Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Αναδιάρθρωση κλάδων με πρωτοβουλία τραπεζών

Ανώφελο να αφεθούν υπερχρεωμένες επιχειρήσεις να λειτουργούν, τονίζει ο διοικητής της ΤτΕ. Ποιες είναι οι εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Οι καλύτερες ημέρες δεν έρχονται νομοτελειακά, υποστήριξε ο Δασκαλόπουλος. Πρέπει να διαχειριστούμε το αύριο δηλώνει ο Καραμούζης.

Αναδιάρθρωση κλάδων με πρωτοβουλία τραπεζών

Η στενότητα χρηματοδοτικών πόρων αποτελεί σήμερα ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα, παραδέχθηκε ο Γιώργος Προβόπουλος μιλώντας στην ημερίδα του ΣΕΒ, αλλά τόνισε ότι η μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο.

Όπως είπε, η οικονομία βρίσκεται σήμερα σε ένα μεταίχμιο. Από τη μία πλευρά, το πρότυπο ανάπτυξης, που στηρίχθηκε στην κατανάλωση και στην παραγωγή μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, έχει εξαντλήσει τα όριά του και απαξιώνεται γοργά. Από την άλλη, καθυστερεί η μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο που θα δίνει βάρος στην παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Ο Γιώργος Προβόπουλος μιλώντας στην ημερίδα του ΣΕΒ παραδέχθηκε ότι η μετάβαση αυτή είναι από τη φύση της επίπονη και βραδεία. «Θα μπορούσαμε όμως να την επιταχύνουμε αίροντας τα εμπόδια στην επενδυτική δραστηριότητα που, παρά την πρόοδο που υπάρχει, είναι ακόμα πολλά (γραφειοκρατικά εμπόδια, έλλειψη σταθερού και ευνοϊκού φορολογικού πλαισίου, υψηλό κόστος ενέργειας κ.ά.).

Ο διοικητής της ΤτΕ υποστήριξε ότι η στενότητα των χρηματοδοτικών πόρων δεν προέρχεται μόνον από τον περιορισμό της τραπεζικής χρηματοδότησης, αλλά οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων. Πολλοί από αυτούς προϋπήρχαν της κρίσης και είχαν διαμορφώσει έναν τρόπο λειτουργίας και ανάπτυξης της οικονομίας που στηριζόταν σε υπέρμετρο βαθμό στον τραπεζικό δανεισμό.

«Η άποψή μου είναι ότι για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά το πρόβλημα αυτό, θα πρέπει να εντοπίσουμε και να θεραπεύσουμε τις αιτίες που το δημιούργησαν. Δεν αρκεί απλώς να δείχνουμε τις επιπτώσεις του φαινομένου, που πράγματι εκδηλώνονται σήμερα με οξύτητα». Σημείωσε ότι «η προσέγγιση αυτή δεν είναι γενικότερα δημοφιλής στον δημόσιο διάλογο. Συνήθως απουσιάζουν αναφορές στους λόγους που κατέστησαν αναγκαία την εφαρμογή αυστηρών προγραμμάτων προσαρμογής. Αντίθετα, ο διάλογος επικεντρώνεται στις επιπτώσεις αυτών των πολιτικών και όχι στις γενεσιουργές τους αιτίες. Τα προβλήματα όμως των τελευταίων ετών στην παραγωγή, στην απασχόληση, στα εισοδήματα αλλά και στη χρηματοδότηση είναι το τίμημα που χρειάστηκε να καταβληθεί για να αποτραπεί η κατάρρευση της οικονομίας, στην οποία με βεβαιότητα μας οδηγούσαν οι λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος. Τα προγράμματα προσαρμογής είναι το αποτέλεσμα αυτών των επιλογών και όχι η αιτία των προβλημάτων μας. Και ασφαλώς το τίμημα θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν είχε καταρρεύσει η χώρα».

«Σήμερα το τραπεζικό τοπίο στην Ελλάδα έχει πλέον αλλάξει. Η ανακεφαλαιοποίηση και η αναδιάταξη του τραπεζικού συστήματος έχουν οδηγήσει σε λιγότερες και ισχυρότερες τράπεζες, που έχουν εξασφαλίσει την κεφαλαιακή τους επάρκεια, απαραίτητη για την προστασία των καταθέσεων. Αυτό αποκαθιστά σταδιακά την εμπιστοσύνη και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να ενισχυθεί μεσοπρόθεσμα η χορήγηση πιστώσεων στην οικονομία.

