Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κεφαλογιάννη: Χρειάζεται νέα εθνική στρατηγική για τις επενδύσεις

Περιορισμό δαπανών και μείωση φορολογικών συντελεστών προκρίνει η συντονίστρια τομέα Παραγωγής & Ανάπτυξης της ΝΔ σε συνέντευξή της στο Euro2day.gr. «Κλειδί» η μείωση γραφειοκρατίας και παρεμβατισμού. Τι λέει για τηλεοπτικές άδειες, αξιολόγηση και εκλογές.

Κεφαλογιάννη: Χρειάζεται νέα εθνική στρατηγική για τις επενδύσεις

Την ανάγκη υιοθέτησης της πρότασης της ΝΔ για μια «σοβαρή διακυβέρνηση που θα ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των εταίρων, τηρώντας τον λόγο της και την υπογραφή της», τονίζει η συντονίστρια τομέα Παραγωγής & Ανάπτυξης, Όλγα Κεφαλογιάννη, σε συνέντευξή της στο Euro2day.gr.

Η χώρα, σύμφωνα με τη βουλευτή Α' Αθήνας, χρειάζεται μια νέα εθνική επενδυτική στρατηγική, με περιορισμό των κρατικών δαπανών και αντίστοιχη μείωση των φορολογικών συντελεστών σε φυσικά και νομικά πρόσωπα. Μόνο εφαρμόζοντας σύγχρονες και ρεαλιστικές πολιτικές, σημειώνει, η Ελλάδα μπορεί να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της κρίσης.

Παράλληλα, καταγγέλλει την κυβέρνηση για απραξία σε μια σειρά προβλημάτων που αφορούν την αγορά, τη μεσαία τάξη, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ενώ, αναφερόμενη στον ελληνικό τουρισμό, εκτιμά πως «χρειάζεται ένα νέο στρατηγικό σχέδιο μακροχρόνιας ανάπτυξης».

Η κ. Κεφαλογιάννη χαρακτηρίζει «σκοτεινή και εξόχως επικίνδυνη ιστορία» τη διαδικασία των τηλεοπτικών αδειών, η οποία «ευτελίζει θεσμούς, αγνοεί νόμους και τελικά παραχωρεί δημόσιο αγαθό με μόνο κριτήριο το... πορτοφόλι».

Δηλώνει δε ότι ολοένα και περισσότερο επιβεβαιώνεται η ορθότητα της θέσης της ΝΔ υπέρ των εκλογών, μολονότι η στρατηγική της ΝΔ «δεν αρχίζει ούτε τελειώνει εκεί».

Την προηγούμενη Παρασκευή, ως μέλος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, καταθέσατε στον Άρειο Πάγο μηνυτήρια αναφορά κατά παντός υπευθύνου για το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών. Γιατί η ΝΔ επιμένει και έχει στην κορυφή της αντιπολιτευτικής ατζέντας το συγκεκριμένο ζήτημα; Τι περιμένετε από το ΣτΕ σήμερα;

Το ζήτημα του «νόμου Παππά» και της διάλυσης του τηλεοπτικού τοπίου αποτελεί μια πρωτοφανή μεθόδευση της κυβέρνησης για τον έλεγχο της ενημέρωσης και τον περιορισμό της πολυφωνίας. Αυτή την ιστορία δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την αφήσουμε αναπάντητη. Αποτελεί μια σκοτεινή και εξόχως επικίνδυνη ιστορία. Θα πρέπει να είμαστε απόλυτα ξεκάθαροι και να εξηγήσουμε στον κόσμο ότι ο στόχος της κυβέρνησης δεν ήταν η αναγκαία ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, ούτε η εξοικονόμηση χρημάτων. Δεν ήταν φυσικά η καταπολέμηση φαινομένων διαπλοκής μεταξύ ιδιοκτητών μέσων και κράτους. Ήταν και εξακολουθεί να είναι ο περιορισμός των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Η δημιουργία ενός κλειστού ολιγοπωλιακού συστήματος με στενές σχέσεις εξάρτησης μεταξύ των υπερθεματιστών και του κράτους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ψηφίστηκε ένας νόμος πρόδηλα αντισυνταγματικός αφού παρέκαμπτε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, με ελάχιστη διαβούλευση, ο οποίος στηριζόταν από την αρχή σε έωλα επιχειρήματα, γενικότητες, αφηρημένα σχήματα και κυρίως, σε μια προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης ότι δήθεν δίνεται μια μάχη κατά της διαπλοκής. Ό,τι συμβαίνει, αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία! Μας απομακρύνει από τα ευρωπαϊκά πρότυπα και μας φέρνει κοντά σε τριτοκοσμικές απολυταρχίες που θέλουν να ελέγχουν το τοπίο της ενημέρωσης.

