Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

H ανάπτυξη θέλει τον καταναλωτή της

Ολοι σχεδόν παραδέχονται ότι το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο θα πρέπει να αλλάξει, με αιχμή τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Oμως τα νούμερα των ετών της κρίσης άλλα δείχνουν.

H ανάπτυξη θέλει τον καταναλωτή της
Η πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας το 2016 εξέπληξε πολλούς την περασμένη Ανοιξη.

Κι αυτό γιατί τα νούμερα έδειχναν πως  η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,1% το 2016, λαμβάνοντας ώθηση από τη συνολική τελική κατανάλωση, που εκτιμάτο πως αυξήθηκε με ρυθμό 0,3% παρά την περαιτέρω αύξηση της φορολογικής  επιβάρυνσης.

Όμως, τα αναλυτικά στοιχεία της δεύτερης εκτίμησης της ΕΛΣΤΑΤ που είδαν χθες το φως της δημοσιότητας έδειξαν πως η κατανάλωση συμπιέσθηκε, συμπαρασύροντας ουσιαστικά  την οικονομία σε ύφεση.

Για την ακρίβεια, η συνολική καταναλωτική δαπάνη διαμορφώθηκε σε 156,98 δισ. ευρώ πέρυσι από 158,91 δισ. το 2015, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη συρρίκνωση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 1,2% το 2016.

Σημειωτέον ότι η αρνητική συνεισφορά του εξωτερικού τομέα στην οικονομία το 2016 παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη μεταξύ των δύο εκτιμήσεων.

Επιπλέον, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου σε τρέχουσες τιμές εμφάνισε πολύ μικρή μεταβολή.

Με άλλα λόγια, η μείωση της κατανάλωσης ήταν με διαφορά ο βασικός λόγος που η οικονομική δραστηριότητα πήρε την κάτω βόλτα το 2016.

Μια ματιά στα χρόνια της κρίσης από το 2010 μέχρι και το 2016, δείχνει επίσης τη στενή σχέση της κατανάλωσης με το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές στην Ελλάδα.

Σχεδόν 1 προς 1 μερικές χρονιές.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η κατανάλωση εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα ως προς το ΑΕΠ, κοντά στο 90%.    

Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου τα χρόνια της κρίσης, που έφθασαν να αντιπροσωπεύουν μόλις το 12% περίπου του ΑΕΠ το 2016, και τη μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών σε ονομαστικές τιμές, θα έπρεπε να προβληματίσει.

Κι αυτό γιατί οι μειώσεις μισθών και οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν δεν έχουν οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων.

Ούτε σε σημαντική ενίσχυση των εξαγωγών, που ανήλθαν σε 53 δισ. το 2016 και είναι μεν υψηλότερες από 50 δισ. ευρώ το 2010, αλλά υστερούν σε σχέση με τα 57,8 δισ. ευρώ του 2014, όπως δείχνουν τα σχετικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.

Φυσικά, κάποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι τα διαθέσιμα στοιχεία του 2017 δείχνουν ενίσχυση των επενδύσεων και βελτίωση των εξαγωγών, δίνοντας κάποια ώθηση στην οικονομία.

Όμως, ακόμη κι αν αυτή η ανοδική τάση παραμείνει μέχρι το τέλος του 2017 και ακόμη καλύτερα συνεχισθεί το 2018 και το 2019, τα δεδομένα δεν πρόκειται να αλλάξουν.

Η ελληνική οικονομία θα χρειασθεί τη θετική συμβολή της κατανάλωσης, για να εμφανίσει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης  του 2% και άνω.   

Αν η καταναλωτική δαπάνη συμπιεσθεί ή καθηλωθεί, οι πιθανότητες για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης θα μειωθούν σημαντικά, μέχρι μηδενισμού.

Όμως, αυτό δεν είναι το παραγωγικό μοντέλο που είχαν στο νου για την ελληνική οικονομία όλοι εκείνοι που ήταν υπέρ των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v