Τι απαντά ο Ηλιάδης για την Τράπεζα Κύπρου

Άρθρο με τίτλο "Αλήθειες και ψέματα για το ξεπούλημα της Τράπεζας Κύπρου" δημοσιεύει ο Ανδ. Ηλιάδης, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου.

Τι απαντά ο Ηλιάδης για την Τράπεζα Κύπρου
Άρθρο με τίτλο "Αλήθειες και ψέματα για το ξεπούλημα της Τράπεζας Κύπρου" δημοσιεύει ο Ανδ. Ηλιάδης, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου.


Το αρθρο αναφέρει τα ακόλουθα:

Το νέο ιστορικό σταυροδρόμι της Κύπρου που βιώνουμε μας υποχρεώνει όλους να απεικονίσουμε πλέον καθαρά, χωρίς λεονταρισμούς και λασπολογία, την απόλυτη αλήθεια.

Στις 9/7/2012, υπέβαλα την παραίτησή μου γιατί συγκεκριμένοι παράγοντες, μέσα και έξω από την τράπεζα, όχι μόνο δεν συστρατεύονταν, αλλά αντίθετα υπέσκαπταν κάθε προσπάθειά μας να αντιμετωπίσουμε τη δύσκολη διεθνή οικονομική πραγματικότητα. Αυτό κατήγγειλα τότε με την επιστολή παραίτησής μου.

Στην πορεία οι εξελίξεις δυστυχώς επιβεβαίωσαν ότι όλα ήταν μέρος ενός καλά καταστρωμένου σχεδίου διάλυσης ολόκληρου του τραπεζικού συστήματος και κυρίως της Τράπεζας Κύπρου, η οποία τότε βρισκόταν σε καλή οικονομική κατάσταση.

Τα γεγονότα που παραθέτω παρακάτω αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών σε όλη την Ευρώπη, περιλαμβανομένων των δύο μεγάλων κυπριακών τραπεζών, θα έπρεπε να ολοκληρωθεί στις 30/6/2012 και οι προσπάθειες της Τράπεζας Κύπρου ήταν στην κορύφωσή τους. Να υπενθυμίσω ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες που υπέδειξε το τεστ αντοχής από την ΕΑΤ (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) ήταν €1,56 δισ. Το συγκρότημα της Τράπεζας Κύπρου από το τέλος του 2011 προχώρησε σε μια σειρά ενέργειες και παρά την πολύ δύσκολη περίοδο κατάφερε να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαιακών αναγκών του τεστ.

Το Μάιο του 2012 ανακοινώσαμε ότι υπολείπονται €200-300 εκατ. τα οποία στοχεύαμε να καλύψουμε με άλλες ενέργειες το επόμενο χρονικό διάστημα.

Προς αυτήν την κατεύθυνση γίνονταν υπεράνθρωπες προσπάθειες, οι οποίες εστίασαν κυρίως στα ακόλουθα:

1) Μαζί με τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της τράπεζας είχαμε τρεις διαδοχικές συναντήσεις με το διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας (στις 11/5, 13/6 και 18/6 του 2012) στις οποίες του ζητήσαμε:

• Να μας δοθεί παράταση 3-6 μηνών για να ολοκληρώσουμε την ανακεφαλαιοποίηση, εν όψει του ότι το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων είχε ήδη καλυφθεί. Μας άφησε να εννοηθεί ότι θα προσπαθήσει και ότι μπορεί να δοθεί παράταση υπό προϋποθέσεις.

• Να μας διευκρινίσει κατά πόσον το κούρεμα των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (Ο.Ε.Δ.) θα ήταν τελικά 71% όπως προέκυπτε από το ίδιο το τεστ αντοχής ή θα ήταν μεγαλύτερο. Απάντησε ότι θα το έβλεπε και θα επανερχόταν λέγοντάς μας συγκεκριμένα ότι «δεν πρέπει να αλλάζουν οι όροι του παιχνιδιού». Να σημειώσουμε ότι εάν η απάντηση ήταν θετική οι ανάγκες του τεστ θα μειώνονταν κατά €80 εκατ. περίπου.

2) Με σύμβουλο την Deutsche Bank δρομολογήσαμε την πώληση των δύο ασφαλιστικών εταιρειών η οποία και θα ενίσχυε τα κεφάλαια της τράπεζας κατά €270 εκ. περίπου. Με το πόσο αυτό θα ολοκληρώναμε την ανακεφαλαιοποίηση.

