Alpha: Ασπίδα το ευρώ για την Ελλάδα

Έχοντας το σταθερό ευρώ ως εθνικό νόμισμα και με πλήρως αναδιαρθρωμένο και ανακεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα, η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει χρηματοοικονομικές αναταράξεις, αναφέρει η Alpha Bank. Tα... επιτεύγματα της χώρας στην οικονομία.

Alpha: Ασπίδα το ευρώ για την Ελλάδα

Η Ελλάδα καταγράφει ήδη σημαντικές επιτυχίες όσον αφορά την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, που επιβάρυναν και φαλκίδευαν τις δυνατότητες αυτοδύναμης ανάπτυξης της οικονομίας της έως το 2009, αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.

Πρώτον, το εκτιμώμενο εντυπωσιακό πλεόνασμα στο εξωτερικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ) της χώρας ύψους άνω του 1,1% του ΑΕΠ το 2013 (από έλλειμμα -10,3% του ΑΕΠ το 2009).

Δεύτερον, το ανωτέρω πλεόνασμα συνδυάζεται με το γεγονός ότι η Ελλάδα κατέγραψε και σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα στη γενική κυβέρνηση, ύψους άνω του € 1,4 δισ. (0,8% του ΑΕΠ) το περασμένο έτος, από σημαντικό έλλειμμα -10,4% του ΑΕΠ το 2009.

Τρίτον, η Ελλάδα έχει ήδη επιτύχει ουσιαστική βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της, με την εσωτερική υποτίμηση της πραγματικής σταθμισμένης ισοτιμίας του ευρώ με βάση το σχετικό δείκτη κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, κατά ποσοστό άνω του 23% στο 4ο 3μηνο του 2013 έναντι του 4ου 3μήνου του 2009.

Με βάση τα ανωτέρω, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε θέση αποκατάστασης των συνθηκών που θα της επιτρέψουν να επιτύχει την ενίσχυση της οικονομίας της με σημαντικές εισροές επιχειρηματικών κεφαλαίων, όπως ήδη συνέβη, σε βαθμό μεγαλύτερο του αναμενομένου, το 2013.

Τις τελευταίες ημέρες, πάντως, το ελληνικό χρηματιστήριο και οι αγορές ομολόγων δέχονται πιέσεις λόγω αρνητικών εξελίξεων στις αναδυόμενες αγορές.

Ωστόσο, η πτώση στις ελληνικές αγορές οφείλεται και στην αποκόμιση σημαντικών κερδών από τους επενδυτές, καθώς σημειώνονται αναίτιες καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της τρέχουσας εξέτασης από την τρόικα και στην καταβολή των δόσεων της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, αναφέρει η Alpha.

Επιπλέον, πολύ επιζήμια είναι και η καθυστέρηση επαναϊδιωτικοποίησης των ελληνικών τραπεζών.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, απαιτείται πλέον μεγάλη προσοχή στον τρόπο που ασκείται η οικονομική πολιτική διότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο τη δυσπιστία των αγορών για ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα αλλά και τις επιπτώσεις από τις εξελίξεις στις αναδυόμενες αγορές, παρόλο που η κατάσταση στη χώρα είναι τελείως διαφορετική.

Αν μη τι άλλο, η Ελλάδα είναι πλέον χώρα προσέλκυσης κεφαλαίων, και λογικά δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από την τάση φυγής κεφαλαίων που πλήττει τελευταίως τις οικονομίες που κατατάσσονται στις αναδυόμενες. Η εκροή κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια από την Ελλάδα λόγω της κρίσης δημοσίου χρέους αναμένεται να αναστραφεί καθώς εδραιώνεται η δημοσιονομική προσαρμογή και αποκαθίσταται σταδιακά η εμπιστοσύνη στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Έχοντας το σταθερό ευρώ ως εθνικό νόμισμα και με πλήρως αναδιαρθρωμένο και ανακεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα, η χώρα μας δεν αντιμετωπίζει χρηματοοικονομικές αναταράξεις, σε αντίθεση με τις κυριότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες που αντιμετωπίζουν (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) συνθήκες συναλλαγματικής και οικονομικής κρίσης στην τρέχουσα περίοδο, αναφέρει η Alpha.