Δεν είναι μόνο η αντισυνταγματικότητα του νόμου, η οποία πολύ σύντομα θα κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Είναι ολόκληρη η διαδικασία και η μεθόδευση από την αρχή μέχρι το τέλος. Μια διαδικασία που ευτελίζει θεσμούς, αγνοεί νόμους και τελικά παραχωρεί δημόσιο αγαθό με μόνο κριτήριο το «πορτοφόλι».

Η δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος βρίσκεται προ των πυλών. Ποια η εκτίμησή σας για το αποτέλεσμά της;

Καταρχήν να πούμε ότι δεν έχει κλείσει ακόμα η πρώτη αξιολόγηση. Η οποία θυμίζω ότι θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί πριν σχεδόν 12 μήνες. Τώρα, γιατί πανηγύριζε η κυβέρνηση το καλοκαίρι, μόνο η ίδια το γνωρίζει. Οποιαδήποτε λοιπόν «πρόβλεψη» για την εξέλιξη της δεύτερης αξιολόγησης θα ήταν παρακινδυνευμένη.

Αυτό που γνωρίζω πολύ καλά είναι ότι η αγορά στενάζει, η μεσαία τάξη υπερφορολογείται και διαλύεται, οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν σε ένα πρωτόγνωρο αντιαναπτυξιακό περιβάλλον, και τα χρέη των νοικοκυριών συσσωρεύονται. Για όλα αυτά δεν βλέπω να λέει ή να κάνει τίποτα η κυβέρνηση.

«Η χώρα χρειάζεται μία νέα λογική που δεν θα εξαντλείται σε ξεπερασμένα μοντέλα ανάπτυξης, όπως αυτά που παρουσιάζει ο πρωθυπουργός», δηλώσατε πρόσφατα. Ποιο είναι το μοντέλο ανάπτυξης που εσείς προτείνετε;

Ο πρωθυπουργός παρουσίασε αμήχανα και απροετοίμαστα, θα έλεγα, ένα γενικό πλαίσιο με αόριστες αναφορές, που περιγράφουν το μοντέλο ανάπτυξης των προηγούμενων δεκαετιών. Ένα μοντέλο που στηρίχθηκε στο "κράτος-αφέντη", που παρεμβαίνει και σκιάζει τα πάντα. Η χώρα χρειάζεται μια νέα εθνική επενδυτική στρατηγική. Χρειάζεται καταρχήν περιορισμός των κρατικών δαπανών και αντίστοιχη μείωση φορολογικών συντελεστών σε φυσικά και νομικά πρόσωπα.

Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη ήταν ιδιαίτερα επεξηγηματικός, για το τι σημαίνει μείωση κρατικών δαπανών και κυρίως μείωση φόρων, ώστε να ανασάνει η οικονομία και κατ' επέκταση να ελαφρυνθούν οι πολίτες. Ας μη γελιόμαστε όμως. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει μέσα σε αυτή τη λαίλαπα των φόρων που δεν έχει σταματημό. Αυτός που σας περιέγραψα είναι ένας ασφαλής τρόπος εκκίνησης. Να προσεγγίσουμε επενδύσεις, ανεξαρτήτως κλίμακας και τομεακής ή κλαδικής διάρθρωσης. Η Ελλάδα, εφαρμόζοντας σύγχρονες και ρεαλιστικές πολιτικές, μπορεί να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της κρίσης. Με οικονομία προσανατολισμένη στην ελεύθερη αγορά, με μείωση της γραφειοκρατίας και του παρεμβατισμού.

Η χρονιά κινείται με αυξημένες επισκέψεις, αλλά συγκρατημένα έσοδα. Πού αποδίδετε τις πτωτικές τάσεις στα έσοδα ανά ταξίδι στον τουρισμό και πώς μπορεί να αντιστραφεί η κατάσταση;

Πάντα είναι καλό να κάνουμε τον λογαριασμό στο τέλος της σεζόν. Όμως, μέχρι στιγμής έχουμε ορισμένα αντικειμενικά στοιχεία που μας κάνουν να ανησυχούμε, κυρίως στο επίπεδο των εσόδων. Ο τουρισμός αξιοποιεί, ακόμη, την κεκτημένη ταχύτητα που είχε επιτύχει την περίοδο 2012-2014, όταν με σειρά παρεμβάσεων πετύχαμε να αποκαταστήσουμε τη διεθνή εικόνα της Ελλάδας και να επαναφέρουμε τη χώρα μας στο κέντρο της τουριστικής αγοράς. Πέρα από αυτό το στοιχείο όμως δεν βλέπω κανένα σχέδιο, κανένα όραμα, καμία στρατηγική κατεύθυνση.

