Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

To τίμημα της ανάπτυξης

Η Ελλάδα έχει μεγάλο δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ, αλλά δεν έχει ανταγωνιστική οικονομία. Όμως, δυστυχώς, παρατηρείται κάτι ακόμη που προβληματίζει.

To τίμημα της ανάπτυξης
Χώρες με μεγάλο δημόσιο χρέος μπορούν να ευημερήσουν, αν έχουν ανταγωνιστική οικονομία.

Κι αυτό γιατί μπορούν να αναπτύσσονται με ρυθμούς που παράγουν επαρκή πρωτογενή πλεονάσματα, για να εξυπηρετείται άνετα το δημόσιο χρέος και να βαίνει μειούμενο.

Φυσικά, θα ήταν ακόμη καλύτερα αν το χρέος μπορούσε να απομειωθεί δραστικά.

Όμως, αυτό δεν είναι εύκολο χωρίς τη συναίνεση των δανειστών, που θα πρέπει να έχουν ισχυρούς λόγους για να χαρίσουν χρέος.

Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες που συνδυάζουν το ανταγωνιστικό μειονέκτημα με το υψηλό δημόσιο χρέος.

Η χώρα δεν μπορεί να ελπίζει σε ονομαστικό «κούρεμα» του χρέους της στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, όπως επανέλαβε χθες ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών κ. Σόιμπλε.

Όμως, μπορεί να ελπίζει σε απομείωση του χρέους σε καθαρή, τωρινή αξία (NPV) με μεγαλύτερες περιόδους χάριτος, επιμήκυνση των λήξεων και μετάθεση των πληρωμών τόκων στο απώτερο μέλλον.

Αυτό δηλαδή που επιδιώκει μέσω των βραχυπρόθεσμων και των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.

Από την άλλη πλευρά, η ελληνική οικονομία έχει σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια στην ανάκτηση μεγάλου μέρους της ανταγωνιστικότητας που έχασε την περίοδο 2000-2009.

Δυστυχώς, η ανάκτηση έχει βασισθεί αποκλειστικά στη μείωση των μισθών κατά 30% σωρευτικά.   

Αν δεχθούμε τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, το κλείσιμο του χάσματος ανταγωνιστικότητας απαιτεί μια περαιτέρω υποτίμηση της πραγματικής ισοτιμίας μεταξύ 5% και 10%.

Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω σημαντικής αύξησης της παραγωγικότητας, αντί περαιτέρω μείωσης των μισθών.

Όμως, δεν είναι εύκολο σε μια οικονομία που οι επενδύσεις παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο και οι αγορές προϊόντων και υπηρεσιών εμφανίζουν δυσκαμψίες.

Μια ματιά στα στοιχεία αποκαλύπτουν κάτι ανησυχητικό.

Το 2016, η ελληνική οικονομία εκτιμάται πως κατέγραψε θετικό ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 0,4%, ενώ τα κόστη ανά μονάδα προϊόντος εμφάνισαν άνοδο 3,9%, που αναμένεται να έχει συνέχεια με ρυθμό 1,4% το 2017.

Θυμίζουμε ότι τα κόστη ανά μονάδα προϊόντος ενσωματώνουν τόσο τη μεταβολή των μισθών όσο και της παραγωγικότητας.

Κοινώς, η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ για την Ελλάδα (REER) με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος έναντι ανταγωνιστριών χωρών ανατιμήθηκε 0,6% το 2016.

Επίσης, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ήταν ίσα βάρκα, ίσα νερά το 2016, έναντι πλεονάσματος 0,1% του ΑΕΠ το 2015.

Είναι ασφαλώς νωρίς για να βγάλει κανείς ασφαλή συμπεράσματα.

Όμως, είναι λογικό η ανάπτυξη να θίγει την ανταγωνιστικότητα, από τη στιγμή που οι τιμές καταναλωτή και το εργασιακό κόστος αυξάνονται περισσότερο από την παραγωγικότητα.

Αν όμως μια τέτοια τάση παγιωθεί, είναι θέμα χρόνου να υπονομευθούν οι προοπτικές ανάπτυξης και να υπάρξει πισωγύρισμα.

Για να αποφευχθεί, η αύξηση της παραγωγικότητας θα πρέπει να γίνει προτεραιότητα για την οικονομική πολιτική.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v