Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τρία στοιχήματα για να έρθει η... ανάκαμψη

Γιατί η συμφωνία στο Eurogroup δεν αρκεί από μόνη της να φέρει την ανάπτυξη. Το τσουνάμι φόρων και οι δύσκολοι δημοσιονομικοί στόχοι. Κρίσιμος ο ρόλος των τραπεζών και η διαχείριση των κόκκινων δανείων. Η στάση της ΕΚΤ και τα χαμηλά επιτόκια.

Τρία στοιχήματα για να έρθει η... ανάκαμψη

Oι υποστηρικτές του θετικού σεναρίου για την οικονομία και το Χρηματιστήριο επισημαίνουν πως μετά την νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στο τέλος του 2015, τώρα με τη θετική αξιολόγηση είχαμε το δεύτερο βήμα ανάκτησης της εμπιστοσύνης και επιστροφής στην κανονικότητα.

Όλα δείχνουν πως, αν τα βήματα αυτά συνεχιστούν, τότε τόσο οι τραπεζικές, όσο και οι άλλες μετοχές του Χ.Α. θα μπορούσαν να προσφέρουν σημαντικότατες αποδόσεις σ' αυτούς που θα τοποθετηθούν στα τρέχοντα επίπεδα.

Ωστόσο, για να γίνει αυτό, υπάρχουν τρία σημαντικά στοιχήματα που θα πρέπει να κερδηθούν: οι τράπεζες να αποφύγουν μια νέα ανακεφαλαιοποίηση, η κυβέρνηση να πετύχει το δημοσιονομικό της στόχο και η χώρα να μπορέσει να προσελκύσει σύντομα επενδυτές από το εξωτερικό. «Τα πολύ δύσκολα πέρασαν και τώρα έχουμε μπροστά μας τα... δύσκολα», δήλωσε χαρακτηριστικά διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας.

Η αγορά προς το παρόν κρατά σαφείς αποστάσεις από την εμφανή κυβερνητική προσπάθεια για δημιουργία κλίματος ευφορίας, σχετικά με την «επόμενη μέρα» της ελληνικής οικονομίας, καθώς γνωρίζει ότι η ανάπτυξη ούτε παραγγέλλεται, ούτε και εξαγγέλλεται μέσα από τα τηλεοπτικά κανάλια. Και μπορεί βέβαια όλοι να ανακουφίστηκαν από την πρόσφατη θετική αξιολόγηση, ωστόσο είναι πεπεισμένοι πως αυτή η συμφωνία από μόνη της δεν είναι σε θέση να οδηγήσει στην ανάπτυξη, ακόμη και αν ενισχυθεί με τον προωθούμενο αναπτυξιακό νόμο (προσφέρει κυρίως φορολογικές απαλλαγές σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας και χρηματοπιστωτικής στενότητας).

Παρ' όλα αυτά, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει μια σειρά εξελίξεων και αναφορών που θα πρέπει να συνεκτιμηθούν από τους παράγοντες της οικονομίας και φυσικά από τους χρηματιστηριακούς επενδυτές. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρουμε:

- Η απόδοση των δεκαετών κρατικών ομολόγων της χώρας κυμαίνεται κάπου στο 7%-7,5% και ο πρόεδρος της ΕΧΑΕ, κ. Ιάκωβος Γεωργάνας, (και όχι μόνο εκείνος) ελπίζει πως η αποκλιμάκωση θα συνεχιστεί, προκειμένου –εκτός των άλλων- να μπορέσει να αναπτυχθεί η δραστηριότητα των εταιρικών ομολόγων και να χρηματοδοτηθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας.

- Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΧΑΕ, κ. Σωκράτης Λαζαρίδης, αναφέρεται -μεταξύ άλλων- στον πολύ χαμηλό δείκτη κεφαλαιοποίησης προς ΑΕΠ (18,4% στην Ελλάδα έναντι 69,6% στην Ευρώπη) που υπερβαίνει τις επιδόσεις τριών μόνο άλλων χρηματιστηρίων (Κύπρου, Βουλγαρίας και Βουκουρεστίου), που όμως δεν είναι σημαντικά διεθνοποιημένα.

- Οι αναλυτές επισημαίνουν τον πολύ χαμηλότερο δείκτη τιμής προς λογιστική αξία των ελληνικών τραπεζών (κλάδου που αποτελεί και πάλι το βασικότερο συστατικό του Χ.Α.) σε σχέση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο οποίος είναι και αυτός χαμηλότερος της μονάδας. Ανάλογα ελκυστικοί βέβαια είναι και οι δείκτες των περισσότερων άλλων κλάδων του Χ.Α., οι μετοχές των οποίων εμφανίζονται φθηνότερες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.

- Κανείς δεν ξεχνά πως βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον πρωτόγνωρα χαμηλών επιτοκίων, που στις χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης είναι αρνητικά και στην Ελλάδα υπολείπονται πλέον αρκετά του 1% ακόμη και για μεγάλα καταθετικά ποσά.

- Και φυσικά, μπορεί ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. να σκαρφάλωσε από τις 450 μονάδες του Φεβρουαρίου στο επίπεδο των 640 μονάδων, αλλά όσοι μιλούν για ένα «δυνατό ράλι τιμών» δεν θα πρέπει να ξεχνούν πως ο Γενικός Δείκτης εξακολουθεί σήμερα να διαπραγματεύεται στις τιμές που είχε τον Νοέμβριο του 2015 και 21% χαμηλότερα σε σύγκριση με το προηγούμενο δωδεκάμηνο. Με άλλα λόγια, σε μια περίοδο χαμηλότατων επιτοκίων -πράγμα που δείχνει τη θέληση της ΕΚΤ να στρέψει τις οικονομίες προς τις μετοχές και τις επενδύσεις που εμπεριέχουν ρίσκο- όπου όλοι σχεδόν οι στατικοί δείκτες δείχνουν το Χρηματιστήριο της Αθήνας υποτιμημένο (σε μια χρονιά που μέχρι τώρα υπεραποδίδουν τα αναπτυσσόμενα χρηματιστήρια όπως το Χ.Α., έναντι των αναπτυγμένων) ήρθε η θετική αξιολόγηση της Ελλάδας από τους «θεσμούς» και η υπόσχεση των δανειστών ότι θα επανεξετάσουν κάποια στιγμή το ζήτημα του χρέους.

