Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οικονομικοί αναλυτές: Οι αγορές έχουν περισσότερα να χάσουν απ' όσα να κερδίσουν από τις γαλλικές εκλογές

Όπως υπογραμμίζει μάλιστα η ιταλική εφημερίδα La Repubblica, σε άρθρο της με τον εύγλωττο τίτλο «Πολλά να χαθούν, λίγο το κέρδος: οι γαλλικές εκλογές υπό το πρίσμα των αγορών»...

Οικονομικοί αναλυτές: Οι αγορές έχουν περισσότερα να χάσουν απ όσα να κερδίσουν από τις γαλλικές εκλογές
Σε απόσταση αναπνοής από τον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και το χαρακτηριστικό εκείνο που ακόμη δεσπόζει στην παρούσα αναμέτρηση-και αντανακλάται στα πρωτοσέλιδα όλων των γαλλικών και ξένων εφημερίδων-είναι η αβεβαιότητα ως προς τα πιθανά σενάρια για το δίδυμο των τελικών υποψηφίων, που θα διεκδικήσουν ως το τέλος την κατάκτηση του Μεγάρου των Ηλυσίων.
 
Η αβεβαιότητα τούτη ανησυχεί όπως είναι φυσικό άμεσα και τις αγορές, που αγωνιούν για τις οικονομικές επιλογές και το πρόγραμμα που μπορεί να ακολουθήσει ο επόμενος πρόεδρος-ιδίως οι δύο «αντισυστημικοί» υποψήφιοι, η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν και ο αριστερός Ζαν-Λικ Μελανσόν-κι ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και στην ίδια τη σταθερότητα του ενιαίου νομίσματος.

Όπως υπογραμμίζει μάλιστα η ιταλική εφημερίδα La Repubblica, σε άρθρο της με τον εύγλωττο τίτλο «Πολλά να χαθούν, λίγο το κέρδος: οι γαλλικές εκλογές υπό το πρίσμα των αγορών», το αρχικό δεδομένο στην εξίσωση των εκλογών που ήθελε βέβαια μία αναμέτρηση ανάμεσα στον κεντρώο Εμμανουέλ Μακρόν και την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, έχει αρχίσει να βάζει και περισσότερους αγνώστους.

Όχι μόνον λόγω της αναπάντεχης ανόδου στις δημοσκοπήσεις του δεξιού υποψηφίου Φρανσουά Φιγιόν, που αρχικά η εικόνα του είχε τρωθεί από το σκάνδαλο με τον διορισμό της συζύγου και δύο παιδιών του, αλλά επίσης κι από τον πρόσφατο δημοσκοπικό καλπασμό του Μελανσόν, ο οποίος μόλις που υπολείπεται ποσοστιαία από τους άλλους τρεις προπορευόμενους.

Την πρόκληση των γαλλικών εκλογών παρακολουθούν στενά κι οι αγορές. Για τον οίκο αξιολόγησης Moody’s αυτό που είναι βέβαιο είναι πως ο επόμενος πρόεδρος της Γαλλίας θα κληρονομήσει μια δημοσιονομική κατάσταση ασταθή και γεμάτη προκλήσεις και με μία αδήριτη ανάγκη να τεθεί υπό έλεγχο η αυξητική δυναμική του χρέους της χώρας.

Επίσης, δεν θα πρέπει να υποτιμάμε και την υπόθεση που διατυπώνει κι ο Μαρκ Φελπς της Αb Βlog on Investing, για τον οποίον οι αγορές έχουν να κερδίσουν λίγα από τις γαλλικές εκλογές και περισσότερα να χάσουν: «ο αρνητικός αντίκτυπος από μία νίκη της Λεπέν θα ήταν πολύ πιο ισχυρός από τον θετικό αντίκτυπο της επικράτησης ενός από τους αντιπάλους της, δεδομένου ότι οι αγορές ήδη υπολογίζουν τη δεύτερη περίπτωση (νίκη του αντιπάλου της Λεπέν)».

