Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Markit: Πιθανή αλλά όχι σίγουρη η «καθαρή έξοδος»

Η Ελλάδα πιθανότατα θα βγει από το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης χωρίς να χρειαστεί νέο πρόγραμμα, όμως η πιθανότητα να ζητήσει προληπτική γραμμή πίστωσης δεν είναι αμελητέα, σύμφωνα με το Markit.

Markit: Πιθανή αλλά όχι σίγουρη η «καθαρή έξοδος»

Υπάρχουν καλές πιθανότητες η Ελλάδα να ακολουθήσει την Ιρλανδία και την Πορτογαλία και να εξέλθει του προγράμματος διάσωσής που λήγει τον Αύγουστο χωρίς να χρειαστεί νέο πρόγραμμα, σύμφωνα με ανάλυση της IHS Markit.

Όπως επισημαίνει, υπάρχει ισχυρό πολιτικό κίνητρο για την Ελληνική κυβέρνηση να αποφύγει ένα νέο πρόγραμμα, ενώ παράλληλα οι συνθήκες της αγοράς έχουν βελτιωθεί αισθητά λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας, της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα και του ήπιου διεθνούς περιβάλλοντος.

Ωστόσο, σύμφωνα με τη Markit, αυτό το θετικό περιβάλλον δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Όπως επισημαίνει, αν και δεν είναι το βασικό σενάριο, ωστόσο εκτιμά πως η πιθανότητα η Ελλάδα να αιτηθεί –και να λάβει- προληπτική γραμμή πίστωσης δεν είναι αμελητέα.

Αναλυτικότερα, όπως αναφέρει η IHS Markit, μετά από περισσότερα από οκτώ χρόνια, υπάρχει πραγματική προοπτική η Ελλάδα να μην βρίσκεται σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, όταν λήξει το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης τον Αύγουστο. Η οικονομία της χώρας επιτέλους αναπτύσσεται, οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν μειωθεί σημαντικά, και η πολιτική κατάσταση έχει παραμείνει πιο σταθερή απ’ όσο πίστευαν πολλοί.

Ωστόσο, αυτή η θετική εικόνα θα μπορούσε να αλλάξει πού γρήγορα και ο δρόμος προς την έξοδο από το πρόγραμμα διάσωσης περιλαμβάνει πολλαπλές προκλήσεις. Πρώτον, οι Ελληνικές τράπεζες πρέπει να λάβουν το «οκ» από την ΕΚΤ στα stress tests που αναμένεται να ανακοινωθούν στις αρχές Μαΐου. Στη συνέχεια, υπάρχει το θέμα της ολοκλήρωσης της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος, που περιλαμβάνει την ανάγκη έγκρισης πολλών πολιτικών που πιθανόν θα είναι πολιτικά δύσκολες. Πράγματι, δεν είναι αδιανόητο το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης να χρειαστεί να παραταθεί για μια μικρή χρονική περίοδο μετά τον Αύγουστο προκειμένου να υπάρξει περισσότερος χρόνος για διαπραγματεύσεις. Επιπλέον, για να υπάρξει μια «καθαρή» έξοδος, πρέπει να συνεχιστεί η οικονομική ανάκαμψη που ξεκίνησε το 2017. Οι όποιες ανησυχίες πως η Ελλάδα μπορεί να κάνει πίσω σε μελλοντικές και προηγούμενες μεταρρυθμίσεις, ή να οπισθοχωρήσει από πολιτικές που στόχο έχουν να μειώσουν το δημόσιο χρέος της, πιθανότατα θα έχουν αρνητική επίπτωση στη ζήτηση για το χρέος της και θα οδηγήσουν σε αυξανόμενες πιέσεις ρευστότητας σε κρατικό επίπεδο. Ομοίως, η δυνατότητα της Ελλάδας να χρηματοδοτείται στην αγορά ομολόγων ίσως υπονομευτεί αν οι συνθήκες στις διεθνείς αγορές επιδεινωθούν. Η απόφαση των επίσημων πιστωτών για το αν θα χορηγηθεί περαιτέρω ελάφρυνση χρέους θα έχει επίσης πιθανότατα επίπτωση στη ζήτηση για το Ελληνικό χρέος. Ένα υγιές «μαξιλάρι» ρευστότητας θα βοηθήσει στη διαχείριση μιας βραχυπρόθεσμης μεταβλητότητας στην αγορά, όμως δεν θα προστατεύσει εντελώς την Ελληνική οικονομία από τις επιδεινούμενες συνθήκες της αγοράς.

