Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ασφαλιστικό: Και αν ο Στέφανος Μάνος έχει δίκιο;

Εννέα μόλις μήνες μετά τον «νόμο Κατρούγκαλου», όλα δείχνουν πως το ασφαλιστικό ζήτημα θα ανοίξει και πάλι. Προτάσεις όπως αυτή του Στ. Μάνου θα πρέπει να αξιολογηθούν χωρίς προκαταλήψεις.

Ασφαλιστικό: Και αν ο Στέφανος Μάνος έχει δίκιο;

Ο Στέφανος Μάνος επανέλαβε πρόσφατα μια παλαιότερη πρότασή του για το ασφαλιστικό, χωρίς κανένα πολιτικό κόμμα να την αξιολογήσει, σχολιάζοντάς την θετικά, ή αρνητικά.

Το ίδιο είχε γίνει προ μηνών, όταν μια άλλη πρόταση είχαν υποβάλει οι καθηγητές Μιλτιάδης Νεκτάριος και Πλάτων Τήνιος.

Και για να μην πάμε μακριά, η παρούσα κυβέρνηση απέρριψε πέρυσι σε μεγάλο βαθμό τις προτάσεις για το ασφαλιστικό της «επιτροπής σοφών» που η ίδια είχε συστήσει! Προφανώς, ήξερε καλύτερα από αυτούς που η ίδια επέλεξε ως «σοφούς»...

Γενικότερα, παρατηρείται μια χαρακτηριστική αδιαφορία του πολιτικού κόσμου να εξετάζει προτάσεις αξιόλογων παραγόντων, αν αυτές δυσαρεστούν κάποιο τμήμα των ψηφοφόρων τους, ή της λεγόμενης εκλογικής τους πελατείας.

Μετά από αυτή τη διαπίστωση, ας έρθουμε στην πρόταση του Στέφανου Μάνου (700 ευρώ σύνταξη για όλους στα 67 έτη και παράλληλα μηδενικές εισφορές για εργαζόμενους και εργοδότες), η οποία δεν είναι καινούρια. Έχει επαναδιατυπωθεί προ πολλών ετών και -αν θυμάται καλά ο γράφων- σε συνεργασία με τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο.

Σε κάθε περίπτωση, η πρόταση θα πρέπει να παρουσιαστεί πολύ πιο αναλυτικά και να απαντήσει σε μια σειρά από ζητήματα, προκειμένου να διαπιστωθεί το κατά πόσο «βγαίνουν τα νούμερα», καθώς:

Πρώτον, θα πρέπει προφανώς να εξαιρεθούν αρκετές κατηγορίες εργαζομένων (π.χ. βαρέα επαγγέλματα, οδηγοί, οικοδόμοι), που δεν μπορούν να εργαστούν μέχρι το 67ο έτος της ηλικίας τους.

Δεύτερον, υπάρχουν πάνω από ένα εκατομμύριο συμπολίτες μας που είναι ήδη συνταξιούχοι, χωρίς να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος τους. Πώς αυτοί θα σταματήσουν να εισπράττουν σύνταξη;

Τρίτον, η μέση σύνταξη από το 2019 και μετά (όταν με βάση το τελευταίο μνημόνιο θα έχει καταργηθεί η προσωπική διαφορά) δεν θα είναι πολύ υψηλότερη των 700 ευρώ, άρα το ποσό της εξοικονόμησης θα είναι σχετικά περιορισμένο.

Και τέταρτον, είναι αμφίβολο το κατά πόσο μπορεί να μην προσβληθεί νομικά μια μόνιμης διάρκειας καθήλωση των σημερινών συντάξεων (και ιδίως εκείνων των συνταξιούχων που έχουν καταβάλει πολύ υψηλές εισφορές) στα 700 ευρώ.

Άλλωστε, με βάση την αναλογιστική μελέτη και τις προτάσεις των καθηγητών Μιλτιάδη Νεκτάριου και Πλάτωνα Τήνιου, με συνολικές ασφαλιστικές εισφορές 16% (όχι 0% που προτείνει ο κ. Μάνος), θα χρειαστούν επιπλέον μειώσεις (κάποιων τουλάχιστον) συντάξεων, προκειμένου να υπάρξει ένα ποσοστό αναπλήρωσης 50%-55%, αθροιστικά από τον πρώτο και τον δεύτερο πυλώνα.

