Πώς μπορεί να μας βοηθήσει ο επιστημονικός κλάδος της γλωσσολογίας στην κατανόηση του ρόλου και του τρόπου λειτουργίας των διεθνών οικονομικών θεσμών, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα που έχει συμβάλει καθοριστικά στην «ανάπτυξη» των δύο τρίτων των χωρών τα τελευταία πενήντα χρόνια;
Σε αυτό το ερώτημα απαντά η γλωσσολογική έρευνα των Φράνκο Μορέττι και Ντομινίκ Πέστρε που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο αμερικάνικο περιοδικό New Left Review.
Το συμπέρασμα της έρευνας είναι αρκετά ενδιάφερον: Μεταπολεμικά η Παγκόσμια Τράπεζα δανείζει χρήματα διαχρονικά με το σκοπό της οικονομικής «ανάπτυξης» των φτωχών κυρίως, χωρών του παγκόσμιου Νότου. Μέσω «προγραμμάτων» ή «πρότζεκτ», κατά τη διάρκεια αυτών των δεκαετιών , η Παγκόσμια Τράπεζα θεωρεί το «εμπόριο» ως το βασικό κλειδί για την «οικονομική μεγέθυνση». Όλα φαίνονται απλά. Ωστόσο πίσω από τη ψεύτικη εικόνα της συνέχειας και της ομοιογένειας, ισχυρίζονται οι συγγραφείς, από τις δεκαετίες 1950-60 μέχρι σήμερα έχει παρατηρηθεί μια σημαντική μεταμόρφωση του λεξιλογίου και της λογικής της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Με μια πρώτη ματιά, οι λέξεις που χρησιμοποιούνται διαχρονικά στις ετήσιες εκθέσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας δίνουν, όπως είπαμε, την εικόνα μιας συνέχειας. Επτά λέξεις κυριαρχούν. Σε οποιοδήποτε στιγμή σε αυτή την χρονική περίοδο χρησιμοποιούνται τρία ουσιαστικά – «τράπεζα», «δάνειο/α», «ανάπτυξη»- και τέσσερα επίθετα: «δημοσιονομική», «οικονομικός», «χρηματοπιστωτικός», «ιδιωτικός». Η επτάδα αυτών των λέξεων συνήθως ακολουθείται από μια άλλη ομάδα ουσιαστικών: «χώρες», «επένδυση/εις», «επιτόκια», «πρόγραμμα/α», «πρότζεκτ», «βοήθεια», αλλά και «δανεισμός», «ανάπτυξη», «κόστος», «χρέος», «εμπόριο», «τιμές»- λέξεις όμως που τις βρίσκουμε όλο και λιγότερο όσο πηγαίνουμε πίσω στο χρόνο.
Ιδού πώς η Τράπεζα σε μία Έκθεσή της περιέγραφε τον κόσμο το 1958:
«Το παρόν σύστημα μεταφορών του Κονγκό τροφοδοτείται κυρίως από το εξωτερικό εμπόριο και βασίζεται κυρίως στην πλοήγηση ποταμιών και στους σιδηροδρόμους, οι οποίοι οδηγούν σε περιοχές όπου παράγονται ορυκτά και γεωργικά αγαθά. Οι περισσότεροι δρόμοι που υπάρχουν στη χώρα, βοηθούν στο να υπάρχει εύκολη επικοινωνία αγροκτημάτων-αγοράς. Τα τελευταία χρόνια, η κίνηση στους δρόμους έχει αυξηθεί σημαντικά, λόγω της αύξησης της εσωτερικής αγοράς και της βελτίωσης των γεωργικών μεθόδων».
Και παρακάτω βλέπουμε μια έκθεση της Τράπεζας, μισό αιώνα αργότερα το 2008:
«Διάφορες χώρες στην περιοχή αναδύονται ως παίκτες-κλειδιά σε ζητήματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος και ο ρόλος της Τράπεζας είναι να υποστηρίζει τις προσπάθειες που λαμβάνουν τόπο, με το να συνεργάζεται μέσω πρωτοπόρων πλατφόρμων για ένα διαφωτιστικό διάλογο που θα συνοδεύνται από επιτόπιες δράσεις».