Βραχυχρόνια ωστόσο, εξακολουθούν να επιδρούν πολλοί παράγοντες, ώστε οι χορηγήσεις νέων δανείων να παραμένουν προς το παρόν περιορισμένες. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι: α) οι εισροές καταθέσεων που παραμένουν χαμηλές, β) ο λόγος δανείων προς καταθέσεις πρέπει να διατηρείται σε συντηρητικό ύψος, γ) συγκριτικά με άλλες χώρες η χρηματοδότηση που λαμβάνουν οι εγχώριες τράπεζες από το ευρωσύστημα παραμένει υψηλή και θα πρέπει σταδιακά να περιοριστεί σε πιο 'λογικά' επίπεδα, δ) η τόνωση της εμπιστοσύνης, την οποία πέτυχε η ανακεφαλαιοποίηση αμβλύνεται από την ανησυχία που προκαλεί η συσσώρευση των δανείων σε καθυστέρηση».

Οι επιλογές για εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης

Όπως σημείωσε ο Γ. Προβόπουλος, έχει παρατηρηθεί ότι με τις πρώτες ενδείξεις ανάκαμψης οι υγιείς επιχειρήσεις χρηματοδοτούν οι ίδιες την επέκταση των εργασιών τους, αποδίδοντας μικρότερο μέρισμα στους μετόχους με αντάλλαγμα την αναμενόμενη μελλοντική υπεραξία.

Ειδικότερα για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις με μακροχρόνιες και σταθερές εμπορικές συνεργασίες, ένας εναλλακτικός τρόπος χρηματοδότησης είναι η διεκδίκηση επιπρόσθετων εμπορικών πιστώσεων (trade credit) από τις εταιρίες του εξωτερικού με τις οποίες συναλλάσσονται.

Σημαντική πηγή εναλλακτικής χρηματοδότησης είναι και η άντληση κεφαλαίων από τις κεφαλαιαγορές. Ήδη μέσα στο 2013 μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις άντλησαν σημαντικά ποσά μέσω έκδοσης εταιρικών ομολόγων. Τέτοιες πηγές χρηματοδότησης θα αυξάνονται καθώς θα βελτιώνονται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό οι προσδοκίες και θα εμπεδώνεται σταδιακά η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας μας.

Μία άλλη διέξοδος, τέλος, είναι η αξιοποίηση των προγραμμάτων συγχρηματοδότησης δανείων και εγγυοδοσίας με πόρους των Διαρθρωτικών Ταμείων της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ). Εκτιμάται ότι, συνολικά, οι πόροι από τα διαρθρωτικά ταμεία, τις αγορές ομολόγων, το χρηματιστήριο και την ΕΤΕπ μπορούν να καλύψουν μεγάλο μέρος του χρηματοδοτικού κενού της οικονομίας.

Ανώφελο να αφεθούν υπερχρεωμένες επιχειρήσεις να λειτουργούν

Το νέο τραπεζικό σύστημα πατάει πλέον σε πιο στέρεες βάσεις, τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ. Σε κανέναν άλλο κλάδο δεν έχει σημειωθεί τέτοιας (ή έστω και μικρότερης) κλίμακας αναδιάρθρωση, παρά το γεγονός ότι οι πρωτόγνωρες συνθήκες οικονομικής κρίσης την καθιστούσαν αναγκαία. Αυτή η εμπειρία των τραπεζών μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη και για τις επιχειρήσεις των λοιπών τομέων και κλάδων της οικονομίας μας.

Καλούνται λοιπόν σήμερα οι τράπεζες να συμβάλουν ουσιαστικά σε μία προσπάθεια ανασυγκρότησης του παραγωγικού ιστού. Οι νέες πιστώσεις θα πρέπει να κατευθύνονται σε δυναμικές επιχειρήσεις με υψηλό βαθμό εξωστρέφειας και προοπτικές ανάπτυξης. Εξυπακούεται βεβαίως ότι με έναν τέτοιο προσανατολισμό του τραπεζικού συστήματος, θα ήταν ανώφελο και επικίνδυνο να αφεθούν χρόνια αδύναμες, υποκεφαλαιοποιημένες και υπερχρεωμένες επιχειρήσεις να λειτουργούν.

