Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Αναβάθμιση-έκπληξη κατά δύο βαθμίδες από Moody's

«Καθαρή» έξοδο από το μνημόνιο βλέπει ο οίκος. Στο B3 το rating, διατηρείται το θετικό outlook. Αξιοσημείωτη η δημοσιονομική και θεσμική βελτίωση στη χώρα. Καλύτερες οι επιδόσεις της σημερινής κυβέρνησης. Οι προβλέψεις.

Αναβάθμιση-έκπληξη κατά δύο βαθμίδες από Moodys

Σε αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε Β3 από Caa2 προχώρησε ο οίκος Moody's, διατηρώντας θετικό outlook. 

Ο οίκος σημειώνει ότι οι λόγοι για την αναβάθμιση της χώρας είναι: 

1. Η Ελλάδα έχει πετύχει αξιόλογη δημοσιονομική και θεσμική βελτίωση υπό το πρόγραμμα προσαρμογής, η οποία εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί τα επόμενα χρόνια. Αυτές οι βελτιώσεις θα στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας και τις τράπεζες. 

2. Η Moody's εκτιμά πως η Ελλάδα θα ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα προσαρμογής και θα επιστρέψει στη χρηματοδότηση από τις αγορές. Η «καθαρή έξοδος» θα στηριχθεί βραχυπρόθεσμα από σημαντικό «μαξιλάρι» ρευστότητας και μεσοπρόθεσμα από την ισχυρή δέσμευση των δανειστών της ευρωζώνης να παράσχουν πρόσθετη ελάφρυνση χρέους.  

3. Το ρίσκο μιας στάσης πληρωμών ή αναδιάρθρωσης του χρέους που βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών έχει μειωθεί σημαντικά. Ενώ η Ελλάδα βρισκόταν σε αντίστοιχο σημείο καμπής στα μέσα του 2014, ο οίκος θεωρεί ότι το ρίσκο ανατροπής ή εκτροχιασμού της δημοσιονομικής και οικονομικής προόδου που έχει επιτευχθεί είναι σημαντικά χαμηλότερο.  

To θετικό outlook σημαίνει ότι ο οίκος μπορεί να αναβαθμίσει περαιτέρω το ελληνικό αξιόχρεο, εάν οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν οδηγήσουν σε αποτελέσματα που είναι πιο θετικά έναντι των εκτιμήσεων, οδηγώντας σε διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη και πιο έντονη μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους, στο πλαίσιο ενός σταθερού πολιτικού περιβάλλοντος.

Το «ταβάνι» αξιολόγησης για τα ομόλογα αυξήθηκε επίσης στο Ba2 από B3, αντανακλώντας το μειωμένο ρίσκο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Αντίστοιχα, το «ταβάνι» αξιολόγησης για τις καταθέσεις έχει αυξηθεί σε Β3 από Caa2.

Αισιόδοξα τα μηνύματα από την οικονομία

Οι επιδόσεις της Ελλάδας στο τρίτο πρόγραμμα έχουν υπερβεί τις προσδοκίες και είναι σημαντικά ισχυρότερες από τα προηγούμενα δύο προγράμματα προσαρμογής. Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταφέρει να θέσει τα δημοσιονομικά σε πιο διατηρήσιμη οδό, με πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% και κοντά σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό τόσο το 2016 όσο και το 2017.

Σημαντικό μέρος της βελτίωσης οφείλεται σε δομικά μέτρα που θα παράσχουν δημοσιονομικά οφέλη με διάρκεια, όπως οι μεταρρυθμίσεις στον φόρο εισοδήματος και στο ΦΠΑ, στο συνταξιοδοτικό και στην υγειονομική περίθαλψη, στην αναδιάρθρωση δημόσιων επιχειρήσεων και μέτρα για τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών για μισθούς. Σωρευτικά, η Κομισιόν εκτιμά ότι το όφελος από τα δομικά δημοσιονομικά μέτρα θα αντιστοιχεί περίπου στο 4,5% του ΑΕΠ ως τα τέλη του 2018.

