Η Berkshire Hathaway HomeServices δημοσίευσε την ετήσια έκθεση «2022 Global Luxury Landscape»1, η οποία καταγράφει τις κορυφαίες τάσεις που επηρεάζουν την παγκόσμια αγορά πολυτελών ακινήτων, δίνοντας σαφείς αναφορές σε αυτές οι οποίες θα ευδοκιμήσουν μελλοντικά. Βάσει της νέας μελέτης, η αγοραστική ζήτηση για τις μεγάλες και πολυτελείς κατοικίες μακριά από τις πόλεις έχει αυξηθεί. Παρ’ όλα αυτά η ευκολία πρόσβασης στην πόλη θεωρείται σημαντική. Επιπλέον, το κόστος και η ποιότητα ζωής εξακολουθούν να τίθενται ως προτεραιότητα για τους ξένους επενδυτές παγκοσμίως.
Η έκθεση «Global Luxury Report» αναδεικνύει την εξέλιξη της αγοράς ακινήτων με βάση τις επιλογές του τρόπου ζωής, τις προτιμήσεις και τις μεταναστεύσεις των αγοραστών πολυτελείας, καθώς και πώς και ποιες βιομηχανίες τοποθετούν τις αγορές στον χάρτη. Εξετάζοντας περαιτέρω δημοφιλή θέματα, η έκθεση μελετά την ακίνητη περιουσία στο metaverse, τις τάσεις σχεδιασμού και τις κορυφαίες εννέα ανέσεις σπιτιού για τον αγοραστή πολυτελών ακινήτων. Εξετάζει επίσης τις 10 κορυφαίες αγορές εντός του δικτύου Berkshire Hathaway HomeServices και περιγράφει προορισμούς για παρακολούθηση.
Η αγορά ακινήτων εισέρχεται σε ένα νέο, μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τα υψηλά επίπεδα παγκόσμιου πληθωρισμού να μεταστρέφουν το ενδιαφέρον των νέων επενδυτών. Η νέα καθημερινότητα επιβάλλεται στον τρόπο επένδυσης, παράλληλα με εκείνον της διαβίωσης. Το «νέο μοντέλο» ακινήτων συνδυάζει τη μόνιμη και την εξοχική κατοικία με την υβριδική εργασία, αξιοποιώντας έναν χώρο για τρεις ανάγκες ταυτόχρονα. Έτσι λοιπόν, η αγορά μιας πολυτελούς κατοικίας είναι μονόδρομος για όσους επιθυμούν να δημιουργήσουν τον δικό τους «επίγειο παράδεισο» όπου εκείνοι επιθυμούν.
Παρά τις σωρευτικές αυξήσεις τιμών στα ακίνητα που αγγίζουν το 30%-40%, κατάσταση που υποβοήθησαν η αύξηση επιτοκίων και το μεταναστευτικό (σε αντιστοιχία 1% αύξηση μεταναστευτικού προς 15% αύξηση τιμών στην αγορά ακινήτων), η ζήτηση πολυτελών κατοικιών εξακολουθεί να διατηρεί την αξία της. Βασικός παράγοντας αποτέλεσε η άρση των μέτρων κατά της Covid, με την επανέναρξη των ταξιδιών και της προσέλκυσης τουρισμού. Βάσει ερευνών του δικτύου της Berkshire Hathaway HomeServices αποτυπώθηκε ότι το 29% των εγχώριων επενδύσεων κάθε χώρας ξεχωριστά προέρχεται από ξένους επενδυτές, με το ποσοστό να αυξάνεται ολοένα περισσότερο κάθε χρόνο.
Επιπλέον, η ταχύτατη ανάπτυξη της δυναμικής της αγοράς ακινήτων επιβάλλει στον κλάδο να επαναπροσαρμόζεται στα νέα δεδομένα διαβίωσης και τεχνολογίας. Έτσι, η νέα «εικονική πραγματικότητα» γεννάει περισσότερες «εικονικές κατοικίες», η οποία μέσω ειδικού λογισμικού τηλεδιάσκεψης επιτρέπει σε κάθε νέο επενδυτή να ονειρευτεί και να υλοποιήσει τα σχέδια της νέας του κατοικίας, ακόμη και να έχει στα χέρια του ψηφιακούς τίτλους ιδιοκτησίας (NFT ή αλλιώς Non-Fungible Token).
Στις αναδυόμενες αγορές, στην αγορά ακινήτων συγκαταλέγεται και η ελληνική αγορά ακινήτων, η οποία μετά από μια πτωτική δεκαετία, αυξάνει πλέον τη δυναμική της στο Real Estate παγκοσμίως. Η μεγάλη αγοραστική ζήτηση εξακολουθεί να είναι κυρίαρχη για τις νεόκτιστες και πολυτελείς εξοχικές κατοικίες, στις παραθεριστικές περιοχές των Κυκλάδων, της Κρήτης και της Κέρκυρας, της Ρόδου και το Πόρτο Χέλι, ενώ παράλληλα η Αθηναϊκή Ριβιέρα διατηρεί την ισχύ της. Είναι γεγονός ότι το χαμηλό αγοραστικό κόστος θέτει σε προνομιακή θέση τις επενδύσεις στη χώρα μας, συγκριτικά με τις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες.
Ο κ. Κυριάκος Ξύδης, Managing Partner της Berkshire Hathaway HomeServices Athens Properties, δηλώνει χαρακτηριστικά: «Τα ελληνικά ακίνητα ήταν και παραμένουν φθηνότερα από αυτά της Δυτικής Ευρώπης και της ευρύτερης «γειτονιάς» μας της Ισπανίας, της Νότιας Γαλλίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας. H άνθηση του ελληνικού Real Estate παρεμποδίζεται σε σημαντικό βαθμό, εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων, όπως οι συνεχείς ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες και οι αστάθμητοι εξωγενείς παράγοντες, όπως ο ουκρανικός πόλεμος και η τουρκική προκλητικότητα. Δυστυχώς, η γεωγραφική μας θέση και ιδιαίτερα οι γείτονές μας αποτελούν σημεία ανησυχίας για τους ξένους αγοραστές και η εκτίμηση του σχετικού κινδύνου θέτει σε μειονεκτική θέση τα ελληνικά ακίνητα, αλλά η ζήτηση υπάρχει» αναφέρει ο κ. Ξύδης, προσθέτοντας ότι «εάν επιλυθούν τα πολιτικά ζητήματα, οι τιμές είναι βέβαιο ότι θα ανέβουν».