Ο διοικητής, αντί να στηρίξει τις πιο πάνω προσπάθειές μας και να μας δώσει έγκαιρα απαντήσεις από την Ε.Α.Τ., τορπίλισε και τις προσπάθειες πώλησης των ασφαλιστικών εταιρειών με συνεχείς επιστολές του, οι οποίες δημιούργησαν επιπλοκές στην όλη διαδικασία.

Να σημειωθεί ότι για αγορά των ασφαλιστικών υπήρχε ενδιαφέρον από συγκεκριμένο συγκρότημα του εξωτερικού για την άμεση εξαγορά τους.

Ο διοικητής γνώριζε πολύ καλά, από τις συζητήσεις που είχαμε καθώς και των συνεργατών του με όλες τις υπηρεσίες της Τράπεζας Κύπρου, ότι το τελικό ποσό ανακεφαλαιοποίησης θα μπορούσε να αλλάξει ανάλογα με το αποτέλεσμα των παραπάνω ενεργειών και φυσικά με τα κέρδη του β΄ τριμήνου.

Όμως αντί βοήθειας, όχι μόνο δεν απάντησε στα ερωτήματα που του είχαμε θέσει αλλά αντί αυτού με δημόσια δήλωση εξέφρασε την έκπληξή του για το ποσό των αναγκών λίγες μέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας ανακεφαλαίωσης, με στόχο και αποτέλεσμα να πλήξει την αξιοπιστία της τράπεζας.

Η επιλογή του αυτή φαίνεται να μην ήταν τυχαία, αλλά όπως ανέφερα, μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου με στόχο την Τράπεζα Κύπρου.

Ας δούμε όμως τα δεδομένα της Τράπεζας Κύπρου την περίοδο εκείνη (30/6/2012):

Καταθέσεις: €28,1 δισ.
Καθαρές χορηγήσεις: €26,5 δισ.
Κεφάλαια μετόχων: €2,24 δισ.
Δείκτης βασικών ίδιων κεφαλαίων: 7,3%
Έκτακτη Ενίσχυση Ρευστότητας (ELA): Μηδέν
(Σημ. Η Λαϊκή Τράπεζα είχε δανειστεί από τον ELA ρευστότητα €9.5 δισ. στις 3/7/2012).

Δηλαδή η Τράπεζα Κύπρου τον Ιούνιο του 2012 είχε:

• Καταθέσεις που υπερκάλυπταν τις καθαρές χορηγήσεις (η μόνη συστημική τράπεζα σε Κύπρο και Ελλάδα).

• Είχε ικανοποιητικό δείκτη βασικών ίδιων κεφαλαίων με βάση τη Βασιλεία ΙΙ.

• Ήταν πολύ κοντά στην ανακεφαλαιοποίηση.

• Είχε ρευστά διαθέσιμα μερικών δισεκατομμυρίων.

• Δεν χρειαζόταν ELA.

Με όλα αυτά τα δεδομένα η Τράπεζα Κύπρου ξεχώριζε μεταξύ των συστημικών τραπεζών στην Κύπρο και στην Ελλάδα.

Φαίνεται όμως ότι αυτά δεν ενδιέφεραν καθόλου ορισμένους κύκλους.

Εκείνο που τους ενδιέφερε ήταν πώς θα μπορέσουν να πλήξουν την αξιοπιστία της Τράπεζας Κύπρου και να την αποδομήσουν, αποδεικνύοντας τάχα ότι για όλα φταίει ο υπερμεγέθης τραπεζικός τομέας, οι τραπεζίτες και όλοι οι άλλοι εκτός από την δικές τους ενέργειες και τη δική τους απραξία.

Να σημειώσουμε ότι, ποτέ, μέχρι πριν από δύο -τρία χρόνια δεν ακούσαμε από τους οίκους αξιολόγησης, τους επενδυτικούς οίκους, τις εποπτικές αρχές ή οποιονδήποτε άλλο ότι έπρεπε σε ένα μικρό κράτος οι τράπεζες να είναι πολύ- πολύ μικρές. Εκείνο που επικρατούσε ήταν ότι έπρεπε η τράπεζα να έχει τόσο μέγεθος ώστε να είναι επικερδής και να κερδίζει την εμπιστοσύνη των καταθετών της.