Επιπροσθέτως, η κυβέρνηση έχει νομοθετήσει πακέτο δημοσιονομικών μέτρων με αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών που θα ενεργοποιηθεί, εάν χρειαστεί, για την επίτευξη των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022. Οι ενέργειες αυτές στηρίζουν την εκτίμηση ότι οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν ακόμη και αν η ανάπτυξη αποδειχθεί πιο ήπια από ό,τι αναμένεται. Μια τέτοια απόδοση λογικά θα μειώσει το χρέος κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ εντός της επόμενης διετίας, λίγο πάνω από το 174% του ΑΕΠ το 2019, από ανώτατο επίπεδο πάνω από το 181% το 2017.

Επίσης, έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά στους υπόλοιπους στόχους του προγράμματος: Η θεσμική αδυναμία της χώρας στη δημόσια και τη φορολογική διοίκηση καθώς και στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, που συνέβαλαν στην κρίση, αντιμετωπίζονται, όπως φαίνεται από την καθιέρωση ανεξάρτητων αρχών φορολογικών εσόδων και ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και από την αντικατάσταση πολιτικά διορισμένων ατόμων σε κορυφαία επίπεδα της δημόσιας διοίκησης.

Οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα -μεταξύ των οποίων και τα υπερβολικά υψηλά επίπεδα NPEs- αντιμετωπίζονται με πιο δυναμικό τρόπο από ό,τι την τελευταία οκταετία. Οι νομικές και τεχνικές απαιτήσεις για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών υπάρχουν πλέον και οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί σε συγκεκριμένους στόχους μείωσης. Επίσης, η εξάρτηση του συστήματος από τον ELA μειώνεται το τελευταίο έτος και οι καταθέσεις επιστρέφουν σταδιακά. Οι τράπεζες κατάφεραν επίσης να εκδώσουν καλυμμένα ομόλογα, διαφοροποιώντας τη χρηματοδότησή τους. Από τα 25 δισ. ευρώ στο πρόγραμμα για την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, έχουν χρειαστεί μόλις τα 5,4 δισ. ευρώ.

Επίσης, βελτιώνονται οι οικονομικές προοπτικές. Η οικονομία έχει περάσει σε ανάπτυξη, αν και ήπια. Ο οίκος παρατηρεί ότι ο ρυθμός ανάκαμψης είναι αντίστοιχος άλλων χωρών της ευρωπεριφέρειας που βγήκαν από τα προγράμματα. Οι εξαγωγές αγαθών και τα έσοδα από τον τουρισμό αυξάνονται, αντανακλώντας την παγκόσμια ανάκαμψη. Οι καταναλωτικές δαπάνες δεν είναι ακόμη τόσο ισχυρές αλλά αναμένεται να επωφεληθούν από τη βελτίωση στην αγορά εργασίας, την έξοδο από το μνημόνιο και τη συνεχιζόμενη σταθεροποίηση των τραπεζών. Οι επενδύσεις στηρίζονται από τις προσπάθειες της ΕΕ και δανειστών του επίσημου τομέα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

Ενώ η Moody's δεν αναθεωρεί τις προβλέψεις της για άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% και 2,2% το 2018 και το 2019 αντίστοιχα, είναι πιο σίγουρη ότι θα επιβεβαιωθούν, δεδομένου ότι η έξοδος από το μνημόνιο θα ενισχύσει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη και θα στηρίξει τις εισροές κεφαλαίων. 

Η έξοδος από το μνημόνιο και το «μαξιλάρι»

Η Moody's εκτιμά πλέον ότι είναι ιδιαίτερα πιθανή η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στα θετικά συμπεράσματα του Eurogroup στις 19 Φεβρουαρίου, αν και καθυστέρησε η επίσημη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης έως ότου ολοκληρωθούν και τα τελευταία δύο προαπαιτούμενα.

Η «καθαρή» έξοδος από το πρόγραμμα -χωρίς αίτημα για περαιτέρω στήριξη ή νέους όρους- και η επιστροφή στη χρηματοδότηση από τις αγορές θα στηριχθεί βραχυπρόθεσμα από το σημαντικό «μαξιλάρι» ρευστότητας, το οποίο ο οίκος εκτιμά τουλάχιστον στα 18 δισ. ευρώ, ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να διευκολυνθεί η επιστροφή της χώρας στις αγορές. Σημειώνεται ότι οι λήξεις ομολόγων μεταξύ Σεπτεμβρίου 2018 και Δεκεμβρίου 2020 είναι της τάξεως των 17,3 δισ. ευρώ, με την Ελλάδα να χτίζει μεγαλύτερο «μαξιλάρι» από τις άλλες χώρες που βγήκαν από το πρόγραμμα.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια είναι πολύ διαχειρίσιμες. Ο οίκος εκτιμά ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης θα μειωθούν από περίπου 14% του ΑΕΠ φέτος σε επίπεδα κάτω του 12% το 2019 και κάτω από το 8% το 2020, σε ευθυγράμμιση και με τις τελευταίες προβλέψεις της Κομισιόν.

