Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Δυο όπλα και ένα στοίχημα για οικονομία-αγορά

Πού «πατάει» και τι θέλει η ελληνική αγορά σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Τα επιχειρήματα των αισιόδοξων, οι προβλέψεις για ανάπτυξη και εταιρικά κέρδη και τα πονταρίσματα στα ομόλογα. Τι προβλέπουν οι αναλυτές.

Δυο όπλα και ένα στοίχημα για οικονομία-αγορά

Tο κλίμα αβεβαιότητας διατηρείται στο Χ.Α., καθώς τα γνωστά μέτωπα (τέταρτη αξιολόγηση, stress tests τραπεζών κ.λπ.) παραμένουν ανοιχτά, ενώ έχει προστεθεί και ο παράγοντας τις διεθνούς αβεβαιότητας μετά και τα τελευταία γεγονότα στη Συρία. Το ερώτημα που τίθεται εύλογα είναι τι περιθώρια ανόδου έχει το Χ.Α., σε ένα περιβάλλον υψηλής διεθνούς μεταβλητότητας.

Η απάντηση ασφαλώς και δεν είναι εύκολη, ούτε απλή, αλλά ούτε και τα πράγματα είναι τόσο... μονόπλευρα μαύρα. Για την ακρίβεια, υπάρχουν αρκετά ισχυρά επιχειρήματα στη φαρέτρα των αισιόδοξων, τα οποία υπό όρους μπορούν να εξαργυρωθούν στο ταμπλό.

Οι νέες εξελίξεις που αφορούν την κατάσταση στη Συρία ήρθαν να επιβαρύνουν το κλίμα της ευρύτερης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, επηρεάζοντας πτωτικά -σε πρώτη φάση τουλάχιστον- τα διεθνή χρηματιστήρια και προκαλώντας νέες ανησυχίες. Ωστόσο, όλοι σχεδόν αντιλαμβάνονται πως η νευρικότητα που επικρατεί στις ξένες αγορές και εκφράζεται πότε με τις εξελίξεις στη Συρία, πότε με τον κλάδο της τεχνολογίας και πότε με κάποιο twit του Ντόναλντ Τραμπ για τις εμπορικές σχέσεις της ΗΠΑ με την Κίνα και την Ευρώπη, έχει βαθύτερο αίτιο: το γεγονός ότι οι μετοχές έχουν τρέξει επί μακρά σειρά ετών, χωρίς ακόμη να έχουν ουσιαστικά διορθώσει. Άλλωστε, από τις αρχές του έτους, κανένας μεγάλος δείκτης δεν έχει χάσει πάνω από 6%, με τη μέση εικόνα να είναι αρκετά καλύτερη.

Το μεγάλο ζητούμενο, βέβαια, είναι το κατά πόσο η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά θα μπορέσει να διαφοροποιηθεί σημαντικά -μεσοπρόθεσμα και όχι βραχυπρόθεσμα- από την πορεία των ξένων αγορών, σε περίπτωση που οι τελευταίες αρχίσουν να υποχωρούν με εντονότερο ρυθμό.

Μέχρι στιγμής πάντως, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι κάπως ενθαρρυντική. Και αυτό γιατί (βλέπε στοιχεία σχετικού πίνακα) μπορεί ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου της Αθήνας να έχει υποχωρήσει κατά 2,42% από την αρχή του έτους, πλην όμως αυτό οφείλεται αποκλειστικά στους τραπεζικούς τίτλους, που λόγω των αβεβαιοτήτων των υλοποιούμενων stress tests έχουν καταγράψει απώλειες 9,64%. Αντίθετα, οι δείκτες της μεσαίας και της μικρής κεφαλαιοποίησης καταγράφουν άνοδο (+1,3% και +18,43%, αντίστοιχα), ενώ η εικόνα των μη τραπεζικών blue chips είναι μικτή, με άλλους τίτλους (π.χ. ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Sarantis, Viohalco, ΔΕΗ, Μυτιληναίος) να κινούνται σε υψηλότερα επίπεδα και με άλλους σε χαμηλότερα (πχ Folli-Follie, Τιτάν, Motor Oil).

Γενικότερα, παρατηρούμε ότι, σε αντίθεση με το παρελθόν, όταν το Χ.Α. υπεραντιδρούσε σε κάθε πτωτική πορεία των διεθνών αγορών, σήμερα -με εξαίρεση τις τράπεζες- αν δεν υπεραποδίδει, τουλάχιστον κινείται σε παράλληλα επίπεδα.

Επιχείρημα 1

Με ποια επιχειρήματα, όμως, το ελληνικό χρηματιστήριο επιχειρεί να πείσει τους επενδυτές ότι μπορεί να υπεραποδώσει έναντι των ξένων αγορών και κατά πόσο το συγκεκριμένο αφήγημα μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους επενδυτές;

Σύμφωνα με τους αναλυτές, το πρώτο επιχείρημα αφορά το λεγόμενο «recovery story» της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με αυτό, η εγχώρια οικονομία μπαίνει σταδιακά σε ένα περιβάλλον σχετικής ομαλότητας, με αποκλιμάκωση του κινδύνου και με έναν μέσο θετικό ρυθμό ανάπτυξης κατά πολλούς 0,8%-1,5% και κατά τις επίσημες προβλέψεις κάπου στο +2,5%. Αν κάτι τέτοιο επιβεβαιωθεί στην πράξη, τότε σε βάθος τριετίας οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων θα μπορούσαν να πλησιάσουν τις αντίστοιχες των άλλων χωρών του ευρωπαϊκού Νότου κάπου στο 2,5%-3%, καθώς κατά τα επόμενα χρόνια αναμένεται αύξηση των επιτοκίων στην ευρωζώνη. Κάτι τέτοιο (βλέπε στοιχεία σχετικού πίνακα) θα σήμαινε μια περαιτέρω αποκλιμάκωση των ελληνικών αποδόσεων (θετική επίδραση στις τιμές των μετοχών), σε σχέση με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς τίτλους.

