Ενδείξεις μείωσης της πιστοληπτικής τους ικανότητας παρουσιάζουν η Φινλανδία και το Βέλγιο, σύμφωνα με τη μελέτη του CEP, τμήμα της οποία δημοσιεύει η σημερινή Die Welt.
«Τώρα έχουν μολυνθεί και οι βορειοευρωπαϊκές χώρες», διαπιστώνει ο πρόεδρος του Κέντρου Λούντερ Γκέρκεν, προσθέτοντας ότι «μολονότι η Φινλανδία και το Βέλγιο δεν ανήκουν στις μεγάλες χώρες, είναι ανησυχητικό το γεγονός πως και χώρες της βόρειας Ευρώπης καθίστανται προβληματικές».
Ενδιαφέρουσες ωστόσο είναι οι διαπιστώσεις του CEP για την πιστοληπτική ικανότητα των χωρών της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, με βάση τον σχετικό δείκτη του κέντρου «Deufault-Index 2014», η κατάσταση της Ιταλίας και της Ελλάδας επιδεινώνεται.
Οι οικονομολόγοι δεν διακρίνουν σχεδόν καμία δυνατότητα να αποπληρώσει κάποτε η Ελλάδα τα δάνεια που έχει λάβει από το εξωτερικό, ενώ εκφράζονται και ανησυχίες για τη Γαλλία. Αντίθετα, θετικές είναι οι εκτιμήσεις για την Ιρλανδία και την Ισπανία. Στον δείκτη του, το γερμανικό think tank με έδρα το Φράιμπουργκ, δεν λαμβάνει υπόψη του μόνο το χρέος των χωρών αλλά και την επενδυτική δραστηριότητα σε αυτές, καθώς όπως υπογραμμίζεται, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων επηρεάζει την πιστοληπτική ικανότητα ενός κράτους.
Υποχώρησαν οι επενδύσεις στην Ελλάδα
Αναφορικά με την Ελλάδα, το CEP δεν διαπιστώνει τάσεις βελτίωσης. «Η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας συνεχίζει να μειώνεται και μάλιστα σαφώς ταχύτερα σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης», αναφέρεται στη μελέτη. Σε σύγκριση με το 2012, οπότε κατεγράφησαν επιτυχίες στο πεδίο της σταθεροποίησης, το 2013 σημειώθηκε επιδείνωση, με βάση τους υπολογισμούς του Κέντρου.
Οι καθαρές εισροές κεφαλαίων υποχώρησαν εκ νέου τη χρονιά που πέρασε, ωστόσο, αντί να γίνουν περικοπές στην κατανάλωση, υποχώρησαν οι επενδύσεις, γεγονός το οποίο οδήγησε στην πτώση της ανταγωνιστικότητας και κατ' επέκταση των δυνατοτήτων για ανάπτυξη, αναφέρεται στη μελέτη.
Σχολιάζοντας τα πορίσματα της μελέτης, η Die Welt εκτιμά ότι «οι Έλληνες εξακολουθούν να ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους» και επικαλείται σχετικά σημεία αυτής που στηρίζουν τη συγκεκριμένη θέση. «Το ποσοστό της κατανάλωσης επί του διαθέσιμου εισοδήματος στην Ελλάδα δεν είναι μόνο το υψηλότερο στην ευρωζώνη, αλλά και σε ολόκληρη την Ε.Ε.» αναφέρουν οι συντάκτες της, προσθέτοντας ότι από το 2002 το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 100%, ενώ πέρυσι σημείωσε και νέα αύξηση.
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα υπερχρεώνεται στο εξωτερικό προκειμένου να χρηματοδοτήσει καταναλωτικές δαπάνες, γεγονός το οποίο οξύνει την κρίση. Χωρίς δραστική μείωση του ποσοστού κατανάλωσης δεν είναι δυνατόν να ανακτήσει η χώρα την πιστοληπτική της ικανότητα, αναφέρει το ερευνητικό επιτελείο του CEP και συμπεραίνει πως δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια τέτοια πολιτική περικοπών, με συνέπεια η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας να μειώνεται ταχύτερα στη φάση αυτή, σε σχέση με άλλες χώρες. Και για τον λόγο αυτόν η Ελλάδα θα παραμείνει στο εγγύς μέλλον εξαρτημένη από τη βοήθεια άλλων κρατών.