Μπορώ να καταλάβω τους λόγους για τους όποιους χώρες του εξωτερικού θέλησαν να πλήξουν την αξιοπιστία του τραπεζικού τομέα της Κύπρου, αλλά δεν μπορώ ακόμα να καταλάβω γιατί η τότε κυβέρνηση τις βοήθησε με τις παρακάτω ενέργειες:

α) Δεν προσπάθησε έγκαιρα να λάβει μέτρα για να κρατήσει το αξιόχρεο της Κύπρου ψηλά. Μήπως δεν γνώριζε ότι το αξιόχρεο των τραπεζών επηρεάζεται και είναι πάντοτε κατώτερο του αξιόχρεου της χώρας;

β) Γιατί έκανε δεκτό το κούρεμα των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου με υπογραφή του ίδιου του πρόεδρου, χωρίς να διαπραγματευτεί ανταλλάγματα από την ευρωζώνη που να διασφαλίζουν την Κύπρο;

γ) Γιατί δεν εισάκουσε τις επανειλημμένες εκκλήσεις όλων για έγκαιρη λήψη μέτρων; Μαζί με τον πρόεδρο της τράπεζας κ. Αριστοδήμου και τον αντιπρόεδρο κ. Αρτέμη είχαμε τότε σωρεία επαφών με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον αρχηγό του κυβερνώντος τότε κόμματος, προσπαθώντας να τον πείσουμε χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Την απόγνωσή μας για τις προσπάθειες αυτές είχαμε εκφράσει με εκτεταμένη ανακοίνωσή μας στον τύπο στις 31/8/2011 (δείτε τις σχετικές δημοσιεύσεις) αλλά αντί να εισακουστούμε δεχθήκαμε δυσαρέσκεια μεν, αδιαφορία δε.

Αντί λοιπόν να υπάρξει συστράτευση για την αντιμετώπιση μιας τόσο δύσκολης οικονομική συγκυρίας, ξεκίνησε η προσπάθεια αποδόμησης μιας τράπεζας με γερές βάσεις.

Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας εξέφρασε την έκπληξή του γιατί το ποσό των αναγκών της Τράπεζας Κύπρου δεν ήταν €300 εκατ. και ήταν €500 εκατ., κάτι για το οποίο ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του λαμβάνοντας υπ’ όψιν όσα αναφέρονται πιο πάνω.

Δεν εξέφρασε όμως έκπληξη γιατί το ποσό από €500 εκατ. αυξήθηκε τελικά σε €4 δισ. μετά τη μελέτη της Pimco.

Είναι γνωστό ότι η μελέτη αυτή βασίστηκε σε παραμέτρους που ο ίδιος έδωσε καθώς και στην αλλαγή που ο ίδιος εφάρμοσε όσον αφορά τον τρόπο που μέχρι τότε η Κεντρική Τράπεζα αντιμετώπιζε τα αναδιαρθρωμένα δάνεια (δάνεια που στην πορεία άλλαξε η περίοδος αποπληρωμής τους).

Δεν εξεπλάγη γιατί ο ίδιος από τις αρχές Ιουλίου 2012 διέδωσε την εκτίμηση ότι οι ανάγκες των τραπεζών ήταν στα € 10 δισ.

Πρέπει όμως να ομολογήσω τη δική μου πολύ μεγάλη έκπληξη για το πόσο των €4 δισ., διότι τα οικονομικά δεδομένα της Τράπεζας Κύπρου στις 30/6/2012 όταν αποχώρησα δεν το δικαιολογούσαν.

Ακολούθησε υπόγεια υπόδειξη - προτροπή από τον ίδιο το διοικητή στον Αντιπρόεδρο της Τράπεζας Κύπρου (ο Πρόεδρος απουσίαζε για λόγους υγείας) για παραίτηση μελών της εκτελεστικής διεύθυνσης.

Προφανώς ορισμένοι ήμασταν εμπόδιο στην υλοποίηση των σχεδίων τους.

Μετά από όλα αυτά ζήτησα ανανέωση της εμπιστοσύνης του Δ.Σ. στο πρόσωπό μου, η οποία μου δόθηκε με πλειοψηφία σε ειδική συνεδρία που έγινε στις αρχές Ιουλίου 2012. Παρ' όλα αυτά, ο υπόγειος πόλεμος συνεχιζόταν. Προφανώς το σχέδιο της κυβέρνησης και της Κεντρικής Τράπεζας έπρεπε να υλοποιηθεί. Κανείς δεν μπορούσε να το αναχαιτίσει.

