Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Economist: Γιατί βουλιάζει (και πάλι) η ευρωζώνη

Τα τελευταία στοιχεία για την οικονομία της ευρωζώνης δείχνουν ότι η ανάκαμψη ήταν μια αυταπάτη, υποστηρίζει ο Economist. Παγιδευμένες σε χαμηλή ανάπτυξη Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία. Η έλλειψη πολιτικών ηγετών και το σφιχτό νομισματικό πλαίσιο.

Economist: Γιατί βουλιάζει (και πάλι) η ευρωζώνη

Το ευρώ είναι καταδικασμένο αν η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία δεν βρουν ένα τρόπο να τονώσουν τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη, προειδοποιεί σε δημοσίευμα του o Εconomist, υποστηρίζοντας πως οι ελπίδες για ανάκαμψη αποδείχτηκαν αίολες.

Όπως επισημαίνει το βρετανικό οικονομικό περιοδικό, μόλις πριν από μερικούς μήνες οι ηγέτες της ευρωζώνης πίστευαν ότι τα χειρότερα της κρίσης είχαν περάσει. Η δήλωση του επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ότι θα κάνει ότι είναι δυνατό για να σώσει το ευρώ, αποτέλεσε το έναυσμα για την επιστροφή της εμπιστοσύνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η ανάπτυξη φαινόταν να επιστρέφει, αν και με αργό ρυθμό. Οι προβληματικές χώρες της ευρωζώνης ανέκαμπταν, μετά από τα πακέτα διάσωσης και τα επώδυνα μέτρα για την μείωση των ελλειμμάτων και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Η ανεργία, ειδικά μεταξύ των νέων, βρισκόταν ακόμα σε υψηλά επίπεδα, αλλά στις περισσότερες χώρες είχε αρχίσει να υποχωρεί. Εν τω μεταξύ, τα spreads των ομολόγων είχαν συρρικνωθεί σημαντικά, καθώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές σταμάτησαν να στοιχηματίζουν στη διάλυση του ευρώ.

«Ήταν μια αυταπάτη» τονίζουν οι συντάκτες του Economist. Τις τελευταίες εβδομάδες οι χώρες της ευρωζώνης έχουν αρχίσει να «μπάζουν» και πάλι νερά. Το ΑΕΠ της ευρωζώνης έμεινε στάσιμο το δεύτερο τρίμηνο: Η Ιταλία επέστρεψε σε ύφεση, το γαλλικό ΑΕΠ δεν αυξήθηκε, ενώ ακόμα και η Γερμανία γνώρισε μεγάλη πτώση στο ΑΕΠ.

Το τρίτο τρίμηνο δεν αναμένεται καλύτερο, εν μέρει εξαιτίας των επιπτώσεων από τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία. Εν τω μεταξύ, ο πληθωρισμός έχει πέσει σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα, περίπου στο 0,4%, δημιουργώντας φόβους ότι η ευρωζώνη μπορεί να πέσει στην παγίδα του αποπληθωρισμού.

Η κρίση της ευρωζώνης μετατρέπεται από μια κρίση χρέους και τραπεζών σε μια κρίση ανάπτυξης, η οποία αγκαλιάζει πλέον τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες, υπογραμμίζει το βρετανικό περιοδικό. Η Γερμανία βρίσκεται στα πρόθυρα της ύφεσης, η γαλλική οικονομία έχει μείνει στάσιμη και το ΑΕΠ της Ιταλίας βρίσκεται ελάχιστα πάνω από το επίπεδο που βρισκόταν όταν μπήκε στην ευρωζώνη πριν από 15 χρόνια. Από την στιγμή που οι τρεις αυτές χώρες αντιστοιχούν στα δύο τρίτα του ΑΕΠ της ευρωζώνης, η ανάπτυξη σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ολλανδία δεν μπορούν να καλύψουν την εξασθένιση, υποστηρίζει ο Economist.