H κρίση στις αναδυόμενες

Στη συνέχεια, γίνεται μία προσπάθεια να αναδειχθούν τα προβλήματα που συνεπάγεται η ύπαρξη εθνικού νομίσματος και η άσκηση αυτόνομης νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής, σε μικρές, ιδίως, χώρες, όταν οι κυβερνήσεις λειτουργούν χωρίς την εφαρμογή αυστηρών εισοδηματικών περιορισμών, αναφέρει η Alpha.

Η αστάθεια του νομίσματος και ο πληθωρισμός είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, τα θλιβερά αποτελέσματα, που τείνουν να απομειώνουν τα πραγματικά εισοδήματα, να διώχνουν τις επενδύσεις και να αποσταθεροποιούν τις κυβερνήσεις.

Πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες, από τον Μάιο του 2013, και ιδιαίτερα στο τελευταίο 10ήμερο, αντιμετωπίζουν μεγάλες εκροές επενδυτικών κεφαλαίων και έντονες υποτιμητικές τάσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες των νομισμάτων τους. Τα προηγούμενα χρόνια, αναπτυσσόμενες οικονομίες είχαν επωφεληθεί από την υπερβάλλουσα ρευστότητα που δημιουργήθηκε παγκοσμίως από την εξαιρετικά διευκολυντική νομισματική πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών των ανεπτυγμένων οικονομιών και ιδιαίτερα της FED για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής και οικονομικής κρίσης.

Στο πλαίσιο αυτό, προσέλκυσαν μεγάλες ποσότητες επενδυτικών κεφαλαίων στις οικονομίες τους ενισχύοντας ουσιαστικά τις αναπτυξιακές τους επιδόσεις. Τώρα, που έχει ήδη αρχίσει η διαδικασία περιορισμού της παγκόσμιας ρευστότητας από τη FED, υπάρχουν τάσεις φυγής κεφαλαίων από πολλές αναδυόμενες αγορές.

Έτσι, τις ημέρες αυτές ζούμε για μία ακόμη φορά την ιστορία των επαναλαμβανόμενων συναλλαγματικών και οικονομικών κρίσεων στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίες ακολουθούν συνήθως περιόδους υπέρμετρα υψηλών καθαρών εισροών κεφαλαίων από το εξωτερικό, όπως άλλωστε συνέβη και στην Ελλάδα έως το 2009. Κατά την περίοδο των μεγάλων εισροών κεφαλαίων οι αναπτυσσόμενες οικονομίες μετονομάζονται σε αναδυόμενες αγορές. Ειδικότερα, οι συναλλαγματικές κρίσεις οδηγούν τις χώρες αυτές (πολλές από τις οποίες διαθέτουν πλουτοπαραγωγικούς πόρους πολύ μεγαλύτερης αξίας ακόμη και από πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες) σε καθήλωση των οικονομιών τους σε πολύ χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης και, το σπουδαιότερο, σε επιδεινούμενη ανισοκατανομή των εισοδημάτων.

Ειδικότερα, εκείνοι που υποφέρουν περισσότερο από τις συναλλαγματικές κρίσεις είναι γενικά εκείνοι που δεν έχουν τη δυνατότητα να αποφύγουν τη διάβρωση των εισοδημάτων τους με τον υπέρμετρα υψηλό και αυξανόμενο πολλές φορές πληθωρισμό, όπως οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Στις χώρες που έχουν δικό τους νόμισμα, ο πληθωρισμός προκύπτει συνήθως αρχικά από την αύξηση της εγχώριας ζήτησης με συνεχή αύξηση της εγχώριας πιστωτικής επέκτασης και των ελλειμμάτων του δημόσιου τομέα, με χρηματοδότηση αυτών των ελλειμμάτων κατά ένα μέρος με μεγάλες εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό. Στη συνέχεια, ο πληθωρισμός επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από τις μεγάλες κατά κανόνα υποτιμήσεις των δικών τους νομισμάτων αυτών των χωρών, όταν οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό αντιστρέφονται απότομα και καταλυτικά.

