Τρ Κύπρου: «Φως» για ελληνικά ομόλογα και μπόνους

Ποια στοιχεία προκύπτουν από τις καταθέσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Συγκροτήματος στην Επιτροπή της Βουλής - Καταγγελίες για έλλειψη εταιρικής διακυβέρνησης και κουλτούρας – Χρήσιμα συμπεράσματα και για ελλαδικές εισηγμένες.

Τρ Κύπρου: «Φως» για ελληνικά ομόλογα και μπόνους
Σε αντίθεση με αυτά που πιστεύουν πολλοί επιχειρηματίες και επενδυτές στην Ελλάδα, το παράδειγμα της Τράπεζας Κύπρου αποδεικνύει πως η άσκηση ουσιαστικής εταιρικής διακυβέρνησης μόνο... δευτερεύον και τυπικό στοιχείο δεν είναι για τη μακροχρόνια πορεία μιας εταιρείας.

Και αυτό γιατί από τη μέχρι τώρα πορεία της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για την κυπριακή οικονομία προκύπτει πως πολλά από τα δεινά που υφίσταται σήμερα το κυπριακό τραπεζικό συγκρότημα (και η χώρα) θα είχαν αποφευχθεί -ή έστω θα είχαν περιοριστεί σημαντικά- αν εφαρμόζονταν στην ουσία (και όχι στους τύπους) οι κανόνες της εταιρικής διακυβέρνησης.

Παρά το γεγονός ότι το κυπριακό συγκρότημα είχε δώσει έμφαση στο θέμα, αναθέτοντας μάλιστα το 2005 σχετική μελέτη στον διεθνή οίκο McKinsey, από τις μέχρι τώρα καταθέσεις των αξιωματούχων της Τράπεζας Κύπρου έχουν αναδειχτεί κυρίως τα ζητήματα:

α) της αγοράς των ελληνικών κρατικών ομολόγων στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010
β) της εξαγοράς της ρωσικής τράπεζας Uniastrum έναντι τιμήματος πολύ μεγαλύτερου από αυτό στο οποίο θα μπορούσε να πουληθεί σήμερα
γ) του τρόπου απόδοσης "φιλοδωρημάτων" (μπόνους) στους εκτελεστικούς διευθυντές της τράπεζας και του κατά πόσον αυτός ο τρόπος θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη λήψη αποφάσεων υψηλού κινδύνου.

Έλλειψη κουλτούρας

Μιλώντας ο κ. Γιάννης Κυπρή (μέλος της εκτελεστικής ομάδας της Τράπεζας Κύπρου και διευθύνων σύμβουλος μετά την αποχώρηση του κ. Ηλιάδη) υποστήριξε πως υπήρξε έλλειψη εταιρικής διακυβέρνησης και κουλτούρας, συμπληρώνοντας πως ο κ. Ηλιάδης είχε τη στήριξη σχεδόν ολόκληρου του συμβουλίου, γεγονός που ήταν εμπόδιο για άλλα μέλη τα οποία είχαν αντίθετη άποψη για συγκεκριμένες αποφάσεις.

Στο θέμα της κουλτούρας εταιρικής διακυβέρνησης στάθηκε και ο κ. Μάνθος Μαυρομάτης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της τράπεζας: «Πιστεύω πως από πλευράς διαδικασιών η Τράπεζα Κύπρου πληρούσε τους όρους εταιρικής διακυβέρνησης. Αλλά είναι ένα θέμα η εφαρμογή των κανονισμών και άλλο ή έλλειψη κουλτούρας», είπε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον κ. Μαυρομάτη, το γεγονός ότι οι εκτελεστικοί διευθυντές του Συγκροτήματος ήταν και μέλη του διοικητικού συμβουλίου ίσως ήταν λάθος. Το γεγονός πως δεν υπάρχει μεγάλος ιδιώτης μέτοχος στην τράπεζα για να λειτουργήσει ως αντίβαρο στη δύναμη των εκτελεστικών διευθυντών ενδεχομένως να ήταν μειονέκτημα. Δεν είναι θέμα χαλαρότητας, αλλά ισορροπίας στο Δ.Σ. ώστε οι εκτελεστικοί να μην έχουν υπερβολική δύναμη, αλλά ούτε και να μην ακούγονται.