Τους επόμενους μήνες ακολούθησαν απανωτές ενέργειες που είχαν στόχο να πλήξουν ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη της Τράπεζας Κύπρου.

Η κυβέρνηση και ο διοικητής φανερά πλέον, αλλά και υπόγεια, ξεκίνησαν καθημερινό πόλεμο με στόχο πάντα τις τράπεζες.

Έστω κι αν υποθέσουμε ότι έφταιγαν μόνο οι τράπεζες, η πολιτεία και η Κεντρική Τράπεζα είχαν τις δυνατότητες και τα μέσα να προχωρήσουν άμεσα σε όλα τα αναγκαία μέτρα και τις απαραίτητες ενέργειες για να διορθώσουν τα κακώς έχοντα. Όμως αντί αυτού επέλεξαν τα καθημερινά κτυπήματα, τα οποία έπλητταν τις τράπεζες και οδηγούσαν σε απώλεια καταθέσεων. Έπλητταν επίσης την επιχειρηματική εμπιστοσύνη με επιπτώσεις στην οικονομία.

Διορίστηκε η Pimco η οποία επιβεβαίωσε ότι οι ανάγκες των τραπεζών ήταν στα €10 δισ. περίπου που όλως τυχαία συνέπεσε με την εκτίμηση του διοικητή της ΚΤ που είχε διαρρεύσει στις αρχές Ιουλίου.

Διορίστηκε η Alvarez & Marsal (Α&Μ) με όρους εντολής που ποτέ δεν έγιναν γνωστοί. Ο διορισμός τους ήταν θεμιτός και η αξιολόγηση των ενεργειών των τραπεζών πρέπει να γίνει, όπως θα πρέπει να γίνει η αξιολόγηση των ενεργειών όλων.

Το να υπάρχουν όμως καθημερινά διαρροές στον Τύπο, σε μια τόσο δύσκολη οικονομική συγκυρία, για δήθεν εντοπισμό ατασθαλιών από την A&M και ευθυνών στις τράπεζες έπληξε ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη των καταθετών και οδήγησε στο σημερινό αποτέλεσμα.

Για να πληγεί ακόμη περισσότερο η αξιοπιστία ενός οργανισμού «έπρεπε» να πλανάται συνεχώς και με υπόγειο τρόπο η παραίτηση μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Κύπρου και φήμες για «σκάνδαλα» που «έγιναν» από πρώην και νυν της τράπεζας όπως:

α) Τον περασμένο Σεπτέμβριο η εφημερίδα «Χαραυγή», όργανο της τότε κυβέρνησης, δημοσίευσε πληροφορίες ότι στις αγορές των ομολόγων ελληνικού δημοσίου δόθηκαν νόμιμες προμήθειες €100 εκατ. υπονοώντας ότι «κάποιοι» τις πήραν.

Περιέργως η Τράπεζα Κύπρου και το Διοικητικό Συμβούλιο δεν διέψευσε το δημοσίευμα για την αποκατάσταση της αλήθειας και προτίμησε να παρακολουθεί αμέτοχη την αναπαραγωγή του στα ΜΜΕ και παράλληλα τη δημόσια διαπόμπευσή της.

Στόχος της αισχρής και ψευδούς αυτής «διαρροής» ήταν να πληγεί η αξιοπιστία της Τράπεζας Κύπρου.

Είναι γνωστό ότι δεν υπάρχουν τέτοιες προμήθειες στις συναλλαγές αυτές, οι οποίες γίνονται ηλεκτρονικά μεταξύ μεγάλων οργανισμών χωρίς φυσική επαφή των συναλλασσομένων. Εν πάση περιπτώσει όμως, το ποσό των €100 εκατ. είναι τόσο μεγάλο που δεν κρύβεται. Οι γνωρίζοντες που δημοσίευσαν την πληροφορία οφείλουν επιτέλους να μας πουν ποιοι το πήραν, για να πάνε στη φυλακή.

β) Με σκοπό να εξυπηρετηθούν άλλες σκοπιμότητες επαναλαμβάνεται ακόμη και σήμερα ο ψευδής ισχυρισμός ότι τα ομόλογα ελληνικού δημοσίου αγοράσθηκαν «ερήμην» του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Κύπρου από τη δευτερογενή αγορά όταν οι γερμανικές τράπεζες πουλούσαν.

