Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι τρεις 'ουρές' του ασφαλιστικού και το εργασιακό

Τρεις σημαντικές εκκρεμότητες στο ασφαλιστικό και στα εργασιακά είναι ο πονοκέφαλος του υπ. Εργασίας στη β' αξιολόγηση. Τι ζητούν οι δανειστές και πώς οδηγούν σε αύξηση εισφορών ή ακόμη και (εμμέσως) ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης για εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένων.

Οι τρεις ουρές του ασφαλιστικού και το εργασιακό

Ανατροπές για πάνω από 1,5 εκατομμύριο ασφαλισμένους, κυρίως αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες αλλά και μισθωτούς που ήλπιζαν σε συνταξιοδότηση στα 62 με 40 έτη ασφάλισης, αναμένεται να φέρει η φθινοπωρινή έναρξη της δεύτερης αξιολόγησης.

Μπορεί στον πυρήνα της διαπραγμάτευσης να βρίσκεται το εργασιακό (με το θέμα του κατώτατου μισθού και της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων να διχάζουν όχι μόνο τους εγχώριους κοινωνικούς εταίρους αλλά και τα μέλη της επιτροπής Σοφών), όμως και στο ασφαλιστικό έμειναν ανοικτά τρία θέματα από την προηγούμενη αξιολόγηση που, εάν περάσουν σύμφωνα με το συμπληρωματικό Μνημόνιο, θα οδηγήσουν σε αύξηση εισφορών εκατοντάδων χιλιάδων ασφαλισμένων και ενδέχεται να κλείσουν την πόρτα συνταξιοδότησης σε πάνω από 500.000 ασφαλισμένους που θα συνταξιοδοτηθούν έως το 2030.

Είναι θέματα που ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος κατάφερε να τα βγάλει εκτός της πρώτης αξιολόγησης, όμως η έκθεση συμμόρφωσης της Κομισιόν και το συμπληρωματικό Μνημόνιο που τη συνοδεύει είναι αποκαλυπτική.

Τον Σεπτέμβριο, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να ολοκληρώσει τις τρεις δράσεις που έχουν να κάνουν με την επιβολή ενιαίων ασφαλιστικών εισφορών και να ολοκληρωθούν έτσι οι δεσμεύσεις του 3ου Μνημονίου. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να καταργήσει τη δυνατότητα που έχουν οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων να καταβάλλουν χαμηλότερες εισφορές σε περιοχές κάτω των 2.000 κατοίκων (ασφαλίζονται στον ΟΓΑ αντί του ΟΑΕΕ), να εξαλείψει όλες τις εξαιρέσεις που επιτρέπουν χαμηλότερες εισφορές για την υγεία αλλά και να προχωρήσει στην αναθεώρηση προς τα κάτω της έκπτωσης του 15% για τις εφάπαξ πληρωμές των πλασματικών ετών ασφάλισης.

Συνολικά, οι τρεις δράσεις εκτιμάται ότι αφορούν περίπου 1,5 εκατομμύριο ασφαλισμένους, κυρίως στον ΟΓΑ, αλλά και στα ταμεία των αυτοτελώς απασχολούμενων, ενώ εμμέσως, μέσω της αλλαγής στην έκπτωση της εξαγοράς πλασματικών ετών, δημιουργείται ένα πρόσθετο εμπόδιο εξόδου στη συνταξιοδότηση πριν από τα 67.

Οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων που λόγω πληθυσμιακών κριτηρίων (δραστηριοποιούνται σε περιοχές κάτω των 2.000 κατοίκων) ασφαλίζονται στον ΟΓΑ, και βάσει των απαιτήσεων των δανειστών θα πρέπει να ενταχθούν στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, ξεπερνούν τις 50.000. Καθώς μάλιστα, από 1η Ιανουαρίου 2017 οι εισφορές στον ΟΑΕΕ αυξάνονται σημαντικά, η επιβάρυνση στους συγκεκριμένους ασφαλισμένους αναμένεται σημαντική. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο η αύξηση του κατώτατου ασφαλιστέου εισοδήματος από 830 ευρώ το χρόνο σε 1.896 ευρώ, οδηγεί σε υπερδιπλασιασμό των εισφορών.