Οι κρίσεις επαναλαμβάνονται συνήθως σε αναπτυσσόμενες χώρες που διαθέτουν δικό τους νόμισμα και κυβερνήσεις πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν το τραπεζικό σύστημα και τη νομισματική και συναλλαγματική πολιτική για να επιταχύνουν την ανάπτυξη των οικονομιών τους και ταχεία αύξηση της απασχόλησης και των εισοδημάτων των εγχώριων κατοίκων τους, επωφελούμενες και από τη δυνατότητα προσέλκυσης σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό

Στη συνέχεια, για να συγκρατήσουν την ταχεία αύξηση του πληθωρισμού που προκύπτει από την υψηλή εγχώρια πιστωτική επέκταση προς τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, διατηρούν τη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματός τους σε ανατιμημένα επίπεδα με τη βοήθεια των εισροών κεφαλαίων από το εξωτερικό, όπου τα μεγάλα συνήθως πλεονάσματα στον Λογαριασμό Κεφαλαίων (ΛΚ) του εξωτερικού ισοζυγίου πληρωμών τους αντικατοπτρίζονται αναπόφευκτα σε αντίστοιχα ελλείμματα στο ΙΤΣ.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινώνονται για οποιονδήποτε λόγο, δημιουργούνται καταστάσεις φυγής κεφαλαίων και ταχείας υποτίμησης των νομισμάτων αυτών των χωρών οδηγώντας συνήθως ακόμη και σε πλήρη αποσταθεροποίηση τις οικονομίες τους. Τότε, σε μια προσπάθεια αποτροπής της πλήρους κατάρρευσης των οικονομιών τους, πολλές κυβερνήσεις καταφεύγουν στην επιβολή αυστηρών συναλλαγματικών περιορισμών (δηλαδή απαγορεύουν την εξαγωγή χρηματικών ποσών από τη χώρα είτε πρόκειται για εγχώριο είτε για ξένο νόμισμα), στην απαγόρευση της τήρησης λογαριασμών σε συνάλλαγμα στις εγχώριες τράπεζες, ή σε τράπεζες του εξωτερικού, στην κεντρική διανομή συναλλάγματος με υπερτιμημένη ισοτιμία σε φορείς που ασκούν συγκεκριμένες δραστηριότητες, κ.ά., δηλαδή σε πολιτικές που επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Τουρκία

Συγκεκριμένα, η τουρκική Λίρα (TRY) διολισθαίνει ταχέως τις τελευταίας εβδομάδες έχοντας υποτιμηθεί την 24η.1.2014 έναντι του δολαρίου κατά 8,8% από τις αρχές του 2014, κατά 30% από τη μέση ισοτιμία της στο 1ο 10ήμερο του Μαΐου 2013 και κατά 33,6% από την 1η.2.2013. Μετά από αυτές τις εξελίξεις σήμερα χρειάζονται 2,34 τουρκικές λίρες για να αγοραστεί 1 δολάριο, από 1,745 που χρειάζονταν την 1η.2.2013.

Στην περίπτωση της Τουρκίας, η κατάσταση επιβαρύνεται και από την κυβερνητική αστάθεια λόγω των αποκαλύψεων περιπτώσεων διαφθοράς και γενικότερων ανταγωνισμών που χαρακτηρίζουν το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Αργεντινή

Το πέσο της Αργεντινής (ARS) έχει σημειώσει ακόμη μεγαλύτερη κατάρρευση, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 4. Η επίσημη ισοτιμία διαμορφωνόταν στα 8,0014 ARS/USD την 24η.1.2013, έχοντας σημειώσει πτώση 22,3% από τη 2α.1.2014 και 60,5% από την 1η.2.2013. Μάλιστα, εκτιμάται ότι η ισοτιμία στην παράλληλη αγορά συναλλάγματος υπερέβαινε την 24η.1.2014 τα 13,1 ARS/USD.

