
Με το PSI ακόμη ανοιχτό και την τρόικα παρούσα στην Αθήνα να ετοιμάζεται για πιεστικές διαπραγματεύσεις σε ό,τι αφορά το νέο μνημόνιο, προκαλούν αίσθηση και ποικίλες αντιδράσεις δύο σημαντικές παρεμβάσεις. Η πρώτη έγινε την Πέμπτη από τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιώργο Προβόπουλο, ο οποίος επέρριψε ευθύνες στο πολιτικό σύστημα για όσα δεν έκανε επί δεκαετίες για να αποφευχθεί η κρίση. Η δεύτερη έρχεται δε από τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, ο οποίος βάλλει ευθέως κατά του Γιώργου Παπανδρέου για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε το ζήτημα του μνημονίου.
Μάλιστα, οι δηλώσεις Προβόπουλου πυροδότησαν θέμα στην Ολομέλεια της Βουλής, όταν, κατά τη συζήτηση επερώτησης της ΝΔ για «την ανυπαρξία περιφερειακής πολιτικής», ο βουλευτής της ΝΔ Κωστής Μουσουρούλης ανέφερε πως ο κ. Προβόπουλος «δεν είναι ο μόνος που είπε πως αυτό που συνέβη στη χώρα δεν ήταν αναπόφευκτο».
Η αναφορά αυτή προκάλεσε την παρέμβαση των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αλλά και του παριστάμενου υφυπουργού Ανάπτυξης Θάνου Μωραΐτη, ενώ ο Κ. Μουσουρούλης που έθιξε το θέμα διευκρίνισε πως το κόμμα του έχει δεσμευτεί για το τι θα κάνει «για το μη αναπόφευκτο» και «για τη μοναδική διερεύνηση που θα γίνει στη Βουλή».
Ο υφυπουργός Ανάπτυξης, αφού ανέφερε ότι δεν θα μπει στη διαδικασία να απαντήσει στον κ. Προβόπουλο, σημείωσε ότι «ο λαός έχει και μνήμη και κρίση. Όλοι γνωρίζουν πώς η χώρα έφτασε στο σημείο που είμαστε σήμερα, πως κάποιοι την εγκατέλειψαν και την οδήγησαν στα βράχια».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Χρήστος Πρωτόπαππας κάλεσε τον κ. Προβόπουλο να ενημερώσει τον ελληνικό λαό, αν θέλει και μέσω της Βουλής, να εξηγήσει σε ποια περίοδο αναφέρεται, αν είχε ενημερώσει εγκαίρως τις ηγεσίες των κόμματων και τι συγκεκριμένα είχε προτείνει. «Όποιος έχει κάτι να πει να το πει. Δεν πρέπει να μιλάμε με υπονοούμενα και χρησμούς. Είμαστε σε μία δύσκολη εποχή, χρειάζονται καθαρές κουβέντες και ειλικρινείς εξηγήσεις από τον οποιονδήποτε», είπε χαρακτηριστικά.
«Οι καθαρές κουβέντες προϋποθέτουν καθαρό μυαλό κι αυτό κρύο κεφάλι», ανταπάντησε ο Κ. Μουσουρούλης, υπενθυμίζοντας τη δέσμευση του κόμματος της ΝΔ για διερεύνηση της υπόθεσης από τη Βουλή. «Το ΠΑΣΟΚ ενοχλήθηκε από τις επισημάνσεις του κ. Προβόπουλου», είπε από την πλευρά του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Κωνσταντίνος Μαρκόπουλος.
Βολές και από Σημίτη
Κι ενώ η παρέμβαση Προβόπουλου προκαλεί μετασεισμούς, ανάλογες συνέπειες αναμένεται να έχει και η ομιλία του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη στο συνέδριο «Η Ελλάδα σε κρίση. Προοπτικές στον ευρωπαϊκό δρόμο» που διοργανώνουν τη Δευτέρα το Ίδρυμα Heinrich Boll και το Freie Universitat του Βερολίνου.
Κατά την ομιλία του, σημεία της οποίας έδωσε ο κ. Σημίτης στη δημοσιότητα, ο πρώην πρωθυπουργός στρέφεται εναντίον των κυβερνητικών χειρισμών και της ένταξης στο μηχανισμό στήριξης, λέγοντας πως «η συμφωνία μεταξύ της ΟΝΕ και της Ελλάδας για την πολιτική που οφείλει να εφαρμόσει η Ελλάδα ώστε να της χορηγηθεί το σύνολο των δόσεων του συμφωνηθέντος δανείου, γνωστή ως Μνημόνιο, συντάχτηκε χωρίς να υπάρχει ικανοποιητική προετοιμασία και λειτούργησε με τρόπο που επιδείνωσε την κατάσταση».