Οι υποψήφιοι για τη γαλλική προεδρία έχουν διατυπώσει προτάσεις για την οικονομία που ανοίγουν ένα μεγάλο φάσμα θεμάτων για την επόμενη μέρα. Όπως συνοψίζει ο Moody’s, οι Μακρόν και Φιγιόν προαναγγέλλουν τη μείωση στη φορολογία των επιχειρήσεων με στόχο την ενίσχυση των οικονομικών τους επιδόσεων.

Αντίθετα για τον Αμόν, το πρόγραμμά του Business Act έχει ως γνώμονα το όφελος των μικρών επιχειρήσεων απέναντι στην ευνοϊκή αντιμετώπιση των μεγάλων εταιρειών από την εφορία. Το δε πρόγραμμα της Λεπέν διαπνέεται από τις αρχές του προστατευτισμού: κάτι που ναι μεν βραχυπρόθεσμα θα αποδεικνυόταν ωφέλιμο για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά, αλλά θα έβλαπτε τη δραστηριότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με ειδικούς σε θέματα αξιολόγησης: «οι πολιτικές που υπόσχονται φορολογικά κίνητρα χωρίς την επικουρία ενός συγκεκριμένου προγράμματος για την κάλυψη των απρόβλεπτων δαπανών θα ήσαν επιζήμιες για την σταθερή αξιολόγηση» της χώρας. Και σε κάθε περίπτωση, εκτός από την υπόθεση μίας νίκης της Λεπέν, οι μακροοικονομικές συνθήκες θα αποτελέσουν τον καθοριστικό παράγοντα για την πορεία της Γαλλίας.

«Ακόμη κι αν φαίνεται άκρως απίθανο, η όποια αύξηση της πιθανότητας εξόδου της Γαλλίας από την ΕΕ ή την Ευρωζώνη θα είχε βαθιά αρνητικές επιπλοκές για όλους τους τομείς της γαλλικής οικονομίας», που βρίσκονται στο μικροσκόπιο των οίκων αξιολόγησης.

Ποιοι είναι όμως οι ισχυροί τομείς; Ο Φελπς, διατηρώντας την οπτική των επενδυτών για τίτλους που μπορούν να αποδώσουν κέρδη άνω του μέσου όρου, ακόμη και για την περίπτωση αρνητικών επιπτώσεων στην Ευρωζώνη, τονίζει: «Εάν λάβουμε υπ’ όψη τον αντίκτυπο από μία υποτίμηση του ευρώ, ένα λιγότερο ισχυρό ενιαίο νόμισμα θα απογείωνε τις επιχειρήσεις εκείνες που διαθέτουν ένα διεθνές δίκτυο πωλήσεων και μία βάση κόστους σε ευρώ, όπως για παράδειγμα τα προϊόντα πολυτελείας, στα οποία εξειδικεύονται οι γαλλικές κι ιταλικές επιχειρήσεις. Άλλος ένας παίκτης που θα μπορούσε για παράδειγμα να εισέλθει στον κύκλο των εκλεκτών αυτών εταιρειών είναι η Ingenico Group: ο κατασκευαστής αυτός μηχανημάτων για ηλεκτρονικές πληρωμές έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και την Ασία, αγορές που αποτελούν ένα μαξιλάρι για την περίπτωση που θα χρειασθεί να μειωθούν στο ελάχιστο οι επιπτώσεις από την αυξημένη αστάθεια στην εσωτερική αγορά της Γαλλίας».

Βέβαια το ότι έχουν αυξηθεί οι χρηματοοικονομικές πιέσεις στη Γαλλία το επιμαρτυρεί -όσο κι εάν για ορισμένους αναλυτές οι αγορές ακόμη δεν προαξιολογούν όλους τους κινδύνους από το αποτέλεσμα των εκλογών-η διεύρυνση της διαφοράς του spread ανάμεσα στα γαλλικά δεκαετή ομόλογα και στα αντίστοιχα γερμανικά. Στην τράπεζα Abn Amro υπολογίζουν τη διαφορά στο 70, από 60 στα τέλη Μαρτίου, και τούτο το αποδίδουν στην δημοσκοπική άνοδο του Μελανσόν.

