Η Γερμανία θέλει τη "σιδηρά κυρία" της

H κατάσταση στην αγορά εργασίας είναι το κύριο αδύναμο σημείο της σημερινής κυβέρνησης της Γερμανίας, υπό την κ. Άνκελα Μέρκελ. Σε αυτό ποντάρουν και οι αντίπαλοί της, ώστε να μειώσουν τη διαφορά από το κόμμα της.

Η Γερμανία θέλει τη σιδηρά κυρία της
H κατάσταση στην αγορά εργασίας είναι το κύριο αδύναμο σημείο της σημερινής κυβέρνησης της Γερμανίας, υπό την κ. Άνκελα Μέρκελ. Σε αυτό ποντάρουν και οι αντίπαλοί της, ώστε να μειώσουν τουλάχιστον τη διαφορά από το κόμμα της (οι χριστιανοδημοκράτες) στις προσεχείς εκλογές για την ανάδειξη νέου καγκελάριου, που έχει οριστεί για τις 27 Σεπτεμβρίου.

Οι έως τώρα δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κ. Άνκελα Μέρκελ θα εξασφαλίσει εύκολα την επανεκλογή της, αφού οι χριστιανοδημοκράτες προηγούνται σταθερά με περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες, έναντι των δεύτερων σοσιαλδημοκρατών, χωρίς όμως να εξασφαλίζουν την απόλυτη πλειοψηφία.
 
Άρα είναι δεδομένη η αναζήτηση από το κόμμα της κ. Μέρκελ εταίρων μεταξύ των υπόλοιπων κομμάτων για τη συγκρότηση κυβερνητικού συνασπισμού. Διεθνείς αναλυτές θεωρούν ότι τα μέτρα που προτείνουν και τα δύο μεγάλα κόμματα συνεχίζουν την πολιτική που οδήγησε στην εκρηκτική αύξηση της ανεργίας. Και αυτό διότι αντί να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας συνεχίζουν την πολιτική υψηλών προνομίων, υπό την πίεση των συνδικαλιστών.

--- Το σημείο-κλειδί

Οι χριστιανοδημοκράτες και οι σοσιαλδημοκράτες γνωρίζουν πολύ καλά ότι η δημοτικότητα του πρώην καγκελάριου κ. Γκέρχαρντ Σρέντερ βρέθηκε σε ελεύθερη πτώση το 2005, όταν ο αριθμός των ανέργων εκτινάχτηκε στα 5 εκατομμύρια. Η σημερινή κατάσταση δεν απέχει πολύ από τότε. Εύλογο είναι, λοιπόν, η εκστρατεία να επικεντρώνεται στο φλέγον θέμα της οικονομίας.

Η στρατηγική του κυβερνώντος κόμματος είναι να προβάλει το πρόσωπο της κ. Άνκελας Μέρκελ, αποδίδοντάς της την επιτυχία ως προς τη γρήγορη έξοδο από την ύφεση καθώς και την αισιοδοξία στην αγορά για ιστορική μείωση της ανεργίας. Ουσιαστικά, το μεγάλο πλήγμα στη γερμανική οικονομία είναι η μείωση της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων της χώρας από οικονομίες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Ήδη, η Κίνα ξεπέρασε το δεύτερο τρίμηνο τις γερμανικές εξαγωγές.

Η ανάπτυξη της οικονομίας αναμένεται να βελτιώσει την κατάσταση, την ίδια στιγμή που τρέχουν πακέτα δανειακής στήριξης των επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση Μέρκελ συνεχίζει να παρέχει βοήθεια προς τις τράπεζες και προς τις ασφαλιστικές πιστώσεων, με στόχο να αποτρέψει τα χειρότερα.

Τελευταία εξαγγελία ήταν η διάθεση 7,5 δισ. ευρώ στην κρατικά ελεγχόμενη KfW, η οποία θα χορηγήσει με τη σειρά της δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η παροχή τους θα αρχίσει τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο.

--- Αυστηρή για τράπεζες

Από την άλλη όμως, η κ. Άνκελα Μέρκελ παρουσιάζεται σταθερά πιστή στη θέση ότι πρέπει να υπάρξει αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς, όπως λέει, «καμία τράπεζα δεν μπορεί να γίνεται τόσο μεγάλη ώστε να είναι σε θέση να εκβιάζει κυβερνήσεις».

Μάλιστα, είναι υπέρ της υιοθέτησης κανόνων σε διεθνές επίπεδο για διευκόλυνση της πτώχευσης και ρευστοποίησης πιστωτικών ιδρυμάτων με διεθνή εμβέλεια.