Όπως σημείωσε ο Γ. Προβόπουλος «εκεί που υπάρχουν σοβαρά προβλήματα υποκεφαλαιοποίησης εταιριών πρέπει να υπάρξουν κινήσεις πρωτίστως από την πλευρά των μετόχων για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων τους. Οι επιχειρήσεις οφείλουν εξάλλου στο σύνολό τους να αναλάβουν πρωτοβουλίες αναδιάρθρωσης και οργανωτικής ανασύνταξης, να επιδιώξουν συνεργασίες ή συγχωνεύσεις και να αξιοποιήσουν δίκτυα και συνέργειες που διευκολύνουν τον έλεγχο του κόστους και τον προσανατολισμό προς αγορές του εξωτερικού».

«Συνοψίζοντας, πιστεύω ότι χρειαζόμαστε σήμερα μια ποιοτική και προσανατολισμένη δράση των τραπεζών, με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα στοχεύουν:
• στην ενίσχυση των πραγματικά βιώσιμων επιχειρήσεων, νέων και παλαιών.
• στην ενθάρρυνση επιχειρηματικών πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση μιας
γενναίας κλαδικής αναδιάρθρωσης.
Μια τέτοια πολιτική μπορεί να προωθήσει αποτελεσματικά τη μετάβαση στο νέο υπόδειγμα ανάπτυξης, στην ανασυγκρότηση δηλαδή των παραγωγικών τομέων μέσα από την αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών μονάδων».

Καραμούζης: Πρέπει να επικεντρωθούμε στη διαχείριση του αύριο

Το πρόβλημα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, κυρίως των μικρομεσαίων δεν είναι ελληνικό αλλά πανευρωπαϊκό και κυρίως πρόβλημα των χωρών του νότου της Ευρωζώνης, επισήμανε ο Νικόλαος Καραμούζης συνοψίζοντας τα συμπεράσματα της ημερίδας. 

«Η σημερινή κατάσταση δεν είναι διατηρήσιμη γιατί θέτει τις επιχειρήσεις των χωρών του Nότου και της Ελλάδος σε σοβαρό στρατηγικό ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με τις χώρες του Ευρωπαϊκού βορρά», επεσήμανε και συμπλήρωσε ότι απαιτούνται συλλογικές ευρωπαϊκές παρεμβάσεις για ν΄ αντιμετωπιστεί το πρόβλημα και όχι αποσπασματικές ή μεμονωμένες πρωτοβουλίες, ώστε να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού και να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή συνοχή και προοπτική.

Ο επικεφαλής της Γενικής Τράπεζας επεσήμανε ότι «το πρόβλημα των προβληματικών δανείων δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά είναι ιδιαίτερο έντονο και μεγάλο σε σχετικούς όρους στην Ελλάδα (κοντά στο € 70δισ. NPLs σήμερα, κοντά στο 38% του ΑΕΠ). Όπως είπε «οι Τράπεζες σταδιακά θα πρέπει να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στη διαχείριση του αύριο και όχι στη διαχείριση του χθες, το οποίο θα πρέπει να γίνει από ανεξάρτητες εσωτερικές μονάδες ή/και με τη συνδρομή εξωτερικών και έμπειρων εξειδικευμένων διαχειριστών που επιθυμούν ν’ αναλάβουν τους κινδύνους και να παράσχουν την απαραίτητη ρευστότητα».

Όπως είπε το νέο ρυθμιστικό / εποπτικό περιβάλλον στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με τη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ενιαία εποπτεία των συστημικών Τραπεζών και την διαδικασία εκκαθάρισης των προβληματικών Τραπεζών, αλλάζουν τα δεδομένα στο χρηματοπιστωτικό χώρο. Αφενός, διαμορφώνεται ένα αυστηρότερο και πολυπλοκότερο πλαίσιο λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος με αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος λειτουργίας και χρηματοδότησης.

Αφετέρου καθίσταται σχεδόν βέβαιη η ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα μέσω της απ’ ευθείας πρόσβασής των δανειζομένων στις διεθνείς και εγχώριες αγορές χρήματος και κεφαλαίου.
Ιδιαίτερα ενισχυτική τάση προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί το γεγονός ότι η ιδιωτική αποταμίευση εκτιμάται ότι θα τείνει μεσοπρόθεσμα ν’ απομακρύνεται από τις τραπεζικές καταθέσεις στην Ευρώπη και να τοποθετείται στις διεθνείς κεφαλαιαγορές είτε απ’ ευθείας, μέσω απόκτησης χρεογράφων, είτε έμμεσα μέσω τοποθετήσεων διαθεσίμων σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια. Υπό αυτό το πρίσμα στις ειδικές συνθήκες αβεβαιότητος και κρίσης που λειτουργεί σήμερα η Ελλάδα, παρά τη σημαντική βελτίωση των τελευταίων μηνών, με χαμηλά επίπεδα ρευστότητας, υψηλό κόστος χρήματος και περιορισμένη πρόσβαση των Τραπεζών στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, η χώρα θα πρέπει να αξιοποιήσει και να ενεργοποιήσει όλους τους μηχανισμούς απ’ ευθείας διευκόλυνσης ή χρηματοδότησης των επιχειρήσεων».

