Ο δείκτης της παραγωγικότητας της εργασίας (προϊόν ανά άτομο) ύστερα από τη μεγάλη πτώση που σημείωσε την τετραετία 2007-2011, κατέγραψε μια μικρή αύξηση το 2012 και για τα επόμενα δύο χρόνια (2013, 2014) παρέμεινε στάσιμος, σημειώνει η Eurobank στην εβδομαδιαία ανάλυσή της.
Οπως αναφέρει, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) το πραγματικό (σταθερές τιμές) Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν κατά τη διάρκεια της περιόδου 2007-2013 μειώθηκε κατά -66,25 δισ. ευρώ. Την ίδια περίοδο, η συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, της δημόσιας κατανάλωσης και των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου) ήταν της τάξης των -39,43, -10,80 και -39,99 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Από την πλευρά του εξωτερικού τομέα, δηλαδή των συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας με τις οικονομίες των χωρών από την αλλοδαπή, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά -4,97 δισ. ευρώ και οι εισαγωγές κατά -32,65 δισ. ευρώ. Ως γνωστό τα προαναφερθέντα στοιχεία αφορούν τον τομέα της ζήτησης.
Ωστόσο, όταν εξετάζουμε την πορεία των μακροοικονομικών μεταβλητών μιας οικονομίας, είτε σε περιόδους ύφεσης είτε σε περιόδους άνθησης, είναι χρήσιμο εκτός από τον τομέα της ζήτησης να διερευνούμε και τον τομέα της προσφοράς.
Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, η μείωση της απασχόλησης τη χρονική περίοδο 2007-2011 (-470 χιλ. άτομα) συνοδεύτηκε και από σημαντική πτώση της παραγωγικότητας ανά απασχολούμενο. Δηλαδή, όχι μόνο μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων, αλλά επιπρόσθετα σημείωσε πτώση και η παραγωγικότητά τους. Το 2012 καταγράφηκε μια μικρή αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και για τα επόμενα δύο χρόνια (2013, 2014) υπήρξε στασιμότητα.
Παράλληλα, η απασχόληση μειώθηκε κατά 520 χιλ. άτομα. Συνεπώς, για την χρονική περίοδο 2011-2014, η μείωση της απασχόλησης δεν συνοδεύτηκε και από μείωση της παραγωγικότητας.
Με βάση αυτά τα στοιχεία καταλήγουμε στο παρακάτω συμπέρασμα: υπό το πρίσμα της προσφοράς, η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2007-2011 ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού μειωμένης παραγωγικότητας της εργασίας και μειωμένης απασχόλησης. Για τα έτη 2012 και 2013, η αρνητική επίδραση της παραγωγικότητας της εργασίας εξαλείφθηκε και η μείωση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως λόγω μείωσης της απασχόλησης.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε πως η ελληνική οικονομία σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης-12, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, την Ισπανία και την Πορτογαλία παρουσίασε τη μεγαλύτερη πτώση στο δείκτη της παραγωγικότητα της εργασίας.
Επιπλέον σε όλες τις υπόλοιπες οικονομίες ο συγκεκριμένος δείκτης επέστρεψε ή ξεπέρασε τα επίπεδα των τιμών που είχε το 2007 ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα. Αυτό το φαινόμενο της στασιμότητας της παραγωγικότητας κρίνεται ως ανησυχητικό και αποδεικνύει ότι για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας δεν αρκεί μόνο η ενίσχυση της απασχόλησης και η πτώση της ανεργίας.