Η διολίσθηση του πέσο επιταχύνθηκε στις 22.1.2014, όταν η Κεντρική Τράπεζα της Αργεντινής διέκοψε τις παρεμβάσεις της στην αγορά συναλλάγματος λόγω της μείωσης των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα.

Βραζιλία

Σε υποτιμητική πορεία έναντι του δολαρίου (USD) βρίσκεται και το νόμισμα της Βραζιλίας (ρεάλ, ή BRL), από τον Ιούλιο του 2011, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα. Έτσι, την 25η.1.1014 το BRL είχε σημειώσει πτώση 55,7% έναντι της 25ης.7.2011, 20,6% έναντι της 1ης.2.2013 και κατά 1,5% έναντι της 31ης.12.2013.

Μάλιστα, οι εξελίξεις αυτές σημειώνονται σε μια χώρα που δεν επηρεάστηκε ουσιαστικά από την παγκόσμια οικονομική κρίση αφού είχε αύξηση του ΑΕΠ 5,2% το 2008 και μικρή πτώση του ΑΕΠ 0,3% το 2009, μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ 7,4% το 2010 και επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ στη συνέχεια στο +2,7% το 2011 και στο 0,9% το 2012, με εκ νέου επιτάχυνση στο 2,5% το 2013.

Συμπερασματικά, όταν μια χώρα σαν τη Βραζιλία θα πρέπει συνεχώς να βρίσκεται σε εγρήγορση ώστε να είναι σε θέση να διατηρεί τη χρηματοοικονομική και συναλλαγματική σταθερότητα που αποτελούν τη βασική προϋπόθεση για την ικανοποιητική ανάπτυξη της οικονομίας της, γίνεται περισσότερο εμφανές το πόσο αναγκαία είναι η χρηματοοικονομική σταθερότητα σε μια πολύ μικρή χώρα όπως η Ελλάδα.

Η Βραζιλία μπορεί να έχει το δικό της νόμισμα και να ασκεί δική της νομισματική και συναλλαγματική πολιτική διότι είναι μια μεγάλη χώρα 196,5 εκατ. κατοίκων, με ΑΕΠ που υπερβαίνει τα $ 2,25 τρισ. και με σημαντικές εξαγωγές σε προϊόντα στα οποία κατέχει ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη στις παγκόσμιες αγορές.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Αντίθετα, η Ελλάδα εισάγει και εξάγει σε δεδομένες τιμές και δεν μπορεί να έχει (χωρίς μεγάλο κόστος) δικό της νόμισμα διότι δεν μπορεί να έχει δική της νομισματική και συναλλαγματική πολιτική.

Το πιο σημαντικό πλεονέκτημά της δεν είναι άλλο από το σταθερό της νόμισμα, το ευρώ.

Το γεγονός ότι δεν έχει δικό της νόμισμα δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην επίτευξη της αναγκαίας δραστικής βελτίωσης στη διεθνή ανταγωνιστικότητά της.

Το ότι αυτό επιτεύχθηκε με πολύ μεγάλο κόστος προσαρμογής δεν οφείλεται στο ότι αυτή η αναγκαία υποτίμηση της πραγματικής ισοτιμίας έγινε με εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή με διαφανή μείωση των πραγματικών μισθών στην Ελλάδα, και όχι με την ίδια ακριβώς μείωση αυτών των μισθών, αλλά με αδιαφανή τρόπο, μέσω υποτίμησης του νομίσματος.

Το μεγάλο κόστος προσαρμογής οφείλεται στην εξάλειψη του εξωτερικού δανεισμού που στήριζε τη ζήτηση για ένα πολύ μεγάλο μέρος των παραγωγικών δραστηριοτήτων στη χώρα πριν από την κρίση, αναφέρει η Alpha.

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v