Σύμφωνα με το οικονομικό περιοδικό, τα αίτια για τις νέες δυσκολίες της Ευρώπης είναι τρία πολύ γνωστά και αλληλένδετα προβλήματα. Πρώτον, υπάρχει έλλειψη πολιτικών ηγετών με κουράγιο και αποφασιστικότητα για να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Οι μεγάλες χώρες σπατάλησαν τα δύο χρόνια που τους χάρισε το «whatever it takes» του Ντράγκι. Δεύτερον, η κοινή γνώμη δεν έχει πειστεί για το πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για βαθιές και ριζικές αλλαγές. Τρίτον, παρά τις προσπάθειες του κ. Ντράγκι, το δημοσιονομικό και νομισματικό πλαίσιο είναι πολύ σφιχτό.

«Κλουζωνόμικς»

Τα προβλήματα αυτά παρατηρούνται σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης, αλλά η χώρα που τα αντιμετωπίζει και τα τρία με τον πιο δραματικό τρόπο είναι η Γαλλία, εκτιμά ο Economist.

Αυτήν την εβδομάδα ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ αναγκάστηκε να προχωρήσει σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης του, αντικαθιστώντας των υπουργό Οικονομίας, Αρνό Μοντεμπούρ.

Στην θεωρία μια νέα και πιο συμπαγής μεταρρυθμιστική κυβέρνηση θα επιτύχει να σημειώσει πρόοδο, αλλά η κοινή γνώμη δεν φαίνεται έτοιμη για κάτι τέτοιο, υποστηρίζει ο Economist. Σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό, o Ολάντ όχι μόνο δεν είναι δημοφιλής όπως ο Ιταλός ομόλογος του Ματέο Ρέντσι, αλλά έχει αποτύχει να πείσει τους Γάλλους πολίτες πως οι επώδυνες μεταρρυθμίσεις όπως η μείωση του κράτους είναι αναπόφευκτες. Εν τω μεταξύ, ο κ. Μοντεμπούρ προσφέρει την βολική ιδέα ότι αν η ευρωζώνη χαλαρώσει τους κανονισμούς της για το έλλειμμα, οι επώδυνες αλλαγές δεν θα είναι αναγκαίες.

Κατά τον Economist το επιχείρημα του κ. Μοντεμπούρ είναι ελκυστικό γιατί έχει δίκιο όσον αφορά το τρίτο πρόβλημα της Ευρώπης: την υπερβολική λιτότητα που έχει επιβληθεί στην ήπειρο από τη Γερμανία.

O κίνδυνος διάσπασης αυξάνεται

Ο Economist υποστηρίζει πως αν ο κ. Ολάντ και ο κ. Ρέντσι δείξουν πως είναι ειλικρινείς στις προθέσεις τους να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η κ. Μέρκελ πρέπει να αποδεχτεί μια πιο χαλαρή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων υψηλότερων δαπανών στη Γερμανία.

Κάτι τέτοιο δεν θα είναι εύκολο, αλλά χωρίς μια νέα ώθηση από τους ηγέτες της Ευρώπης η ανάπτυξη δεν θα ανακάμψει και η ευρωζώνη θα διολισθήσει στον αποπληθωρισμό, σημειώνει ο Economist.

Παράλληλα, προειδοποιεί πως σε αντίθεση με την Ιαπωνία που πέρασε μια «χαμένη δεκαετία», η ευρωζώνη δεν αποτελεί μια ενιαία χώρα και αν συνεχιστεί η οικονομική στασιμότητα είναι αναπόφευκτο πως κάποιοι θα ψηφίσουν για να βγουν από το ευρώ. Η υπόσχεση του κ. Ντράγκι να αγοράσει κρατικά ομόλογα αν χρειαστεί αποκλιμάκωσε την πίεση στις αγορές, αλλά ο πολιτικός κίνδυνος να αποχωρήσει μια χώρα αυξάνεται συνεχώς, καταλήγει το βρετανικό περιοδικό.

Πηγή: Economist

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v