Το «επίδομα του πολίτη», μια από τις σημαντικότερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις του κυβερνητικού συνασπισμού που θεωρήθηκε και «ζήτημα πρεστίζ» για τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, απέρριψε το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο. Τα κρατίδια με κυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) καταψήφισαν τον νόμο, ο οποίος θα άλλαζε τη φιλοσοφία των βασικών κοινωνικών επιδομάτων και επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή την 1.1.2023, υποχρεώνοντας την επιτροπή διαμεσολάβησης να επιστρέψει σε διαπραγματεύσεις με στόχο την επίτευξη συμβιβασμού. Το νομοσχέδιο θα πρέπει να έχει λάβει την έγκριση και των δύο σωμάτων (Bundestag και Bundesrat) έως το τέλος του μήνα, προκειμένου να τηρηθούν οι εξαγγελθείσες προθεσμίες.
Το νέο «επίδομα του πολίτη» θα αντικαταστήσει τα κοινωνικά επιδόματα «Hartz», τα οποία καθιερώθηκαν το 2004 από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2010» που είχε προβληθεί ως εμβληματική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Η νέα νομοθεσία προβλέπει επίδομα ύψους 502 ευρώ/μηνιαίως για τους ανέργους, έναντι 449 που είναι σήμερα, αλλά η χρηματική αύξηση δεν είναι η μοναδική αλλαγή. Με το επίδομα «Hartz IV» οι δικαιούχοι υποβάλλονται σε διαρκή έλεγχο από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, ακόμη π.χ. και σε ό,τι αφορά την κατοικία τους. Αν θεωρηθεί υπερβολικά μεγάλη ή ακριβή, μπορεί να υποχρεωθούν να μετακομίσουν σε άλλη, φθηνότερη, ενώ εάν αρνηθούν θέση εργασίας ή επανεκπαίδευση που τους προτείνει το Γραφείο Εργασίας, το επίδομα περικόπτεται κατά 30%. Η δεύτερη άρνηση συνεπάγεται περικοπή ύψους 60% ή έως και 100%, κάτι που η γερμανική δικαιοσύνη θεωρεί αντισυνταγματικό.
Η νέα νομοθεσία εισάγει νέα φιλοσοφία, με λιγότερη γραφειοκρατία, ενώ προβλέπει κίνητρα για όσους ακολουθούν τις συστάσεις και όχι ποινές για όσους δεν συμμορφώνονται: Το επίδομα αυξάνεται κατά 75 ευρώ εάν κάποιος υποβληθεί σε επαγγελματική επανεκπαίδευση, η οποία θα διευκολύνει την προσπάθειά του για εύρεση εργασίας. Επιπλέον, χαλαρώνουν οι απαιτήσεις σχετικά με το επιτρεπόμενο όριο περιουσιακών στοιχείων και το μέγεθος της κατοικίας των δικαιούχων.
Η «Ατζέντα 2010», η οποία εκθειάστηκε επανειλημμένα από την πρώην καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ ως σωτήρια για το γερμανικό κοινωνικό σύστημα, χρεώθηκε από την άλλη πλευρά στο SPD, το οποίο έχασε σημαντικό ποσοστό της βάσης του καθώς εργαζόμενοι χωρίς μεγάλη εξειδίκευση καταδικάστηκαν είτε σε χαμηλούς μισθούς είτε σε μικρά επιδόματα.
Σήμερα η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) αντιδρά στη νομοθεσία που θα αντικαταστήσει το «Hartz» και πλέον καθίσταται αναγκαία η διαδικασία διαμεσολάβησης προκειμένου να υπάρξει συμβιβασμός, ο οποίος θα εξασφαλίσει την έγκριση του μέτρου. Ο πρώτος πρωθυπουργός που είχε δηλώσει ότι θα καταψήφιζε τη νομοθεσία ήταν ο Μάρκους Ζέντερ (CSU) από τη Βαυαρία, ενώ ο αρχηγός του CDU Φρίντριχ Μερτς προτείνει μια ενδιάμεση λύση, να δοθούν οι αυξήσεις αλλά και να διατηρηθούν τα κριτήρια που ίσχυαν, κάτι που μέχρι τώρα απέρριπτε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