Και από πλευράς γραμματικής αλλά και σε στυλ γραφής, τα δύο κείμενα είναι γραμμένα σε άλλη γλώσσα. Η ρήξη στον τρόπο γραφής των δύο κειμένων, λαμβάνει τόπο μεταξύ της περιόδου τέλη 1980 και τέλη 1990, όταν το στυλ γραφής των Εκθέσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας έγινε περισσότερο κωδικοποιημένο, αυτο-προσδιοριζόμενο και αποκομμένο από την καθημερινή γλώσσα, με διαρκείς «οικονομίστικες» αναφορές και συνδέσεις με τη λειτουργία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πρόκειται γι ´αυτό που οι δύο συγγραφείς ονομάζουν, «Η γλώσσα της Τράπεζας».
Από τα «κράτη και βιομηχανία» σε «management»
Ένα σημαντικό στοιχείο στην αλλαγή της γλώσσας της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι η συχνότητα των βασικών κοινωνικών πρωταγωνιστών που αναφέρονται στα κείμενα της περιόδου 1950-1980: «κράτη και κυβερνήσεις», «εταιρείες», «τράπεζες» και «βιομηχανίες», «μηχανικοί», «τεχνικοί» και «ειδικοί», είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της περιόδου.
Η κοινωνική οντολογία της μεταπολεμικής παγκόσμιας σκηνής, του Φορντισμού και του Κενσϋανισμού, αποτυπώνεται στο λεξιλόγιο της Τράπεζας. Οι πρωταγωνιστές της οικονομικής ανάπτυξης είναι οι «επιχειρηματίες» και οι «τραπεζίτες», οι οποίοι συνεργάζονται με τις «βιομηχανίες», με «οικονομολόγους και με μηχανικούς» για να φέρουν εις πέρας «πρότζεκτ εθνικής εμβέλειας» των οποίων η πραγμάτωση επιβλέπεται από το «κράτος».
Η «οικονομία»– «δηλαδή το σύνολο των σχέσεων παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών σ'ένα δοσμένο γεωγραφικό χώρο»- πρέπει να διαχειρίζεται και τα αποτελέσματά της να βελτιώνονται, στη βάση των «μοντέρνων τρόπων υπολογισμού και της κυβέρνησης». Με τη βοήθεια της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι κυβερνήσεις καθορίζουν τις επενδύσεις με κομβικό στόχο τον εκσυχρονισμό των χωρών, όπου η ίδια επεμβαίνει: αυτό σημαίνει τη «βιομηχανοποίηση» της, που συνεπάγεται καταρχάς την κατασκευή βασικών υλικών υποδομών.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr
FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο LinkedinΠρόκειται για τη θεωρητική κληρονομιά του Γουόλτ Γουίτμαν Ροστόου, συγγραφέα του κλασσικού έργου «Τα Στάδια της Οικονομικής Ανάπτυξης: Ένα μη-Κομμουνιστικό Μανιφέστο» (1960) και στενό συνεργάτη των αμερικανικών κυβερνήσεων Άιζενχάουερ, Κέννεντι και Τζόνσον. Η Ανάπτυξη έρχεται σε στάδια, και η «απογείωση» της τροφοδοτείται από την παραγωγή υλικών αγαθών, την κατασκευή υποδομών και έναν αγροτικό τομέα, προσανατολισμένο στο εξωτερικό εμπόριο.