Για αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας:

- Η αγορά των ομολόγων έγινε με «καταγεγραμμένες» «ομόφωνες» αποφάσεις όλων των αρμόδιων επιτροπών της Τράπεζας και του Διοικητικού Συμβουλίου.

- Οι αγορές έγιναν το δ΄ τρίμηνο του 2009 και το α΄ τρίμηνο του 2010 όταν η αξιοπιστία του ελληνικού χρέους με βάση τη Moody’s βρισκόταν στην κατηγορία Α2 και Α3.

- Την περίοδο αυτή οι εκδόσεις του ελληνικού δημοσίου καλύφθηκαν με τριπλάσια ζήτηση. Όλες οι τράπεζες τοποθετούσαν σε Ομόλογα Δημοσίου τα οποία ήταν μηδενικού ρίσκου όπως ορίζουν η Βασιλεία ΙΙ & ΙΙΙ.

- Στις αρχές Οκτωβρίου 2009 τα ελληνικά ομόλογα σε γερμανικές τράπεζες ήταν €29,5 δισ. και μέχρι το τέλος Μαρτίου 2010 αυξήθηκαν σε €32,7 δισ. με βάση στοιχεία της Bank of International Settlements. Επομένως οι γερμανικές τράπεζες δεν πουλούσαν την περίοδο εκείνη - όπως οι υπόγειοι κύκλοι διαδίδουν - αλλά αγόρασαν πρόσθετα €3,2 δισ.

- Η εισήγηση για την πώληση το Σεπτέμβριο του 2009 του €1,5 δισ. περίπου ομολόγων ελληνικού δημοσίου ξεκίνησε με πρωτοβουλία/εισήγηση των κ.κ. Χρ. Πατσαλίδη και Ν. Καρυδά και κανενός άλλου. Η σιωπηρή αποδοχή της ενέργειας αυτής από τον κ. Κυπρή στερείται αλήθεια και έχει σκοπό να οικειοποιηθεί τα σχετικά θετικά σχόλια.

γ) Επειδή όσες προσπάθειες και αν κατέβαλαν οι διορισμένοι, επίσημα και ανεπίσημα από τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, για να βρουν ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον μου δεν οδήγησαν πουθενά, οι υπόγειοι κύκλοι κατέφυγαν σε λασπολογία με τον τεράστιο μηχανισμό προπαγάνδας που διαθέτουν. Ενδεικτικά αναφέρω τα εξής:

- Η εφημερίδα «Χαραυγή» ερημην μου δημοσίευσε προσωπικά μου δεδομένα, ότι έλαβα στεγαστικό δάνειο με προνομιακό επιτόκιο στην Ελλάδα.

Απαντώντας με επιστολή μου που έδωσα στον Τύπο, απέδειξα ότι το επιτόκιο δεν είναι προνομιακό και το δάνειο διέπεται από τους ίδιους όρους με όλους τους πελάτες που έλαβαν όμοια χρηματοδότηση και είναι πλήρως εξασφαλισμένο ενυπόθηκα.

Κάλεσα το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας Κύπρου να αποκαταστήσει την αλήθεια, το οποίο όμως επέλεξε και πάλι τη σιωπή.

-Οι ίδιοι κύκλοι διαδίδουν επίσης ότι έλαβα ή θα λάβω bonus εκατομμυρίων και αποκρύπτουν την αλήθεια που είναι: Μετά την παραίτησή μου αποποιήθηκα όλων των νόμιμων δικαιωμάτων μου (απλήρωτες άδειες κ.ά.), εκτός από το ταμείο προνοίας μου στο οποίο αποταμιεύω εδώ και 33 χρόνια που εργάζομαι στην Τράπεζα Κύπρου. Πάντοτε είχα την πεποίθηση ότι το ταμείο πρόνοιας είναι ιερό και αναφαίρετο δικαίωμα όλων. Διερωτώμαι γιατί με διάφορες ψευδείς αναφορές γίνεται τόσος θόρυβος για το δικό μου ταμείο πρόνοιας και γιατί δεν υπήρξε ο ίδιος θόρυβος για παρόμοια ποσά που έλαβαν και οι δυο υπουργοί Οικονομικών (κ.κ. Σταυράκης και Σιαρλής) κατά την αποχώρηση τους από την Τράπεζα Κύπρου.