«Η αναζωπύρωση της δημοτικότητάς του αποτελεί κακό οιωνό για τους γαλλικούς τίτλους, καθώς το πρόγραμμά του είναι λιγότερο φιλικό προς τις επενδύσεις σε σύγκριση με αυτό των Μακρόν και Φιγιόν», τονίζουν κύκλοι της τράπεζας. Οι Ιάπωνες επενδυτές, που παραδοσιακά είναι στενά συνδεδεμένοι με τη γαλλική αγορά, έχουν αρχίσει και πωλούν μαζικά γαλλικούς τίτλους, ένα σημάδι ήκιστα ενθαρρυντικό για τη χώρα. Τι μπορεί να γίνει μετά τις εκλογές;

Το Ινστιτούτο των Κάτω Χωρών, λαμβάνοντας ως βασική υπόθεση εργασίας μία νίκη του αποδεκτού από τις αγορές Μακρόν, εκτιμά ότι το spread μεταξύ γαλλικών και γερμανικών ομολόγων θα σταθεροποιείτο στις 50 μονάδες βάσης. Σε περίπτωση νίκης του Μελανσόν, ή πολύ περισσότερο της Λεπέν, θα διακυβευόταν το συνολικό μέλλον της Ευρώπης και η διαφορά θα εκτοξευόταν στις 200 μονάδες στην αιχμή της κρίσης.

Όσον αφορά δε τα νομίσματα, με τη στερλίνα να βρίσκεται στη δίνη του Brexit, εκείνο που θα επωφελείτο στο έπακρο από την κατάσταση θα ήταν το δολάριο, που από τη σημερινή του ισοτιμία του 1,07 /ευρώ θα ενισχυόταν στο 1,04/1,05, επισημαίνει η εταιρεία διαχείρισης χαρτοφυλακίων Marzotto Sim.

Σε περίπτωση που δεν επικρατήσει η Λεπέν, υπογραμμίζει η Candriam Investors Group προβλέπει μία επάνοδο στα στοιχεία σταθμισμένου κινδύνου, γεγονός που θα ωφελούσε ιδιαίτερα τις αναδυόμενες οικονομίες, που ωστόσο κι αυτές νοιώθουν την πίεση εξαιτίας της κατάστασης με τη Βόρειο Κορέα. Απεναντίας, μία νίκη της ακροδεξιάς υποψηφίου θα είχε κατακλυσμιαίες επιπτώσεις.

«Όλες οι αγορές τίτλων θα βυθίζονταν σε κατάσταση σοκ κατά την περίοδο από τις 7 Μαΐου-του δεύτερου γύρου των εκλογών-έως την ορκωμοσία μίας κυβέρνησης υπό το Εθνικό Μέτωπο στις 18 Ιουνίου» επεσήμαινε προ ημερών κι η εταιρεία Nadege Dufosse.

Οι ανερχόμενες μετοχές «θα μπορούσαν να χάσουν πάνω από το 20% της αξίας τους κατά τη διάρκεια αυτής της έντονης αβεβαιότητας. Η αστάθεια των δεικτών θα έφθανε στο έπακρο κι η μακροπρόθεσμη απόδοση των γερμανικών ομολόγων θα μειωνόταν, ενώ το ευρώ θα έχανε πάνω από 10% της αξίας του έναντι του δολαρίου.

Από την πλευρά του ο Κιθ Ουέιντ της Schroeders αποτολμά μία περιγραφή ενός κόσμου υπό τη δεσποτεία των δυνάμεων του λαϊκισμού: «θα βρισκόμασταν ενώπιον ενός κόσμου με πιο βραχείς κύκλους, που θα χαρακτηριζόταν από αύξοντα πληθωρισμό και μία πιο παρεμβατική κεντρική τράπεζα. Τα επιτόκια και οι αγορές θα ήσαν διαρκώς ευμετάβλητα».
 