Αλλά και η απαίτηση των θεσμών για κατάργηση όλων των εξαιρέσεων που επιτρέπουν χαμηλότερες εισφορές υγείας ακουμπά πάνω από 900.000 ασφαλισμένους, που ακόμη και μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου πληρώνουν για ένα σημαντικό μεταβατικό διάστημα χαμηλότερες εισφορές από 6,95% για αγρότες, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους.

Αναλυτικά, εφόσον οι δανειστές επιμείνουν στη θέση τους για άμεση κατάργηση όλων των εξαιρέσεων, σε αύξηση των εισφορών υγείας θα οδηγηθούν οι ασφαλισμένοι του ΕΤΑΑ και οι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια και οι οποίοι βάσει του πρόσφατου νόμου θα κατέβαλαν για τα 2 πρώτα έτη ασφάλισης εισφορά υγείας 4,87% και για τα επόμενα 3 χρόνια, 5,91%. Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Εργασίας Γιώργο Κουτρουμάνη, επιβαρύνσεις θα υποστούν περίπου 300.000 ασφαλισμένοι, κυρίως νέοι επιστήμονες.

Αλλά και οι περισσότεροι από 600.000 αγρότες θα οδηγηθούν σε δραστική αύξηση των εισφορών, που σύμφωνα με τον νόμο που ψηφίστηκε και οι δανειστές ζητούν να αλλάξει επί το δυσμενέστερον, αυξάνονται μεν, σταδιακά δε, έως το 2018.

Συγκεκριμένα, από 1/1/2016 έως 31/12/2016 οι εισφορές υγείας ορίζονται σε 3,61% επί των υφιστάμενων κατά την έναρξη ισχύος του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών. Από 1/1/2017 έως 31/12/2017 η ασφαλιστική εισφορά των αγροτών ορίζεται σε 4,73% επί του ασφαλιστέου εισοδήματος, ενώ από 1/1/2018 έως 1/12/2018 ορίζεται σε 5,84%. Για όλους αυτούς, περίπου 1 εκατ. ασφαλισμένους, η εισφορά υπέρ ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης θα αυξηθεί, ακαριαία, από 1η Ιανουαρίου 2017 σε 6,95%.

"Παγίδες" που ενδεχομένως να οδηγήσουν και σε οριστικό "λουκέτο" στην πόρτα εξόδου προς τη συνταξιοδότηση πριν από τα 67, κρύβει για πάνω από 500.000 ασφαλισμένους που θα συνταξιοδοτηθούν έως το 2030, η τρίτη εκκρεμότητα του ασφαλιστικού. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για όσους θα μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν στα 62 με 40 έτη ασφάλισης, εξαγοράζοντας εφάπαξ, με έκπτωση 15%, 5 με 7 πλασματικά έτη ασφάλισης. Εάν οι εκπρόσωποι των δανειστών επιμείνουν στην απαίτηση να μειωθεί η έκπτωση, ή έστω να αλλάξει η βάση υπολογισμού της, τότε οι ειδικοί εκτιμούν πως το κόστος θα αυξηθεί υπέρογκα, με αποτέλεσμα να μην έχουν τη δυνατότητα εξαγοράς.

Σκληρή μάχη και για τα εργασιακά

Την ίδια στιγμή, ο ρόλος των επιχειρησιακών συμβάσεων καθώς και ο τρόπος καθορισμού του κατώτατου μισθού αποτελούν τα δύο κομβικά σημεία που θα κρίνουν και την τύχη της δύσκολης διαπραγμάτευσης του φθινοπώρου για τα εργασιακά. Είναι τα ίδια δύο ζητήματα που θέτει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στον πυρήνα της εθνικής διαπραγματευτικής της γραμμής, αλλά σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες και αυτά που δυσκολεύουν τα μέλη της διεθνούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων να καταλήξουν σε ένα ομόφωνο πόρισμα προτάσεων.

