Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΓΣΕΕ: Στο 29,6% η πραγματική ανεργία

Φτωχοποίηση, λιτότητα και ανεργία κοντά στο 30% βλέπει η ΓΣΕΕ. «Μελανά» τα συμπεράσματα του Ινστιτούτου της Συνομοσπονδίας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Καμπανάκι και για την κατάσταση στις τράπεζες.

ΓΣΕΕ: Στο 29,6% η πραγματική ανεργία

Στο 29,6% προσδιορίζει την «πραγματική» ανεργία το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ, στην ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία το 2017.

Την ίδια στιγμή, διαπιστώνει πως οι μισθωτοί έχουν φθάσει στα ακραία όριά τους εξαιτίας της ασκούμενης πολιτικής δημοσιονομικής λιτότητας, η οποία πλέον υπονομεύει όχι μόνο την κοινωνική συνοχή αλλά και τη βιωσιμότητα του χρέους παράλληλα με τη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος.

Στην έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία το 2017 εκτιμάται ότι η ασκούμενη πολιτική, οι νέες δεσμεύσεις της κυβέρνησης για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και η φοροδοτική κόπωση της ελληνικής κοινωνίας ενδέχεται να περιορίσουν τις πληρωμές και κατά συνέπεια να επηρεάσουν αρνητικά τη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος.

Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το διάστημα μεταξύ α’ τριμήνου 2014 και β’ τριμήνου 2016, οι Έλληνες αναγκάζονται και «τρώνε από τα έτοιμα», καθώς αποδεικνύεται ότι η κατανάλωση υπερβαίνει το διαθέσιμο εισόδημα κατά 2 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, υποαπασχόληση, φτώχεια και ανεργία μαστίζουν την ελληνική κοινωνία: το 68,1% των ανέργων βρίσκονται στο κατώφλι της φτώχειας και ακολουθούν σε ποσοστό 47,9% οι μη ενεργοί, 31,3% οι μη μισθωτοί εργαζόμενοι, με 25,1% οι συνταξιούχοι και 17,8% οι μισθωτοί.

Το Ινστιτούτο εκτιμά ότι το πραγματικό ποσοστό ανεργίας είναι πολύ υψηλότερο. Για τον λόγο αυτό, προσθέτει στους ανέργους, τους αποθαρρυμένους ανέργους, το λοιπό εν δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό και τη μη ηθελημένη μερική απασχόληση. Η αρνητική πορεία της αγοράς εργασίας, επιβεβαιώνεται και από το επίπεδο του μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Αναλυτικά, από την επεξεργασία των στοιχείων της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (β' τρίμηνο του 2016), την εξής κατανομή των καθαρών μηνιαίων αποδοχών και του ποσοστού των μισθωτών, που αμείβονται αντίστοιχα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 51,6% (15,2% μέχρι 499 ευρώ, 23,6% μεταξύ 500-699 ευρώ και 12,8% μεταξύ 700-800 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 17,3% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 17,8% (11,1% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 6,7% άνω των 1.300 ευρώ).

Αντίστοιχα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 11% (3,1% έως 499 ευρώ, 3,5% μεταξύ 500-699 ευρώ και 4,4% μεταξύ 700-799 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 23,6% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 54,4% (38,5% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 15,7% άνω των 1.300 ευρώ).

Στη διάρκεια του 2016, η κατάσταση στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων παρέμεινε αμετάβλητη, καθώς εξακολουθούσαν να ισχύουν και να εφαρμόζονται οι νομοθετικές ρυθμίσεις που θεσμοθετήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Το 2016 οι εθνικές ή τοπικές κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά λίγες σε αριθμό, ενώ για έβδομη χρονιά οι ΣΣΕ, σε επίπεδο επιχείρησης, υπερτερούν συντριπτικά. Με βάση τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας το 2016 υπογράφτηκαν μόνο 10 κλαδικές/ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις.

Αντίθετα ο αριθμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ ανέρχεται σε 318, αντιπροσωπεύοντας το 95,21% του συνόλου των ΣΣΕ. Οι προσλήψεις με πλήρη απασχόληση έχουν υποχωρήσει από 79% το 2009 σε 45,3% το 2016.

