Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Iniohos: Δεν είναι απαραίτητο το κούρεμα χρέους

Υπέρ της επιμήκυνσης και όχι δραστικών λύσεων τάσσεται η Iniohos Advisory Services. Υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση πρέπει να δεσμευτεί στη δημοσιονομική πολιτική και βλέπει εφικτή τη χαλάρωση των υπέρμετρα φιλόδοξων στόχων σε αυτό το επίπεδο.

Iniohos: Δεν είναι απαραίτητο το κούρεμα χρέους

Αντίθετα με τα όσα ισχυρίζονται πολλοί, ότι το ελληνικό χρέος είναι μη βιώσιμο και ότι ένα κούρεμα είναι αναπόφευκτο, τα δεδομένα καταδεικνύουν ξεκάθαρα το αντίθετο ή τουλάχιστον ότι δεν είναι τόσο προφανής η μη βιωσιμότητά του, συμπεραίνει η Iniohos Advisory Services σε ειδική μελέτη της για το μείζον ελληνικό ζήτημα της οικονομικής αλλά και πολιτικής σφαίρας.

Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, και πιο συγκεκριμένα του επίσημου τομέα εκτός ΔΝΤ , θα βρεθεί, συνεχίζει η Iniohos, σίγουρα στην ημερήσια διάταξη το 2015, ιδιαίτερα μετά τη νίκη της Αριστεράς στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Νέες επεκτάσεις της ωριμότητας των ευρωπαϊκών δανείων και χαμηλότερα επιτόκια για τα διμερή δάνεια συγκαταλέγονται μεταξύ των δυνητικών και πιθανών επιλογών Νέοι ευνοϊκότεροι όροι στα δάνεια θα είχαν τη δυνατότητα να ξεκαθαρίσουν περαιτέρω τον ορίζοντα και να επιταχύνουν την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, που έχει ανασταλεί από το περασμένο καλοκαίρι μετά την επιδείνωση του πολιτικού κλίματος και την αύξηση της πολιτικής αβεβαιότητας.

Οι οποιεσδήποτε παροχές/ελαφρύνσεις δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από την νέα κυβέρνηση με σκοπό τον επαναπροσδιορισμό και την μεταβολή την δημοσιονομικής πολιτικής. Θα δοθούν εφόσον η νέα κυβέρνηση δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει την δημοσιονομική προσαρμογή. Κατά την άποψή μας, συμπεραίνει η Iniohos, δεν αποκλείεται μια χαλάρωση των πολύ απαιτητικών και υπέρμετρα φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων, και μια έμφαση στην επιτάχυνση της εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα καθιστούσαν το έδαφος πιο εύφορο στην επιχειρηματικότητα και θα συνέδραμαν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της ελκυστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Η Iniohos υιοθετεί την προσέγγιση ότι η φύση και η διάρθρωση του ελληνικού χρέους, επιτρέπει, πρώτον, να ληφθεί υπόψη η επέκταση της εξυπηρέτησης και αποπληρωμής του, και δεύτερον, η αποτύπωση σε σημερινές τιμές αυτού.

Θεωρητικά, το προεξοφλητικό επιτόκιο των μελλοντικών χρηματικών ροών, χρεολύσια και τόκοι, πρέπει να αντιστοιχεί με το επιτόκιο στο οποίο η Ελλάδα χρηματοδοτείται υπό κανονικές συνθήκες. Τα τρέχοντα επιτόκια αγοράς, κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι αντιπροσωπευτικά, επειδή ενσωματώνουν ένα υπέρμετρα υψηλό ασφάλιστρο κινδύνου που συνδέεται άμεσα με την παρούσα πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα. Με βάση ένα προεξοφλητικό επιτόκιο 6,035% (χαμηλό της 15ετούς απόδοσης το 2014), η καθαρή παρούσα αξία διαμορφώνεται στο 90,6% του ΑΕΠ 2014.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, συνεχίζει η Iniohos, το ελληνικό επιτοκιακό βάρος δεν είναι θεαματικά υψηλό, όπως και το χρέος δεν κινείται ανεξέλεγκτα ανοδικά, γεγονός το οποίο οφείλεται κυρίως στην μείωση του τεκμαρτού επιτοκίου, από 4,5% το 2011 σε 2,5% το 2014. Πλέον, αυτό διαμορφώνεται κάτω από μέσο όρο της ζώνης του ευρώ των 18 χωρών, 2,5% έναντι 3,1%, και συγκαταλέγεται μεταξύ των χαμηλότερων, οριακά χαμηλότερο και από αυτό της Γερμανίας. Αντικατοπτρίζει, καθυστερημένα, αλλά ουσιαστικά την βελτίωση των χρηματοδοτικών συνθηκών που προσφέρθηκαν στην Ελλάδα.

Δεδομένου ότι τα επιτόκια είναι ήδη χαμηλά, πέρα από τις όποιες νέες ελαφρύνσεις, προτεραιότητα και έμφαση πρέπει να δοθεί στην επιτάχυνση των ρυθμών ονομαστικής μεγέθυνσης της οικονομίας, καθώς αυτή θα συνεισφέρει καταλυτικά και σημαντικά στην συρρίκνωση του χρέους, ενώ παράλληλα θα συνεισφέρει στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων.

Συμπερασματικά, καταλήγει σε αντίθεση με την διαδεδομένη ιδέα, η απομείωση μέρους των δανείων του επίσημου τομέα δεν είναι απαραίτητη για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Ο λόγος του δημόσιου χρέους είναι ένα μόνο, μεταξύ άλλων, στοιχείο αξιολόγησης. 

Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν αποτελεί το πλέον ενδεικτικό κριτήριο, καθώς δεν αντικατοπτρίζει τις πολλαπλές ελαφρύνσεις που έχουν παραχωρήσει οι δανειστές, ούτε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του δημοσίου χρέους, όπως την εκτεταμένη βαρύτητα του επίσημου τομέα (78,1% στο σύνολό του, 61,7% για EFSF και διμερή δάνεια αντίστοιχα), την μεγάλη περίοδο ωρίμανσης (16,8 έτη στο σύνολό του, 23,3 για EFSF και διμερή δάνεια αντίστοιχα), το ανταγωνιστικό χαμηλό μέσο επιτόκιο που φέρει (2,3% στο σύνολό του, 1,5% για EFSF και διμερή δάνεια αντίστοιχα) και το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησής του ως ποσοστό του ΑΕΠ (2,5%), που καθιστούν το χρέος πιο βιώσιμο από αυτό που θα προέκυπτε από την απλή ανάγνωση του λόγου χρέους ως προς το ΑΕΠ.

Αυτό δεν αποκλείει επιπλέον ελαφρύνσεις στα πλαίσιο ενός νέου OSI, με την μορφή ακόμη πιο ευνοϊκών όρων στα διμερή και EFSF δάνεια, που θα βελτίωναν ακόμη περισσότερο την βιωσιμότητα του χρέους.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v