουν τα συμφέροντα ενδιαφερομένων, αλλά και ευρύτερα των πολιτών, γεγονός που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το ενωσιακό δίκαιο το οποίο, μεταξύ άλλων, ορίζει ότι τα κράτη-μέλη οφείλουν να θεσπίσουν θεσμικά πλαίσια, ώστε να εξασφαλίζουν ότι θα «λαμβάνονται, το συντομότερο δυνατόν και με τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, προσωρινά μέτρα για να επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση ή να αποτραπεί η περαιτέρω ζημία των θιγομένων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που αναστέλλουν ή επιτρέπουν την αναστολή της διαδικασίας ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ή της εκτέλεσης οιασδήποτε απόφασης λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές».

Να σημειωθεί ότι η χώρα μας έχει κατά το παρελθόν καταδικαστεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (απόφαση C-236/95) επειδή δεν είχε θεσπίσει αποτελεσματική προσωρινή δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης δημόσιας σύμβασης, γεγονός που οδήγησε στο Ν.2522/1997. Δεκαέξι χρόνια μετά, με την θέσπιση του υπέρογκου παραβόλου, καταπατώνται οι αποφάσεις του ΔΕΕ, αλλά και η ελληνική νομοθεσία, αφού κατ’ ουσία καταργείται το δικαίωμα παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας.

“Το φαινόμενο των παρελκυστικών δικαστικών προσφυγών στην ανάθεση δημόσιων έργων είναι εξαιρετικά περιορισμένο, έως ανύπαρκτο, ενώ αντιθέτως υπαρκτές είναι οι μεγάλες καθυστερήσεις στην ανάθεση των έργων, καθώς και οι συχνές αυθαιρεσίες των αναθετουσών υπηρεσιών” τονίζει ο πρόεδρος του ΣΑΤΕ Γεώργιος Βλάχος. Και προσθέτει:

“Οι περισσότερες εργοληπτικές επιχειρήσεις, υπό τις άκρως δυσμενείς σημερινές οικονομικές και επιχειρηματικές συνθήκες, απλώς αδυνατούν να καταβάλουν το παράβολο. Με την αλόγιστη αυτή απόφαση το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να προστατεύονται όσοι αυθαιρετούν και παρατυπούν στην ανάθεση των δημόσιων έργων, άρα προκαλούν μεγάλη ζημία στο ελληνικό κράτος. Αν αυτός είναι ο σκοπός των εμπνευστών του, ας μας το πουν ευθέως: δεν θέλουν κανέναν έλεγχο στις βουλές και τις αυθαιρεσίες κάθε υπηρεσίας, ούτε τον δικαστικό”. 


Στην καταγγελία προς την ΕΕ αναφέρονται και τα εξής:

“Πλέον οι αναθέτουσες αρχές ενεργούν εμφορούμενες από την απολύτως βάσιμη αίσθηση ότι δεν υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο. Οι συνέπειες της αίσθησης αυτής έχουν ήδη αρχίσει να καθίστανται εντονότατα αισθητές σε πολλούς διαγωνισμούς. Αυθαιρεσίες και παρανομίες επί θεμάτων τα οποία είχε επιλύσει η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων αρχίζουν να κάνουν την επανεμφάνισή τους σε πολλούς διαγωνισμούς. Οι κίνδυνοι για τη διασφάλιση της ενωσιακής και εθνικής νομιμότητας είναι τεράστιοι. Έμμεσοι και άμεσοι εκβιασμοί, συναλλαγές κάτω από το τραπέζι, εκδηλώσεις διοικητικής αλαζονείας και αυθαιρεσίας έχουν αρχίσει να αποτελούν, δυστυχώς, κοινό τόπο. Η επωδός ‘που θα βρει 50.000 ευρώ για να πάει στο δικαστήριο;’ ακούγεται όλο και πιο συχνά. Η κατάσταση είναι βέβαιο ότι θα χειροτερεύσει, μόλις εμπεδωθεί ακόμη περισσότερο η αίσθηση του ανελέγκτου. Η διασφάλιση της νομιμότητας στους δημόσιους διαγωνισμούς και ιδίως στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων, όπου το παράβολο είναι παγιωμένο στις 50.000 ευρώ, κλονίζεται. Για τους λόγους αυτούς θεωρούμε, ότι η άστοχη, αποτυχημένη και κατ’ αποτέλεσμα άκρως επικίνδυνη αυτή νομοθετική ρύθμιση πρέπει να καταστεί ανεφάρμοστη, ώστε να φροντίσει η Πολιτεία να θεσπίσει ρυθμίσεις που θα επιτυγχάνουν τον επιδιωκόμενο σκοπό, χωρίς τις καταστροφικές ως προς την προστασία της ενωσιακής και εθνικής νομιμότητας παρενέργειες της επίμαχης ρύθμισης”.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v