«Θέλω τη μεγάλη πόλη, το στρίμωγμα και την ταχύτητα της κίνησης»

Ο ποιητής Γιάννης Κοντός με αφορμή την πρόσφατη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του...

  • Real.gr
«Θέλω τη μεγάλη πόλη, το στρίμωγμα και την ταχύτητα της κίνησης»
Ποιήματα του Γιάννη Κοντού, με αφορμή την πρόσφατη συγκεντρωτική τους έκδοση, διαβάζουν απόψε το βράδυ στις 8.30, στο Polis Art Cafe οι ηθοποιοί Κώστας Καζάκος, Νικήτας Τσακίρογλου, Ζωή Φυτούση, Πέμη Ζούνη, Λουκία Μιχαλοπούλου και η ποιήτρια Μαριγώ Αλεξοπούλου (την εκδήλωση θα συντονίσει ο Θανάσης Νιάρχος. Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή την αποψινή εκδήλωση, ο Γ. Κοντός δηλώνει παιδί του μοντερνισμού, αλλά και του άστεως, της κίνησης και της ταχύτητας, λέει πως οι ποιητικοί του ήρωες αντιδρούν στην απάνθρωπη πίεση του καθημερινού τους περίγυρου και τονίζει τη μεγάλη διάσταση των ανθρώπων με την τεχνολογία, με το «σύστημα των τραπεζών», όπως και με«όλες τις κυβερνήσεις που μας βλέπουν σαν αριθμούς».

Ο Γ. Κοντός εμφανίστηκε στα γράμματα το 1965 και από τότε μέχρι σήμερα έχει εκδώσει πάνω από δεκαπέντε ποιητικές συλλογές, δύο βιβλία με πεζά και τρία βιβλία για παιδιά ενώ έχει γράψει κείμενα για τη ζωγραφική και το θέατρο. Υπήρξε επί χρόνια συνεργάτης του κρατικού ραδιοφώνου και των εκδόσεων Κέδρος.

ΕΡ: Με τον συγκεντρωτικό τόμο των ποιημάτων σας, που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τις εκδόσεις Τόπος, συμπληρώνετε μια τεσσαρακονταετία αδιάλειπτης παρουσίας στην ποίηση. Πώς θα ορίζατε την ταυτότητά της;

ΑΠ: Από έφηβος με προσδιόρισε ο μοντερνισμός. Αυτός με οδήγησε στα πρώτα βήματά μου. Αυτός με απελευθέρωσε. Αυτός με καθόρισε και είμαι παιδί της γενιάς του 1930 και των μεταπολεμικών ποιητών. Χωρίς να λησμονώ και τα διδάγματα των παλαιότερων, Ελλήνων και ξένων. Εξάλλου πιστεύω στη συνέχεια της τέχνης.

ΕΡ: Η ποίησή σας είναι, μεταξύ άλλων, και μια ποίηση του αστικού τοπίου. Οι ποιητικοί σας ήρωες μοιάζουν να τρομάζουν και ταυτοχρόνως να εξοργίζονται με την απάνθρωπη και συχνά εκφοβιστική όψη του. Αντανακλά αυτό το διαταραγμένο κοινωνικά τοπίο και μιαν εσωτερική ρωγμή της ύπαρξης;

ΑΠ: Φυσικά και είμαι ποιητής του άστεως. Η ύπαιθρος χώρα δεν μου λέει τίποτε. Θέλω τους ανθρώπους, τη μεγάλη πόλη, το στρίμωγμα και την ταχύτητα της κινήσεως. Και βέβαια αυτή η πίεση η κοινωνική και η ανθρώπινη πολλές φορές είναι απάνθρωπη, γι αυτό και οι ήρωές μου αντιδρούν. Και φυσικά όλο αυτό το πνεύμα αντανακλά και μια εσωτερική-υπαρξιακή αγωνία στον σύγχρονο άνθρωπο.