«Χρειαζόμαστε πολιτικές που δεν οδηγούν στην πληθωριστική αύξηση των τιμών των υφισταμένων περιουσιακών στοιχείων, αλλά ευθέως στη χρηματοδότηση νέων επενδυτικών σχεδίων και εξωστρεφών δραστηριοτήτων. Η χαλαρή νομισματική πολιτική που εφαρμόζει η ΕΚΤ δεν καταλήγει σήμερα στη χρηματοδότηση της παραγωγικής διαδικασίας στην Ελλάδα», τόνισε ο κ. Καραμούζης.

Κουτσός (ΤΧΣ): Τα μηνύματα από το εξωτερικό είναι ενθαρρυντικά

Το ΤΧΣ αποτελεί το επενδυτικό καταφύγιο για το τραπεζικό σύστημα τόνισε ο αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος του Ταμείου Γιώργος Κουτσός.

Σύμφωνα με το κ. Κουτσό η εμπιστοσύνη των επενδυτών επανέρχεται σταδιακά στην ελληνική οικονομία κάτι που δείχνει περίτρανα τα σημερινά επίπεδα των spread. Επιπλέον επισήμανε ότι το ΤΧΣ είχε και έχει συνομιλίες από πολλούς επενδυτές που ενδιαφέρονται να επενδύσουν στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Οι επενδυτές στις συζητήσεις μας λένε πως πιστεύουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, στη σημερινή διάρθρωση του τραπεζικού συστήματος και στις συνέργειες που θα προκύψουν καθώς και στο «equity story» της κάθε τράπεζας. Τα μηνύματα από το εξωτερικό είναι ενθαρρυντικά.

Τέλος στέλνοντας ένα μήνυμα προς τις τράπεζες ως εκπρόσωπος του Βασικού Μετόχου είπε πως πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι θα λειτουργήσουν σε ένα έντονο εποπτικό περιβάλλον λόγω της χρηματοδότησής τους και θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην ενίσχυση της ρευστότητας και στην επιστροφή σε ιδιωτικά χέρια.

Σε ερώτηση πόσα εκτιμά το ΤΧΣ ότι θα λάβει από τις συστημικές τράπεζες απάντησε ότι με βάση τη σημερινή αποτίμηση τους ο στόχος δεν είναι μακριά, ωστόσο θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατούν στην αγορά όταν θα γίνουν οι πωλήσεις των τραπεζών.

«Αν εφαρμοστούν κατά γράμμα οι όροι θα πνιγεί η αγορά»

«Οι όροι που αναφέρονται στα προγράμματα αναδιάρθρωσης των τραπεζών είναι πάρα πολύ αυστηροί και αν εφαρμοστούν κατά γράμμα θα οδηγήσουν σε περαιτέρω πνίξιμο της αγοράς», τόνισε ο Γενικός Διευθυντής της Alpha Bank Αρτέμης Θεοδωρίδης και ανέλυσε και αυτός με τη σειρά του, ότι οι βασικές πηγές χρηματοδότησης για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι οι ομολογιακές εκδόσεις για τις μεγάλες και τις μεσαίες και τα εξειδικευμένα προγράμματα από τα διαρθρωτικά Ταμεία και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για τις μικρές.

Κλείνοντας ανέδειξε ως επιτακτική ανάγκη την επιστροφή καταθέσεων στην Ελλάδα για να συνεχιστεί η χρηματοδότηση.

Σύμφωνα με τον Φωκίων Καραβία γενικός διευθυντής της Eurobank θα μπορέσουν κάποιες ελληνικές τράπεζες να κάνουν τις πρώτες κινήσεις ώστε να αντλήσουν χρήμα από τις διεθνείς αγορές. Εκτίμησε ότι θα πρέπει να υπάρξει αγορά ομολόγων και για τις μικρές επιχειρήσεις.