Τα περιβόητα ελληνικά ομόλογα

Ειδικότερα στο ζήτημα της αγοράς των ελληνικών κρατικών ομολόγων στα τέλη του 2009 και το 2010, ο κ. Γιάννης Κυπρή ανέφερε πως "μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 2009 ήμουν υπεύθυνος για το Treasury και μετά η διαχείριση πέρασε στον διευθύνοντα σύμβουλο" (Ανδρέα Ηλιάδη). Υπήρξε δηλαδή, κατά την άποψή του, συστέγαση της διεύθυνσης αγορών και της επιτροπής διαχείρισης κινδύνων, γεγονός που ήταν ενάντια στους κανονισμούς. "Δεν έπρεπε στην Επιτροπή Διαχείρισης Κινδύνου να συμμετέχουν διευθυντικά στελέχη, αλλά μόνο μέλη του διοικητικού συμβουλίου", σημείωσε.

Αναφερόμενος ο κ. Μαυρομάτης στην τοποθέτηση στα ελληνικά κρατικά ομόλογα στα τέλη του 2009 και στις αρχές του 2010, ανέφερε πως, αν και νομότυπη, ήταν σίγουρα ριψοκίνδυνη, έστω και αν τότε θεωρούνταν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ακίνδυνα. Κανείς δεν πίστευε πως θα προχωρούσε το κούρεμα σε τέτοιο βαθμό και δεν θα προστατεύονταν οι τράπεζες. Και στη δευτερογενή αγορά υπήρχε ζήτηση για τα ελληνικά ομόλογα, γεγονός που δείχνει πως υπήρχε στήριξη στην ελληνική οικονομία από τις αγορές.

Όσο για τον τέως διευθυντή διαχείρισης κινδύνων της τράπεζας, Νικόλα Καρυδά, ανέφερε πως οι αποφάσεις ήταν συλλογικές και οι αγορές των ελληνικών ομολόγων γίνονταν μέσα στα όρια που είχαν κοινοποιηθεί στην επιτροπή διαχείρισης ενεργητικού-παθητικού (ALCO) της τράπεζας, η οποία δεν τα είχε διαφοροποιήσει, αναφέροντας πως τον Μάρτιο του 2010 συνεδρίασε η Επιτροπή Κινδύνου του Δ.Σ., συζητήθηκε το θέμα των ελληνικών ομολόγων, αλλά θεωρήθηκε πως... τα χειρότερα πέρασαν!

Επίσης, ο κ. Καρυδάς ανέφερε πως η επιστολή της Κεντρικής Τράπεζας που προειδοποιούσε για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ήρθε μετά την αγορά τους και είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσουν οι επιπλέον αγορές.

Για το ζήτημα όμως των ελληνικών κρατικών ομολόγων τοποθετήθηκε και ο πρώην πρόεδρος της Τράπεζας Κύπρου Θεόδωρος Αριστοδήμου: «Υπήρχαν δύο επιτροπές στην τράπεζα που ασχολούνταν με το συγκεκριμένο θέμα. Το συμβούλιο είχε στόχο να καθορίζει την πολιτική της τράπεζας. Οι εκτελεστικοί, που θεωρούνταν και εμπειρογνώμονες επί τέτοιων θεμάτων, αποφάσιζαν πότε και σε ποιες τιμές θα αγόραζαν. Τότε η τράπεζα είχε ρευστότητα πάνω από 10 δισ. ευρώ και ήταν δική τους ευθύνη πού θα επένδυαν. Δεν χρειαζόταν από το Δ.Σ. η εκ των προτέρων έγκριση»...

Με λάθος τρόπο τα μπόνους

Το 2005 διορίστηκε νέα επιτροπή αμοιβών κατόπιν συμβουλής του οίκου McKinsey. Για τα τρία ανώτερα στελέχη, οι δείκτες απόδοσης ήταν κερδοφορία, σχέση κόστους προς έσοδα, επισφάλειες δανείων, σύγκριση με τον ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Κυπρή, η ανάληψη κινδύνου ήταν από τους παράγοντες που επηρέαζαν τη λήψη του ποσοστού του μπόνους, αλλά για την περίοδο 2005-2008 δεν υπήρχε ρητή πρόνοια που να βλέπει μακροχρόνια αυτούς τους δείκτες. Μέσα στο 2009 άλλαξαν οι κανονισμοί για τα μπόνους ώστε ένα μέρος τους (το 50%) να δίδεται σε μορφή μετοχών που έπρεπε να κρατούνται για μια περίοδο τριών ετών, οπότε και θα διαφαινόταν η πορεία των επενδύσεων.

