Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 26,03% το μήνα Δεκέμβριο (2014). Οι απασχολούμενοι, οι άνεργοι, το εργατικό δυναμικό και ο μη ενεργός πληθυσμός ήταν της τάξης των 3,505.57, 1,233.40, 4,738.97 και 3,371.76 χιλ. ατόμων αντίστοιχα, αναφέρει η Eurobank στο «7ημέρες οικονομία».
Όπως αναφέρει η Eurobank την προηγούμενη εβδομάδα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) δημοσίευσε την έρευνα εργατικού δυναμικού για το μήνα Δεκέμβριο (2014). Σε όρους ετήσιας μεταβολής το ποσοστό της ανεργίας συνέχισε την καθοδική του πορεία, παρουσιάζοντας μείωση -1,27 ποσοστιαίες μονάδες, ωστόσο σε μηνιαία βάση κατέγραψε μικρή αύξηση 0,13 ποσοστιαίες μονάδες (βλέπε Σχήμα 1, από 25,90% στο 26,03%).
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, ο Δεκέμβριος ήταν ο 2ος συνεχής μήνας αύξησης (σε μηνιαία βάση) του ποσοστού της ανεργίας και η αντίστοιχη ετήσια μεταβολή ήταν η μικρότερη που καταγράφηκε από τον Ιούλιο του 2014. Συνεπώς, εξάγουμε το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια του διμήνου Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2014, η δυναμική της πτωτικής πορείας του ποσοστού της ανεργίας επιβραδύνθηκε.
Σε όρους ατόμων, τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς εργασίας για το μήνα Δεκέμβριο (2014) είχαν ως εξής: οι απασχολούμενοι, οι άνεργοι, το εργατικό δυναμικό και ο μη ενεργός πληθυσμός ήταν της τάξης των 3,505.57, 1,233.40, 4,738.97 και 3,371.76 χιλ. ατόμων αντίστοιχα.
Πιο συγκεκριμένα, ο αριθμός των απασχολούμενων αυξήθηκε (σε ετήσια βάση) κατά 17,97 χιλ. άτομα, ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά -76,05 χιλ. άτομα, το εργατικό δυναμικό μειώθηκε κατά -58,08 χιλ. άτομα και ο μη ενεργός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 0,25 χιλ. άτομα.
Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενα τεύχη του φυλλαδίου 7ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, η μείωση του αριθμού των ανέργων που παρατηρούμε στα στοιχεία δεν συνοδεύεται και από αντίστοιχη αύξηση της απασχόλησης στα στοιχεία των τελευταίων μηνών. Παράλληλα, η συνεπακόλουθη μείωση του αριθμού του εργατικού δυναμικού δε συνοδεύεται απαραίτητα και από ανάλογη αύξηση του μη ενεργού πληθυσμού, τονίζει η Eurobank.
Συνεπώς, το κεντρικό συμπέρασμα που εξάγουμε από την ανάγνωση αυτών των στοιχείων (χρονολογικών σειρών) είναι ότι η παραγωγική δυναμικότητα της ελληνικής οικονομίας σε όρους του παραγωγικού συντελεστή της εργασίας σταδιακά φθίνει.
Αν λάβουμε υπ' όψιν μας και τη διατήρηση του ποσοστού μακροχρόνιας ανεργίας σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης τα τελευταία δύο χρόνια, το προαναφερθέν επιχείρημα ενισχύεται, τονίζει η Eurobank.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας μόνο στο εμφανές αποτέλεσμα της συσσωρευμένης απώλειας εισοδήματος που προκαλεί το φαινόμενο της μακροχρόνιας ανεργίας. Εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι και η αποεπένδυση του ανθρώπινου κεφαλαίου.
Οι ώρες εργασίας, εκτός από το όφελος που προσφέρουν στον εργαζόμενο υπό τη μορφή εισοδήματος, οπότε και κατανάλωσης, σταδιακά προκαλούν και συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου, δηλαδή έχουν και τη μορφή της επένδυσης. Ο εργαζόμενος αποκτά γνώσεις και εμπειρία με αποτέλεσμα να αυξάνεται η παραγωγικότητά του.
Ακριβώς το αντίστροφο συμβαίνει όταν μειώνονται οι ώρες εργασίας. Δηλαδή, τα άτομα του εργατικού δυναμικού που απέχουν για αρκετό χρονικό διάστημα από τον εργασιακό χώρο υφίστανται μια μορφή απόσβεσης των ικανοτήτων τους και μείωσης της παραγωγικότητάς τους.
Ενθαρρυντικά τα στοιχεία από τον τουρισμό
Ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών στον τομέα του Τουρισμού αυξήθηκε κατά 13,7% το 2014 σε σχέση με το 2013, σημειώνοντας τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης από το 2002.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών στον τομέα Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος και Εστίασης αυξήθηκε 22,2% το τέταρτο τρίμηνο του 2014, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η μεταβολή του Δείκτη Κύκλου Εργασιών στον Τομέα Τουρισμού το τέταρτο τρίμηνο του 2014 σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2014 (-55,7%) καταδεικνύει την έντονη εποχικότητα του κλάδου, καθώς ιστορικά παρατηρείται μείωση κατά το πρώτο και το τέταρτο τρίμηνο του κάθε έτους σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο, ενώ αντίθετα αύξηση παρατηρείται για το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο. Μάλιστα, όπως επισημαίνει μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), το οποίο αποτελεί ερευνητικό όργανο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), το 69,68% των αφίξεων το 2013 έγινε το διάστημα Ιουνίου - Σεπτεμβρίου, ενώ το ποσοστό ανήλθε στο 86,5% για το διάστημα μεταξύ Μαΐου – Οκτωβρίου.
Επιπλέον, ενώ κατά το 2014 υπήρξε άνοδος στις αφίξεις του εισερχόμενου τουρισμού κατά 22,7% και στις εισπράξεις κατά 10,8% σε σχέση με το 2013, ο δείκτης εποχικότητας αυξήθηκε κατά 1,4%.
Συνολικά για το 2014, ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών στον τομέα Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος και Εστίασης αυξήθηκε 13,7% σε σχέση με το 2013, σημειώνοντας τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης από το 2002.
Ύστερα από μια τετραετία καθοδικής πορείας (2009-2012, μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης: -10,5%), ο δείκτης κύκλου εργασιών αυξήθηκε κατά 4,8% το 2013 και μέσα σε ένα χρόνο σχεδόν τριπλασίασε το ρυθμό αύξησής του.
Το γεγονός αυτό αποτελεί μια πολύ θετική ένδειξη για τις προοπτικές του κλάδου του τουρισμού και, κατ' επέκταση, την αυξανόμενη συνεισφορά του εν λόγω κλάδου στην ελληνική οικονομία, αναφέρει η Eurobank.
Σύμφωνα με το Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ (έμμεση και άμεση) αναμένεται να έχει ξεπεράσει το 20% για το έτος 2014, από 15,8% που ήταν το 2011.
Άλλωστε, το 2014 οι αφίξεις ξένων τουριστών στην Ελλάδα σημείωσαν τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο (+23,0%) την τελευταία δεκαετία, με τους ξένους τουρίστες να φτάνουν τους 22,0 εκατομμύρια, αναφέρει η Eurobank.