Αναθεώρηση αλλά όχι ξήλωμα της συνθήκης Σένγκεν

Η ΕΕ κατά πάσα πιθανότητα δεν θα εγκαταλείψει τη Συμφωνία Σένγκεν αλλά θα αποδεχθεί την εντατικοποίηση των συνοριακών ελέγχων και την τροποποίηση των μεταναστευτικών νόμων. Γιατί η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων είναι απειλή για τη Συμφωνία. Γράφει ο Μ. Κεφαλογιάννης.

  • Του Μανώλη Κ. Κεφαλογιάννη*
Αναθεώρηση αλλά όχι ξήλωμα της συνθήκης Σένγκεν

Η συνθήκη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων και αγαθών εντός της Ένωσης.

Σε εφαρμογή της αρχής αυτής υπεγράφη η Συνθήκη του Σένγκεν, στις 14 Ιουνίου 1985, στην κωμόπολη Σένγκεν του Λουξεμβούργου, ανάμεσα σε πέντε κράτη-μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΚ) (Βέλγιο, Γερμανία, Γαλλία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία) και είχε ως στόχο την προοδευτική κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, την καθιέρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας για όλα τα πρόσωπα, υπηκόους των κρατών που υπέγραψαν τη Συμφωνία, καθώς και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία.

Η Συμφωνία του Σένγκεν τέθηκε σε ισχύ στις 26 Μαρτίου 1995, δημιουργώντας έτσι τη Ζώνη Σένγκεν, που ενσωματώθηκε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ την 1η Μαΐου 1999, με εξαίρεση την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Έκτοτε το κεκτημένο του Σένγκεν (Schengen acquis) εφαρμόζεται και αναπτύσσεται περαιτέρω εντός του θεσμικού και νομικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην Ελλάδα, η Σύμβαση Εφαρμογής της Συνθήκης του Σένγκεν και τα Πρωτόκολλα και οι Συμφωνίες προσχώρησης των νέων κρατών (μεταξύ 1990 και 1996) κυρώθηκαν από τη Βουλή των Ελλήνων με τον Νόμο 2514/1997. (χάρτης 1)

Οι πολίτες χωρών της Ζώνης Σένγκεν έχουν το δικαίωμα να ταξιδεύουν σε οποιαδήποτε χώρα της Ζώνης χωρίς την επίδειξη ταυτότητας ή διαβατηρίου, αν και συμβουλεύεται να έχουν ένα από τα δύο μαζί τους, αφού μπορεί να τους ζητηθεί να αποδείξουν την ταυτότητά τους, π.χ. κατά την επιβίβαση σε αεροσκάφος ή σε έλεγχο της αστυνομίας. Ωστόσο θα χρειαστεί να επιδείξουν την ταυτότητά τους κατά την είσοδό τους στις χώρες της ΕΕ που δεν ανήκουν στη Ζώνη Σένγκεν.

Ένας πολίτης μιας χώρας εκτός Ζώνης Σένγκεν μπορεί να ταξιδέψει σε ένα κράτος-μέλος για μια διάρκεια τριών μηνών (90 ημερών), με την προϋπόθεση ότι πληροί τους όρους Σένγκεν, δηλαδή να έχει στην κατοχή του έγκυρο διαβατήριο, θεώρηση εισόδου σύντομης διαμονής, να μπορεί να αποδείξει τον σκοπό του ταξιδιού του, να έχει επαρκείς πόρους συντήρησης για την περίοδο παραμονής και για την επιστροφή και να μην είναι καταχωρημένος στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν για την άρνηση εισόδου (δεν πρέπει να θεωρείται επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή εθνική ασφάλεια όλων των κρατών Σένγκεν).

Το κεκτημένο του Σένγκεν περιλαμβάνει μέτρα με τα οποία καταργείται ο έλεγχος στα εσωτερικά σύνορα των χωρών και ενισχύεται η ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το σημαντικότερο από τα μέτρα αυτά είναι η απαίτηση τα κράτη-μέλη που έχουν εξωτερικά σύνορα της ΕΕ να είναι υπεύθυνα για να εξασφαλίζουν την πραγματοποίηση σωστών ελέγχων και την αποτελεσματική επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Συνεπώς, οι επιθεωρήσεις και οι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ πρέπει είναι αρκετά αυστηροί για την παρεμπόδιση της λαθρομετανάστευσης, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων.

Σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια πολιτική ή τη δημόσια ασφάλεια, εξουσιοδοτείται κάθε κράτος-μέλος να αποκαταστήσει προσωρινά τους ελέγχους στα σύνορά του εντός της Ζώνης Σένγκεν.

Στη δεκαετία του 1990, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την προοπτική της μόνιμης οικονομικής ευημερίας, τα κράτη-μέλη της ΕΕ εγκατέλειψαν την εθνική κυριαρχία σε πολλές ευαίσθητες περιοχές. Η δημιουργία της ευρωζώνης είναι ίσως η πιο αντιπροσωπευτική συμφωνία της περιόδου. Αλλά πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στην Ευρώπη και τον Κόσμο από τότε, και τα κράτη-μέλη αρχίζουν να αμφισβητούν πολλές από τις αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τα προηγούμενα έτη της αισιοδοξίας.

Ο συνδυασμός της αύξησης του αριθμού των αιτούντων άσυλο, τα ισχυρότερα εθνικιστικά κόμματα και η εύθραυστη οικονομική ανάκαμψη οδηγούν τις κυβερνήσεις και τις πολιτικές ομάδες σε όλη την Ευρώπη στον ανασχεδιασμό και, σε ορισμένες περιπτώσεις, στην κατάργηση της συμφωνίας του Σένγκεν.

Από τη μία πλευρά, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης επικρίνουν τις χώρες της Μεσογείου για την έλλειψη αποτελεσματικών ελέγχων στα σύνορα και για την αποτυχία τους να ταυτοποιήσουν με δακτυλικά αποτυπώματα τους αιτούντες άσυλο που φθάνουν στις ακτές της ΕΕ, στους οποίους χορηγούν προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα «κατά δήλωσή τους».

Σε εφαρμογή της συμφωνίας του Δουβλίνου, οι μετανάστες πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία αιτήσεων ασύλου στην πρώτη χώρα εισόδου ενός μετανάστη. Από την άλλη πλευρά, οι χώρες της Νότιας Ευρώπης επικρίνουν τους βόρειους για έλλειψη αλληλεγγύης. Η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν επανειλημμένα ζητήσει περισσότερους πόρους για να αστυνομεύουν τη Μεσόγειο, την απόκτηση περισσότερων μέσων διάσωσης μεταναστών και για την ίδρυση και λειτουργία καταφυγίων των αιτούντων άσυλο και την καθιέρωση ποσοστώσεων μετανάστευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στον χάρτη 2 που ακολουθεί φαίνονται οι μεταναστευτικές ροές και οι αριθμοί μεταναστών. Μέχρι σήμερα, μέσα στο 2015 υπολογίζεται ότι έχουν ζητήσει άσυλο στην ΕΕ 350.000 μετανάστες, εκ των οποίων τα 2/3 στην Ελλαδα.

Τρία θέματα αντιμετωπίζονται στην πορεία για την αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ και την τροποποίηση της Σύνθηκης Σένγκεν:

Το πρώτο είναι η θεσμοθέτηση μιας νέας μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ στο διάστημα Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου 2015, οπότε τα μέλη της ΕΕ θα πραγματοποιήσουν μια σειρά από συναντήσεις και συνόδους κορυφής για τη μεταρρύθμιση των κανόνων μετανάστευσης. Η Γερμανία, μια χώρα που μόλις πριν από λίγους μήνες ήταν απρόθυμη να αλλάξει τους κανονισμούς της, τώρα οδηγεί την ώθηση για μια αλλαγή, γιατί αναμένει ένα κύμα 800.000 αιτούντων άσυλο το 2015.

