Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Xωρίς ορατότητα κινείται η οικονομία

Οι... δειλές προσδοκίες για μεγαλύτερη ανάπτυξη, το θολό τοπίο για την οικονομία, οι αμφιβολίες αναλυτών και επιχειρηματιών και οι «αλήθειες» στο ταμπλό. Πόσο «βιώσιμα» είναι τα πονταρίσματα σε τουρισμό και επενδύσεις.

Xωρίς ορατότητα κινείται η οικονομία

«Στα τυφλά» συνεχίζει να κινείται η οικονομία και η αγορά στη χώρα, καθώς μπορεί τα χειρότερα να βρίσκονται πίσω μας, αλλά δεν υπάρχουν και πολλά που να δίνουν ώθηση για τα… καλύτερα που πιθανόν βρίσκονται μπροστά μας.

Κάπως έτσι, άλλωστε το Χρηματιστήριο της Αθήνας καρκινοβατεί, με χαμηλούς όγκους συναλλαγών, στα ίδια επίπεδα, κάπως έτσι οι επιχειρήσεις δείχνουν συγκρατημένες για την επόμενη χρονιά και κάπως έτσι όλοι προσπαθούν να υπολογίσουν τις συνέπειες από την τρίτη αξιολόγηση που αρχίζει τις επόμενες μέρες. Και, κάπως έτσι, επί της ουσίας η κατάσταση ακυρώνει στην πράξη την όποια αισιοδοξία μπορεί ν δημιουργείται βάσιμα σε συγκεκριμένους τομείς…

«Η ελληνική οικονομία έχει επιστρέψει», δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας, Αλέξης Τσίπρας, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στις ΗΠΑ και ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει, καλώντας τους επενδυτές να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να μας επιλέξουν.

Επιπρόσθετα, η αναφορά του κ. Αλέξη Τσίπρα με θετικά σχόλια τόσο για το project του Ελληνικού όσο και για την ανάγκη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων στη χώρα δημιουργεί αναμφίβολα ένα καλύτερο κλίμα, βελτιώνοντας ενδεχομένως την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό.

Στην πράξη, επίσης, η συνεχιζόμενη και τον Οκτώβριο εντυπωσιακή πορεία του εισερχόμενου τουρισμού, σε συνδυασμό με την ελαφρά ανοδική τάση των εξαγωγών και της βιομηχανικής παραγωγής, δημιουργούν κάποιες πρώτες θετικές προσδοκίες για έναν μεγαλύτερο ρυθμό οικονομικής ανάκαμψης κατά το τελευταίο τέταρτο του 2017 και το 2018.

Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, σε μια οικονομία που ήδη έχει μπει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ, υπάρχουν έντονες αμφιβολίες για το κατά πόσο η άνοδος αυτή θα είναι σημαντική και διατηρήσιμη. Έτσι, την ώρα που επισήμως η Ελλάδα προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 1,8% για το 2017 (κυβερνητικά στελέχη έχουν μιλήσει για επίδοση που θα… ξεκινάει από δύο), αναλυτές από το εξωτερικό και το εσωτερικό διατηρούν τις έντονες επιφυλάξεις τους.

Αμφιβολίες

Η Citigroup, για παράδειγμα, σχολίασε πως η ανάπτυξη κινείται κάτω των προβλέψεων του προγράμματος προσαρμογής με αρκετά μεγάλη απόκλιση, θυμίζοντας ότι το 2016 η Κομισιόν προέβλεπε ανάπτυξη 2,7% του ΑΕΠ για φέτος και 3,1% για το 2018. Ακόμα και οι πλέον πρόσφατες προβλέψεις (2,1% φέτος και 2,4% την επόμενη χρονιά) δείχνουν σχετικά αισιόδοξες για τη Citi, που χαρακτηρίζει το μακροοικονομικό φόντο εύθραυστο και εξαρτώμενο σε μεγάλο βαθμό από την ανάκαμψη της εμπιστοσύνης και τις επενδυτικές ροές.

Μέσα στην εβδομάδα, επίσης, ήρθε το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του και τοποθέτησε ελαφρά κάτω του 1,5%, στη ζώνη του 1,3% (πρόβλεψη για περίπου +2% το 2018).

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η σημαντικότερη συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ είναι αυτή των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, ωστόσο εστίασε στο γεγονός ότι για άλλο ένα έτος, αναιμική είναι η συμβολή των επενδύσεων κυρίως από μεταβολές στα αποθέματα και όχι στα πάγια. «Όσο ευπρόσδεκτη είναι η καταγραφή θετικών ρυθμών ανάπτυξης, άλλο τόσο ανησυχητικό είναι ότι αυτοί είναι χαμηλοί και μάλιστα δεδομένης της ευνοϊκής συγκυρίας. Είναι σημαντικό όχι μόνο πώς την τελευταία διετία υπήρξε μακροοικονομικά πλήρης στασιμότητα, αλλά και πως ο ρυθμός ανάπτυξης για το τρέχον έτος κυμαίνεται περίπου στο μισό από αυτό που είχε θέσει αρχικά ως στόχο η οικονομική πολιτική μέσω του προϋπολογισμού και του προγράμματος προσαρμογής», σημείωσε το Ίδρυμα.

