Νέα ερωτήματα εγείρει η έκθεση της Volkswagen σχετικά με τραυματισμούς και θανάτους στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την τελευταία δεκαετία, αφού αναφέρει τα λιγότερα περιστατικά σε σχέση με οποιαδήποτε μεγάλη αυτοκινητοβιομηχανία στις ΗΠΑ. Όπως τονίζει το Bloomberg, τα στοιχεία που δηλώνει η εταιρία είναι τόσο καλά που κάποιοι ειδικοί στον τομέα αυτό αναρωτιούνται αν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Το μέσο ποσοστό ατυχημάτων και δυστυχημάτων για τις 11 μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες ήταν εννέα φορές υψηλότερο από εκείνο της Volkswagen, σύμφωνα με ανάλυση των κυβερνητικών δεδομένων που ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα από τη χρηματοοικονομική συμβουλευτική εταιρία Stout Risius Ross.
Στο μεταξύ φέτος, δύο από τις ανταγωνίστριες αυτοκινητοβιομηχανίες, οι αμερικανικές μονάδες των Honda και Fiat Chrysler, έχουν ήδη παραδεχθεί πως αλλοίωσαν προς τα κάτω τα στοιχεία που έδωσαν στην αμερικανική κυβέρνηση, ενώ η Honda πλήρωσε και πρόστιμο. Τα στοιχεία της Volkswagen είναι σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα, ενώ το Bloomberg τονίζει πως, προκειμένου να είναι πιο ακριβής η σύγκριση ανάμεσα σε αυτοκινητοβιομηχανίες διαφορετικών μεγεθών, τα ποσοστά υπολογίζονται ανά εκατομμύρια οχημάτων στο δρόμο.
«Ο αριθμός των περιστατικών που έχει αναφέρει η Volkswagen είναι σημαντικά πιο χαμηλός από ό,τι θα περίμενε κανείς, βάσει των αναφορών των άλλων αυτοκινητοβιομηχανιών», τόνισε ο Neil Steinkamp, διευθύνων σύμβουλος της Stout Risius. «Είναι επίσης σημαντικά πιο χαμηλός από εκείνους των αυτοκινητοβιομηχανιών που έχουν εγκληθεί για μη συμμόρφωση», συμπλήρωσε.
Πάντως, ο Michael Horn, διευθύνων σύμβουλος της αμερικανικής μονάδας της αυτοκινητοβιομηχανίας, τόνισε σε γραπτή κατάθεσή του προς την επιτροπή του αμερικανικού Κογκρέσου που ασχολείται με το σκάνδαλο της Volkswagen, πως «είμαστε αποφασισμένοι να διορθώσουμε τα πράγματα. Αυτό περιλαμβάνει το να δεχθούμε τις συνέπειες των πράξεών μας, να επιδιορθώσουμε τη ζημιά και να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη των πελατών, των αντιπροσωπειών, των εργαζομένων μας, των ρυθμιστών και του αμερικανικού κοινού».
Ωστόσο, δεν έκανε λόγο σχετικά με το πότε οι καταναλωτές μπορούν να αναμένουν την επιδιόρθωση των οχημάτων τους, ούτε το τι ακριβώς θα διαφοροποιηθεί με τις επισκευές αυτές στην απόδοση των αυτοκινήτων.