Επίσης, οι επιδόσεις του προϋπολογισμού είναι ισχυρές από το 2016. Η Moody's προβλέπει έναν ισορροπημένο προϋπολογισμό φέτος και ένα μικρό πλεόνασμα το 2019. Κατά την άποψη του οίκου, το μεγάλο «μαξιλάρι» ρευστότητας παράσχει αντίστοιχη διασφάλιση με μια προληπτική πιστωτική γραμμή.

Μεσοπρόθεσμα, η ισχυρή δέσμευση των δανειστών της ευρωζώνης να παράσχουν πρόσθετη ελάφρυνση χρέους θα διασφαλίσει τις διαχειρίσιμες ανάγκες χρηματοδότησης και τη βιωσιμότητα του χρέους. Η Moody’s προβλέπει ότι οι δανειστές θα περιγράψουν τις λεπτομέρειες της ελάφρυνσης τους επόμενους μήνες, όπως έχουν δεσμευτεί. Επίσης, είναι πιθανό να εισάγουν μηχανισμό που θα συνδέει την ελάφρυνση χρέους με την ανάπτυξη, υποδηλώνοντας μια πιο ευέλικτη στάση από την ευρωζώνη σε σχέση με το παρελθόν.

Καλύτερες οι επιδόσεις της σημερινής κυβέρνησης

Σύμφωνα με τη Moody’s, το ρίσκο μιας στάσης πληρωμών ή αναδιάρθρωσης του χρέους που βρίσκεται στα χέρια των ιδιωτών έχει μειωθεί σημαντικά και η αβεβαιότητα έχει μειωθεί εξίσου σημαντικά. Ενώ η Ελλάδα είχε βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση στα μέσα του 2014, η Moody’s πιστεύει ότι ο κίνδυνος αντιστροφής και εκτροχιασμού της δημοσιονομικής και οικονομικής προόδου που έχει επιτευχθεί είναι σημαντικά χαμηλότερος.

Η πολιτική κατάσταση και οι προοπτικές είναι πιο σταθερές. Ενώ οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν τον Σεπτέμβριο του 2019 το αργότερο, οι επώδυνες διαρθρωτικές δημοσιονομικές, οικονομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη νομοθετηθεί. Η σημερινή κυβέρνηση έχει σημειώσει καλύτερες επιδόσεις από τους προκατόχους της. Ως εκ τούτου, οι πιστωτές έχουν γίνει πιο υποστηρικτικοί με την Ελλάδα. Η Moody’s παρατηρεί ότι οι αξιολογήσεις ολοκληρώνονται νωρίτερα και σε ένα πιο εποικοδομητικό περιβάλλον σε σχέση με τις αξιολογήσεις στα δύο προηγούμενα προγράμματα.

Το ρίσκο αντιστροφής θα περιορίζεται επίσης από την πιθανή διασύνδεση μεταξύ της ελάφρυνσης χρέους και της ευθυγράμμισης της χώρας με τις δεσμεύσεις της προς τον επίσημο τομέα. Μια τέτοια σύνδεση θα παράσχει ένα ξεκάθαρο κίνητρο για τις ελληνικές αρχές να μην αντιστρέψουν τις βασικές δομικές μεταρρυθμίσεις που έχουν υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, ακόμη και εν μέσω των αναπόφευκτων εγχώριων πολιτικών πιέσεων ενόψει των εκλογών του 2019.

Ο οίκος εκτιμά ακόμη ότι θα χρειαστεί πρόσθετη ελάφρυνση χρέους, δεδομένου του πολύ μεγάλου βάρους που εκτιμάται ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο της Κομισιόν ότι θα ανέρχεται στο 126% του ΑΕΠ ως το 2030. Ενώ οι επίσημοι πιστωτές δεν θα εξετάσουν μείωση στο ονομαστικό ύψος του χρέους, μια σειρά μέτρων που πιθανότατα θα εφαρμοστούν, θα μειώνουν τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης σε διαχειρίσιμα επίπεδα (κάτω από το 15% μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% πιο μετά).

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v