Από την πλευρά του, ο γνωστός επιχειρηματίας, Απόστολος Βακάκης, (πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Jumbo) παρέθεσε με το δικό του τρόπο τον προβληματισμό του για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας: «Πτωχεύσαμε γιατί υπηρετήσαμε πτωχευμένες αντιλήψεις που είχαν την έγκριση του ελληνικού λαού. Οι ίδιες πτωχευμένες αντιλήψεις διατηρούνται και σήμερα». Και επίσης ότι «η χώρα παραμένει αδρανής», «η αγορά μοιάζει με τρύπια σαμπρέλα που διώχνει όσον αέρα και να της βάλεις», «δεν θα καταφέρουμε να πιάσουμε τους στόχους» και, τέλος, «ευτυχώς που δεν έχουμε καταρρεύσει μέχρι τώρα, πρέπει όλοι μας να δουλέψουμε».

Ο γενικότερος προβληματισμός έγκειται ότι σε μια περίοδο που η Ευρώπη σημειώνει εδώ και χρόνια θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που δεν συμμετέχει στην κούρσα (οριακή άνοδος του ΑΕΠ κατά την τριετία 2015-2017). Και, επίσης, πως σε μια περίοδο υπερβάλλουσας ρευστότητας στο διεθνές σύστημα, που αναζητεί επενδυτικούς προορισμούς, οι επενδύσεις στην Ελλάδα παραμένουν βαλτωμένες σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα. «Αν εμείς αργήσουμε να ξυπνήσουμε, πιθανόν να είναι πολύ αργά, γιατί η οικονομία κάνει κύκλους και η μεγάλη ρευστότητα που υπάρχει σήμερα στο διεθνές σύστημα, να σταματήσει να υφίσταται», αναφέρει χαρακτηριστικά γνωστός οικονομικός παράγοντας.

Ψάχνεται και η αγορά

Συνήθως, όταν οι αναλυτές διαφωνούν μεταξύ τους για μια μελλοντική εξέλιξη, οι επενδυτές ζητούν τη… γνώμη των αγορών και ειδικότερα το πώς αντιδρούν οι τιμές των μετοχών, των ομολόγων, των ακινήτων και των άλλων περιουσιακών στοιχείων.

Η αλήθεια είναι πως στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας οι αγορές παραμένουν επιφυλακτικές. Την ώρα, λοιπόν, που ο Ντόναλντ Τραμπ συνομιλώντας με τον Έλληνα πρωθυπουργό, πανηγύριζε για το νέο ιστορικό ρεκόρ που σημείωσαν οι αμερικανικές μετοχές, το Χρηματιστήριο της Αθήνας συνεχίζει να αναζητά τάση, με την αξία των συναλλαγών να κυμαίνεται σε μετριότατα επίπεδα. Γιατί μπορεί ο Γενικός Δείκτης να έχει κερδίσει γύρω στο 17% από την αρχή του έτους, ωστόσο κατά το τελευταίο τρίμηνο καταγράφει απώλειες γύρω στο 11% και κατά τον τελευταίο μήνα είναι περίπου σταθερός.

Όπως όλα δείχνουν, οι αγορές θα επηρεαστούν από το πόσο γρήγορα θα κλείσει η τρίτη αξιολόγηση (ή, ενδιάμεσα, από το πώς θα φανεί ότι εξελίσσεται), αλλά και από το κατά πόσο η χώρα θα συνεχίσει να επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους. Και εάν για το 2017 δεν φαίνεται να τίθεται θέμα (μπορούμε μέσα από νέες καθυστερήσεις καταβολών συντάξεων και λοιπών υποχρεώσεων να «τακτοποιήσουμε» λογιστικά την υπόθεση), για το επόμενο έτος το ζήτημα θα τεθεί επιτακτικά και φυσικά η χρηματιστηριακή αγορά λειτουργεί σ’ αυτές τις περιπτώσεις προεξοφλητικά.

Το σχετικά καλό νέο πάντως για το ελληνικό χρηματιστήριο έγκειται στο ότι οι ανά τον κόσμο διαχειριστές χαρτοφυλακίων είναι έντονα προβληματισμένοι για τη στάση που θα πρέπει να ακολουθήσουν. Ακόμη και αν στην Ελλάδα δεν υπήρχε ο περιορισμός των capital controls (δεν επιτρέπονται οι επενδύσεις εκτός της χώρας με το λεγόμενο παλαιό χρήμα):

-Τα χρηματιστήρια των αναπτυγμένων χωρών έχουν καταγράψει πολυετές ράλι, σε έναν κόσμο γεμάτο από κάθε είδους αβεβαιότητες (πολιτικές, οικονομικές, γεωπολιτικές), με αποτέλεσμα οι αποτιμήσεις να δείχνουν «αλμυρές».

-Οι αποδόσεις (yields) των κρατικών ομολόγων «σίγουρων» χωρών είναι τόσο χαμηλές ακόμη και για μακροπρόθεσμους τίτλους, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλος επενδυτικός κίνδυνος για ασήμαντες προσδοκώμενες αποδόσεις.

-Τα προσφερόμενα επιτόκια καταθέσεων είναι από αρνητικά έως οριακά στις ασφαλείς χώρες, με αποτέλεσμα το «risk free rate» (απόδοση μηδενικού κινδύνου) να είναι αμελητέο.

Σ’ αυτό το κλίμα, υπάρχουν αναλυτές που πιστεύουν πως ένα εγχώριο μετοχικό χαρτοφυλάκιο που θα περιλαμβάνει εταιρείες με ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη (οι τράπεζες χαρακτηρίζονται ως τίτλοι μεγαλύτερης μεταβλητότητας, άρα ως περισσότερο επικίνδυνοι) και με επαρκή ρευστότητα, θα μπορούσε μεσοπρόθεσμα να οδηγήσει σε θετικές αποδόσεις.

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v