Τα μέλη της Επιτροπής Αμοιβών έπρεπε να είναι ανεξάρτητα. Αν πάρουμε τους αυστηρούς κανόνες του κώδικα, υπήρχαν περίοδοι όπου δεν πληρούνταν τα κριτήρια, με την έννοια ότι κάποια μέλη είχαν υπερβεί τα εννέα χρόνια, ή ο δανεισμός τους ήταν πάνω από το επιτρεπόμενο όριο. Όμως, αν έκρινε το Συμβούλιο πως δεν είχε επηρεαστεί η ανεξαρτησία τους, μπορούσαν να συνεχίσουν (επειδή είχαν καταθέσεις μεγαλύτερες του δανεισμού τους).

Στο ζήτημα των μπόνους αναφέρθηκε και ο κ. Μαυρομάτης, σημειώνοντας πως "εκ των υστέρων, μπορώ να πω ότι η πολιτική φιλοδωρημάτων πρέπει να βασίζεται σε πιο μακροχρόνια βάση. Ενδεχομένως σε περίοδο τριετίας, ή ακόμη και πενταετίας. Τα μπόνους πρέπει να είναι υπό τη μορφή μετοχών και όχι μετρητών για να διασφαλίζεται η απόδοση σε σχέση με την πορεία της τράπεζας".

Επιζήμια εξαγορά

Η εξαγορά της ρωσικής τράπεζας Uniastrum έγινε έναντι τιμήματος 500 εκατ. ευρώ, ποσό τριπλάσιο από το καθαρό ενεργητικό της, όταν σήμερα το τίμημα ενδεχόμενης πώλησής της θα ήταν πολύ χαμηλότερο. "Προσπαθήσαμε να την πουλήσουμε, αλλά οι ενδιαφερόμενοι πλήρωναν λιγότερο από μία φορά το ενεργητικό, δηλαδή περίπου 150 εκατ. ευρώ", δήλωσε ο κ. Κυπρή.

Σύμφωνα με τον ίδιο, αρκετά καταστήματα της Uniastrum δεν ήταν κερδοφόρα υπό την έννοια ότι αρκετά ήταν καινούρια και απαιτούνταν μια περίοδος δύο-τριών ετών για να δείξουν κερδοφορία. Έγιναν όσες μελέτες και έρευνες χρειάζονταν πριν από την εξαγορά τόσο από τους εξωτερικούς συμβούλους, όσο και από διευθυντές που μετέβησαν στη Ρωσία για ελέγχους. Η απόφαση για εξαγορά στο Δ.Σ. ήταν ομόφωνη".

Στην ομοφωνία των μελών του Δ.Σ. και των εκτελεστικών συμβούλων στο ζήτημα της εξαγοράς της Uniastrum αναφέρθηκε και ο πρώην πρόεδρος της τράπεζας Θεόδωρος Αριστοδήμου.

«Ήταν συνετοί, δεν αμείβονταν υπερβολικά»

Ο κ. Ανδρέας Πίττας, μέλος του Δ.Σ. της τράπεζας και μέλος της επιτροπής αμοιβών της, υποστήριξε πως μπορεί τα ποσά των εκτελεστικών διευθυντών να ακούγονται τεράστια, αλλά τότε ήταν κάτω από τον μέσο όρο των αμοιβών στις ελληνικές τράπεζες και πως για τον ίδιο είναι κατανοητό να λαμβάνει ένα στέλεχος τέτοιες αποδοχές.

Το μέλος επίσης του Δ.Σ. Άννα Διογένους απέρριψε τη θέση ότι η πολιτική αμοιβών ενθάρρυνε τη λήψη κινδύνου. "Τόσο οι εκτελεστικοί, όσο και οι σύμβουλοι ήταν πολύ προσεκτικοί" ανέφερε χαρακτηριστικά.

ΥΓ.1: Να τονιστεί πως η περίπτωση της Τράπεζας Κύπρου συγκαταλέγεται στις καλύτερες(!) της αγοράς, καθώς στις περισσότερες εισηγμένες εταιρείες του Χ.Α. και του ΧΑΚ η κατάσταση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης είναι πολύ χειρότερη.

ΥΓ.2: Να σημειωθεί επίσης πως δεν έχει καταθέσει ακόμη στην Επιτροπή της Βουλής ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου Ανδρέας Ηλιάδης, ο οποίος αναμένεται να φωτίσει πολλά πράγματα της όλης υπόθεσης.

ΥΓ.3: Σε ορισμένα σημεία έγινε χρήση του ρεπορτάζ της κυπριακής ιστοσελίδας Inbusinessnews.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v