Απαραίτητη η πολιτική σταθερότητα, λένε οι επιχειρηματίες

Σταθερότητα στο πολιτικό σκηνικό και ενίσχυση του κύρους και της αξιοπιστίας της οικονομίας ως πρώτο στάδιο για την αποκατάσταση τόσο της λειτουργίας των τραπεζών όσο και της πραγματικής οικονομίας έθεσαν ως προτεραιότητα εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου που συμμετείχαν στην ημερίδα του ΣΕΒ.

Ο κ.  Χ. Γαβαλάς εκ μέρους του ομίλου Μυτιληναίου θεώρησε μείζον την υποστήριξη της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, η οποία συνεχίζει να επιχειρεί σε πολύ δύσκολες συνθήκες, που υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητά της.

Αναφερόμενος στα προβλήματα προέταξε την έλλειψη ρευστότητας, το υψηλό κόστος δανεισμού, το φορολογικό, την απόσυρση των οργανισμών ασφάλισης πιστώσεων και τη χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Σύμφωνα με τον κ. Γαβαλά η απάντηση στα προβλήματα εκ μέρους των επιχειρήσεων ήταν η διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων και η έξοδος από την εσωστρέφεια, την ευκολία αλλά και την ασφάλεια που παρείχε μέχρι τότε η εγχώρια οικονομία και το τραπεζικό σύστημα. Προσέθεσε ότι πέραν των επιθετικών κινήσεων, η περικοπή του κόστους λειτουργίας στα όρια διασφάλισης της απαιτούμενης ασφάλειας και ποιότητας ήταν η επόμενη κίνηση χωρίς βέβαια αυτή να επιλύσει το πρόβλημα.

Εκτίμησε ωστόσο ότι το μοντέλο διαρκούς συμπίεσης κόστους λειτουργίας δεν μπορεί να λειτουργεί επ'άπειρον και τόνισε ότι μόνο οι νέες παραγωγικές επενδύσεις και η μείωση του χρηματοοικονομικού κόστους θα μπορέσουν να επαναφέρουν τις ελληνικές επιχειρήσεις σε αναπτυξιακή τροχιά.

Σημείωσε ωστόσο ότι ο όμιλος αλλά και εταιρικοί οργανισμοί στην Ελλάδα κατάφεραν να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια αποκαθιστώντας εν μέρει την έλλειψη ρευστότητας, γεγονός που μεταφράζει ως ψήφο εμπιστοσύνης.

Από την πλευρά του ο κ. Α. Καλλιτσάντσης (Ελλάκτωρ) ζήτησε την πάση θυσία προσέλκυση ξένων επενδύσεων με σειρά μέτρων αλλά και με την υποστήριξη της ιδιωτικής εγχώριας πρωτοβουλίας ώστε να αντιμετωπιστούν τα σημαντικά προβλήματα (ρευστότητα, υψηλό κόστος ενέργειας, γραφειοκρατία).

Τόνισε πως η ανάπτυξη δεν θα προέλθει από τον Δημόσιο Τομέα με τον παραδοσιακό τρόπο. 

Ο κ. Ν. Κουτσιανάς, CEO της Apivita, έκανε λόγο για ανάγκη εθνικής συνεννόησης και τη συγκρότηση ενός πενταετούς επιχειρησιακού πλάνου για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Εκτίμησε ότι η κρίση παρά το κόστος της θα μπορούσε να είναι πολύ χρήσιμη και να κάνει καλό μακροπρόθεσμα στην οικονομία της χώρας.

Δασκαλόπουλος: Οι καλύτερες ημέρες δεν έρχονται νομοτελειακά

«Μετά από πέντε χρόνια κρίσης, όπου η χώρα έζησε την οικονομική της κατάρρευση και πλήρωσε ένα τεράστιο κοινωνικό κόστος, φαίνεται ότι φτάσαμε στον πάτο του βαρελιού. Ας μην βαυκαλιζόμαστε, όμως, ότι θα έρθουν, νομοτελειακά, καλύτερες ημέρες επειδή κάποια στιγμή, από τον πάτο του βαρελιού, η άνοδος προκύπτει σχεδόν αυτόματα», τόνισε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος μιλώντας στην ημερίδα του ΣΕΒ για τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.

Όπως είπε, «στον σύγχρονο κόσμο μία οικονομία -και μάλιστα μικρή όπως η δική μας- μπορεί κάλλιστα να παραμείνει καθηλωμένη στον πάτο για χρόνια».

