Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

«Μαγνήτης» η Κύπρος για ελληνικές επενδυτικές εταιρείες

Ο «κατάλογος» με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Κύπρου έναντι της Ελλάδας, για την προσέλκυση χρηματιστηριακών, ΑΕΔΑΚ και άλλων εταιριών του ευρύτερου επενδυτικού (και όχι μόνο) κλάδου. Επιδεινώνεται η κατάσταση μετά τα τελευταία μέτρα.

«Μαγνήτης» η Κύπρος για ελληνικές επενδυτικές εταιρείες

Τα νέα φορολογικά και ασφαλιστικά μέτρα πάγωσαν την εγχώρια επενδυτική κοινότητα και ενέτειναν την ήδη προϋπάρχουσα δυσφορία σχετικά με τις σαφώς ελκυστικότερες συνθήκες που προσφέρει στις εταιρίες του κλάδου η εγκατάστασή τους σε χώρες του εξωτερικού. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα αρκετές εγχώριες εταιρίες... λοξοκοιτάζουν προς την Κύπρο.

«Πολλοί αναφέρονται στην πολύ υψηλότερη φορολογία εισοδήματος, η οποία αν και είναι υπαρκτή, δεν αποτελεί κατά τη γνώμη μου το βασικότερο πρόβλημα. Το κακό είναι πως στο συγκεκριμένο ζήτημα έρχονται να προστεθούν και πολλά άλλα, όπως το μη μισθολογικό κόστος των εργαζομένων, η φορολόγηση των θεσμικών επενδύσεων, η ταχύτητα και η ευελιξία των τοπικών εποπτικών αρχών και οι διαφόρων ειδών χρεώσεις», δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστό στέλεχος της εγχώριας αγοράς, συμπληρώνοντας πως «δεν είναι μόνο η Κύπρος που ως χώρα προσφέρει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα»...

Σύμφωνα με το ίδιο στέλεχος, «η πραγματικότητα μιλάει από μόνη της. Στην Κύπρο των 750.000 κατοίκων είναι εγγεγραμμένες γύρω στις 350 ΕΠΕΥ και υπάρχει ουρά δεκάδων άλλων προκειμένου να εγγραφούν, σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου ο αριθμός τους μειώνεται. Και δεν είναι μόνο οι ΕΠΕΥ. Αναρωτήθηκε κανείς για το πόσα χρόνια έχουν περάσει χωρίς να έχει δημιουργηθεί ούτε μια νέα ΑΕΔΑΚ στην Ελλάδα;».

Το Euro2day.gr, επικοινωνώντας με στελέχη της αγοράς, προσπάθησε να συλλέξει και να ομαδοποιήσει τα συγκριτικά μειονεκτήματα που υπάρχουν σε βάρος των ελληνικών εταιριών:

Πρώτον, γενικότερος φορολογικός συντελεστής εταιριών (για ΕΠΕΥ). Στην Ελλάδα, ο εταιρικός φορολογικός συντελεστής είναι 29%, ενώ στην Κύπρο, 12,5% και στη Βουλγαρία, 10%. Στην Ελλάδα, η διανομή μερισμάτων φορολογείται πλέον με 15%, όταν η αντίστοιχη επιβάρυνση είναι 10% στη Βουλγαρία και 0% για τους μη Κυπρίους μετόχους που διαμένουν στην Κύπρο.

Δεύτερον, το μη μισθολογικό κόστος. Φαίνεται να πρόκειται για το μεγαλύτερο πρόβλημα και αφορά στις χαώδεις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στα καθαρά χρήματα που εισπράττουν οι εργαζόμενοι και στο κόστος με το οποίο επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις.

Το πανύψηλο στην Ελλάδα μη μισθολογικό κόστος και τα πλεονεκτήματα της Κύπρου οφείλονται σε μια σειρά παράγοντες:

α) Στη φορολογία εισοδήματος των εργαζομένων. Στην Κύπρο, ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 19.900 ευρώ είναι αφορολόγητα.

β) Στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, όπου στο Νησί της Αφροδίτης η συνολική επιβάρυνση εργοδότη και εργαζομένου υπολείπεται του 20%, στην Ελλάδα υπερβαίνει το 40%!

