Μπέκετ 24 ωρών δια χειρός Κακλέα

«Μερσιέ και Καμιέ», η νουβέλα, την οποία ανεβάζει σε μια μαραθώνια παράσταση που θα δοθεί...

  • Real.gr
Μπέκετ 24 ωρών δια χειρός Κακλέα
Ο Μερσιέ και ο Καμιέ προσπαθούν να δουν το αόρατο, να ακούσουν το ανήκουστο. Να μιλήσουν για να σιωπήσουν και το αντίστροφο. Ταξιδεύουν χωρίς να φτάνουν, πιστεύουν για να διαψευσθούν, εκκινούν για να επιστρέψουν. Μια αέναη περιπλάνηση.

Είναι οι δύο ήρωες της ελάχιστα γνωστής νουβέλας του Σάμιουελ Μπέκετ «Μερσιέ και Καμιέ», την οποία ο Γιάννης Κακλέας ανεβάζει σε μια μαραθώνια παράσταση, διάρκειας 24 ωρών. Θα δοθεί τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 28 Ιουνίου στην Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με τους Άρη Σερβετάλη και Κώστα Φιλίππογλου να ερμηνεύουν τους δύο ήρωες του τίτλου, που θυμίζουν πολύ τον Βλαδίμηρο και τον Εστραγκόν από το περίφημο «Περιμένοντας τον Γκοντό».

Ο Γιάννης Κακλέας επιχειρεί να συνθέσει μια «μεταθεατρική εμπειρία-αγρύπνια», όπου η διερώτηση για την πίστη και την αναζήτηση, για την ισχύ και την εξάρτηση, για την πραγματικότητα και τις αυταπάτες της, στοιχειώνει τους θεατές και τους ερμηνευτές.

«Η διάρκεια της παράστασης βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με αυτό που κάνουμε. Δεν πρόκειται για μία 24ωρη αναπαράσταση, αλλά για έναν δομημένο αυτοσχεδιασμό, τον οποίο καθοδηγώ με διάφορα κόλπα, σε μία μεταθεατρική εμπειρία. Το ενδιαφέρον σε αυτήν την ιστορία είναι ότι από κάποια ώρα και μετά, όταν εξαντληθούν όλα τα σκηνοθετικά και σκηνογραφικά τρικ, αυτό που θα μείνει είναι το βίωμα των ηθοποιών που θ' αγγίζει πλέον την κατάσταση της έκστασης» λέει στο Αθηναϊκό πρακτορείο ο Γιάννης Κακλέας, μιλώντας για την παράσταση, που θα έχει χρόνους «περφόμανς», και προσθέτει: «Όποιος έρθει να τη δει έχοντας στο μυαλό τους χρόνους μίας συμβατικής παράστασης δεν θα μπορέσει να ενταχθεί καλά στο παιχνίδι».

Για τον ίδιο, ο ιδανικός θεατής είναι «αυτός που θα έρθει, θα κοιμηθεί κοντά μας (ο χώρος θα είναι ειδικά διαμορφωμένος με μαξιλάρια και στρώματα), και μετά θα του παίξουμε και κάποια κομμάτια στο όνειρό του, θα ξυπνήσει θα τον κεράσουμε καφέ και θα συνεχίζει να ζει μια άχρονη μπεκετική εμπειρία, που δεν έχει αρχή, μέση και τέλος. Είναι ένα αέναο παιχνίδι ύπαρξης. Άλλες φορές με φιλοσοφική βαθύτητα και άλλες με απόλυτη ελαφρότητα, αφού ο Μπέκετ αρέσκεται στο χιούμορ».

Τι ακριβώς όμως συμβαίνει στις 150 σελίδες αυτού του πεζού έργου του Ιρλανδού μετρ του θεάτρου του παραλόγου; Όπως περιγράφει ο μεταφραστής του έργου, Άρης Μπερλής «ο Μερσιέ και ο Καμιέ είναι δυο φίλοι μέσης ηλικίας, ο ένας ψηλός κι ο άλλος χοντρός, οι οποίοι, ύστερα από πολλές και μακρές διαβουλεύσεις, αποφασίζουν ένα ταξίδι σε αναζήτηση ενός στόχου (άδηλου, τόσο για μας όσο και, καθώς φαίνεται, γι' αυτούς). Ανέστιοι και περιπλανώμενοι, αλήτες και διανοούμενοι, κυνικοί και κάποτε τρυφεροί, φλυαρούν ή παραμιλούν για εκείνη τη βαθύτατη, πανανθρώπινη, πικρή αίσθηση για τη ζωή και τον κόσμο: μια αίσθηση διάψευσης, ότι αλλιώς μας τα ‘παν, αλλιώς τα περιμέναμε, κι αλλιώς τα βρήκαμε».