ΕΡ: Ισχυρές μεταφορές, γρήγορη και ταυτοχρόνως αιφνιδιαστική εναλλαγή των χώρων και των εικόνων: το γράψιμό σας έχει έναν ασθματικό, κάποτε και εσκεμμένα παραληρηματικό ρυθμό. Τι Θέλετε πρωτίστως να εκφράσετε χρησιμοποιώντας μια τέτοια τεχνική;

ΑΠ: Είναι η μεγάλη αγωνία για τη διάσταση των ανθρώπων: με την τεχνολογία, το σύστημα των τραπεζών και την παγωμένη αντιμετώπιση από όλες τις κυβερνήσεις που μας βλέπουν σαν αριθμούς. Γι αυτό είμαι φανατικός θαυμαστής του Σάμιουελ Μπέκετ και του γλύπτη Τζιακομέτι.

ΕΡ: Είστε ένας ποιητής από τη δουλειά του οποίου δεν έλλειψε ποτέ η ανησυχία για ό,τι συμβαίνει στο πεδίο του συλλογικού. Πιστεύετε ότι η ποίηση είναι σε θέση να αποτυπώσει με κάποιον τρόπο τα εξαιρετικά κρίσιμα χρόνια στα οποία ζούμε;

ΑΠ: Η ποίηση καταγράφει τα πάντα, ο ποιητής ως πολίτης και καλλιτέχνης βιώνει τη σύγχρονη κοινωνία, που δυστυχώς είναι σε ένα τέλμα. Όλα τα έχει προσαρμόσει στο θέμα οικονομία.

ΕΡ: Ο Καρυωτάκης και ο Σαχτούρης είναι δυο ποιητές τους οποίους έχετε κατονομάσει συχνά ως ποιητικούς σας προγόνους. Πώς συνομιλείτε γενικότερα με το λογοτεχνικό παρελθόν, ελληνικό και ξένο;

ΑΠ: Επανέρχομαι, συνομιλώ, μαθαίνω, είμαι πάντα μαθητής με τους ποιητές που αγαπώ και με έχουν επηρεάσει. Ποτέ δεν μένω μόνος, αυτοί είναι το σπίτι μου.

ΕΡ: Ανήκετε στην πολυσυζητημένη γενιά του 1970, η οποία έχει χαρακτηριστεί και ως γενιά της αμφισβήτησης ή γενιά της άρνησης. Πώς θα τοποθετούσατε τον εαυτό σας στους κόλπους της γενιάς και πώς αξιολογείτε την πορεία της μέχρι τις ημέρες μας;

ΑΠ: Η γενιά του 1970 έφερε έναν άλλο αέρα στα ποιητικά πράγματα. Στην αρχή ήμασταν όλοι μαζί. Ήταν και οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής (χούντα, ανελευθερία, φόβος). Μετά, περίπου σε πέντε έξι χρόνια, ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του. Άλλοι συνέχισαν, άλλοι μείωσαν την παραγωγή τους, άλλοι σταμάτησαν. Συνεχίζω και μάλιστα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια με μεγαλύτερη συχνότητα. Δεν είναι μόνο τα ποιήματα. Είναι κείμενα σε εφημερίδες, περιοδικά, κριτικές, κείμενα για ζωγράφους, για θέατρο, ομιλίες. Η αλήθεια είναι ότι η γενιά μας άφησε στίγμα, ύφος και ήθος.

ΕΡ: Παρατηρείτε αλλαγές (κι αν ναι, ποιες ακριβώς) στην ποίηση την οποία γράφουν οι νεώτεροι; Τι περιμένετε από τη δουλειά τους;

ΑΠ: Τα τελευταία δέκα χρόνια υπάρχουν φωνές που υπόσχονται πολλά, με άλλον αέρα, σύγχρονη γλώσσα και μια ματιά αιρετική για την κοινωνία. Και βέβαια, όπως δείχνουν, σκάβουν μέσα τους πολύ.

ΕΡ: Τι ετοιμάζετε;

ΑΠ: Έχω ενα παιδικό προς έκδοση. Τα «Ευγενή μέταλλα 3» θα κυκλοφορήσουν μετά τις γιορτές και δυο ποιητικά βιβλία που κι αυτά θα βγουν εν καιρώ.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v