Από την πλευρά τους, οι σοσιαλδημοκράτες έχουν ήδη παρουσιάσει σχέδιο για δημιουργία 4 εκατ. θέσεων εργασίας έως το 2020. Οι αντίπαλοί τους θεωρούν ότι το σχέδιο είναι αόριστο και βασίζεται σε ξεπερασμένη πρακτική.

«Στηρίζεται σε πολιτική της περασμένης τριακονταετίας, που είχε ως άξονα την εξασφάλιση μόνιμης απασχόλησης για όλους», είπαν ορισμένοι.

Οι αναλυτές, πάντως, θεωρούν ότι η αδύναμη αγορά εργασίας οφείλεται στις παροχές επιδομάτων και στη μισθολογική πολιτική που ακολουθήθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες. Δηλαδή, οι κυβερνήσεις (ανεξαρτήτως κόμματος) πρόσφεραν σε εργαζομένους χαμηλής ειδίκευσης επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας ή ανεργίας, τα οποία συχνά ήταν μεγαλύτερα των μισθών που θα μπορούσαν να κερδίσουν στον ιδιωτικό τομέα.

Παράλληλα, οι κυβερνήσεις -υπό την πίεση και των ισχυρών συνδικάτων- όριζαν τους κατώτατους μισθούς σε επίπεδα τα οποία οι επιχειρήσεις δεν μπορούσαν να αντέξουν. Έτσι, η Γερμανία αντιμετώπισε τη μαζική έξοδο ξένων επενδυτικών κεφαλαίων.

Επίσης, πλήγμα έχει υποστεί και η ανταγωνιστικότητα των γερμανικών προϊόντων, με αποτέλεσμα οι βιομηχανικές εξαγωγές φέτος να έχουν καταγράψει τη μεγαλύτερη πτώση από το 1950 και την αρχή του γερμανικού θαύματος. Πολλοί αναφέρουν πως η νέα κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει την τρέχουσα κρίση ως ευκαιρία για να αλλάξει το οικονομικό μοντέλο. Τα πολύ ισχυρά συνδικάτα, όμως, διαφωνούν...


ΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ

Εκτός από την υψηλή ανεργία, ένα ευάλωτο σημείο στην πολιτική της κ. Άνκελας Μέρκελ, το οποίο επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν οι αντίπαλοί της, είναι η πρόθεσή της για προώθηση του προγράμματος παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Με την πλειονότητα της κοινής γνώμης να διαφωνεί, πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι το ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας θα επηρεάσει την έκβαση των εκλογών.

Συγκεκριμένα, τελευταία δημοσκόπηση για λογαριασμό της οργάνωσης Συμμαχία για το κλίμα έδειξε πως το 81% των Γερμανών θεωρεί ότι η χώρα πρέπει να στραφεί προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της.

Αντίθετα, μόλις το 7% εξέφρασε την άποψη ότι η πυρηνική ενέργεια είναι η καλύτερη λύση. Ήδη, οξύνονται οι αντιδράσεις και την προηγούμενη εβδομάδα έγινε ένα μεγάλο συλλαλητήριο στο Βερολίνο κατά του προγράμματος πυρηνικής ενέργειας.

Η ομοφωνία της κοινής γνώμης υπέρ των ανανεώσιμων πηγών δίνει την ευκαιρία στους σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι είναι εναντίον του, να εκμεταλλευτούν πολιτικά τις θέσεις Μέρκελ.

Άλλωστε, σύμφωνα με τους πολιτικούς αναλυτές, το ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας είναι ένα από τα λίγα όπου οι σοσιαλδημοκράτες διαφωνούν κάθετα με τους χριστιανοδημοκράτες, τη στιγμή που οι λύσεις για την οικονομική κρίση έχουν ήδη δοκιμαστεί από την παρούσα κυβέρνηση συνασπισμού χριστιανοδημοκρατών - σοσιαλδημοκρατών και δεν μπορούν να δικαιολογηθούν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των δύο κομμάτων.

Μάλιστα, η κόντρα ενισχύεται αφού στο πλευρό της κ. Μέρκελ υπέρ της επέκτασης της πυρηνικής ενέργειας τάχθηκε το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατικών, το οποίο φέρεται ως ο πιο πιθανός εταίρος της μετεκλογικά για τη συγκρότηση κυβέρνησης.

Σήμερα στη χώρα υπάρχουν 17 πυρηνικά εργοστάσια τα οποία καλύπτουν το 23% των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Αντίθετα, παρότι το ποσοστό τους είναι υψηλό σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, οι ανανεώσιμες πηγές καλύπτουν το 15% σε ό,τι αφορά τις ενεργειακές ανάγκες.

* Αναδημοσίευση από το 599ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας "ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ", 11 - 15 Σεπτεμβρίου 2009.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v