Στην παράσταση δεν θα υπάρχει επανάληψη σκηνών. Όλες θα έχουν μία αυτοτελή πορεία. «Φέρνουμε στη σκηνή ένα πρωτογενές υλικό, ίσως μόνο τα τοπία των καταστάσεων να είναι παρεμφερή. Μας ενδιαφέρει να δημιουργήσουμε μία ρωγμή στη θεατρική σύμβαση, κατά την οποία δεν θα επιδιώξουμε να κρύψουμε την κούρασή μας. Δεν είναι στόχος μας ο πρωταθλητισμός, θέλουμε να αισθανθούμε το πέρασμα του χρόνου» λέει ο Άρης Σερβετάλης.
Ο Κώστας Φιλίππογλου, από τη μεριά του, δεν κρύβει τον φόβο, αλλά και την προσμονή του για το εγχείρημα. Τον καθησυχάζει η «καλλιεργημένη σκηνική χημεία» με τον Σερβετάλη, που «διευκολύνει τον αυτοσχεδιασμό ανά πάσα στιγμή». «Ο ένας είναι ο απόλυτος σύντροφος του άλλου. Έχουμε την απόλυτη επαφή στη σκηνή» λέει.

Οι συντελεστές έχουν ξεκινήσει να κάνουν 12ωρες πρόβες, ενώ θα κρατήσουν την εμπειρία του 24ωρου για την ημέρα της παράστασης.

«Η παράσταση δεν θα είναι ακριβώς ίδια με τις πρόβες. Θα κρατήσει βασικά δομικά στοιχεία, αλλά θ' αλλάζει ανάλογα με τη διάθεση, την κούραση ή τον ενθουσιασμό των θεατών. Είναι μεγάλη πρόκληση, όχι μόνο να μείνουμε ξύπνιοι αλλά και να δημιουργούμε όλες αυτές τις ώρες» λέει ο Γιάννης Κακλέας.
Γιατί λοιπόν δεν έμειναν στο πέρασμα των 12 ωρών; «Οι 24ώρες αγγίζουν την υπερβολή , το 12ωρο βρίσκεται σε ένα θεμιτό πλαίσιο άμυνας, μπορείς να αντισταθείς. Ενώ αυτό είναι μία παράσταση που κανείς δεν θα δει ολόκληρη. Κανείς. Και αυτό είναι το ωραίο. Εξάλλου, μας δίνει και τη δυνατότητα να "παίξουμε" και με μια άλλη αίσθηση του φόβου μας: μπορεί κάποια διαστήματα να παίζουμε σε άδειο θέατρο. Μια ιδέα που υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να τρομάξει έναν ηθοποιό. Η αύρα, όμως, της απουσίας των θεατών μπορεί να είναι για εμάς μία πρωτόγνωρη εμπειρία».

Τον απασχολεί η πρωτιά - ότι σπάει το χρονικό φάσμα στο ελληνικό θέατρο; «Δεν το σκεφτόμαστε έτσι. Ξεκίνησε από μια απλή σκέψη, ότι θέλαμε να δοκιμάσουμε κάτι στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Θεωρήσαμε ότι το 24ωρο είναι αρκετός χρόνος για να βιώσουμε μια θεατρική αγρύπνια και μέσα σε αυτή να μεταβληθούμε. Τώρα τι πρόκειται να συμβεί; Είναι καθαρό πείραμα αυτό που κάνουμε. Γι αυτό, άλλωστε, το αποκαλούμε μεταθεατρική εμπειρία, γιατί το θέατρο όπως το ξέρουμε έχει ανάγκη από μία συνεχή επίκληση του ενδιαφέροντος. Φοβάται φλυαρία, την πλήξη, την τρέμει σαν τον διάολο. Ο Μπέκετ δεν φοβάται τίποτα. Γιατί γράφει κείμενα για το τίποτα. Και είναι όμως τόσο γεμάτο αυτό το τίποτα του Μπέκετ» καταλήγει ο σκηνοθέτης.


ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v