Παράλληλα, ενώ το 2009 οι προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων, το 2016 αντιστοιχούν στο 54,7%.

Η περίοδος 2010-2015 συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, όπως εκφράζονται από τους σχετικούς δείκτες φτώχειας και ανισότητας. Ο δείκτης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 27,7% το 2010 σε 35,7% το 2015. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο ποσοστό εντοπίζεται στους ανέργους, το οποίο αυξήθηκε την περίοδο 2010-2015 κατά 14,3%.

Το ποσοστό φτώχειας στους μισθωτούς εργαζόμενους αυξήθηκε σημαντικά μετά το 2011, και το 2015 βρίσκεται κοντά στο 18%. Όσον αφορά στις υπόλοιπες πληθυσμιακές ομάδες, εμφανίζουν αύξηση στο ποσοστό φτώχειας μέσα στην κρίση, με εξαίρεση τους συνταξιούχους, οι οποίοι παρουσιάζουν μείωση της τάξης των 2,2 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ 2010-2015. Το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι αποτελούν μία από τις πολυπληθέστερες κοινωνικές ομάδες, συνέβαλε σημαντικά στη συγκράτηση του συνολικού ποσοστού φτώχειας.

Η ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι το ποσοστό των εργαζομένων στο όριο της φτώχειας, που έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είναι περίπου τριπλάσιο από εκείνο των εργαζομένων με συμβάσεις αορίστου χρόνου. Τα ευρήματα αυτά καθιστούν προφανές πως οι σταθερές σχέσεις απασχόλησης όχι μόνο περιορίζουν την αβεβαιότητα των εργαζομένων ως προς το εργασιακό μέλλον τους, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζουν και ένα σαφώς καλύτερο βιοτικό επίπεδο.

Βέβαια, παρατηρείται ότι σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που βρίσκεται στο όριο της φτώχειας. Εξαίρεση συνιστούν οι εργαζόμενοι με συμβάσεις αορίστου χρόνου, στους οποίους το αντίστοιχο ποσοστό παρουσιάζει πτώση μεταξύ των ετών 2009 και 2015. Η μείωση αυτή υποδεικνύει πως η σύναψη συμβάσεων αορίστου χρόνου θωρακίζει τους εργαζομένους από τη γενικότερη τάση επιδείνωσης των όρων διαβίωσης και φτωχοποίησής τους.

Τέλος, το ΙΝΕ ΓΣΕΕ επισημαίνει πως η θέση των ελληνικών νοικοκυριών, ειδικά των φτωχότερων, επιβαρύνεται δυσανάλογα από την άμεση φορολόγηση, καθώς η αναλογία φόρου εισοδήματος και πλούτου ως προς το ακαθάριστο εισόδημα του 20% των πιο φτωχών νοικοκυριών ήταν υψηλότερη σε σχέση με το 20% των πλουσιοτέρων. Όσον αφορά την εξέλιξη της οικονομικής ανισότητας, προκύπτει μια αύξηση κατά την περίοδο 2010-2015. Ειδικότερα παρατηρούμε ότι ο δείκτης S6/S1 στη διάρκεια της κρίσης εμφανίζει σημαντική αύξηση της τάξης του 38,3%.

Η μεταβολή αυτή υποδεικνύει πως η κρίση στην Ελλάδα έπληξε περισσότερο τα χαμηλότερα τμήματα της εισοδηματικής κατανομής. Όξυνση της ανισότητας παρατηρείται σε όλες τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες του πληθυσμού, με εξαίρεση τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους. Ιδιαίτερα ανησυχητική ωστόσο κρίνεται η εκρηκτική αύξηση της ανισότητας μεταξύ των ανέργων, η οποία αποδίδεται στη μείωση του αριθμού των δικαιούχων επιδόματος ανεργίας σε συνδυασμό με την εκτόξευση της μακροχρόνιας ανεργίας.

Η ΓΣΕΕ επισημαίνει πως η ανισότητα στη χώρα μας θα ήταν οξύτερη χωρίς τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και ειδικά τις συντάξεις.

*Δείτε την έκθεση της ΓΣΕΕ στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό". 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v