Ας δούμε τώρα τί συμβαίνει τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Δύο κατηγορίες γλωσσικών γκρουπ παρατηρούνται από τις αρχές του 1990 στις Εκθέσεις της τράπεζας. Το πρώτο –και πιο σημαντικό- αφορά το χρηματοπιστωτικό και τραπεζικό τομέα: εκτός από τα κλασσικά σχετικά επίθετα («χρηματοπιστωτικό», «δημοσιονομικό», «οικονομικό») και ουσιαστικά («δάνεια», «επενδύσεις», «ανάπτυξη», «συμφέρον», «δανεισμός», «χρέος»), βρίσκουμε μια σειρά από λέξεις και εκφράσεις που επαναλαμβάνονται σε όλες σχεδόν τις εκθέσεις: «πορτφόλιο», «παράγωγα», «εγγυήσεις», «απώλειες», «λογιστικός έλεγχος», «περουσιακά στοιχεία». Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και τις παρακάτω λέξεις: «ρευστότητα», «αξιοπιστία», «πτώχευση», «swaps», «πελάτες», «έλλειμμα», «επαναγορά», «μετρητά". Στα πλαίσια αυτά, η έννοια-λέξη «management» (που συναντάται λιγότερες φορές από τα «δάνεια», αλλά περισσότερες από το «ρίσκο» και τις «επενδύσεις»), αποκτά ιδιαίτερη ποιοτική βαρύτητα.
Η λογική της Τράπεζας από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, υπαγορεύει ότι οι «άνθρωποι [στις χώρες του Τρίτου Κόσμου] έχουν στόχους και ατζέντες να πραγματοποιήσουν», οι οποίες συνδέονται και εξυπηρετούνται από το χρηματοπιστωτικό τομέα μέσω των «δανείων», των «πιστώσεων» και των «χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων». Ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με «ευκαιρίες», «δοκιμασίες» και «δύσκολες καταστάστεις», επί των οποίων καλείται να σχεδιάσει «στρατηγικές» με τη βοήθεια των νέων πρωταγωνιστών της διεθνοποιημένης οικονομικής σκηνής.
Για να γίνουν κατανοητές οι διαφορές με τις δεκαετίες 1950-60, τότε η Παγκόσμια Τράπεζα είχε μια κοσμοθεωρία, που βασιζόταν πάνω στις «αποστολές» ειδικών της Τράπεζας που καλούνται να «βοηθήσουν τα κράτη και τις κυβερνήσεις» και να «προτείνουν πολιτικές». Σήμερα, η Παγκόσμια Τράπεζα, αντί να προσφέρει το προσωπικό που θα πλαισιώσει την εκάστοτε κυβέρνηση στο δρόμο της «εκβιομηχάνισης», στοχεύει περισσότερο στην παρουσία τεχνοκρατών τους, που λίγο-πολύ μόνο εκείνοι -εφόσον κινούνται εκτός πλαισίων και δυσλειτουργιών του «εθνικού κράτους»- μπορούν να «εξασφαλίσουν» ότι τα προγράματά τους στην εκάστοτε χώρα, εφαρμόζονται κατά γράμμα.
Στόχος των προγραμμάτων; Η «αποτελεσματικότητα, οι επιδόσεις» και φυσικά «η ανταγωνιστικότητα» της εκάστοτε εθνικής οικονομίας. Το «management» υπονοεί ότι ο ρόλος των τεχνοκρατών της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι να «επιβλέπουν, να ενδυναμώνουν και να θέτουν σε εφαρμογή» τα δικά τους προγράμματα, πέραν της επιρροής των Κρατών και των κυβερνήσεων.
Στα πλαίσια αυτά, η Παγκόσμια Τράπεζα έχει αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τους παγκόσμιους πληθυσμούς των χωρών του Τρίτου Κόσμου: ο στόχος του «εκσυγχρονισμού των υποδομών», έχει αντικατασταθεί από προτζεκτ που στοχεύουν στο μετασχηματισμό των ανθρώπων σε «καταναλωτές», με τη βοήθεια της ατμομηχανής της παγκόσμιας οικονομίας, τα χρέη, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και «τη λογική» που την πλαισιώνουν.
Πηγή: Premium.paratiritis.gr