Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Φόροι και εισφορές φουσκώνουν το πρωτογενές πλεόνασμα

Η προσαρμογή κατά 13,8% του ΑΕΠ σε όρους πρωτογενούς πλεονάσματος τα χρόνια της κρίσης στηρίχθηκε κυρίως σε αύξηση των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Περιορίστηκαν και οι επενδύσεις του Δημοσίου. Τι δείχνει ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

Φόροι και εισφορές φουσκώνουν το πρωτογενές πλεόνασμα

Υπερτριπλάσια της μείωσης των δαπανών ήταν η αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών προκειμένου να παραχθεί τα χρόνια της δημοσιονομικής προσαρμογής ένα πρωτογενές πλεόνασμα 17,4% του ΑΕΠ ή περίπου 30 δισ. ευρώ.

Το μείγμα ήταν φοροκεντρικό, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθυστέρησαν και το αποτέλεσμα δεν ήταν άλλο από το γνωστό σπιράλ μέτρων και ύφεσης το οποίο έχουν βιώσει οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια.

Σε ειδικό κεφάλαιο της πρόσφατης έκθεσης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στο οποίο αναλύεται η οικονομική προσαρμογή της περιόδου 2009-2017 καταγράφεται η πρόοδος σε σειρά μεταρρυθμίσεων τα τελευταία χρόνια, πλην όμως, με σαφήνεια προκύπτει ότι υπάρχει πολύ δουλειά ακόμα να γίνει σε κρίσιμα μέτωπα, μεταξύ των οποίων ενδεχομένως να περιλαμβάνεται και το ασφαλιστικό.

Ειδικά για το ασφαλιστικό, η ΤτΕ επισημαίνει αφενός τα μέτρα που έχουν ψηφιστεί αλλά και τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή τους αλλά αναδεικνύει – χωρίς να συνιστά ευθέως νέες παρεμβάσεις- τα στοιχεία της Eurostat σύμφωνα με τα οποία οι δαπάνες για τις συντάξεις γήρατος στην Ελλάδα είναι σταθερά οι υψηλότερες μεταξύ των χωρών της Ε.Ε (13,4% του ΑΕΠ έναντι 9,8% του ΑΕΠ στην Ε.Ε το 2014).

Οι εντυπώσεις αμβλύνονται με την επισήμανση ότι «ο ΟΟΣΑ πάντως στην τελευταία του έκθεση για τις συντάξεις, συγκαταλέγει την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες των οποίων οι μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό σύστημα αναμένεται να έχουν σημαντικά θετικό αντίκτυπο».

Αρχικά, η TτΕ προχωρά σε ανάλυση των συστατικών στοιχείων της δημοσιονομικής πολιτικής για να καταλήξει στο γνωστό συμπέρασμα ότι το μείγμα που εφαρμόστηκε για την εξάλειψη του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος ήταν κατά κανόνα φοροκεντρικό.

Η προσαρμογή κατά 13,8% του ΑΕΠ σε όρους πρωτογενούς πλεονάσματος (ή 17,4% του ΑΕΠ -περίπου 30 δισ. ευρώ -σε όρους διαρθρωτικού πρωτογενούς πλεονάσματος) στηρίχθηκε κυρίως σε αύξηση των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές (9,2% του ΑΕΠ) και ήταν 3,5 φορές μεγαλύτερη από την σωρευτική μείωση των πρωτογενών δαπανών (-2,5% του ΑΕΠ) την ίδια περίοδο.

Στο διάγραμμα αποτυπώνεται και η θετική για τα πλεονάσματα, αλλά αρνητική για την ανάπτυξη, μείωση των δημοσίων επενδύσεων κατά 2,5% του ΑΕΠ δεδομένου ότι ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου του δημοσίου τομέα ήταν σχεδόν δύο φορές μικρότερος το 2016 (3,2% του ΑΕΠ) σε σχέση με το 2009 (5,7% του ΑΕΠ).

«Καθώς η Ελλάδα εξέρχεται από μια οκταετή περίοδο έντονης οικονομικής προσαρμογής, δεν πρέπει να υπάρξει εφησυχασμός, διότι ορισμένες σημαντικές προκλήσεις παραμένουν» σημειώνεται στην έκθεση και γίνεται αναφορά στα υψηλά μεγέθη δημοσίου χρέους και ανεργίας, αλλά και στην ανάγκη εφαρμογής μεταρρυθμίσεων οι οποίες δεν έχουν ακόμα εφαρμοστεί ή πλήρως νομοθετηθεί, διαχείρισης των υψηλών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών αλλά και εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v