Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Nixon: Θελετε το ευρώ ή να κρατήσετε τα προνόμια του Δημοσίου;

Ο Simon Nixon θέτει ξανά το πρόβλημα των προνομίων του δημοσίου τομέα και του δυσανάλογου κόστους που έχει πληρώσει η ιδιωτική οικονομία στην Ελλάδα της κρίσης. Η απόφαση για τον κ. Τσίπρα είναι αν θα συνεχίσει να προστατεύει τα προνόμια.

Nixon: Θελετε το ευρώ ή να κρατήσετε τα προνόμια του Δημοσίου;

Θέλει ο Αλέξης Τσίπρας πραγματικά να κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη; 

Μέχρι προσφάτως, η απάντηση έμοιαζε να είναι ξεκάθαρη, γράφει ο αρθρογράφος της WSJ. Ο Έλληνας πρωθυπουργός έκανε προεκλογική εκστρατεία υποσχόμενος ότι θα κρατήσει την Ελλάδα στο ενιαίο νόμισμα. Κάθε δημοσκόπηση δείχνει ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι υποστηρίζουν σθεναρά τη συμμετοχή τους στην ευρωζώνη. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι μία έξοδος από την ευρωζώνη θα ήταν καταστροφική για την ελληνική οικονομία βραχυπρόθεσμα – και πιθανότατα και σε βάθος χρόνου, δεδομένης της κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής που είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει. Βέβαια το κόμμα του Α. Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν κατά του ευρώ μέχρι και πρόσφατα, το 2012 και κάποια μέλη του συνεχίζουν να επιχειρηματολογούν υπέρ ενός Grexit, ωστόσο η μεγάλη πλειοψηφία του κόμματος έμοιαζε να έχει συμφιλιωθεί με την συμμετοχή στο ευρώ.

Οι πολιτικοί ιθύνοντες της ευρωζώνης μέχρι πρόσφατα υπέθεταν ότι ο κ. Τσίπρας διαπραγματευόταν μαζί τους καλή τη πίστει. Αυτό το πίστευαν ακόμα κι όταν έκανε προεκλογικό αγώνα με βασική πλατφόρμα το σκίσιμο του μνημονίου (δηλ. των όρων της συμφωνίας στήριξης της χώρας)  και την αναστροφή πολλών κεντρικών μεταρρυθμίσεων.

Όμως τώρα οι πιστωτές της Ελλάδας αρχίζουν να αναρωτιούνται μήπως και παρεξήγησαν τις πραγματικές του προθέσεις από την αρχή. Την περασμένη εβδομάδα, αναφέρθηκε από πολλά μέσα ότι οι συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών κατέρρευσαν και ότι το ΔΝΤ απέσυρε τη διαπραγματευτική του ομάδα από τις Βρυξέλλες. Στην πραγματικότητα όμως, οι διαπραγματεύσεις είχαν καταρρεύσει πολύ πριν. Το ΔΝΤ είχε αποσύρει σιωπηρά την ομάδα του μία εβδομάδα νωρίτερα, αφού είχε σπαταλήσει ασκόπως ένα επταήμερο στις Βρυξέλλες μην κάνοντας τίποτα – μόνο και μόνο για να επιστρέψει στις Βρυξέλλες μετά από ένα 24ωρο  στην Ουάσιγκτον. Η Αθήνα είχε αποφασίσει τότε πως ήταν έτοιμη για διαπραγματεύσεις, αλλά η ομάδα του ΔΝΤ απλώς παρακολουθούσε τα τεκταινόμενα για μία ακόμα εβδομάδα.

Οι πιστωτές της ευρωζώνης τώρα λένε ότι δεν ξέρουν τι θέλει ο κ. Τσίπρας – ή, ακόμα πιο σημαντικό – τι μπορεί να κάνει. Ίσως δε γνωρίζει ούτε και ο ίδιος.