-Οι ίδιοι κύκλοι παραπληροφορούν τον Τύπο διαδίδοντας ότι σήμερα είμαι στο Μαϊάμι και παραθερίζω. Τους πληροφορώ λοιπόν ότι δυστυχώς ποτέ δεν έχω πάει σε εξωτικά μέρη για τον απλούστατο λόγο ότι για 33 χρόνια ήμουν υπερβολικά εργασιομανής με την Τράπεζα Κύπρου.

Παρακολουθώ με πόνο ψυχής στην Αθήνα, όπου διαμένω με την οικογένειά μου, τις δυσκολίες που περνά η πατρίδα μου σήμερα και λυπούμαι γιατί σε τέτοιες στιγμές που όλοι μας πρέπει να κάνουμε αυτοκριτική κάποιοι συνεχίζουν τη λασπολογία σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποποιηθούν των ευθυνών τους.

Κλείνοντας πρέπει να θυμίσω ότι με όλες αυτές τις υπόγειες προσπάθειες, την προπαγάνδα και τη λασπολογία τους τελευταίους 9 μήνες κατόρθωσαν κάποιοι να οδηγήσουν και την Τράπεζα Κύπρου στη σημερινή κατάσταση παρόλο που ακόμη και μέχρι τον περασμένο Ιούνιο με βάση αδιάψευστα στοιχεία ήταν η συστημική τράπεζα με τους καλύτερους δείκτες στην Κύπρο και στην Ελλάδα.

Πέτυχαν επίσης να ξεπουλήσουν την Τράπεζα Κύπρου Ελλάδας με τεράστιο κόστος για το Συγκρότημα αφού πλήρωσε από πάνω για να γίνει η πώληση. Ο διοικητής είχε στο μυαλό του τη θυγατροποίηση και πώληση από τον παρελθόντα Μάιο όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του, κάτι που έλεγε προς διάφορες κατευθύνσεις, πολύ πριν το ζητήσει τάχα η τρόικα.

Πιστεύω ότι σιγά-σιγά θα γίνει γνωστό ότι το γεγονός αυτό μείωσε κατά €1,5 δισ. το μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας Κύπρου και αύξησε κατακόρυφα το ποσό που χρειάζεται για ανακεφαλαιοποίηση και το ποσοστό κουρέματος των καταθέσεων των πελατών της Τράπεζας.

Νομίζω ότι το ξεπούλημα αυτό της Τράπεζας Κύπρου Ελλάδας, η οποία από την ίδρυσή της το 1991 (με εξαίρεση το 2012) έδωσε σημαντικά κέρδη στο συγκρότημα και το στήριζε σε δύσκολες στιγμές όπως το 2002-2004 όταν στην Κύπρο είχε ζημιές, έδωσε το τελειωτικό κτύπημα.

Η φήμη της Τράπεζας Κύπρου Ελλάδας, η ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού της και το ανθρώπινο δυναμικό της είναι γνωστά σε όλους.

Οι προσπάθειες κάποιων να δημιουργήσουν εντυπώσεις για οτιδήποτε άλλο πέφτουν στο κενό. Το ενδιαφέρον για απόκτησή της ήταν καθολικό.

Η Τράπεζας Πειραιώς με την απόκτησή της κατάφερε να μετατρέψει τα κεφάλαιά της από αρνητικά σε θετικά και να ενισχύσει τη θέση της από όλες τις πλευρές.

Εάν η Τράπεζα Κύπρου Ελλάδας έπρεπε να αποξενωθεί γιατί κάποιοι σήμερα έχουν τους λόγους τους, αυτό θα μπορούσε να γίνει στον κατάλληλο χρόνο, με τον κατάλληλο τρόπο, με τη βοήθεια επενδυτικών οίκων και σίγουρα όχι με αυτό το κόστος.

Δυστυχώς φοβάμαι ακόμη ότι με μια τέτοια συμπεριφορά τα χειρότερα είναι ακόμη μπροστά μας. Αλλά σίγουρα κάποιοι δεν νοιάζονται καθόλου γι' αυτό γιατί .... μπορούν με προπαγάνδα και λάσπη να αποδίδουν τις ευθύνες σε όλους τους άλλους.

Όλοι όμως γνωρίζουμε ότι η λασπολογία δεν δικάζει αλλά… καταδικάζει όσους την εξαπολύουν».

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v