Στον αντίποδα, για το θέμα των ομαδικών απολύσεων φαίνεται πως έστω και πλειοψηφικά θα περάσει η άποψη της αντιμετώπισης του θέματος μετά την έκδοση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (έχει απευθυνθεί το ΣτΕ μετά από προσφυγή της ΑΓΕΤ Ηρακλής), ενώ και για τις αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο φαίνεται πως αναζητούνται οι αναγκαίες υποχωρήσεις προκειμένου να υπάρξει μια σχετική ομοφωνία.

Καυτό θέμα στο εσωτερικό της Επιτροπής αποτελεί, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το θέμα του κατώτατου μισθού. Όχι το ύψος αυτού και τι θα περιλαμβάνει (δεν έχει τεθεί άμεσα θέμα τριετιών), αλλά το ποιος θα τον καθορίζει. Μάλιστα, αν και πρόκειται ίσως για το μοναδικό θέμα που και οι εγχώριοι κοινωνικοί συνομιλητές φαίνεται πως συμφωνούν ότι ο κατώτατος μισθός πρέπει να καθορίζεται από τους εργοδοτικούς φορείς και τη ΓΣΕΕ, τα μέλη της Επιτροπής και κυρίως οι εκπρόσωποι των δανειστών ζητούν η απόφαση να παραμείνει στα χέρια του κράτους.

Θέμα που δεν αναμένεται ομοφωνία στους κόλπους της Επιτροπής θεωρείται και αυτό της υπερίσχυσης ή όχι των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών. Το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί στη συμφωνία εργοδοτών - ΓΣΕΕ με αιχμή τη θέση του ΣΕΒ να διατηρηθεί το ισχύον σύστημα, όπου υπερισχύουν οι επιχειρησιακές συμβάσεις έναντι των κλαδικών, είναι ενδεικτικό της κατάστασης που αναμένεται να αντιμετωπίσει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας το φθινόπωρο.

Η Επιτροπή φαίνεται διχασμένη, το υπουργείο Εργασίας έχει αναγάγει το θέμα σε ύψιστης σημασίας για την επαναφορά του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου στην Ελλάδα, ενώ ο ΣΕΒ επιμένει πως το ισχύον σύστημα, όπου υπερισχύουν οι επιχειρησιακές ακόμη κι αν έχουν δυσμενέστερους όρους από τις κλαδικές, πρέπει να διατηρηθεί. Σύμφωνα πάντως με τον ομότιμο καθηγητή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου και μέλος της Επιτροπής Σοφών, Ιωάννη Κουκιάδη, στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. (μην ξεχνάμε ότι έργο της Επιτροπής δεν είναι να καταγραφούν οι προσωπικές απόψεις των μελών της αλλά προτάσεις σύμφωνα με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές) επιτρέπεται οι επιχειρησιακές συμβάσεις να προβλέπουν δυσμενέστερους όρους, υπό συγκεκριμένους όμως όρους και προϋποθέσεις.

Προβληματική κρίνεται από την πλειοψηφία των μελών της Επιτροπής, σύμφωνα με πληροφορίες, η λειτουργία των Ενώσεων Προσώπων, χωρίς όμως να έχει βρεθεί κοινή πρόταση για το πώς θα μπορέσουν να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της ελληνικής οικονομίας, που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη πολλών μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Τέλος, στο θέμα της αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου, φαίνεται πως υπάρχει πρόθεση για εκλογίκευση της νομοθεσίας. Αναζητείται μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, τρόπος ώστε οι συνδικαλιστικές άδειες να μην αμείβονται από τον εργοδότη αλλά από τους εργαζόμενους ή τρίτους (όπως όριζε αρχικά ο νόμος του 1982), ενώ πιο δύσκολη φαίνεται η διατύπωση του δικαιώματος των εργοδοτών να απολύουν συνδικαλιστές για σπουδαίο λόγο.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v