Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ποιοι κλάδοι πήραν το μεγαλύτερο μπόνους από τα... capital controls

Πώς τα capital controls έδωσαν ώθηση στην αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου. Οι ευκαιρίες και οι κίνδυνοι που παρουσιάζονται. Το επίπεδο του ανταγωνισμού και των τιμών. Κλειδί το κόστος παράδοσης των εμπορευμάτων.

Ποιοι κλάδοι πήραν το μεγαλύτερο μπόνους από τα... capital controls

Ισχυρή άνοδο της τάξεως του 10% - 15% εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει η αγορά του ηλεκτρονικού εμπορίου (σ.σ. πωλήσεις σε πελάτες λιανικής, B2C E-commerce) στην Ελλάδα κατά το τρέχον έτος, οπότε υπολογίζεται να προσεγγίσει τα 5 δισ. ευρώ. Διεύρυνση της αγοράς, αναμένεται γενικότερα κατά την τριετία 2017 - 2019, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα είναι μικρότερης έντασης από αυτή που καταγράφηκε το 2016, όπου ο ρυθμός ανάπτυξης έναντι του 2015 ανήλθε στο 17,3% φτάνοντας τα 4,2 δισ. ευρώ.

Σ΄αυτό το συμπέρασμα καταλήγει έρευνα της «Στόχασις» που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, στο πλαίσιο διαμόρφωσης της πολιτικής του για την ενίσχυση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Βάσει των ευρημάτων αυτών, στο επόμενο διάστημα, θα κατατεθεί σειρά προτάσεων όπου μετά από διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, θα υπάρξουν και οι ανάλογες νομοθετικές παρεμβάσεις.

Σύμφωνα με την έρευνα, το μέγεθος που αναλογεί στο B2C (business to consumer) E-commerce διαγράφει σταθερά θετική πορεία στο διάστημα 2011-2016 με το μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής (ΜΕΡΜ) να διαμορφώνεται σε 22,9%. Η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί έκπληξη αφού, διαρκούσης της ύφεσης και με την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών, τόσο το καταναλωτικό κοινό όσο και οι επιχειρήσεις αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη εξοικείωση με τις ηλεκτρονικές πωλήσεις.

Πέρα των capital controls και της υιοθέτησης κινήτρων για ηλεκτρονικές συναλλαγές που περιόρισαν τη χρήση των μετρητών, άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στη διεύρυνση του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι, η μετατόπιση του καταναλωτικού κοινού από τα φυσικά καταστήματα στα ηλεκτρονικά, καλύτερη αποδοχή των ηλεκτρονικών συναλλαγών, βελτίωση των ιστοσελίδων, βελτίωση της ασφάλειας των συναλλαγών, βελτίωση των τεχνολογιών (π.χ. διάδοση των ευρυζωνικών συνδέσεων που προσφέρουν αυξημένη ταχύτητα περιήγησης). Περαιτέρω, η βελτίωση των τηλεπικοινωνιακών υποδομών της χώρας με την επέκταση του δικτύου οπτικών ινών που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη αναμένεται να συμβάλλει στο ζήτημα αυτό.

Όπως αναφέρεται στην έρευνα, η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου θα επικεντρωθεί σε τομείς που παρουσιάζουν σημαντική δυναμική όπως ο τουρισμός και τα καταλύματα, τα παραδοσιακά προϊόντα και τα σούπερ μάρκετ, τα καλλυντικά και τα παραφάρμακα, οι εξειδικευμένες υπηρεσίες και γενικά στους κλάδους με εξωστρεφή προσανατολισμό.

Σύμφωνα με επιλεγμένα στοιχεία της στοχευμένης πρωτογενούς έρευνας που διεξήχθη σε φορείς στο πλαίσιο της δράσης, προκύπτουν οι ακόλουθες εκτιμήσεις των φορέων:

Η πορεία του ηλεκτρονικού εμπορίου (σε ύψος συναλλαγών) την τριετία 2017-2019 εκτιμάται ότι θα παρουσιαστεί ανά κλάδο αυξημένη ως εξής:

- Ηλεκτρονικές / ηλεκτρικές συσκευές: 50%

- Εισιτήρια / Ταξίδια / Καταλύματα: 70%

- Βιβλία / Μουσική / Ταινίες: 40%

- Τρόφιμα / Super Market: 60%

- Είδη ένδυσης / Υπόδησης: 60%

- Καλλυντικά / Συμπληρώματα διατροφής: 70%

Κατ’ αντιστοιχία, ο αριθμός των επιχειρήσεων που θα δραστηριοποιηθούν σε όλες τις ανωτέρω κατηγορίες εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει αύξηση την επόμενη τριετία (2017-2019), ενώ επίσης, αύξηση προβλέπεται ότι θα παρουσιαστεί και στο ποσοστό διείσδυσης στις επιχειρήσεις που ήδη αξιοποιούν το ηλεκτρονικό εμπόριο, στις παραπάνω κατηγορίες.

Δεν υπάρχουν όμως μόνο ευκαιρίες, υπάρχουν και απειλές, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της αγοράς. Η ύφεση και η οικονομική αβεβαιότητα, λειτουργούν ανασταλτικά για την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου. Η γενική διαπίστωση από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στους φορείς, είναι το γεγονός ότι το κλίμα που επικρατεί σήμερα δεν ευνοεί τη δέσμευση των επιχειρήσεων για επενδύσεις στην οικονομία γενικότερα, κάτι που συμπαρασύρει και την όποια προσπάθεια είναι θεμιτή στον τομέα του ηλεκτρονικού επιχειρείν.

Σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας, είναι το έλλειμμα ρευστότητας και οι περιορισμοί του τραπεζικού συστήματος για το διασυνοριακό e-commerce.

Σε ό,τι αφορά λοιπούς ανασταλτικούς παράγοντες, από την έρευνα προκύπτει ότι δεν υφίστανται θεσμικά εμπόδια εισόδου νέων επιχειρήσεων στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Ωστόσο, η επιτυχής ανάπτυξη ηλεκτρονικών καταστημάτων προϋποθέτει πληρότητα μηχανογραφικής και λειτουργικής υποδομής, συμμόρφωση προς το κοινοτικό και εθνικό θεσμικό πλαίσιο και τους κώδικες επιχειρηματικής δεοντολογίας, αποτελεσματική- ανταγωνιστική εμπορική πολιτική και επαρκή κρίσιμη μάζα συναλλαγών, τα οποία έχουν υψηλό κόστος.

Ως προς τον ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων στο εγχώριο (B2C) e-commerce, αυτός είναι έντονος όπου κυριαρχούν τα φυσικά καταστήματα με αναγνωρίσιμο brand που έχουν παρουσία και στο διαδίκτυο.

Σημειώνεται επίσης, ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις που συνήθως έχουν και φυσική παρουσία διαθέτουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, εφόσον μπορούν να αντιμετωπίσουν το κόστος των τεχνολογικών επενδύσεων που απαιτούνται για την επιτυχή λειτουργία του ηλεκτρονικού ιστοχώρου.

Τέλος στο ζήτημα των τιμών, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές τιμών μεταξύ των φυσικών και των ηλεκτρονικών καταστημάτων, όταν συνυπολογισθεί το κόστος παράδοσης των εμπορευμάτων. Μάλιστα, το τελευταίο αποτελεί κλειδί για την ανάπτυξη του κλάδου και ήδη εξετάζεται από τους φορείς του ηλεκτρονικού επιχειρείν.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v