Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τραπεζικά stress tests: Ο κίνδυνος των… «πολιτικών» παραδοχών

Την οδυνηρή εμπειρία του… PSI θυμίζουν σε Έλληνες τραπεζίτες οι διεργασίες εν όψει των νέων stress tests. Ο κίνδυνος για την οικονομία, οι συγκρούσεις συμφερόντων και ο κομβικός ρόλος που καλούνται να παίξουν η Τράπεζα Ελλάδος και το ΥΠΟΙΚ.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες της αγοράς, είναι ίσως θέμα ημερών να αποκτήσουν οι τραπεζίτες της Ευρώπης την πλήρη εικόνα του «τεστ αντοχής» που για πρώτη φορά θα περάσουν, με ενιαίο υποτίθεται τρόπο, στο πλαίσιο του ευρωσυστήματος.

Οι μέχρι τώρα ενδείξεις, όμως, για τον τρόπο με τον οποίο θα διεξαχθούν αυτά τα τεστ δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Κι αυτό διότι υπάρχουν πληροφορίες από έγκυρες πηγές ότι η διαδικασία «πάσχει», κι ότι στην επικοινωνία των αρμόδιων ευρωπαϊκών αρχών με τους Έλληνες τραπεζίτες παρουσιάζονται «περίεργες» ανακολουθίες, κυρίως σε ό,τι αφορά τις παραδοχές και τα στοιχεία που ζητούνται στο πλαίσιο αλλεπάλληλων επαφών.

Η τροπή που έχει λάβει η όλη υπόθεση θυμίζει σε κάποιους τραπεζίτες το περιβόητο πλέον PSI, το οποίο -ελάχιστοι ίσως το θυμούνται πλέον- ξεκίνησε από ένα ποσοστό ήπιου «κουρέματος», για να καταλήξει τελικά μετά από μήνες σε «κούρεμα γουλί» με βασικά βεβαίως θύματα τις ελληνικές τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Η σύγκριση δεν είναι τυχαία. Διότι και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για διαδικασίες με έντονα πολιτική χροιά στη λήψη αποφάσεων, στις οποίες επιπρόσθετα δεν υπήρχε προηγούμενη εμπειρία εκ μέρους της τεχνοκρατικής γραφειοκρατίας της Ευρώπης, ό,τι αυτό συνεπάγεται για το αποτέλεσμα.

Πέρα από τις εντυπώσεις όμως, υπάρχουν και τα γεγονότα. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη περάσει από απανωτές διαδικασίες «στρεσαρίσματος» με σκοπό να διαπιστωθούν οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησής τους (με σφραγίδα από ξένους οίκους όπως η BlackRock) κι έχουν διεξαγάγει αλλεπάλληλες αυξήσεις κεφαλαίων.

Στην περίπτωσή τους λοιπόν, αυτός ο νέος γύρος με άλλες(;) παραδοχές και διαδικασίες, είναι αμφίβολο αν εξυπηρετεί κάποιον συγκεκριμένο σκοπό, πέραν των όχι και τόσο δυσδιάκριτών «πολιτικών» σκοπιμοτήτων, που συχνά πηγάζουν από γραφειοκρατικές συγκρούσεις επιρροής και εξυπηρέτησης αντικρουόμενων συμφερόντων, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις ανοικτές διαφωνίες του ΔΝΤ με τα υπόλοιπα μέλη της τρόικας σε σειρά θεμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, είναι προφανές στους γνωρίζοντες τον χώρο ότι το αποτέλεσμα ενός ευρύτατου «τεστ» αυτού του είδους δύναται να ευνοήσει κάποιους και να αδικήσει άλλους, ανάλογα με τις «παραδοχές» που μπαίνουν στα μοντέλα κι οδηγούν τελικά στην εξαγωγή του αποτελέσματος.

Γι' αυτό και δεν ήταν τυχαία η έντονη συζήτηση για το αν θα συνυπολογιστούν και με ποιον τρόπο τα σχέδια αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών, τα οποία σημειωτέον έχουν ήδη εγκριθεί από τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής!

Ούτε είναι άσχετη η παρασκηνιακή συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο θα αποτιμηθούν (και θα απομειωθούν) τα ακίνητα, συζήτηση με μεγάλη σημασία για το στεγαστικό τους χαρτοφυλάκιο.

