Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τα «κλειδιά» της λύσης για «κόκκινα» δάνεια και ρευστότητα

Οι ρυθμίσεις των κόκκινων δανείων πρέπει να γίνουν με διαφάνεια και όχι εις βάρος της υγιούς επιχειρηματικότητας, γράφει ο Νίκος Καραγεωργίου. Απαραίτητα τα κίνητρα για επαναπατρισμό κεφαλαίων και τόνωση της αγοράς εταιρικών ομολόγων.

  • Του Νίκου Καραγεωργίου*
Τα «κλειδιά» της λύσης για «κόκκινα» δάνεια και ρευστότητα

Δεν κομίζουμε γλαύκας στην Αθήνα τονίζοντας ότι η οικονομία έχει σοβαρότατο πρόβλημα ρευστότητας, που είναι όμως πολυεπίπεδο και ως εκ τούτου δύσκολο στην αντιμετώπισή του.

Σαφώς, δε, τα αίτια του προβλήματος δεν εντοπίζονται μόνο στην πτώση της ζήτησης και στις επιπτώσεις της στην κατανάλωση, αλλά πάνε πολύ πιο μακριά. Κυρίως όμως η κρίση ρευστότητας δεν είναι άμοιρη, από ψυχολογικής πλευράς, και του κλονισμού της εμπιστοσύνης προς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, το οποίο όμως υπήρξε το μεγάλο θύμα του κρατισμού που κυριαρχεί στη χώρα και των υπέρογκων δανειακών αναγκών.

Έτσι, οι ελληνικές τράπεζες από τη μία πλευρά αντιμετώπισαν σοβαρότατη φυγή καταθέσεων και από την άλλη, λόγω της κρίσης, είδαν τα κόκκινα δάνειά τους να πηγαίνουν στα ύψη. Σήμερα λοιπόν, επί συνόλου 77 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων, τα 42 δισ. αφορούν χορηγήσεις σε επιχειρήσεις, ποσό που από μόνο του δικαιολογεί την κυβερνητική πρωτοβουλία για τη διευθέτησή του. Και στην περίπτωση αυτή το ερώτημα είναι πώς θα γίνει η διευθέτηση, ώστε να αποφευχθούν παράπλευρες επιπτώσεις. Επιπτώσεις, εξάλλου, που σίγουρα θα είναι εμπόδιο στην προσπάθεια για οικονομική ανάπτυξη.

Στη βάση αυτής της λογικής, ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας, πολύ σωστά, ζητά την άμεση δημιουργία ενός απολύτως ξεκάθαρου και δίκαιου μηχανισμού αντιμετώπισης του προβλήματος, που θα δώσει πραγματική ανάσα για τη συνέχεια σε όσες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις το δικαιούνται, εξασφαλίζοντας κοινωνική συνοχή και οικονομική ανάκαμψη.

Βεβαίως, υγιείς επιχειρήσεις που με συνέπεια πληρώνουν τις πάσης φύσεως υποχρεώσεις τους, δεν θέλουν να δουν το όποιο πλαίσιο ρύθμισης των δανείων των υπερχρεωμένων εταιρειών να καταντά «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για τις ασυνεπείς υπερδανεισμένες επιχειρήσεις, που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν, αλλά δεν το πράττουν.

Είναι αυτονόητο δε ότι οι επιχειρήσεις αυτές, με τη συμπεριφορά τους, στην ουσία νοθεύουν τον εγχώριο ανταγωνισμό σε βάρος των συνεπών επιχειρηματιών. Πρέπει επιτέλους κάποιοι να καταλάβουν ότι η ύπαρξη πατρικίων και πληβείων στον τομέα του τραπεζικού δανεισμού έλαβε τέλος. Ό,τι αυτό συνεπάγεται για υπερδανεισμένους επιχειρηματίες οι οποίοι σκοπίμως δεν αξιοποίησαν παραγωγικά πολύτιμα κεφάλαια που άντλησαν από τράπεζες.

Από την άλλη μεριά, υπάρχουν επιχειρήσεις που η ραγδαία και πολυεπίπεδη αλλαγή του εξωτερικού τους περιβάλλοντος τις έχει φέρει σε δυσχερή θέση, χωρίς οι ίδιες να έχουν προβεί σε επιχειρηματικές αποφάσεις υψηλού ρίσκου. Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι οι επιχειρήσεις αυτές πρέπει να βοηθηθούν κατά προτεραιότητα ώστε να διασωθούν πολύτιμες θέσεις εργασίας.

Ως τούτο, το τραπεζικό σύστημα θα πρέπει να δει και να αναλύσει την κάθε μία περίπτωση επιχείρησης μεμονωμένα και με προσοχή. Αντιθέτως, η όποια ομαδική αντιμετώπιση περιπτώσεων, ακόμα και εντός του ιδίου κλάδου, θα οδηγήσει σε λάθη τα οποία θα είναι εις βάρος επιχειρήσεων με προοπτικές, οι οποίες όμως σήμερα αντιμετωπίζουν δυσκολίες που μπορούν να ξεπεραστούν.

Ένα άλλο σοβαρό θέμα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι αυτό των νομοθετικών κινήτρων για επαναπατρισμό κεφαλαίων αλλά και για επιστροφή στις τράπεζες αποθησαυρισμένων καταθέσεων που αποσύρθηκαν το 2012 λόγω της αβεβαιότητας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο. Καλά μελετημένη, μια τέτοια πρωτοβουλία θα μπορούσε να φέρει στο τραπεζικό σύστημα περί τα 20 δισ. ευρώ, ποσό με το οποίο, αν προστεθεί στα 11,5 δισ. ευρώ που διαθέτει το Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητας, οι τράπεζές μας μάλλον δεν θα είχαν προβλήματα στα τεστ φερεγγυότητας που θα υποστούν τον προσεχή Οκτώβριο.

Κρίνεται σκόπιμη επίσης και η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τα ομολογιακά δάνεια στην Ελλάδα, ώστε να δημιουργηθεί μια εγχώρια αγορά εταιρικών ομολόγων για μικρότερες εταιρείες οι οποίες σήμερα εκ των πραγμάτων έχουν πενιχρή πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.

Περιττό να τονιστεί επίσης ότι είναι πλέον επείγουσα η επιτάχυνση της απορρόφησης πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ε.Ε., αλλά και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, που συνολικά διαθέτουν για το 2015 πάνω από 8,5 δισ. ευρώ για ανάπτυξη.

Η ικανότητα της πραγματικής οικονομίας να απορροφήσει τα προαναφερόμενα κονδύλια θα αποτελούσε ισχυρό εργαλείο ανάπτυξης, όπως και προστασίας του τραπεζικού μας συστήματος.

Λύσεις λοιπόν υπάρχουν στην παρούσα φάση της κρίσης. Χρειάζονται άνθρωποι που θα μπορέσουν να τις εφαρμόσουν, ώστε με τις κατάλληλες λήψεις αποφάσεων να μπορέσει να προχωρήσει ομαλά και η πολυθρύλητη διαπραγμάτευση του χρέους μας.

 

* Ο κ. Ν. Καραγεωργίου είναι Πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Βιομηχανιών Επωνύμων Προϊόντων.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v