Οι τράπεζες

Αν τελικά υλοποιηθεί το θετικό σενάριο, οι τράπεζες θα μπορούσαν να αποδειχτούν «χρυσοφόρες» ακόμη και στα βελτιωμένα σε σχέση με το παρελθόν τρέχοντα επίπεδα αποτιμήσεων, ενώ σαφείς λόγους ανόδου έχουν και οι μετοχές των υπόλοιπων κλάδων, λόγω της μειώσεως του κινδύνου της χώρας (country risk).

Το μόνο βέβαιο είναι πως η ελληνική οικονομία αποφεύγει τα χειρότερα για αρκετούς μήνες, κατά τους οποίους μάλιστα η κυβέρνηση της χώρας θα έχει τη χρονική δυνατότητα να πείσει με τις ενέργειές της τις αγορές ότι η κατάσταση ομαλοποιείται και πως αποτελεί έναν ελκυστικό επενδυτικό προορισμό («Τα πολύ δύσκολα πέρασαν και τα δύσκολα βρίσκονται μπροστά μας», δήλωσε χαρακτηριστικά διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας του Χ.Α.).

Το γεγονός αυτό, όμως, δεν αρκεί από μόνο του για να ανεβάσει σημαντικά τις τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Αντίθετα, το μεγαλύτερο στοίχημα που έχει τεθεί για την πορεία του Γενικού Δείκτη είναι το κατά πόσο οι ελληνικές τράπεζες θα υποχρεωθούν σε ακόμη μία διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης. Και αυτό γιατί το 2016 το 96,5% της ρευστότητας στο Χ.Α. έχει τοποθετηθεί στους τίτλους του FTSE-25 και το 65,1% από αυτή στις τράπεζες.

«Ναι, θα χρειαστούν και νέα ανακεφαλαιοποίηση», προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως και παράγοντες της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. «Όχι», απαντούν οι τραπεζίτες, οι οποίοι μάλιστα προβάλλουν ως επιχειρήματα τα τριμηνιαία αποτελέσματά τους και τις ενδείξεις για: α) μείωση του κόστους του χρήματος που αντλούν, β) περιορισμό του λειτουργικού κόστους, γ) τήρηση γενικότερα ευνοϊκής στάσης από την πλευρά της ΕΚΤ, και δ) το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώνεται και τη δουλειά των συμβούλων που βρίσκεται σε εξέλιξη σε ό,τι αφορά το ζήτημα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Τα δημοσιονομικά

Ένα δεύτερο μεγάλο στοίχημα για τη μεσοπρόθεσμη πορεία του Χ.Α. είναι το κατά πόσο θα μπορέσει η ελληνική κυβέρνηση αρχικά μέσα στο επόμενο τετράμηνο και στη συνέχεια μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο να πιάσει τους δημοσιονομικούς της στόχους. Και αυτό γιατί σε διαφορετική περίπτωση, η χώρα θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο του «κόφτη», με απρόβλεπτες πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις.

Το στοίχημα λοιπόν έγκειται στο πώς ο κρατικός μηχανισμός θα καταφέρει:

α) να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων διαθέσιμων εισοδημάτων,

β) πώς θα περιορίσει τη φοροδιαφυγή, όταν παράλληλα έχει αυξήσει τους άμεσους και έμμεσους φορολογικούς συντελεστές,

γ) πώς θα μειώσει την εισφοροδιαφυγή 

δ) πώς θα περιστείλει το λαθρεμπόριο καυσίμων, όταν ανοίγει την ψαλίδα στο φόρο μεταξύ πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης,

Οι επενδύσεις

Και τέλος, ένα πολύ σημαντικό στοίχημα είναι το κατά πόσο η χώρα θα μπορέσει το επόμενο δωδεκάμηνο να αρχίσει να προσελκύει σημαντικά κεφάλαια από το εξωτερικό. Οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν πως μια χώρα με τόσο μεγάλη ύφεση, με μεγάλους φόρους, ασταθέστατο περιβάλλον και απίστευτη γραφειοκρατία, δεν είναι σε θέση να προσελκύσει επενδύσεις.

Ωστόσο, κάποιοι άλλοι, που βλέπουν το ποτήρι... μισογεμάτο, υποστηρίζουν μεν τη δυσκολία του εγχειρήματος, ωστόσο εκτιμούν ότι σημαντικά πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν:

α) Στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων και της αξιοποίησης κρατικών περιουσιακών στοιχείων και δεν είναι τυχαίες άλλωστε οι σχετικές πιέσεις που ασκήθηκαν στην ελληνική πλευρά κατά το πρόσφατο Eurogroup,

β) Στον τουρισμό και σε εξαγωγικές δραστηριότητες της χώρας,

γ) Στην αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων, ή στην απόκτηση της πλειοψηφίας των μετοχών σε υπερχρεωμένες ελληνικές επιχειρήσεις, αφού προηγουμένως έχει προκύψει συμφωνία αναχρηματοδότησης (και «κουρέματος») με τις πιστώτριες τράπεζες.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v