Όσα δυσάρεστα όμως κι αν ακούγονται διεθνώς για τη χρηματοοικονομική υγεία και τη «μόχλευση» τραπεζών-κολοσσών, που ανήκουν σε ισχυρές χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, διάχυτη είναι η πεποίθηση των ειδημόνων, εντός και εκτός των συνόρων μας, ότι τα συμφέροντά τους δεν πρόκειται να θιγούν. Οι «παραδοχές» με τις οποίες θα τρέξουν τα μοντέλα θεωρείται βέβαιο ότι θα τα διασφαλίσουν, τηρώντας πολιτικές ισορροπίες και άβατα. 

Η ίση μεταχείριση, όμως, κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι. Στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών, πολλά φαίνεται ότι θα εξαρτηθούν από τη σθεναρότητα που θα επιδείξει η ελληνική πλευρά, η οποία σε υψηλό πολιτικό επίπεδο εκφράζεται από το υπουργείο Οικονομικών και σε πιο τεχνοκρατικό επίπεδο από την Τράπεζα της Ελλάδος. Διότι όπως φάνηκε και παλαιότερα, η σύνδεση της πολιτικής με τα τεχνοκρατικά stress tests είναι πολύ στενότερη από όσο παραδέχονται οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας.

Τότε η ελληνική κυβέρνηση άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο χρήσης των υπόλοιπων χρημάτων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την κάλυψη άλλων αναγκών. Η αντίδραση της τρόικας ήταν άμεση και συνδέθηκε παρασκηνιακά με σκλήρυνση της στάσης της σε ό,τι αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Το θέμα επανήλθε πρόσφατα στο προσκήνιο με τη δημοσιοποίηση προθέσεων της ελληνικής κυβέρνησης να λειτουργήσει το απόθεμα του ΤΧΣ ως εναλλακτική στη λήψη ενός νέου δανείου από τους Ευρωπαίους. Κι αυτό, υποστηρίζουν ορισμένοι, ίσως επηρεάσει ξανά τις εξελίξεις.

Όπως και να έχει, δεδομένης της ευαίσθητης φάσης στην οποία βρίσκεται η ελληνική οικονομία, το διακύβευμα είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Αν οι παραδοχές των stress tests προσδιοριστούν με τρόπο που να οδηγεί τις ελληνικές τράπεζες σε νέο γύρο ενίσχυσης κεφαλαίων, τα αποτελέσματα θα γίνουν ορατά όχι μόνο στο χρηματιστήριο και στους μετόχους των τραπεζών, αλλά και σε όλο το εύρος της οικονομίας (επηρεάζοντας δυσμενώς και τις ήδη περιορισμένες δυνατότητες χρηματοδότησης), ενώ σοβαρό πλήγμα θα δεχτεί και η αξιοπιστία του συστήματος στο σύνολό του, δεδομένων των πολλαπλών τεστ που προηγήθηκαν. Φλέγοντα ζητήματα που, όπως λέγεται, έχει ήδη επισημάνει στους Ευρωπαίους ομολόγους του ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης.

Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν πολύ επικίνδυνο αν η ελληνική οικονομία εκτροχιαστεί ακριβώς την περίοδο που παρουσιάζει δείγματα σταθεροποίησης και κάποιες «εστίες» πιθανής ανάπτυξης, εξαιτίας κάποιων εμμονικών γραφειοκρατικών αντιλήψεων, ή μιας ευρύτερης σύγκρουσης πολιτικών συμφερόντων σε ό,τι αφορά τον βαθμό ελέγχου των εξελίξεων στην Ελλάδα.

Διότι, δυστυχώς, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να πιστεύουν πως οτιδήποτε υπαγορεύεται από το εξωτερικό είναι αυτόματα και ορθό, η εμπειρία δείχνει ότι συχνά γίνονται σημαντικά «λάθη», είτε από άγνοια, είτε για λόγους συμφερόντων. Λάθη τα οποία βεβαίως πλήρωναν αυτά τα χρόνια -περίπου αδιαμαρτύρητα- η χώρα και οι κάτοικοί της, εξαιτίας της εξάρτησης από τους δανειστές.

Η κατάσταση ωστόσο δεν είναι ίδια σήμερα. Το «πρόγραμμα» οδεύει στο τέλος του και η Ελλάδα πλήρωσε ήδη πολύ σκληρά το τίμημα της βοήθειας που έλαβε.

Γι' αυτό και το βάρος της ευθύνης είναι μεγάλο. Τόσο για την Τράπεζα της Ελλάδος, που καλείται να εκπροσωπήσει τα θεμιτά ελληνικά συμφέροντα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (που έχει την ευθύνη των stress tests), όσο και για την κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v