«Οι συντάκτες του Μνημονίου παρέλειψαν να συναρτήσουν τους στόχους τους με τις πραγματικές εξελίξεις, να προβλέψουν δηλαδή ότι σε περίπτωση ύφεσης θα παρατείνεται αυτόματα ο χρόνος πραγματοποίησης των στόχων ή και θα περιορίζονται ορισμένες επιδιώξεις. Ήταν ένα πολιτικά μοιραίο λάθος. Η παράλειψη είχε ως αποτέλεσμα να εξακολουθεί το αρχικό σκληρό πρόγραμμα λιτότητας παρά την ύφεση που επήλθε και να επιτείνει κατά πολύ την ύφεση», θα προσθέσει.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr
FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin
Η ομιλία εντοπίζει τη βαθύτερη πολιτική και οικονομική φιλοσοφία που επικράτησε στη σχέση των πιο ανεπτυγμένων με τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ: «Η αλληλεγγύη είναι ένας όρος που δεν είναι αρεστός σε ορισμένες χώρες της Ένωσης. Θεωρούν ότι υποδηλώνει μια υποχρέωση συμπαράστασης προς άλλους που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους. Συνεπάγεται μια μονόπλευρη δέσμευση. Όμως τα πράγματα επιβάλλουν την αμοιβαία σύμπραξη και συμπαράσταση. Κατά την κυρίαρχη άποψη στην πρακτική της ΟΝΕ, η επίλυση του προβλήματος των διαφορών επιπέδου ανταγωνιστικότητας Βορρά και Νότου απαιτεί κυρίως προώθηση αλλαγών στις αγορές εργασίας και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτά δεν αρκούν. Χρειάζεται και στήριξη των οικονομιών του Νότου με επενδύσεις και διεύρυνση των εξαγωγών τους προς το Βορρά.
Επιπρόσθετα είναι αναγκαίο να υπάρξει μια συνολική οικονομική πολιτική αντίληψη για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη. Μια οικονομική διακυβέρνηση, που δεν θα περιορίζεται όπως σήμερα μόνο σε τρέχοντα προβλήματα αλλά θα φροντίζει για την ισόρροπη κατανομή των ωφελειών της στην ΟΝΕ, είναι σε θέση να διαχειριστεί πολύ καλύτερα το ευρύτερο θέμα της ανάπτυξης».
Επισημαίνει επίσης ότι: «Η ΟΝΕ δεν είναι όμως μια παρέα προηγμένων χωρών που έχουν κοινά συμφέροντα αντίθετα προς εκείνα των χωρών που υστερούν. Είναι ένα εξελικτικό στάδιο της Ένωσης, ώστε να διευκολυνθεί η οικονομική συνεργασία των μελών της, να δημιουργηθούν σχέσεις οι οποίες θα ενδυναμώνουν την κοινή προσπάθεια ανάπτυξης, να επιτευχθεί βαθμιαία σύγκλιση των οικονομιών και καλύτερη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που παρέχουν η κατάργηση των συνόρων και οι κοινές επιδιώξεις. Είναι κοινό σχέδιο προόδου. Οφείλει να εντάσσει λοιπόν στο σχεδιασμό τόσο τους πιο ισχυρούς με τις δυνατότητές τους όσο και τους πιο αδύνατους με τις αδυναμίες τους.
Να λαμβάνει υπόψη του τις ανισότητες και να αποτιμά το γεγονός ότι οι αναπτυγμένες χώρες δεν επιβαρύνονται μόνο αλλά αποκομίζουν και σημαντικά κέρδη χάρη στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες τους και τις εξαγωγές τους».
Ο Κ. Σημίτης υποστηρίζει ότι, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα στην ΕΕ, «χρειάζεται η διαμόρφωση ενός νέου τρόπου αντιμετώπισης των ανισοτήτων μεταξύ του ανεπτυγμένου κεντρικού πυρήνα της Ευρωζώνης και της λιγότερο ανεπτυγμένης περιφέρειάς της» και προβλέπει ότι «αν αυτό δεν συμβεί τότε θα υπάρξουν και στο μέλλον επαναλαμβανόμενες κρίσεις».
Τέλος, η πρότασή του είναι ότι η «έξοδος από την κρίση επιβάλλει "τη φυγή προς τα εμπρός" δηλαδή στην κατεύθυνση μιας οικονομικής διακυβέρνησης και μιας πολιτικής ενοποίησης. Αυτός είναι ο στόχος που πρέπει με σοβαρότητα και επιμονή να επιδιώξουμε. Το ελληνικό πρόβλημα δεν ήταν μία ατυχία στην πορεία της Ένωσης, η παρεκτροπή που ανέτρεψε ένα καλά σχεδιασμένο εγχείρημα. Ήταν ο καταλύτης που ανέδειξε τις αδυναμίες της μέχρι τώρα οικονομικής διακυβέρνησης, την ανάγκη ενός νέου προσδιορισμού της».