Οι προτάσεις του Βερολίνου περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός κοινού καταλόγου των χωρών που θεωρούνται ασφαλείς και των οποίων οι πολίτες δεν θα πρέπει να δικαιούνται να ζητήσουν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κατάλογος αυτός θα περιλαμβάνει κυρίως τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, όπως η Αλβανία και η ΠΓΔΜ, οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν έναν εμφύλιο πόλεμο ή κάποια ιδιαίτερα σοβαρή ανθρωπιστική κρίση που θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια αίτηση για άσυλο.

Δεύτερη πρόταση της Γερμανίας είναι η διάθεση περισσότερων πόρων και προσωπικού στα κέντρα στην Ελλάδα και την Ιταλία για τον εντοπισμό των μεταναστών και την επεξεργασία των αιτήσεών τους. Το Βερολίνο προτείνει την αναλογική κατανομή των μεταναστών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο αντίλογος είναι ισχυρός: Χρειάζεται πολύς χρόνος για τις εθνικές αρχές για τη διάκριση μεταξύ των αιτούντων πραγματικά άσυλο και των οικονομικών μεταναστών. Η διαδικασία της οργανωμένης απέλασης θα παραμείνει προβληματική, δεδομένου ότι οι περισσότερες χώρες της Μεσογειακής Ευρώπης στερούνται των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων για την απέλαση των παράνομων μεταναστών.

Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να θεσπίσει υποχρεωτικές ποσοστώσεις των μεταναστών βρίσκει μεγάλη αντίσταση σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Το δεύτερο πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η μεταρρύθμιση της συμφωνίας του Σένγκεν. Η συνθήκη επιτρέπει στους παράνομους μετανάστες να μετακινούνται ελεύθερα μεταξύ των κρατών-μελών, εφόσον έχουν εφοδιαστεί με προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα. Η ατελής ταυτοποίηση των μεταναστών ενδεχομένως να επιτρέψει την είσοδο τρομοκρατών στην ΕΕ. Χαρακτηριστικό επεισόδιο η απόπειρα επίθεσης σε γαλλικό τρένο από την Ολλανδία. Η έλλειψη συνοριακών ελέγχων δεν δίνει τη δυνατότητα ανίχνευσης απειλών.

Η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων είναι επίσης μια απειλή για τη συμφωνία του Σένγκεν. Στη Φινλανδία, ένα εθνικιστικό κόμμα είναι ήδη μέλος του κυβερνητικού συνασπισμού και αντι-μεταναστευτικά κόμματα έχουν επιρροή σε χώρες όπως η Γαλλία, η Δανία, η Σουηδία και η Ουγγαρία. Όλα αυτά υποστηρίζουν ότι η εθνική νομοθεσία για τη μετανάστευση θα πρέπει να ενισχυθεί και η συμφωνία Σένγκεν θα πρέπει να αναθεωρηθεί ή να καταργηθεί.

Το μέλλον της Σένγκεν

Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά πάσα πιθανότητα δεν θα εγκαταλείψει τη συμφωνία του Σένγκεν αλλά θα αποδεχθεί, κυρίως με την πίεση των βόρειων χωρών, την εντατικοποίηση των συνοριακών ελέγχων και την τροποποίηση των μεταναστευτικών νόμων, ώστε οι μετανάστες δύσκολα να έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές.

Η ΕΕ οφείλει να αποκτήσει επιτέλους κοινή εξωτερική πολιτική, ώστε να δύναται να επεμβαίνει ειρηνευτικά στην «πηγή του κακού» -στα πολεμικά μέτωπα του τρίτου κόσμου.

Οι πιθανές μεταρρυθμίσεις στη Συμφωνία του Σένγκεν πρέπει να γίνουν με μεγάλη προσοχή, για να μην πλήξουν τη βασική αρχή ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων, αγαθών και υπηρεσιών.

Μόλις αποδυναμώνεται μια βασική αρχή, η πόρτα είναι ανοιχτή για άλλες ελευθερίες που πρέπει να υποστούν τις ίδιες επιπτώσεις. Αυτό θα τερμάτιζε την Ευρωπαϊκή Ένωση στη σημερινή της μορφή.


* Ο Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης είναι Ευρωβουλευτής της ΝΔ


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v