Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου στέλνει μπιλιετάκι ύψους 30 εκατ. ευρώ σε πάρα πολύ γνωστά ονόματα του αθλητισμού και της πολιτικής που είχαν την ευθύνη για τη διοργάνωση του έκτου παγκόσμιου πρωταθλήματος κλασικού αθλητισμού που πραγματοποιήθηκε από 1 μέχρι 10 Αυγούστου 1997 στο ΟΑΚΑ.
Οι ανώτατοι δικαστές, με πρωτοβουλία του πρώην προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νίκου Αγγελάρα εισήγαγαν το θέμα στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου που κατάργησε στην πράξη τροπολογία του 2014, κατά την οποία απάλλασσε τους διοργανωτές από την υποχρέωση να καταβάλλουν το συγκεκριμένο ποσό.
Αυτό το ποσό κατασπαταλήθηκε χωρίς λόγο, με αποτέλεσμα να φουσκώσει ο λογαριασμός της διοργάνωσης κατά 30 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τους δικαστές και τους καταγγέλλοντες. Το δικαστήριο έκρινε ότι σπαταλήθηκαν τεράστια ποσά από τους παράγοντες της αθλητικής διοργάνωσης, που κόστισε 19,1 δισ. δραχμές (56,1 εκατ. ευρώ) και έκρινε αντισυνταγματική τη διαγραφή του καταλογισμού των 30.000.000 ευρώ που είχε γίνει τον Οκτώβριο του 2014, από τη βουλή.
Τις καταγγελίες έκανε ο άλλοτε πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ Στράτος Μολυβάς, το 1999, αλλά ουσιαστικά άρχισαν να διερευνώνται το 2007 από την οικονομική επιθεώρηση Αττικής. Όταν όμως η υπόθεση έφτασε στον καταλογισμό των ποσών τον Οκτώβριο του 2014 εισήχθη «φωτογραφική» τροπολογία που ψηφίστηκε από τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με την οποία νομιμοποιήθηκαν οι δαπάνες της οργανωτικής «Αθήνα 1997» και έγινε άρση των καταλογισμών που είχαν ξεκινήσει από το ελεγκτικό συνέδριο.
Έτσι με τον ν. 4301/2014, στο άρθρο 45 οι δαπάνες «θεωρούνται νόμιμες εφόσον αυτές αφορούσαν άσκηση αρμοδιοτήτων που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τη λειτουργία των αγώνων, ακόμα και αν η υλοποίηση τους είχε ως αποτέλεσμα την υπέρβαση του προϋπολογισμού». Και οι καταλογισμοί οι οποίοι έγιναν από το ελεγκτικό συνέδριο, προσθέτει ο νόμος «δεν εκτελούνται και τυχόν βεβαιωθέντα ποσά διαγράφονται».
Ο πρόεδρος του Ε.Σ. όμως εισήγαγε το θέμα στην Ολομέλεια και εκεί ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός, καθώς «αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 98 του συντάγματος και στην αρχή της διαφάνειας του δημοσίου χρήματος», αφού «επεμβαίνει χωρίς προφανή λόγο δημοσίου συμφέροντος και χωρίς καμία αντιλογία ως προς τη σκοπιμότητα ή το χρόνο τοιαύτης επέμβασης«. Ο νόμος ψηφίστηκε δε «αφού είχε αρχίσει η διαδικασία αναζήτησης ευθυνών από τους υπόλογους» ενώ σημειώνουν πως «προφανής στόχος» της επίμαχης νομοθετικής παρέμβασης, ήταν η αποφυγή των καταλογισμών στους υπευθύνους της διοργάνωσης «Αθήνα 1997».
Η σύμβουλος του Ε.Σ. Δέσποινα Καββαδία-Κωνσταντάρα, στην έκθεση κατασταλτικού ελέγχου νομιμότητας που συνέταξε, περιγράφει τον πολλαπλασιασμό των εξόδων από τον αρχικό προϋπολογισμό και αναφέρει τα εξής:
- διπλοπληρωμές δαπανών, (δωμάτια ξενοδοχείων κ.τ.λ.),
- διπλοπληρωμές υπαλλήλων σε ΣΕΓΑΣ, ΟΑΚΑ, Παναθηναϊκό στάδιο, ιατρικού προσωπικού
- υπέρτιμολογήσεις παροχών καταβολές ποσών για παροχή υπηρεσιών χωρίς να αποδεικνύεται
- πληρωμή «εθελοντών» (600.000.000 δραχμές)
- πρόσθετη πληρωμή αστυνομικών της ΕΛ.ΑΣ (900.000.000 δραχμές).
Επισημαίνει ακόμα πως δεν αποδόθηκαν ποτέ στον ΣΕΓΑΣ και στην κεντρική οργανωτική επιτροπή τα αντίτιμα εισιτηρίων ύψους 392.120.000 δραχμών, ενώ ότι υπάρχουν χρέη προς το ΙΚΑ, φόρους άμεσους και έμμεσους, τέλη επί αμοιβών, φόρους εργολάβων και ΦΠΑ.
Το ελεγκτικό συνέδριο ξεκίνησε τον καταλογισμό, «των δημοσιών υπολόγων» για ποσό 30 εκατομμυρίων ευρώ που καλούνται να πληρώσουν 32 επικεφαλής και διοργανωτές του «Αθήνα 1997». Μεταξύ αυτών οι τότε υφυπουργοί αθλητισμού Γιώργος Λιάνης και Ανδρέας Φούρας, ο ΓΓΑ Ιωάννης Σγουρός, ο πρόεδρος της ΔΟΕ Λάμπης Νικολάου, ο πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ Βασίλης Σεβαστής, ο γενικός διευθυντής της διοργάνωσης «Αθήνα 1997» Ευάγγελος Σαβράμης κ.ά.