Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πώς θα απογειωθούν οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων

Ποιοτικά και ανταγωνιστικά τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ. Στην κορυφή το βαμβάκι, ο καπνός και το παρθένο ελαιόλαδο. Ποιες παρεμβάσεις απαιτούνται για να διατηρηθούν και να επεκταθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Πώς θα απογειωθούν οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων

Δυνατότητες περαιτέρω βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, διαπιστώνει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, αφού ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα είναι ένας τομέας που κατά τα χρόνια της κρίσης επέδειξε αντοχή, καθώς η πορεία του υπήρξε καλύτερη εκείνης που αφορά το σύνολο της οικονομίας, αλλά και οι μεταποιητικές βιομηχανίες τροφίμων, ποτών και καπνού παρουσίασαν καλύτερη εικόνα εκείνης που αφορά το σύνολο της οικονομίας. Ωστόσο, απαιτείται σειρά διαρθρωτικών παρεμβάσεων που όχι μόνο θα διατηρήσουν τα εξαγωγικά πλεονεκτήματα συγκεκριμένων προϊόντων, αλλά πιθανόν και να τα επεκτείνουν.

Ως γνωστόν, η Ελλάδα, λόγω γεωγραφικής θέσης, κλίματος και ποιότητας εδάφους, παράγει ορισμένα προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας σε ποσότητες επαρκείς τόσο για την αγροδιατροφική αυτάρκεια της χώρας, όσο και για εξαγωγές (π.χ. το ελληνικό παρθένο ελαιόλαδο αξιολογείται ως το καλύτερο στον κόσμο σε ποιότητα, ενώ σε ποσότητα η Ελλάδα είναι η τρίτη ελαιοπαραγωγός χώρα παγκοσμίως).

Μάλιστα, λόγω αυτών των συνθηκών, κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των 28 κρατών-μελών της ΕΕ από άποψη συγκριτικού εξαγωγικού πλεονεκτήματος τα τελευταία 17 έτη σε 5 κατηγορίες αγροτικών προϊόντων, ενώ κατέχει καλή θέση με κριτήριο τον ίδιο δείκτη, στην ίδια ομάδα χωρών, σε άλλα 21 αγροτικά προϊόντα.

Συγκεκριμένα, στην πρώτη θέση από πλευράς εξαγωγικού πλεονεκτήματος βρίσκονται το βαμβάκι και ακολουθούν ο μη επεξεργασμένος καπνός, το παρθένο ελαιόλαδο, τα συντηρημένα και παρασκευασμένα φρούτα (πλην χυμών), οι ρίζες και σπόροι λαχανικών παρασκευασμένοι ή συντηρημένοι.

Οι προτάσεις

Σύμφωνα με την ΤτΕ, πιθανόν, μετά τις απαραίτητες βελτιώσεις στο οικονομικό περιβάλλον και σ,τις υποδομές του πρωτογενούς τομέα, να καταδειχθεί ότι η Ελλάδα μπορεί να έχει ισχυρό εξαγωγικό πλεονέκτημα καθώς υπάρχουν δυνατότητες περαιτέρω βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων μέσω:

- συνένωσης αγροτικών εκμεταλλεύσεων και εκμετάλλευσης οικονομιών κλίμακας

- επενδύσεων στην πλέον σύγχρονη τεχνολογία

- ηλικιακής ανανέωσης και επιμόρφωσης του εργατικού δυναμικού

- σύνδεσης του τουρισμού με τοπικά προϊόντα ποιότητας, την τοπική γαστρονομία και την παράδοση μιας περιοχής,

- ανάληψης πρωτοβουλιών από την πολιτεία και τους εξαγωγικούς φορείς για τη δημιουργία ενός brand name των προϊόντων στο εξωτερικό

- δημιουργίας χρηματοδοτικών προϊόντων για την ενίσχυση των δυναμικών παραγωγικών μονάδων.

Ο μικρός κλήρος

Η TτΕ αναδεικνύει το πρόβλημα του μικρού κλήρου και γι' αυτό άλλωστε προβάλλει ως κυρίαρχη παρέμβαση τη συνένωση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και της εκμετάλλευσης οικονομιών κλίμακος.

Είναι ενδεικτικό άλλωστε, στα τρία πρώτα σε συγκριτικό εξαγωγικό πλεονέκτημα προϊόντα, η μέση καλλιεργούμενη έκταση σπόρων και ινών βαμβακιού φθάνει μόλις τα 6 εκτάρια (60 στρέμματα) στην Ελλάδα και είναι σημαντικά χαμηλότερη από ό,τι στην αμέσως επόμενη σε συγκριτικό εξαγωγικό πλεονέκτημα χώρα, την Ισπανία, αλλά και στη Βουλγαρία (12 εκτάρια και στις δύο περιπτώσεις).

Το ίδιο συμβαίνει και με τις καλλιεργούμενες εκτάσεις καπνού, όπου η μέση έκταση είναι 1,4 εκτάρια στην Ελλάδα, έναντι 4,8 εκταρίων στην ΕΕ (στοιχεία από 12 χώρες). Στις ελαιοκαλλιέργειες για παραγωγή λαδιού η εικόνα είναι κάπως καλύτερη, καθώς η Ελλάδα καταγράφει μέση καλλιεργούμενη έκταση 1,5 εκτάρια, έναντι 2,1 εκταρίων κατά μέσο όρο στις ελαιοπαραγωγούς χώρες της Μεσογείου (με εξαίρεση την Ισπανία, όπου η μέση καλλιεργούμενη έκταση είναι 5,7 εκτάρια).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v