«Οι επιβαρύνσεις των ελληνικών εταιριών στο μη μισθολογικό κόστος γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες, όσο μεγαλύτερες είναι οι αποδοχές ενός εργαζόμενου. Άρα, οι ελληνικές εταιρίες δεν μπορούν να προσελκύσουν εξειδικευμένα στελέχη, καθώς οι Έλληνες συχνά φεύγουν στο εξωτερικό, ενώ οι ξένοι δεν έρχονται στη χώρα μας. Αντίθετα, τα στελέχη αυτά μπορούν να προσελκυσθούν στην Κύπρο», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

γ) Το ζήτημα της υψηλής πλέον φορολόγησης επί του ενεργητικού στους εγχώριους θεσμικούς επενδυτές, ενώ αντίθετα το προϊόν θα έπρεπε να είναι αφορολόγητο και τα όποια εισοδήματα των μεριδιούχων να φορολογούνται από κάθε χώρα ανάλογα με το φορολογικό καθεστώς που αυτή αποφασίζει. Το σημερινό καθεστώς πριμοδοτεί τις ΑΕΔΑΚ που έχουν έδρα στο εξωτερικό και υπάρχει φόβος ότι μετά την άρση των capital controls θα υπάρξει «μετανάστευση» εταιριών του κλάδου στο εξωτερικό.

δ) Στην Ελλάδα οι απαιτήσεις του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου είναι πολύ υψηλότερες από αυτές της Κύπρου. Ειδικότερα, πέρα από την καταβολή των 150.000 ευρώ απαιτείται και εισφορά 2,75% επί των περιουσιακών στοιχείων των πελατών, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Κύπρο είναι μόλις 0,5%. «Όχι μόνο το ποσό του Συνεγγυητικού είναι υψηλό στην Ελλάδα, αλλά δεν συνυπολογίζεται και στη διαμόρφωση του δείκτη φερεγγυότητας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

ε) Η ύπαρξη των capital controls, η οποία απαγορεύει τις νέες επενδύσεις εκτός Ελλάδας. Μάλιστα, σύμφωνα με απόψεις έγκυρων οικονομικών παραγόντων (π.χ. του τέως διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργου Προβόπουλου), η πλήρης άρση των capital controls θα καθυστερήσει πολύ και

στ) υπάρχει μια σειρά από μέτρα, πρακτικές και διατάξεις που ισχύουν στην Ελλάδα και πλήττουν σοβαρά την επιχειρηματικότητα στον επενδυτικό κλάδο.

Για παράδειγμα, στην Κύπρο οι λογαριασμοί των πελατών των χρηματιστηριακών εταιριών σταθμίζονται με 0% σε ό,τι αφορά στον δείκτη φερεγγυότητας, ενώ στις ελληνικές ΕΠΕΥ, με συντελεστή που ξεκινάει από 25% και φτάνει στο 150%, όταν πρόκειται για ποσά που είναι κατατεθειμένα σε ελληνικές τράπεζες!

Στο θέμα των πιστοποιήσεων, οι εξετάσεις στην Ελλάδα γίνονται μόνο δύο φορές τον χρόνο (με... αλμυρότατο παράβολο), διεξάγονται μόνο στην ελληνική γλώσσα και είναι ιδιαίτερα αυστηρές (ποσοστό αποτυχίας πολύ μεγαλύτερο από τα αντίστοιχα του εξωτερικού). Αντίθετα, οι σχετικές εξετάσεις στην Κύπρο γίνονται συχνότατα και οι υποψήφιοι μπορούν να εξεταστούν είτε στα ελληνικά, είτε στα αγγλικά. Επίσης, στην Κύπρο δίδεται η πιστοποίηση «εδώ και τώρα», υπό την αίρεση ότι σε έξι μήνες το στέλεχος θα περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις. Αντίθετα στην Ελλάδα, όχι μόνο απαιτείται η επιτυχία στις εξετάσεις αλλά και εξάμηνη προϋπηρεσία πριν την ημερομηνία των εξετάσεων.

Επίσης υπάρχει μια σειρά υψηλών χρεώσεων (κάποιες εξ αυτών εξορθολογίστηκαν τελευταία μετά από ενέργειες της διοίκησης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς), όπως το υψηλό κόστος των συνδεδεμένων αντιπροσώπων, παρατηρούνται καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων, ενώ γενικότερα υπάρχει ένα περισσότερο γραφειοκρατικό φορολογικό καθεστώς.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v