Όλα αυτά, όταν παράλληλα έχουμε υπερδιπλασιασμό του ΦΠΑ στη διαμονή από το 6,5 % στο 13%, αύξηση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 13% στο 24%, πλήθος έμμεσων φόρων σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες, πρόσθετη επιβάρυνση του ΕΝΦΙΑ. Βαρύτατα πλήγματα για τον ελληνικό τουρισμό. Η κυβέρνηση δυστυχώς δεν δείχνει να μπορεί να αντιληφθεί τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει στους επαγγελματίες του τουρισμού και αδιαφορεί για τις θέσεις απασχόλησης που χάνονται.

Δυστυχώς, τα αποτελέσματα αυτής της αδιέξοδης πολιτικής θα αρχίσουν να γίνονται πλέον ορατά. Τώρα, όσο ποτέ άλλοτε ο ελληνικός τουρισμός χρειάζεται ένα νέο στρατηγικό σχέδιο μακροχρόνιας ανάπτυξης. Αν μπορούν, ας το αντιληφθούν επιτέλους. Και ας σταματήσουν να ισοπεδώνουν ό,τι με πολύ κόπο χτίστηκε τα προηγούμενα χρόνια.

Καταγγέλλετε την κυβέρνηση ως «εχθρό της επιχειρηματικότητας» και για «ρεσιτάλ υποκρισίας» στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων. Ποια η αντιπρότασή σας;

Η αντιπρότασή μας είναι μια σοβαρή διακυβέρνηση. Που θα ανακτήσει την εμπιστοσύνη όχι μόνο των επενδυτών αλλά και των εταίρων μας. Που θα τηρεί τον λόγο της και την υπογραφή της. Τα μηνύματα που στέλνουμε όλο το διάστημα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είναι από αντιφατικά έως απολύτως αρνητικά. Θυμάστε τι έγινε με την Cosco; Που άλλα έλεγαν, άλλα συμφωνούσαν και υπέγραφαν, και άλλα έφερναν στη Βουλή προς ψήφιση; Δεν βλέπετε τώρα τι γίνεται με τον ΔΕΣΦΑ; Δεν είναι εικόνα αυτή σοβαρού κράτους. Δεν είναι εικόνα κυβέρνησης που θέλει να προσελκύσει επενδύσεις ή να προχωρήσει σε σοβαρές ιδιωτικοποιήσεις.

Το έχω αναφέρει ξανά. Κανείς σοβαρός επενδυτής δεν μπορεί να επενδύσει και να ρισκάρει την περιουσία του σε μια χώρα που δεν γνωρίζει πώς και πόσο θα φορολογηθεί τον επόμενο χρόνο. Ούτε φυσικά σε μια χώρα που η γραφειοκρατία ζει και βασιλεύει μετά από τόσα χρόνια και τόσες προσπάθειες. Η κυβέρνηση, και σε αυτόν τον τομέα, δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα.

Οι περισσότερες από τις δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ έχουν ως προϋπόθεση τη μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ. Γιατί οι δανειστές να συμφωνήσουν σε αυτό, όταν αντίστοιχα ελληνικά αιτήματα κατά το παρελθόν αλλά και σήμερα δεν γίνονται αποδεκτά;

Ο πρόεδρος της Ν.Δ. στη ΔΕΘ κατέθεσε κοστολογημένες, συγκροτημένες και ρεαλιστικές προτάσεις που είναι αποτέλεσμα σοβαρού σχεδιασμού και προγραμματισμού. Δεν ακολούθησε τον δρόμο του λαϊκισμού και της ακατάσχετης παροχολογίας όπως ο κος Τσίπρας για να καταλάβει την εξουσία και στην πορεία να κάνει παιχνίδια προπαγάνδας και δημαγωγίας για να κρατηθεί σ' αυτή. Αυτό το γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά πλέον. Και εντός και εκτός της χώρας.

Η ΝΔ επιμένει εμφατικά στη διενέργεια πρόωρων εκλογών. Σε μια τέτοια περίπτωση, πολλοί είναι αυτοί που φοβούνται ότι θα έχουμε και στην Ελλάδα μια «νέα Ισπανία», δηλαδή αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης επί μακρόν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον τόπο και ειδικά την οικονομία. Ποια η θέση σας;

Είναι δεδομένο ότι κάθε μέρα που περνάει αυτή η κυβέρνηση κάνει ζημιά στον τόπο. Η ραγδαία επιδείνωση των οικονομικών δεικτών, η διολίσθηση της κυβέρνησης σε πρακτικές που ουσιαστικά απομακρύνουν την Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά δεδομένα, η θεσμική έκπτωση που αποτυπώνεται στο ύφος και το ήθος της κυβέρνησης Τσίπρα, επιβεβαιώνουν την ορθότητα της θέσης μας υπέρ των εκλογών. Εμείς συμπυκνώσαμε αυτή την πραγματικότητα και τη μεγάλη δυσαρέσκεια των πολιτών σε ένα εύλογο αίτημα. Η στρατηγική μας όμως δεν αρχίζει ούτε τελειώνει εκεί.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v