Επίσης ο πρόεδρος του ΣΕΒ σημείωσε πως μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν, ενώ ούτε το σημερινό περιβάλλον βοηθά:

* Η επώδυνη δημοσιονομική προσαρμογή δεν έθιξε ακόμα εμφανώς τις δομές και τις παθογένειες του ναυαγισμένου κράτους.
* Η συνταγή του μνημονίου δεν βγάζει πλέον πουθενά. Έχει καταλήξει στο να μειώνει συνεχώς το εισόδημα και να αυξάνει συνεχώς τους φόρους.
* Το διακύβευμα της παραγωγικής ανασυγκρότησης μόνο κατ’ επίφαση έχει τεθεί στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου.
* Το τραπεζικό σύστημα, ο βασικός αιμοδότης της οικονομίας, τσακίστηκε στις συμπληγάδες του δημόσιου χρέους και βρίσκεται ακόμα σε διαδικασία επίπονης αναδιάρθρωσης. Η συνεισφορά του στη ριζική ανασυγκρότηση της οικονομίας μόνο οριακή μπορεί να είναι στο άμεσο μέλλον.

Κρίσιμο είπε πως είναι το θέμα της χρηματοδότησης της ανάπτυξης. Όπως ανέφερε, μόνο ο ιδιωτικός τομέας, με επικεφαλής τη σύγχρονη επιχειρηματική τάξη, μπορεί να φέρει την ανάπτυξη και η πολιτική ηγεσία καλείται να σταματήσει:

• Τη μεταφορά πόρων από την ιδιωτική οικονομία στη δημόσια και χρεών από τη δημόσια στην ιδιωτική.
• Την αποπληρωμή των χρεών του δημοσίου με την ταυτόχρονη δημιουργία νέων.
• Τη φορολογία στην παραγωγή και στο κεφάλαιο αντί στο εισόδημα και στα κέρδη.
• Τη διατήρηση ενός πολύπλοκου, διαρκώς μεταβαλλόμενου και μη ανταγωνιστικού σε σύγκριση με την Ευρώπη, φορολογικού συστήματος.
• Την εφαρμογή πολιτικών που αποθαρρύνουν την αποταμίευση και στηρίζουν το μοντέλο ανάπτυξης που μας έφερε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.

Όπως είπε ο κ. Δασκαλόπουλος, αν δεν αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα στη ρίζα τους, οι επιχειρηματικές προσπάθειες θα είναι μάταιες.

«Πρωταρχικό ζητούμενο σε αυτήν την προσπάθεια είναι να υλοποιηθούν όλες εκείνες οι μεταρρυθμίσεις που θα ανοίξουν τις αγορές στον ανταγωνισμό και στη δημιουργική επιχειρηματική δράση και -ακόμα περισσότερο- οι μεταρρυθμίσεις εκείνες που θα περιορίσουν το κράτος και τους πολυπλόκαμους μηχανισμούς του - που εξακολουθούν να δημιουργούν ελλείμματα, να απορροφούν τη ρευστότητα και τα κεφάλαια του ιδιωτικού τομέα και να πνίγουν την ανάπτυξη».

Νέα εκτίναξη των NPLs προβλέπει η PwC

Περαιτέρω άνοδος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 40%, από 32% που ήταν το 2013, εκτίμησε ότι θα υπάρξει το 2014 ο Μάριος Ψάλτης, διευθύνων σύμβουλος της PricewaterhouseCooper σε ομιλία του στην ημερίδα.

Επίσης ανέφερε ότι θα προστεθούν 20 δισ. ευρώ στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Αναφερόμενος γενικότερα στις προτεραιότητες των ελληνικών τραπεζών ο κ. Ψάλτης επισήμανε ότι θα πρέπει να επιτύχουν κέρδη προ προβλέψεων τουλάχιστον 4 - 5 δισ. ευρώ προκειμένου να μπορέσουν να προχωρήσουν.

Η επάνοδος στην κερδοφορία είναι αναγκαία προϋπόθεση για να αντιμετωπισθούν οι ζημίες που θα προκύπτουν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και κατ' επέκταση για να υπάρξει δυνατότητα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.

Αναφορικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των εξυπηρετούμενων δανείων, είπε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να προχωρήσουν στη δημιουργία εσωτερικών εξειδικευμένων μονάδων, επισημαίνοντας ότι το μοντέλο των bad banks στην Ελλάδα δύσκολα μπορεί να εφαρμοστεί.

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v