Το σημείο υπεροχής

Ακόμη όμως και αν έχουν βάση οι προαναφερόμενες ενστάσεις, η πρόταση του κ. Μάνου θα μπορούσε να αποτελέσει μια χρήσιμη βάση για δημιουργική συζήτηση, προκειμένου να προκύψει μια βιώσιμη αντιμετώπιση του ασφαλιστικού ζητήματος. Άλλωστε, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την υιοθέτηση μιας τέτοιας πρότασης είναι η αποδοχή της από ένα τουλάχιστον εκ των δύο μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων.

Στην πράξη τώρα, το σύνολο των οικονομικών παραγόντων (οικονομολόγοι, εργοδοτικοί φορείς, συνδικαλιστές) θεωρεί πως το ασφαλιστικό δεν βγαίνει και πως για να διατηρηθεί το παρόν επίπεδο των παροχών, θα πρέπει να ακολουθήσει μια μακρά περίοδος ισχυρής ανάπτυξης.

Αυτό ωστόσο που δεν έχει επαρκώς απαντηθεί, είναι το πώς μπορεί να έρθει αυτή η μακρά και ισχυρή απαιτούμενη ανάπτυξη, όταν έχουμε ταυτόχρονα:

α) Πανύψηλες ασφαλιστικές εισφορές (πολύ μεγαλύτερες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ), και

β) Έναν αναιμικό κρατικό προϋπολογισμό, που καταβάλλει κάθε χρόνο πάνω από το 10% του ΑΕΠ (περίπου το 1/3 των συνολικών φορολογικών εσόδων) για την κάλυψη της τρύπας του ασφαλιστικού.

Αντίθετα, τόσο η πρόταση Μάνου, όσο και εκείνη των καθηγητών Νεκτάριου-Τήνιου, θεωρούν πως είτε ο μηδενισμός (Μάνος), είτε μια μεγάλη μείωση (Νεκτάριος-Τήνιος) των καταβαλλόμενων εισφορών θα προκαλούσαν ένα αναπτυξιακό σοκ στην ελληνική οικονομία, με αποτέλεσμα να είναι πιο εύκολη η χρηματοδότηση του ασφαλιστικού.

Ειδικότερα, θα ωφεληθεί δραστικά η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων έντασης εργασίας, με αποτέλεσμα την τόνωση της απασχόλησης, τη διεύρυνση των εξαγωγών, την υποκατάσταση αρκετών εισαγωγών και γενικότερα την αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, θα μειωθεί το επίπεδο πολλών συντάξεων (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα άτομα της τρίτης ηλικίας) και θα «ληστευθούν» εργαζόμενοι που κατέβαλαν υψηλότατες εισφορές επί σειρά δεκαετιών.

Απέναντι στις ενστάσεις που διατυπώνονται, οι υποστηρικτές τέτοιων απόψεων πιστεύουν πως όσο η οικονομία «σέρνεται», τόσο οι κυβερνήσεις θα αναγκάζονται να μειώνουν περαιτέρω τις συντάξεις, θυμίζοντας πως καμιά από τις ελληνικές κυβερνήσεις (Παπανδρέου, Σαμαρά, Τσίπρα) δεν ωφελήθηκε πολιτικά από τις δραστικές περικοπές που αναγκάστηκε να επιβάλει στους συνταξιούχους.

Προς μια τέτοια αντιμετώπιση φαίνεται να προσανατολίζεται και ο ΣΕΒ, στελέχη του οποίου έχουν επανειλημμένως δηλώσει πως η λύση του ασφαλιστικού θα πρέπει να συνάδει με την ανάπτυξη και όχι να τη φρενάρει.

Σε κάθε περίπτωση, το τραγικό είναι πως εννέα μόλις μήνες μετά την ψήφιση του περιβόητου «νόμου Κατρούγκαλου», σύντομα η Ελλάδα θα κληθεί να ανοίξει και πάλι το ασφαλιστικό, όχι μόνο γιατί κάτι τέτοιο επιθυμεί το ΔΝΤ, αλλά κυρίως γιατί -απλά- τα νούμερα δεν βγαίνουν.

Οπότε προτάσεις όπως αυτή του κ. Μάνου και άλλων παραγόντων θα πρέπει αυτή τη φορά να αξιολογηθούν χωρίς προκαταλήψεις και κομματικές παρωπίδες.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v