Το είδος της ευρωζώνης στο οποίο θέλει να συμμετάσχει ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει – αλλά που πολλοί στο ΣΥΡΙΖΑ προφανώς ήλπιζαν ότι η άφιξή τους στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης θα βοηθούσε να δημιουργηθεί: μια ευρωζώνη στην οποία η Ελλάδα θα ήταν ελεύθερη να επιδιώξει οποιαδήποτε οικονομική στρατηγική θα επιθυμούσε, ανεμπόδιστη από ένα μεγάλο μέρος του χρέους που τώρα χρωστά στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Η Αθήνα είχε πείσει τον εαυτό της ότι το μόνο που στέκεται ανάμεσα στο ζοφερό παρόν και σε μία ένδοξη οικονομική αναγέννηση ήταν μία ελάφρυνση χρέους, επιτρέποντάς της να επανακτήσει την πρόσβαση στις χρηματαγορές προκειμένου να χρηματοδοτήσει μία κεϋνσιανού τύπου πολιτική ανάπτυξης βασισμένη στις κρατικές δαπάνες.

Πώς θα λειτουργούσε στην πράξη μία τέτοια ευρωζώνη δεν ήταν ποτέ ξεκάθαρο. Το να δοθεί στην Ελλάδα μια μεγάλη ελάφρυνση χρέους με ελάχιστους όρους, θα μετέτρεπε την ευρωζώνη σε μια ένωση μεταβιβάσεων (transfer union). Στη θεωρία, η ευρωζώνη θα λειτουργούσε καλύτερα και η Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη κατάσταση αν κάτι τέτοιο πράγματι ίσχυε. Αλλά η ευρωζώνη δεν είναι μια ζώνη μεταβιβάσεων και για τη μετατροπή της σε κάτι τέτοιο δεν υπάρχει πολιτική βούληση στην Ευρώπη. Πέρα από αυτό, ακόμα και μία ένωση μεταβιβάσεων θα χρειαζόταν κανόνες και θεσμούς ώστε να προστατεύονται οι φορολογούμενοι από τον ηθικό κίνδυνο.

Ίσως ακόμα σημαντικότερο είναι όμως το γεγονός ότι οι πιστωτές της Ελλάδας απορρίπτουν την ιδέα ότι η ελάφρυνση του χρέους είναι επαρκής συνθήκη για να μπει η ελληνική οικονομία σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και να αποκαταστήσει την πρόσβασή της στις αγορές. Άλλωστε η Ελλάδα μπόρεσε να εκδώσει ομόλογα το 2014 ακόμα κι όταν το ονομαστικό της χρέος ήταν υψηλό και έχασε αυτή τη δυνατότητα όταν έγινε ξεκάθαρο ότι η χώρα θα εγκατέλειπε το πρόγραμμα στήριξης, εγείροντας έτσι αμφιβολίες για τη μελλοντική της ανάπτυξη και υπονομεύοντας την ανάκαμψή της.

Είναι δε αξιοσημείωτο ότι στην κριτική που ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, έχει ασκήσει επανειλημμένως στην ευρωζώνη, δεν έχει σχεδόν τίποτα να πει για το τι είδους μεταβιβάσεις πολιτικής εξουσίας θα χρειάζονταν για να καταστεί μία ένωση μεταβιβάσεων βιώσιμη – ή για το πώς αυτό θα ήταν συμβατό με τις απαιτήσεις του ΣΥΡΙΖΑ για μέγιστη δυνατή εθνική ανεξαρτησία.