Θα υπήρχαν μεν ευκαιρίες, αλλά σε επιμέρους τομείς, και θα ήσαν στενά συνδεδεμένες με τις κυβερνητικές πολιτικές που θα αποσκοπούν στην προστασία των στρατηγικών βιομηχανιών.

«Συνολικά όμως θα κυριαρχούσε ο στασιμοπληθωρισμός, οι αποδόσεις τίτλων θα ήσαν ακόμη μεγαλύτερες και οι αγορές των μετοχών θα διαχειρίζονταν όλο και πιο χαμηλής αξίας χαρτοφυλάκια. Παράλληλα, οι περιοχές που εξαρτώνται από το διεθνές εμπόριο , όπως η Ασία, θα πλήττονταν περισσότερο».

Οι δε αναλυτές της UBS πηγαίνουν ακόμη πιο μακριά, εικάζοντας το τι θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση νίκης της Λεπέν.

Έχοντας ως σημείο εκκίνησης την προβλεπόμενη σ’αυτό το σενάριο άνοδο του spread, εντοπίζουν τη διαφορά που θα προκύψει σε ένα ευρύ διάστημα απόκλισης, μεταξύ 150 ως 500 μονάδες βάσης.

Με γνώμονα αυτήν την πρόβλεψη, η ανάλυση προτάσσει δύο σενάρια: το πρώτο αφορά την επίπτωση μίας νίκης της Λεπέν σε παγκόσμια κλίμακα, με βάση το χειρότερο σενάριο του spread στις 500 μονάδες βάσης και πιθανή κατάρρευση της Ευρωπαϊκής αγοράς τίτλων κατά 37,8%, απώλειες άνω του 10% του ευρώ και απώλειες των ομολόγων υψηλών αποδόσεων κατά 17%. Προοπτική που θα έχει σοβαρές επιπτώσεις ιδίως στις αναδυόμενες αγορές.

Το δεύτερο σενάριο, ευρωπαϊκής εμβέλειας, προβλέπει παρέμβαση της ΕΚΤ με στόχο να μετριάσει τις επιπτώσεις και να αποτρέψει να έχουν αυτές μεγαλύτερο αντίκτυπο σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Σε αυτήν την περίπτωση προβλέπεται άνοδος του spread, υποτίμηση του ευρώ κατά 8,6% και επιπτώσεις στην αγορά μετοχών.

Από την πλευρά της η Credit Suisse προβλέπει φυγή κεφαλαίων από τη Γαλλία σε περίπτωση νίκης της Λεπέν.

«Το πρόβλημα δεν είναι η έξοδος της Γαλλίας από το ευρώ, αλλά η έξοδος των ευρώ από τη Γαλλία», τονίζει εμφατικά η ελβετική τράπεζα, υπογραμμίζοντας το έλλειμμα κατά 0,56% της χώρας στους λογαριασμούς του Target2, του συστήματος που ρυθμίζει τις πληρωμές εντός του Ευρωσυστήματος. Η τράπεζα επισημαίνει πως το έλλειμμα αυτό θα αυξηθεί σημαντικά σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί το σενάριο της φυγής των κεφαλαίων. Επιπλέον η Credit Suisse προβλέπει πιθανή πτώση κατά 23% στην ευρωπαϊκή αγορά μετοχών, μία πτώση που στην περίπτωση που η Λεπέν δεν πραγματώσει την αντιευρωπαϊκή ατζέντα της θα έφθανε στο 9%, ενώ απεναντίας σε περίπτωση που κάποιος από τους πιο φιλελεύθερους αντιπάλους της (είτε ο Μακρόν, είτε ο Φιγιόν) κέρδιζε τις εκλογές, ο αντίκτυπος θα ήταν θετικός και στην αντίστοιχη αγορά οι γαλλικοί τίτλοι θα σημείωναν αύξηση κατά 6%.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v