Υποθέτοντας πως η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, πως η τέταρτη αξιολόγηση προχωρήσει ομαλά, και πως οι συνθήκες στην αγορά παραμένουν ομαλές, η απόφαση για το αν θα επιδιωχθεί μια «καθαρή» έξοδος ή εάν θα ζητηθεί προληπτική γραμμή πίστωσης, θα είναι μια πολιτική επιλογή. Μια έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσής της θα έστελνε ένα ισχυρό σήμα πως η χώρα έχει αρχίσει να ανακάμπτει μετά από μια δεκαετή κρίση και πως η κυβέρνηση έχει ισχυρά κίνητρα να προχωρήσει σε αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, μια «καθαρή» έξοδος δεν είναι δεδομένη και στα πιθανά στοιχεία που θα υποδήλωναν πως η Ελλάδα δεν οδεύει προς επίτευξη του στόχου της περιλαμβάνονται οι διαφωνίες στον συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ (που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατάρρευση της κυβέρνησης), η ανικανότητα της Ελλάδας να ψηφίσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις/μέτρα και να ολοκληρώσει εγκαίρως την τελευταία αξιολόγηση, μια επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα και μια μη συμφιλιωτική στάση των ελλήνων αξιωματούχων όμοια με αυτήν που κατεγράφη το 2015, κάτι που θα περιέπλεκε τις σχέσεις με τους διεθνείς πιστωτές και θα προκαλούσε ανησυχία στην αγορά και άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.

Μια «καθαρή» έξοδος δεν θα ήταν άνευ ρίσκων. Οι τράπεζες –που εξακολουθούν να πιέζονται λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των χαμηλών επιπέδων καταθέσεων- αυτή τη στιγμή απολαμβάνουν το waiver της ΕΚΤ. Αυτή η εξαίρεση είναι εξαιρετικά πιθανό να αποσυρθεί αν η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε πρόγραμμα προσαρμογής. Αν και η Ελλάδα θα έπρεπε και πάλι να συμμορφωθεί με την μεταμνημονιακή παρακολούθηση, μια «καθαρή» έξοδος θα μπορούσε να αυξήσει τις ανησυχίες της αγοράς για την προσήλωση της Ελλάδας στην τήρηση των μεταρρυθμίσεων και των δημοσιονομικών στόχων όταν βρεθεί εκτός των περιορισμών ενός επίσημου προγράμματος. Πολλά προηγούμενα μέτρα, όπως αυτά που αφορούν στο δημόσιο τομέα, την αγορά εργασίας και τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, υπήρξαν εξαιρετικά αμφισβητούμενα και αντιδημοφιλή, και είναι ο βασικός παράγοντας που συμβάλει στην σημαντική μείωση της δημοφιλίας του ΣΥΡΙΖΑ από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2015. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει ρεαλιστική πιθανότητα η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ (ή η ΝΔ ή οποιοδήποτε άλλο κόμμα αν έλθει στην εξουσία) να τείνει να κάνει πίσω ή τουλάχιστον να επιβραδύνει σημαντικά την μεταρρυθμιστική ατζέντα μόλις απελευθερωθεί η χώρα από το επίσημο πρόγραμμα διάσωσης, ιδιαίτερα εν όψει εκλογών.

Όπως αναφέρει η Markit, αν και δεν είναι το βασικό της σενάριο, εκτιμά πως η πιθανότητα η Ελλάδα να αιτηθεί και να λάβει γραμμή πίστωσης από τον ESM δεν είναι αμελητέα. Μια πιστωτική γραμμή από τον ESM (προληπτική ή ενισχυμένη) θα έφερνε μια ισορροπία μεταξύ της επίτευξης του στόχου της κυβέρνησης για έξοδο από το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης και θα παρείχε κάποιες εξασφαλίσεις στις αγορές. Μια πιστωτική γραμμή θα βοηθούσε επίσης τις τράπεζες να χρησιμοποιήσουν ελληνικό collateral για να εξασφαλίσουν πρόσβαση στην φθηνή ρευστότητα της ΕΚΤ και θα οδηγούσε, ως εκ τούτου, σε χαμηλότερες αποδόσεις ομολόγων απ’ ότι στο σενάριο της «καθαρής» εξόδου. Το βασικό εμπόδιο για το σενάριο της πιστωτικής γραμμής είναι η τρέχουσα απροθυμία της κυβέρνησης να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο κατανόησης. Ωστόσο, είναι πιθανό πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ θα μπορούσε ακόμα και έτσι να υποστηρίξει πως υλοποίησε την υπόσχεσή της για έξοδο από το επίσημο πρόγραμμα διάσωσης. Ως εκ τούτου, εξακολουθεί να είναι πιθανό η ελληνική κυβέρνηση να αιτηθεί μια γραμμή πίστωσης πριν τον Αύγουστο, παρά το γεγονός ότι τώρα επιμένει πως ο μόνος στόχος της είναι η «καθαρή» έξοδος.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v