Επιχείρημα 2

Το δεύτερο επιχείρημα της ελληνικής πλευράς, είναι η πρόβλεψη για συνέχιση της ανοδικής πορείας των εταιρικών κερδών και των χρηματικών διανομών των εισηγμένων εταιρειών προς τους μετόχους, που έχει ξεκινήσει από το 2014. Έτσι, ξεκινώντας από την κερδοφορία των εισηγμένων εταιρειών του 2017, από τις 52 εισηγμένες (πλην τραπεζών και ΑΕΕΧ) που είχαν δημοσιεύσει μέχρι και τις 11/4/2018 τις ετήσιες λογιστικές τους καταστάσεις, προκύπτει αθροιστικά ότι:

1. Ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε κατά 12,9%,

2. Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ανέβηκαν κατά 7,9%,

3. Τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας εμφανίστηκαν βελτιωμένα κατά 15,4%, και

4. Κόντρα στο επιχείρημα ότι η βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων οφείλεται κυρίως στη βελτίωση των αποτελεσμάτων στα δύο διυλιστήρια (Motor Oil και Ελληνικά Πετρέλαια) και σε λίγες ακόμη εταιρείες, οι 41 εισηγμένες βελτίωσαν την «κάτω γραμμή» των αποτελεσμάτων τους και μόνο 11 την επιδείνωσαν.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής ενδείξεις, τα κέρδη των εισηγμένων εταιρειών αναμένεται να σημειώσουν αθροιστικά νέα άνοδο το 2018, παρά την αναμενόμενη υποχώρηση επιδόσεων σε διυλιστήρια και ΔΕΗ.

Προς αυτή την εκτίμηση συντείνουν:

1η πρόβλεψη για ανοδικό ΑΕΠ,

2η μέχρι τώρα ανοδική πορεία των εξαγωγών και του εισερχόμενου τουρισμού,

3η τάση αναιμικής ανάκαμψης της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής,

4οι πρώτες εκτιμήσεις δεκάδων εισηγμένων εταιρειών με βάση το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί και τα συμβόλαια που έχουν υπογράψει.

Σε ό,τι αφορά τις χρηματικές διανομές (μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου) των εισηγμένων εταιρειών προς τους μετόχους τους, από τα στοιχεία του σχετικού πίνακα προκύπτει ότι από το 2014 εμφανίζουν άνοδο από χρόνο και χρόνο, με αποτέλεσμα μέσα στο 2017 να διαμορφωθούν στο 1,34 δισ. ευρώ (μέση «μερισματική απόδοση» στο 2,5% για τις μη τραπεζικές μετοχές, με βάση το κλείσιμο της 31ης Δεκεμβρίου).

Όλα δείχνουν πως οι χρηματικές διανομές θα διαμορφωθούν αθροιστικά σε ακόμη πιο υψηλό επίπεδο μέσα στο 2018, καθώς από τις 27 εισηγμένες που είτε έχουν μοιράσει χρήματα για φέτος είτε έχουν ανακοινώσει τις αρχικές τους προθέσεις:

-Οι 18 θα προχωρήσουν σε μεγαλύτερες χρηματικές διανομές ανά μετοχή.

-Οι πέντε σε ισόποσες χρηματικές διανομές.

-Οι τέσσερις σε μικρότερες χρηματικές διανομές σε σύγκριση με το 2017.

Έτσι, με βάση τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές (πλην τραπεζών), η μέση μερισματική απόδοση πιθανολογείται βάσιμα πως είτε προσεγγίζει το 2,5%, είτε ακόμη το υπερβαίνει ως ένα βαθμό, όταν τα επιτόκια των προθεσμιακών τραπεζικών καταθέσεων δεν υπερβαίνουν στην πράξη το 0,5% και όταν τα επιτόκια των τρίμηνης διάρκειας Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου αποκλιμακώθηκαν πρόσφατα στο 0,79%.

Και το στοίχημα

Το στοίχημα, ωστόσο είναι αν, πότε και κατά πόσο το ελληνικό χρηματιστηριακό αφήγημα θα γίνει πιστευτό από τους ξένους επενδυτές. Οι σταθμοί είναι γνωστοί και οι πιο κοντινοί αφορούν τα τραπεζικά stress tests, την τέταρτη αξιολόγηση της χώρας από τους δανειστές, τη ρύθμιση του δημόσιου χρέους και την έξοδο της χώρας από το μνημονιακό καθεστώς τον προσεχή Αύγουστο.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, στον βαθμό που οι παραπάνω προκλήσεις αντιμετωπιστούν με επιτυχία, τόσο οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας θα μπορούν να διεκδικήσουν μια καλύτερη πορεία σε σχέση με αυτήν των διεθνών αγορών.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v