Η αλήθεια τώρα είναι ότι κανείς πλέον δεν αμφισβητεί πως κάποια αναδιάρθρωση στο ελληνικό χρέος θα είναι αναγκαία ως συνέπεια της καταστροφής που βρήκε την ελληνική οικονομία από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε πολιτική κρίση το Δεκέμβριο, αρνούμενος να επιτρέψει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι πιστωτές είχαν ήδη συμφωνήσει να μειώσουν τις απαιτήσεις τους στους δημοσιονομικούς στόχους. Επίσης, είπαν στον κ. Τσίπρα ότι όταν οι δύο πλευρές συμφωνήσουν σε ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων και νέους στόχους, θα συζητήσουν μία ευρύτερη ελάφρυνση χρέους στα πλαίσια ενός νέου συνολικού, μελλοντικού προγράμματος. Το ΔΝΤ επιμένει επίσης πως θα ακολουθήσει σκληρή γραμμή με την ευρωζώνη αν αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να διασφαλίσει ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο.

Όμως οι πιστωτές είναι κάθετοι στο ότι δεν έχει νόημα να συζητά κανείς ελάφρυνση του χρέους μέχρι η Αθήνα να συμφωνήσει σε ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων που θα βάλει τα ελληνικά δημοσιονομικά στοιχεία σε ένα βιώσιμο δρόμο. Για τους πιστωτές, το νόημα αυτών των μεταρρυθμίσεων δεν είναι η συσσώρευση ακόμα περισσότερης λιτότητας πάνω στις πλάτες μιας ήδη αδύναμης οικονομία, αλλά το να επανέλθει η ισορροπία της οικονομίας έξω από το μη-διατηρήσιμο σημερινό μοντέλο, ώστε να ελαφρυνθούν από την πίεση τα παραγωγικά κομμάτια της. Βάσει αυτής της ανάλυσης, οι μεταρρυθμίσεις στο σύστημα των συντάξεων και τη φορολογία που είναι στο επίκεντρο του τωρινού αδιεξόδου θα ήταν απαραίτητες με οποιον δημοσιονομικό στόχο τελικά θα αποφασιζόταν. Για κάποιους από τους πιστωτές, οι στόχοι για το έλλειμμα είναι πολύ λιγότερο σημαντικοί από την ποιότητα των πολιτικών που καλούνται να τους εκπληρώσουν..

Για τους πιστωτές, το τεστ αν ο κ. Τσίπρας πραγματικά θέλει η Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη θα κριθεί από το απλό ερώτημα: είναι ο ΣΥΡΙΖΑ έτοιμος ή ικανός να μεταρρυθμίσει το δημόσιο τομέα της Ελλάδας; Η τεράστια επέκταση του δημοσίου τομέα ήταν που δημιούργησε την κρίση και η αποτυχία διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων να καταπολεμήσουν αυτό το πρόβλημα είναι που παρέτεινε το δράμα.

Ακόμα κι αν ο αριθμός των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα έχει μειωθεί αρκετά, πολύ λίγες είναι οι θέσεις που καταργήθηκαν μέσω απολύσεων: Οι περισσότερες κόπηκαν μέσω γενναιόδωρων προγραμμάτων πρόωρης συνταξιοδότησης τα οποία τώρα επιβαρύνουν το ασφαλιστικό σύστημα απομυζώντας το κρατικό ταμείο. Εν τω μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποσχεθεί ότι θα προστατεύσει τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας, τους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες στο δημόσιο.

Για έξι χρόνια, ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας έχει πληρώσει ένα τρομακτικά υψηλό τίμημα για την ανοχή που έχει δειχθεί στα οργανωμένα συμφέροντα του δημοσίου τομέα, κι αυτό το τίμημα έχει πάρει τη μορφή απώλειας θέσεων εργασίας, θέσεων που ποτέ δεν δημιουργήθηκαν ή και υπέρμετρης φορολόγησης. Ο κ. Τσίπρας ίσως ήλπιζε να μετακυλήσει αυτό το κόστος στην υπόλοιπη ευρωζώνη.

Αλλά αυτό δεν είναι το είδος της νομισματικής ένωσης στο οποίο συμμετέχει η Ελλάδα. Πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στα δύο: να μείνει στην ευρωζώνη ή να διατηρήσει τα προνόμια του δημοσίου. Δεν μπορεί να κάνει και τα δύο.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v